Πρωτότυπο Κείμενο
|
Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα
|
Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
|
ετὰ
ταῦτα εἶδον, καὶ ἰδοὺ θύρα
ἀνεῳγμένη ἐν τῷ οὐρανῷ,
καὶ ἡ φωνὴ ἡ πρώτη ἣν
ἤκουσα ὡς σάλπιγγος λαλούσης μετ'
ἐμοῦ, λέγων· ἀνάβα ὧδε
καὶ δείξω σοι ἃ δεῖ γενέσθαι
μετὰ ταῦτα. |
πειτα
ἀπὸ αὐτά, ποὺ ἤκουσα ἀπὸ
τὸν Θεάνθρωπον Κύριον διὰ τοὺς
ἐπισκόπους τῶν ἑπτὰ Ἐκκλησιῶν,
εἶδα ἄλλο ὅραμα· καὶ ἰδοὺ
θύρα ἀνοικτὴ εἰς τὸν οὐρανὸν
καὶ ἡ φωνή, τὴν ὁποίαν
προηγουμένως εἶχα ἀκούσει σὰν
σάλπιγγα νὰ συνομιλῇ μὲ ἐμέ,
μοῦ εἶπε· <ἀνέβα ἐδῶ
καὶ θά σοῦ δείξω ἐκεῖνα,
ποὺ πρέπει νὰ γίνουν μετὰ ταῦτα,
σύμφωνα μὲ τὴν βουλὴν τοῦ Θεοῦ>.
|
αὶ
ὕστερον ἀπὸ αὐτὰ εἶδον
καὶ ἰδοὺ θύρα ἀνοικτὴ εἰς
τὸν οὐρανὸν καὶ ἡ φωνή, ποὺ
προτήτερα ἤκουσα σὰν σάλπιγγα νὰ ὁμιλῇ
μαζί μου, εἶπε· Ἀνέβα ἐδῶ καὶ
θὰ σοῦ δείξω ἐκεῖνα, ποὺ σύμφωνα
μὲ τὸ θεῖον σχέδιον πρέπει νὰ γίνουν
κατὰ τὸ μέλλον. |
2
Καὶ εὐθέως ἐγενόμην ἐν
πνεύματι· καὶ ἰδοὺ θρόνος
ἔκειτο ἐν τῷ οὐρανῷ, καὶ
ἐπὶ τὸν θρόνον καθήμενος,
|
2
Καὶ ἀμέσως περιέπεσα εἰς ἔκτασιν
καὶ ἐφωτίσθη τὸ πνεῦμα μου ἀπὸ
τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καὶ ἀνέβηκα
ἐν πνεύματι εἰς τὸν οὐρανόν.
Καὶ ἰδοὺ θρόνος εἶχε στηθῆ
εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐπάνω
εἰς τὸν θρόνον καθήμενος ἦτο
ὁ Θεός. |
2
Καὶ ἀμέσως μὲ κατέλαβεν ἔκστασις καὶ
μὲ τὰς ἀνωτέρας τῆς ψυχῆς μου
δυνάμεις φωτιζομένας ἀπὸ τὸ Πνεῦμα
τοῦ Θεοῦ ἀνέβην εἰς τὸν οὐρανόν.
Καὶ ἰδοὺ ἕνας θρόνος στερεωμένος μέσα
εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐπάνω
εἰς τὸν θρόνον ἐκάθητο ὁ Θεός.
|
3
ὅμοιος ὁράσει λίθῳ ἰάσπιδι
καὶ σαρδίω· καὶ ἶρις κυκλόθεν
τοῦ θρόνου, ὁμοίως ὅρασις σμαραγδίνων.
|
3
Ἐφαίνετο ὅμοιος σὰν ὁλόλαμπρον
διαμάντι, πρὸς συμβολισμὸν τῆς ἀπολύτου
αὐτοῦ ἁγιότητος καὶ καθαρότητος,
σὰν κόκκινο ἀστραφτερὸ πετράδι
τῶν Σάρδεων εἰς συμβολισμὸν τῆς
δικαιοσύνης του. Καὶ ὁλόγυρα ἀπὸ
τὸν θρόνον του ἀκτινοβολοῦσε τὰ
ὁλόγλυκα χρώματα τῆς ἴριδος
σὰν σμαράγδια, πρὸς συμβολισμὸν τῆς
ἀγάπης καὶ τῆς εἰρήνης.
|
3
Ἐφαίνετο στὰ μάτια λαμπρὸς σὰν τὸ
μπριλλάντι καὶ κόκκινος σὰν τὸν πολύτιμον
λίθον, ποὺ εὑρίσκεται εἰς τὰ πετρώματα
τῶν Σάρδεων. Ἀστράπτει δηλαδὴ λαμπρὰ
ἡ ἁγιότης καὶ τὸ φῶς του καὶ
εἶναι γεμᾶτη φωτιὰ ἡ ἐκδίκησις
τῆς δικαιοσύνης του. Συγχρόνως ὅμως τὸ εἰρηνικὸν
σύμβολον τῆς ἴριδος, τὸ οὐράνιον τόξον
δηλαδή, ἦτο τριγύρω ἀπὸ τὸν θρόνον,
ὁ ὁποῖος ἔλαμπε στὰ μάτια πρασινωπός,
σὰν νὰ ἦτο φτιαγμένος ἀπὸ σμάραγδον.
|
4
Καὶ κυκλόθεν τοῦ θρόνου θρόνοι
εἴκοσι τέσσαρες, καὶ ἐπὶ τοὺς
θρόνους τοὺς εἴκοσι τέσσαρας πρεσβυτέρους
καθημένους, περιβεβλημένους ἐν ἱματίοις
λευκοῖς, καὶ ἐπὶ τὰς κεφαλὰς
αὐτῶν στεφάνους χρυσοῦς.
|
4
Καὶ γύρω ἀπὸ τὸν θρόνον
ἦσαν στημένοι εἴκοσι τέσσαρες ἄλλοι
θρόνοι καὶ ἐπάνω εἰς αὐτοὺς
εἶδα νὰ κάθωνται εἴκοσι τέσσαρες
πρεσβύτεροι ἐνδεδυμένοι μὲ λευκὰ
ἐνδύματα, πρὸς συμβολισμὸν τῆς
ἁγιότητος καὶ ἁγνότητός
των, καὶ ἔχοντες εἰς τὰς κεφαλάς των
ὁλόχρυσα στεφάνια, σύμβολα τῆς
νίκης των εἰς τοὺς πνευματικούς των ἀγῶνας.
(Αὐτοὶ ἐκπροσωποῦν τὴν θριαμβεύουσαν
Ἐκκλησίαν τῶν οὐρανῶν).
|
4
Καὶ τριγύρω ἀπὸ τὸν θρόνον ἦσαν
εἰκοσιτέσσαρες ἄλλοι θρόνοι. Καὶ εἰς
τοὺς θρόνους αὐτοὺς εἶδα νὰ
κάθηνται οἱ εἰκοσιτέσσαρες πρεσβύτεροι, ποὺ
ἀντιπροσωπεύουν τὴν ἐν οὐρανοῖς
θριαμβεύουσαν Ἐκκλησίαν, ἐνδεδυμένοι μὲ
λευκὰ ἐνδύματα, σύμβολα τῆς ἁγιότητος
καὶ ἁγνότητός των· καὶ εἶχαν
στεφάνια χρυσᾶ εἰς τὰς κεφαλάς, σύμβολα
τῆς νίκης των καὶ τοῦ ἐνδόξου θριάμβου
των. |
5
Καὶ ἐκ τοῦ θρόνου ἐκπορεύονται
ἀστραπαὶ καὶ φωναὶ καὶ βρονταί·
καὶ ἑπτὰ λαμπάδες πυρὸς καιόμεναι
ἐνώπιον τοῦ θρόνου, αἵ εἰσι
τὰ ἑπτὰ πνεύματα τοῦ Θεοῦ·
|
5
Καὶ ἀπὸ τὸν θρόνον τοῦ
Θεοῦ ἐξέρχονται ἀστραπὲς καὶ
φωνὲς καὶ βροντές. Καὶ ἑπτὰ
πύρινες λαμπάδες καίουν συνεχῶς ἐμπρὸς
εἰς τὸν θρόνον, αἱ ὁποῖαι
λαμπάδες συμβολίζουν τὰ ἀναρίθμητα
χαρίσματα τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ,
ποὺ συνεχῶς φωτίζουν καὶ θερμαίνουν
καὶ ζωογονοῦν. |
5
Καὶ ἀπὸ τὸν θρόνον βγαίνουν ἀστραπαὶ
καὶ φωναὶ καὶ βρονταί, ποὺ ἑξαγγέλλουν
τὸ ἀπλησίαστον μεγαλεῖον τοῦ παντοκράτορος
Θεοῦ. Καὶ ἑπτὰ λαμπάδες πύριναι ὑπάρχουν
ἐμπρὸς εἰς τὸν θρόνον, αἱ ὁποῖαι
εἶναι τὸ σύνολον τῶν χαρισμάτων τοῦ
Πνεύματος τοῦ Θεοῦ, τὰ ὁποῖα
διαρκῶς ἐνεργοῦν χωρὶς ποτὲ
νὰ ἑξαντλοῦνται. |
6
καὶ ἐνώπιον τοῦ θρόνου ὡς
θάλασσα ὑαλίνη, ὁμοία κρυστάλλῳ·
καὶ ἐν μέσῳ τοῦ θρόνου
καὶ κύκλῳ τοῦ θρόνου τέσσαρα
ζῷα γέμοντα ὀφθαλμῶν ἔμπροσθεν
καὶ ὄπισθεν· |
6
Καὶ ἐμπρὸς εἰς τὸν θρόνον
ὑπῆρχε σὰν γυάλινη διαφανὴς
θάλασσα, ποὺ ἐμοιαζε μὲ κρύσταλλο,
(διὰ νὰ συμβολίζη, ὅτι ὁλόκληρος
ἡ ὀρατὴ καὶ ἀόρατος δημιουργία
εἶναι ὁλοφάνερη ἐμπρὸς εἰς
τὸν παντεπόπτην καὶ παντογνώστην Θεόν).
Καὶ ἐμπρὸς εἰς τὰς βαθμίδας
τοῦ θρόνου καὶ γύρω ἀπὸ
τὸν θρόνον ὑπῆρχαν τέσσαρα ζωντανὰ
πνευματικὰ ὄντα, γεμᾶτα μάτια ἐμπρὸς
καὶ πίσω (διὰ νὰ συμβολίζουν
τοὺς ἁγίους ἀγγέλους, ποὺ
ὑπηρετοῦν τὰς βουλὰς τοῦ Θεοῦ
ἄγρυπνοι καὶ προσεκτικοί).
|
6
Καὶ ἐμπρὸς εἰς τὸν θρόνον ἦτο
σὰν θάλασσα ὑαλίνη ὁμοία πρὸς κρύσταλλον,
ποὺ εἰκονίζει ὅτι ὁλόκληρος ἡ
κτίσις εἶναι διαφανὴς καὶ διακρίνεται καθαρὰ
ἀπὸ τὸ παντέφορον Ὄμμα τοῦ Θεοῦ.
Καὶ εἰς τὸ μέσον τοῦ θρόνου καὶ
τριγύρω ἀπὸ αὐτὸν τέσσαρα ζωντανὰ
πλάσματα τοῦ Θεοῦ γεμᾶτα μάτια ἀπ’
ἐμπρὸς καὶ ἀπὸ πίσω.
|
7
καὶ τὸ ζῷον τὸ πρῶτον ὅμοιον
λέοντι, καὶ τὸ δεύτερον ζῷον
ὅμοιον μόσχῳ, καὶ τὸ τρίτον
ζῷον ἔχον τὸ πρόσωπον ὡς ἀνθρώπου,
καὶ τὸ τέταρτον ζῷον ὅμοιον
ἀετῷ πετομένῳ.
|
7
Καὶ τὸ πρῶτον ζῶον ὁμοιάζει
μὲ λέοντα, διὰ νὰ συμβολίζῃ
τὴν βασιλικὴν μεγαλοπρέπειαν, καὶ
τὸ δεύτερον ζῶον ὁμοιάζει μὲ
μόσχον, διὰ νὰ συμβιολίζῃ τὴν
δύναμιν, καὶ τὸ τρίτον ζῶον
ἔχει σὰν πρόσωπον ἀνθρώπου,
διὰ νὰ συμβολίζη τὴν νόησιν
καὶ τὴν σοφίαν, καὶ τὸ τέταρτον
ζῶον ὁμοιάζει πρὸς ἀετόν,
ποὺ πετᾷ, διὰ νὰ συμβολίζῃ
τὴν ταχύτητα καὶ πνευματικὴν ἀνάτασιν.
|
7
Αὐτὰ εἶναι τὰ ἀγγελικὰ
καὶ ἐκτελεστικὰ ὄργανα τῶν θείων
βουλῶν, μὲ τὰ ὁποῖα ὁ
Θεὸς φανερώνει τὴν δύναμίν του καὶ κυβερνᾷ
τὴν ὁρατὴν φύσιν καὶ δημιουργίαν του.
Καὶ τὸ πρῶτον ζῶον ὁμοιάζει
πρὸς λέοντα, καὶ τὸ δεύτερον ζῶον
εἶναι ὅμοιον πρὸς μόσχον, καὶ τὸ
τρίτον ζῶον ἔχει τὸ πρόσωπον σὰν πρόσωπον
ἀνθρώπου, καὶ τὸ τέταρτον ζῶον εἶναι
ὅμοιον πρὸς ἀετὸν ποὺ πετᾷ.
|
8
Καὶ τὰ τέσσαρα ζῷα, ἐν καθ'
ἓν αὐτῶν ἔχον ἀνὰ πτέρυγας
ἕξ, κυκλόθεν καὶ ἔσωθεν γέμουσιν
ὀφθαλμῶν, καὶ ἀνάπαυσιν οὐκ
ἔχουσιν ἡμέρας καὶ νυκτὸς λέγοντες·
ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος Κύριος ὁ
Θεὸς ὁ παντοκράτωρ, ὁ ἦν καὶ
ὁ ὢν καὶ ὁ ἐρχόμενος.
|
8
Καὶ τὰ τέσσαρα ζῶα, ποὺ τὸ
καθ' ἔνα ἀπὸ αὐτὰ εἶχε
ἓξ πτέρυγας, διὰ νὰ συμβολίζεται
ἡ ταχύτης των εἰς τὴν ἐκτέλεσιν
τοῦ θείου θελήματος, εἶναι γεμᾶτα
μάτια ὁλόγυρα καὶ ἀπὸ
μέσα, διὰ νὰ βλέπουν τὸ κάθε
τι. Καὶ ἀνάπαυσιν δὲν ἔχουν.
Ἡμέραν καὶ νύκτα ἀσταμάτητα
δοξολογοῦν τὸν Θεόν, λέγοντα·
Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος, Κύριος ὁ
Θεὸς ὁ παντοκράτωρ, ποὺ ὑπῆρχε
πρὸ πάντων τῶν αἰώνων καὶ
ὑπάρχει εἰς ὅλους τοὺς αἰῶνας
καὶ θὰ ὑπάρχῃ εἰς τὴν
ἀτελείωτον αἰωνιότητα.
|
8
Καὶ τὰ τέσσαρα ζῶα, ποὺ καθένα ἀπὸ
αὐτὰ ἔχουν ἀπὸ ἓξ πτερά,
σύμβολα τῆς εὐκινησίας των πρὸς ἐκτέλεσιν
τῶν θείων βουλῶν, εἶναι τριγύρω καὶ
ἀπὸ μέσα γεμᾶτα ἀπὸ μάτια, διὰ
νὰ βλέπουν κάθε τι καὶ διὰ νὰ εἶναι
ἔτσι κατάλληλα ὄργανα τοῦ παγγνώστου Θεοῦ.
Καὶ δὲν σταματοῦν οὔτε διακόπτουν
ποτὲ νύκτα καὶ ἡμέραν ἀπὸ τοῦ
νὰ λέγουν· Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος
Κύριος ὁ Θεὸς ὁ παντοκράτωρ, ποὺ ἤσουν
ἀϊδίως καὶ ὑπάρχεις ἀπὸ τὸν
ἑαυτόν σου, χωρὶς νὰ ἐξαρτᾶται
ἡ ὕπαρξίς σου ἀπὸ κανένα ἄλλον,
καὶ θὰ εἶσαι καὶ εἰς τὸ
μέλλον αἰώνιος καὶ ἀτελεύτητος.
|
9
Καὶ ὅταν δῶσι τὰ ζῷα δόξαν
καὶ τιμὴν καὶ εὐχαριστίαν τῷ
καθημένῳ ἐπὶ τοῦ θρόνου,
τῷ ζῶντι εἰς τοὺς αἰῶνας
τῶν αἰώνων, |
9
Καὶ κάθε φοράν, ποὺ θὰ δώσουν
τὰ ζῶα δόξαν καὶ τιμὴν καὶ
εὐχαριστίαν εἰς Ἐκεῖνον, ποὺ
κάθεται ἐπάνω εἰς τὸν θρόνον
καὶ ζῇ εἰς τοὺς αἰῶνας
τῶν αἰώνων, χωρὶς ἀρχὴν
καὶ τέλος, |
9
Καὶ ὅταν τὰ ζῶα δώσουν δόξαν καὶ
τιμὴν καὶ εὐχαριστίαν εἰς αὐτόν,
ποὺ κάθηται εἰς τὸν θρόνον καὶ ζῇ
εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων,
|
10
πεσοῦνται οἱ εἴκοσι τέσσαρες πρεσβύτεροι
ἐνώπιον τοῦ καθημένου ἐπὶ
τοῦ θρόνου, καὶ προσκυνήσουσι τῷ
ζῶντι εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν
αἰώνων, καὶ βαλοῦσι τοὺς στεφάνους
αὐτῶν ἐνώπιον τοῦ θρόνου
λέγοντες· |
10
θὰ προσπίπτουν εἰς λατρευτικὴν προσκύνησιν
οἱ εἴκοσι τέσσαρες πρεσβύτεροι ἐμπρὸς
εἰς τὸν καθήμενον ἐπὶ τοῦ
θρόνου καὶ θὰ προσκυνοῦν αὐτόν,
ποὺ ζῇ εἰς τοὺς αἰῶνας
τῶν αἰώνων, καὶ θὰ ἀποθέτουν
εὐλαβῶς τοὺς στεφάνους των ἐμπρὸς
εἰς τὸν θρόνον, λέγοντες·
|
10
θὰ πέσουν τότε οἱ εἰκοσιτέσσαρες πρεσβύτεροι
ἐμπρὸς εἰς τὸν καθήμενον ἐπὶ
τοῦ θρόνου καὶ θὰ προσκυνήσουν τὸν
ζῶντα εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν
αἰώνων. Καὶ θὰ ρίψουν τοὺς στεφάνους
των ἐμπρὸς εἰς τὸν θρόνον λέγοντες·
|
11
ἄξιος εἶ, ὁ Κύριος καὶ Θεὸς
ἡμῶν, λαβεῖν τὴν δόξαν καὶ
τὴν τιμὴν καὶ τὴν δύναμιν, ὅτι
σὺ ἔκτισας τὰ πάντα, καὶ διὰ
τὸ θέλημά σου ἦσαν καὶ ἐκτίσθησαν.
|
11
Ἄξιος εἶσαι σύ, ὁ Κύριος καὶ
Θεός μας, νὰ λάβῃς κάθε δόξαν
καὶ τιμὴν καὶ δύναμιν, διότι
σὺ ἔκτισες τὰ πάντα, ὁρατὰ
καὶ ἀόρατα, καὶ διότι, σύμφωνα
μὲ τὸ ἅγιον καὶ πανάγαθον θέλημά
σου, ἐκτίσθησαν καὶ ὑπάρχουν.
|
11
Ἄξιος εἶσαι σύ, ὁ Κύριος καὶ Θεός
μας, νὰ λάβῃς ὅλην τὴν δόξαν καὶ
τὴν τιμὴν καὶ τὴν δύναμιν, διότι σὺ
ἔκτισες τὰ πάντα, καὶ διότι τὸ ἠθέλησες
ἐξ ἀγαθότητος ἐκτίσθησαν ἀπὸ
σὲ καὶ ὑπάρχουν. |