Πρωτότυπο Κείμενο
|
Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα
|
Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
|
αὶ
εἶδον ἄγγελον καταβαίνοντα ἐκ τοῦ
οὐρανοῦ, ἔχοντα τὴν κλεῖν τῆς
ἀβύσσου καὶ ἄλυσιν μεγάλην ἐπὶ
τὴν χεῖρα αὐτοῦ.
|
αὶ
εἶδα ἄγγελον νὰ κατεβαίνῃ ἀπὸ
τὸν οὐρανόν, νὰ κρατῇ τὸ
κλειδὶ τῆς ἀβύσσου τοῦ Ἅδου
καὶ νὰ ἔχῃ ἐπάνω εἰς
τὸ χέρι του μιὰ μεγάλῃ ἁλυσίδα.
|
αὶ
εἶδα ἄγγελον νὰ κατεβαίνῃ ἀπὸ
τὸν οὐρανόν, ὁ ὁποῖος εἶχε
τὸ κλειδὶ τῆς ἀβύσσου τοῦ Ἅδου
καὶ μίαν μεγάλην ἁλυσίδα ριγμένην ἐπάνω
εἰς τὸ χέρι του. |
2
Καὶ ἐκράτησε τὸν δράκοντα, τὸν
ὄφιν τὸν ἀρχαῖον, ὅς ἐστι
Διάβολος καὶ Σατανᾶς ὁ πλανῶν
τὴν οἰκουμένην, καὶ ἔδησεν αὐτὸν
χίλια ἔτη, |
2
Καὶ συνέλαβε τὸν δράκοντα, τὸν
ἀρχαῖον ὄφιν, ποὺ παρέσυρε εἰς
τὴν ἁμαρτίαν τοὺς πρωτοπλάστους,
καὶ ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ διάβολος
καὶ ὁ σατανᾶς ποὺ ἔχει ὡς
ἔργον του νὰ συκοφαντῇ τὸν Θεὸν
καὶ νὰ παρασύρῃ εἰς τὴν
πλάνην τὴν οἰκουμένην. Καὶ τὸν
ἔδεσε, διὰ νὰ μένῃ αἰχμάλωτος
καὶ ἀνίκανος νὰ βλάψῃ
ἐπὶ ὡρισμένην χρονικὴν περίοδον,
ποὺ συμβολίζεται μὲ χίλια ἔτη.
|
2
Καὶ συνέλαβε τὸν δράκοντα, τὸν ὄφιν
τὸν παλαιόν, ποὺ ἐξηπάτησε τοὺς πρωτοπλάστους,
ὁ ὁποῖος εἶναι διάβολος, ποὺ
συκοφαντεῖ καὶ διαβάλλει τὸν Θεὸν
καὶ τὸ ἔργον του, καὶ ὁ σατανᾶς,
ὁ ἀρχηγὸς τῶν πονηρῶν πνευμάτων,
ποὺ παρασύρει εἰς τὴν πλάνην τὴν Οἰκουμένην.
Καὶ τὸν ἔδεσεν ἐπὶ χίλια ἔτη,
δηλαδὴ ἐπὶ μακρὰν περίοδον ἐτῶν,
κατὰ τὰ ὁποῖα θὰ θριαμβεύσῃ
καὶ θ’ ἀποδώσῃ τοὺς καρπούς του τὸ
εὐαγγέλιον. |
3
καὶ ἔβαλεν αὐτὸν εἰς τὴν
ἄβυσσον, καὶ ἔκλεισε καὶ ἐσφράγισε
ἐπάνω αὐτοῦ, ἵνα μὴ πλανᾷ
ἔτι τὰ ἔθνη, ἄχρι τελεσθῇ τὰ
χίλια ἔτη· μετὰ ταῦτα δεῖ
αὐτὸν λυθῆναι μικρὸν χρόνον.
|
3
Καὶ τὸν ἔρριψεν εἰς τὴν ἄβυσσον
τοῦ Ἅδου καὶ ἔκλεισε καὶ ἐσφράγισε
ἀσφαλῶς τὴν σκοτεινὴν φυλακὴν
ἐπάνω ἀπὸ αὐτόν, διὰ
νὰ μὴ παρασύρῃ πλέον εἰς
τὰς πλάνας τὰ ἔθνη, μέχρις ὅτου
συμπληρωθοῦν τὰ χίλια ἔτη. Μετὰ
ταῦτα πρέπει, σύμφωνα μὲ τὴν
βουλὴν τοῦ Θεοῦ, νὰ λυθῇ καὶ
νὰ ἀπολυθῇ αὐτὸς δι' ὀλίγον
χρόνον. |
3
Καὶ τὸν ἔρριψεν εἰς τὸ σκοτεινὸν
βάθος τοῦ Ἅδου καὶ ἔκλεισε καὶ
ἐσφράγισεν ἀπ’ ἐπάνω του καὶ ἠσφάλισε
καλὰ τὴν φυλάκισίν του, διὰ νὰ μὴ
πλανήσῃ πλέον τὰ ἔθνη, ἕως ὅτου
συμπληρωθοῦν τὰ χρόνια τῆς μακρᾶς
περιόδου, ποὺ συμβολίζουν τὰ χίλια ἔτη.
Καὶ ὕστερα ἀπὸ αὐτὰ σύμφωνα
μὲ τὸ σχέδιον τοῦ Θεοῦ πρέπει αὐτὸς
νὰ λυθῇ δι’ ἐν μικρὸν χρονικὸν
διάστημα. |
4
Καὶ εἶδον θρόνους, καὶ ἐκάθισαν
ἐπ' αὐτούς, καὶ κρῖμα ἐδόθη
αὐτοῖς, καὶ τὰς ψυχὰς τῶν
πεπελεκισμένων διὰ τὴν μαρτυρίαν Ἰησοῦ
καὶ διὰ τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ,
καὶ οἵτινες οὐ προσεκύνησαν τὸ
θηρίον οὔτε τὴν εἰκόνα αὐτοῦ,
καὶ οὐκ ἔλαβον τὸ χάραγμα ἐπὶ
τὸ μέτωπον αὐτῶν καὶ ἐπὶ
τὴν χεῖρα αὐτῶν· καὶ ἔζησαν
καὶ ἐβασίλευσαν μετὰ τοῦ Χριστοῦ
χίλια ἔτη· |
4
Καὶ εἶδα θρόνους καὶ ἐκάθισαν
ἐπάνω εἰς αὐτοὺς οἱ Ἀπόστολοι,
ὅπως τοὺς εἶχεν ὑποσχεθῇ ὁ
Χριστός, καὶ οἱ ἅγιοι. Καὶ ἐδόθη
εἰς αὐτοὺς ἀπὸ τὸν Θεὸν
δικαστικὴ ἐξουσία. Καὶ εἶδα
τὰς ψυχὰς αὐτῶν, ποὺ εἶχαν
πελεκηθῆ μὲ τσεκούρια καὶ θανατωθῆ
μὲ βασανιστικὸν τρόπον διὰ τὴν
μαρτυρίαν καὶ τὴν ὁμολογίαν
τῆς πίστεώς των εἰς τὸν Ἰησοῦν
καὶ διὰ τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ,
καὶ οἱ ὁποῖοι δὲν ἐπροσκύνησαν
τὸ θηρίον οὔτε τὴν εἰκόνα
αὐτοῦ, καὶ δὲν ἐδέχθησαν
νὰ πάρουν τὸ χάραγμα τῆς σφραγῖδος
του ἐπάνω εἰς τὰ μέτωπά
των καὶ ἐπάνω εἰς τὸ χέρι
των. Καὶ αὐτοὶ ἔζησαν καὶ ἐβασίλευσαν
καὶ ἐδοξάσθησαν μαζῆ μὲ τὸν
Χριστὸν κατὰ τὸ διάστημα αὐτό,
ποὺ συμβολίζεται μὲ τὰ χίλια
ἔτη. |
4
Καὶ εἶδα θρόνους καὶ ἐκάθισαν ἐπ’
αὐτῶν οἱ Ἀπόστολοι καὶ οἱ
Ἅγιοι. Καὶ ἐδόθη εἰς αὐτοὺς
ἀπὸ τὸν Θεὸν δικαστικὴ καὶ
βασιλικὴ ἐξουσία. Εἶδα καὶ τὰς
ψυχὰς αὐτῶν, ποὺ μὲ πελέκεις
καὶ ἄλλα βασανιστικὰ ὄργανα ἐθανατώθησαν
διὰ τὴν μαρτυρίαν καὶ ὁμολογίαν τῆς
πίστεως τοῦ Ἰησοῦ καὶ διὰ τὸν
λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ οἱ ὁποῖοι
δὲν προσεκύνησαν τὸ θηρίον, οὔτε τὸ
εἴδωλόν του καὶ δὲν ἔλαβαν τὴν
χαραγμένην καὶ ἀνεξάλειπτον σφραγῖδα του
ἐπὶ τοῦ μετώπου των καὶ ἐπὶ
τῆς χειρός των. Καὶ ἔζησαν καὶ ἐβασίλευσαν
μετὰ τοῦ Χριστοῦ κατὰ τὴν περίοδον,
ποὺ συμβολίζεται ἀπὸ τὰ χίλια ἔτη.
Ὅπως ὁ Χριστὸς ἀνεγνωρίσθη Βασιλεὺς
καὶ ἐδοξάσθη ἀπὸ τοὺς κατοικοῦντας
εἰς τὴν γῆν κατὰ τὴν περίοδον
αὐτήν, ἔτσι θὰ ἀναζήσουν εἰς
τὰς καρδίας ὅλων καὶ θὰ δοξασθοῦν
καὶ οἱ Μάρτυρες αὐτοί.
|
5
καὶ οἱ λοιποὶ τῶν νεκρῶν οὐκ
ἔζησαν ἕως τελεσθῇ τὰ χίλια
ἔτη. Αὐτῇ ἡ ἀνάστασις
ἡ πρώτη. |
5
Οἱ δὲ ὑπόλοιποι ἀπὸ τοὺς
νεκρούς, οἱ ἀσεβεῖς καὶ ἀμετανόητοι,
δὲν ἀνέζησαν κατὰ τὴν περίοδον
αὐτήν, μέχρις ὅτου συμπληρωθοῦν
τὰ χίλια ἔτη. Αὐτὴ ἡ ἀναβίωσις
τῶν δικαίων διὰ τὰ χίλια αὐτὰ
ἔτη, εἶναι ἡ πρώτη ἀνάστασις.
|
5
Καὶ οἱ λοιποὶ ἀπὸ τοὺς
νεκρούς, ποὺ προτήτερα ἐθαυμάζοντο καὶ ἀπαθανατίζετο
τὸ ὅνομά των ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους
τοῦ κόσμου, ἐλησμονήθησαν ὁλότελα καὶ
δὲν ἔζησαν εἰς τὴν ἀνάμνησιν
κανενός, ἕως ὅτου συμπληρωθῇ ἡ περίοδος,
ποὺ συμβολίζεται ἀπὸ τὰ χίλια ἔτη.
Αὐτὴ εἶναι ἡ πρώτη ἀποκατάστασις
τῆς μνήμης τῶν ἡρώων αὐτῶν καὶ
ἡ πρώτη ἀνάστασίς των. |
6
Μακάριος καὶ ἅγιος ὁ ἔχων μέρος
ἐν τῇ ἀναστάσει τῇ πρώτῃ·
ἐπὶ τούτων ὁ δεύτερος θάνατος
οὐκ ἔχει ἐξουσίαν, ἀλλ' ἔσονται
ἱερεῖς Θεοῦ καὶ τοῦ Χριστοῦ,
καὶ βασιλεύσουσι μετ' αὐτοῦ χίλια
ἔτη. |
6
Μακάριος καὶ ἅγιος εἶναι ἐκεῖνος
ποὺ θὰ ἔχῃ μέρος εἰς τὴν
πνευματικὴν αὐτήν, τὴν πρώτην
ἀνάστασιν. Ἐπάνω εἰς αὐτοὺς
δὲν ἔχει καμμίαν ἐξουσίαν ὁ
δεύτερος θάνατος, (ὁ πλήρης δηλαδὴ
καὶ αἰώνιος χωρισμὸς ἀπὸ
τὸν Θεόν), ἀλλὰ θὰ εἶναι
ἱερεῖς τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ
Θεοῦ, καὶ θὰ βασιλεύσουν μαζῆ
μὲ τὸν Χριστὸν ἐπὶ χίλια
ἔτη. |
6
Μακάριος καὶ ἅγιος εἶναι ἐκεῖνος,
ποὺ θὰ ἔχῃ μέρος εἰς τὴν
ἀνάστασιν τὴν πρώτην. Ἐπὶ τῶν
προσώπων αὐτῶν δὲν ἔχει ἐξουσίαν
ὁ δεύτερος θάνατος, ποὺ προέρχεται ἀπὸ
τὸν πλήρη χωρισμὸν τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ
τὸν Θεόν, ἀλλὰ θὰ εἶναι ἱερεῖς
ἀφιερωμένοι εἰς τὸν Θεὸν καὶ
εἰς τὸν Ἰησοῦν Χριστόν, καὶ
θὰ δοξασθοῦν καὶ θὰ βασιλεύσουν μαζὶ
μὲ τὸν Χριστὸν κατὰ τὴν περίοδον,
ποὺ συμβολίζεται ἀπὸ τὰ χίλια ἔτη,
διότι ὅπως ὁ Χριστὸς θὰ δοξάζεται
μὲ βασιλικὰς τιμὰς ἀπὸ τοὺς
ἐν τῇ γῇ, ἔτσι θὰ τιμῶνται
καὶ αὐτοί. |
7
Καὶ ὅταν τελεσθῇ τὰ χίλια ἔτη,
λυθήσεται ὁ σατανᾶς ἐκ τῆς φυλακῆς
αὐτοῦ,
|
7
Καὶ ὅταν συμπληρωθῇ ἡ μακρὰ
περίοδος, ποὺ συμβολίζεται μὲ τὰ
χίλια ἔτη, θὰ λυθῇ ὁ σατανᾶς
ἀπὸ τὴν φυλακήν του·
|
7
Καὶ ὅταν συμπληρωθῇ ἡ μακρὰ
περίοδος, ποὺ συμβολίζεται ἀπὸ τὰ
χίλια ἔτη, θὰ λυθῇ ὁ σατανᾶς
ἀπὸ τὴν φυλακήν του, |
8
καὶ ἐξελεύσεται πλανῆσαι τὰ
ἔθνη τὰ ἐν ταῖς τέσσαρσι γωνίαις
τῆς γῆς, τὸν Γὼγ καὶ τὸν
Μαγώγ, συναγαγεῖν αὐτοὺς εἰς
τὸν πόλεμον, ὧν ὁ ἀριθμὸς
αὐτῶν ὡς ἡ ἄμμος τῆς θαλάσσης.
|
8
καὶ θὰ βγῇ, διὰ νὰ πλανήσῃ
τὰ ἄγρια ἔθνη, τὰ ὁποῖα
μακρὰν ἀπὸ τοὺς πιστοὺς θὰ
ζοῦν εἰς τὰς τέσσαρας γωνίας
τῆς γῆς, καὶ τὰ ὁποῖα
συμβολίζονται ἀπὸ τὸν Γώγ, τὸν
σκληρὸν βασιλέα, καὶ τὸν Μαγώγ,
τὸν βάρβαρον καὶ ἄγριον λαόν
του. Αὐτοὺς τοὺς ἀγρίους καὶ
αἱμοχαρεῖς, τῶν ὁποίων ὁ
ἀριθμὸς θὰ εἶναι σὰν τὴν
ἄμμον τῆς θαλάσσης, θὰ τοὺς
συγκεντρώσῃ ὁ σατανᾶς, διὰ νὰ
πολεμήσουν ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ.
|
8
καὶ θὰ βγῇ διὰ νὰ πλανήσῃ
τὰ ἔθνη, ποὺ ἐν τῷ μεταξὺ
ἐχαλαρώθησαν εἰς τὴν χριστιανικὴν
ζωὴν καὶ εὑρίσκονται εἰς τὰς
τέσσαρας γωνίας τῆς γῆς, ἀπομακρυσμένα ἀπὸ
τοὺς εἰς τὸ κέντρον αὐτῆς μαζεμένους
ζηλωτὰς καὶ ἀφωσιωμένους πιστούς. Αὐτοὶ
προεικονίζοντο ἀπὸ τὸν ἀναφερόμενον
ὑπὸ τοῦ Ἰεζεκιὴλ βασιλέα Γὼγ
καὶ τὸν λαόν, ποὺ ἐκαλεῖτο Μαγώγ.
Αὐτοὺς θὰ βγῇ ὁ σατανᾶς
νὰ μαζεύσῃ διὰ νὰ πολεμήσουν κατὰ
τοῦ Χριστοῦ, καὶ ὁ ἀριθμός των
θὰ εἶναι σὰν τὴν ἄμμον τῆς
θαλάσσης. |
9
Καὶ ἀνέβησαν ἐπὶ τὸ πλάτος
τῆς γῆς, καὶ ἐκύκλευσαν τὴν
παρεμβολὴν τῶν ἁγίων καὶ τὴν
πόλιν τὴν ἠγαπημένην· καὶ
κατεβῆ πῦρ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ
ἀπὸ τοῦ Θεοῦ καὶ κατέφαγεν
αὐτούς· |
9
Καὶ ἀνέβησαν, πράγματι, οἱ λαοὶ
αὐτοὶ καὶ κατέκλυσαν τὴν ἐπιφάνεια
τῆς γῆς καὶ περιεκύκλωσαν τὴν
παράταξιν τῶν ἁγίων καὶ τὴν
ἀγαπημένην πόλιν τοῦ Θεοῦ, τὴν
νέαν Σιών, τὴν στρατευομένην Ἐκκλησίαν.
Καὶ κατέβηκε φωτιὰ ἀπὸ τὸν
οὐρανὸν καὶ τοὺς κατέφαγε.
|
9
Καὶ ἀνέβησαν τὰ ἔθνη αὐτὰ
εἰς τὴν ἐπιφάνειαν τῆς γῆς καὶ
περιεκύκλωσαν τὸ στράτευμα τῶν Ἁγίων καὶ
τὴν ἀγαπημένην πόλιν, τὴν στρατευομένην
Ἐκκλησίαν δηλαδή. Καὶ κατέβη φωτιὰ ἀπὸ
τὸν οὐρανὸν καὶ τοὺς κατέφαγε.
|
10
καὶ ὁ διάβολος ὁ πλανῶν αὐτοὺς
ἐβλήθη εἰς τὴν λίμνην τοῦ
πυρὸς καὶ τοῦ θείου, ὅπου καὶ
τὸ θηρίον καὶ ὁ ψευτοδοπροφήτης,
καὶ βασανισθήσονται ἡμέρας καὶ
νυκτὸς εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν
αἰώνων. |
10
Καὶ ὁ διάβολος, ποὺ τοὺς παραπλανοῦσε
εἰς τὸ ψεῦδος καὶ εἰς τὴν
κακίαν, ἐρρίφθη εἰς τὴν λίμνην
τῆς φωτιᾶς καὶ τοῦ θειαφιοῦ,
ὅπου ἦσαν τὸ θηρίον, δηλαδὴ
ὁ ἀντίχριστος, καὶ ὁ ψευδοπροφήτης.
Καὶ θὰ βασανισθοῦν ἐκεῖ ἀκατάπαυστα
ἡμέραν καὶ νύκτα εἰς τοὺς
αἰῶνας τῶν αἰώνων.
|
10
Καὶ ὁ διάβολος, ποὺ τοὺς ἐπλανοῦσεν,
ἐρρίφθη εἰς τὴν λίμνην τῆς φωτιᾶς
καὶ τοῦ θειαφιοῦ, ὅπου ἦσαν
καὶ τὸ θηρίον καὶ ὁ ψευδοπροφήτης,
καὶ θὰ βασανισθοῦν ἐκεῖ ἡμέραν
καὶ νύκτα καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας
τῶν αἰώνων. |
11
Καὶ εἶδον θρόνον μέγαν λευκὸν
καὶ τὸν καθήμενον ἐπ' αὐτῷ,
οὗ ἀπὸ προσώπου ἔφυγεν ἡ
γῆ καὶ ὁ οὐρανός, καὶ
τόπος οὐχ εὑρέθη αὐτοῖς.
|
11
Καὶ εἶδα θρόνον μεγάλον, ὁλόλευκον,
καὶ ἐκεῖνον, ποὺ ἐκάθητο
ἐπάνω εἰς αὐτόν, τὸν Χριστόν,
καὶ ἀπὸ τὸ πρόσωπον τοῦ
ὁποίου ἔφυγε καὶ ἐχάθηκε
ἡ φθαρτὴ οὐσία καὶ τὸ
προσωρινὸν σχῆμα τῆς γῆς καὶ
τοῦ οὐρανοῦ, καὶ δὲν εὑρέθη
τόπος καὶ τρόπος διὰ τὴν παλαιὰν
των ὑπόστασιν, (διότι ὁ Χριστὸς
θὰ ἀναδημιουργοῦσε τώρα νέους
οὐρανοὺς καὶ νέαν γῆν).
|
11
Καὶ ἐπακολουθεῖ τώρα ἡ τελικὴ
κρίσις τοῦ κόσμου. Καὶ εἶδα θρόνον μεγάλον
λευκόν, συμβολίζοντα μὲ τὸ μέγεθος καὶ τὸ
χρῶμα του τὸ μεγαλεῖον καὶ τὴν
ἀπαστράπτουσαν καθαρότητα τοῦ Θεοῦ. Εἶδα
καὶ ἐκεῖνον, ποὺ ἐκάθητο ἐπ’
αὐτοῦ, ἀπὸ τὸ πρόσωπον τοῦ
ὁποίου τὸ φθαρτὸν σχῆμα καὶ
ἡ μορφὴ τῆς γῆς καὶ τῶν
οὐρανίων σωμάτων ἐχάθη καὶ δὲν εὑρέθη
τόπος δι’ αὐτά, διότι νέους οὐρανοὺς καὶ
νέαν γῆν περιμένομεν μετὰ τὴν τελικὴν
κρίσιν. |
12
Καὶ εἶδον τοὺς νεκρούς, τοὺς
μεγάλους καὶ τοὺς μικρούς, ἑστῶτας
ἐνώπιον τοῦ θρόνου, καὶ βιβλία
ἠνοίχθησαν· καὶ ἄλλο βιβλίον
ἠνοίχθη, ὅ ἐστι τῆς ζωῆς·
καὶ ἐκρίθησαν οἱ νεκροὶ ἐκ
τῶν γεγραμμένων ἐν τοῖς βιβλίοις
κατὰ τὰ ἔργα αὐτῶν. |
12
Καὶ εἶδα τοὺς νεκροὺς τῶν αἰώνων,
τοὺς μεγάλους καὶ τοὺς μικρούς,
νὰ στέκωνται ἐμπρὸς εἰς τὸν
θρόνον τοῦ Χριστοῦ. Καὶ εἶδα
ὅτι ἠνοίχθησαν βιβλία, ποὺ εἶχαν
γραμμένας τὰς πράξεις τῶν ἀνθρώπων.
Καὶ ἄλλο βιβλίο ἠνοίχθη, τὸ
ὁποῖον εἶναι τὸ βιβλίον τῆς
ζωῆς, διότι εἰς αὐτὸ εἶναι
γραμμένοι ὅσοι θὰ κληρονομήσουν τὴν
αἰωνίαν ζωήν. Καὶ ἀπὸ
ὅσα εἶναι γραμμένα μέσα εἰς
τὰ βιβλία ἐκρίθησαν ὅλοι οἱ
νεκροί, σύμφωνα μὲ τὰ ἔργα των.
|
12
Καὶ εἶδα τοὺς πεθαμένους, τοὺς μεγάλους
καὶ τοὺς μικρούς, ὅλους ὅσοι ἀφ’
ὅτου ἀνεφάνη ὁ ἄνθρωπος ἐπὶ
τῆς γῆς ἐπέθαναν, νὰ στέκωνται ἐμπρὸς
εἰς τὸν θρόνον, καὶ βιβλία, ποὺ κατέγραφαν
τὰς πράξεις τῶν κρινομένων, ἠνοίχθησαν.
Καὶ ἄλλο βιβλίον ἠνοίχθη, τὸ ὁποῖον
εἶναι τῆς ζωῆς, καὶ περιέχει τὰ
ὀνόματα τῶν προωρισμένων διὰ τὴν αἰώνιον
ζωήν. Καὶ ἐκρίθησαν οἱ πεθαμένοι ἀπὸ
ὅσα εἶχαν γραφῆ μέσα εἰς τὰ
βιβλία, ἀφ’ ὅτου ὑπῆρχον ἄνθρωποι.
Καὶ σύμφωνα μὲ τὰ ἔργα των.
|
13
Καὶ ἔδωκεν ἡ θάλασσα τοὺς νεκροὺς
τοὺς ἐν αὐτῇ, καὶ ὁ θάνατος
καὶ ὁ ᾅδῃς ἔδωκαν τοὺς
νεκροὺς τοὺς ἐν αὐτοῖς, καὶ
ἐκρίθησαν ἕκαστος κατὰ τὰ ἔργα
αὐτῶν. |
13
Καὶ ἔδωσεν ἡ θάλασσα τοὺς νεκρούς,
ποὺ εἶχαν πνιγῆ εἰς αὐτήν·
καὶ ὁ θάνατος καὶ ὁ Ἅδης
ἔδωσαν, ἐπίσης, ὅλους τοὺς νεκρούς.
Καὶ ἐκρίθησαν ὁ καθένας σύμφωνα
μὲ τὰ ἔργα των. |
13
Καὶ ἔδωκεν ἡ θάλασσα τὰ σώματα τῶν
πεθαμένων, ποὺ ἐπνίγησαν εἰς αὐτήν,
ἀφ’ ὅτου ὑπῆρχον ἄνθρωποι. Καὶ
ὁ θάνατος καὶ ὁ Ἅδης ἔδωκαν
τοὺς νεκροὺς ὅλους, ποὺ ἐξ ἀρχῆς
ἀπέθανον καὶ παρέμειναν εἰς τὸν κοινὸν
τόπον τοῦ ᾍδου. Καὶ ἐκρίθησαν ὁ
καθένας σύμφωνα μὲ τὰ ἔργα του.
|
14
Καὶ ὁ θάνατος καὶ ὁ ᾅδῃς
ἐβλήθησαν εἰς τὴν λίμνην τοῦ
πυρός· οὗτος ὁ θάνατος ὁ
δεύτερός ἐστιν.
|
14
Καὶ τότε ὁ θάνατος καὶ ὁ
Ἅδης ἐρρίφθησαν εἰς τὴν λίμνην
τοῦ πυρός, (διὰ νὰ μὴ ἐξέλθουν
ποτὲ πλέον ἀπὸ ἐκεῖ. Θὰ
ἔχουν καταργηθῆ διὰ παντός). Αὐτὸς
εἶναι ὁ δεύτερος θάνατος, ὁ
αἰώνιος δηλαδὴ χωρισμὸς ἀπὸ
τὸν Θεόν, ἡ φρικτὴ καὶ ἀτελείωτος
κόλασις. |
14
Καὶ ὁ θάνατος καὶ ὁ Ἅδης ἐρρίφθησαν
εἰς τὴν λίμνην τῆς φωτιᾶς· τὸ
ὁποῖον σημαίνει, ὅτι κατηργήθη πλέον διὰ
παντὸς ὁ θάνατος καὶ ὁ ᾍδης·
ἡ λίμνη δὲ τῆς φωτιᾶς, ἡ αἰωνία
κόλασις εἶναι ὁ δεύτερος θάνατος, ὁ χωρισμὸς
ὁ αἰώνιος ἀπὸ τὸν Θεόν, ποὺ
φέρει αἰωνίαν κόλασιν καὶ δυστυχίαν εἰς
ἐκείνους, ποὺ καταδικάζονται εἰς αὐτόν.
|
15
Καὶ εἴ τις οὐχ εὑρέθη ἐν
τῇ βίβλῳ τῆς ζωῆς γεγραμμένος,
ἐβλήθη εἰς τὴν λίμνην τοῦ
πυρός. |
15
Καὶ ὅποιος δὲν εὐρέθηκε γραμμένος
εἰς τὸ βιβλίον τῆς ζωῆς ἐρρίφθη
εἰς τὴν λίμνην τῆς φωτιᾶς.
|
15
Καὶ ὅποιος δὲν εὑρέθη νὰ εἶναι
γραμμένος εἰς τὸ βιβλίον τῆς ζωῆς,
ἐρρίφθη καὶ αὐτὸς εἰς τὴν
λίμνην τῆς φωτιᾶς. |