Πρωτότυπο Κείμενο
|
Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα
|
Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
|
αῦτα
ἐλάλησεν ὁ Ἰησοῦς, καὶ
ἐπῆρε τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ
εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ εἶπε·
πάτερ, ἐλήλυθεν ἡ ὥρα·
δόξασόν σου τὸν υἱόν, ἵνα
καὶ ὁ υἱός σου δοξάσῃ
σε, |
ὐτὰ
εἶπεν ὁ Ἰησοῦς πρὸς τοὺς
μαθητάς του καὶ ἔπειτα ἐσήκωσε
τὰ μάτια του εἰς τὸν οὐρανὸν
καὶ εἶπε· <Πάτερ ἔφθασεν ἡ
ὥρα, τὴν ὁποίαν ἡ ἀγαθότης
καὶ ἡ σοφία σου ὥρισε. Δόξασε
καὶ ὡς ἄνθρωπον τὸν Υἱόν
σου, ὁ ὁποῖος βαδίζει πρὸς τὴν
θυσίαν, διὰ νὰ σὲ δοξάσῃ
καὶ ὁ Υἱός σου μὲ τὰ ἀναρίθμητα
πλήθη τῶν ἀνθρώπων, τὰ ὁποῖα
διὰ τῆς λυτρωτικῆς του θυσίας θὰ
πιστεύσουν εἰς σὲ καὶ θὰ σωθοῦν.
|
ὐτὰ
ὡμίλησεν ὁ Ἰησοῦς πρὸς τοὺς
μαθητάς του. Καὶ ἔπειτα ἐσήκωσε τὰ
μάτια του εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ
εἶπε· Πάτερ, ἦλθεν ἡ ὥρα, τὴν
ὁποίαν ἡ σοφία σου ὥρισε διὰ νὰ
πάθω καὶ θυσιασθῶ κατ’ αὐτήν. Δέχθητι τὴν
θυσίαν τοῦ παθήματός μου καὶ δόξασε τὸν
Υἱόν σου καὶ κατὰ τὴν ἀνθρωπίνην
φύσιν αὐτοῦ, διὰ νὰ σὲ δοξάσῃ
καὶ ὁ Υἱός σου διὰ τῆς ἀπολυτρώσεως
καὶ τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων, ἡ
ὁποία θὰ ἀχθῇ εἰς πέρας διὰ
τῆς θυσίας του ταύτης καὶ τῆς μετ’ αὐτῆς
αἰωνίας ἀρχιερατικῆς μεσιτείας του.
|
2
καθὼς ἔδωκας αὐτῷ ἐξουσίαν
πάσης σαρκός, ἵνα πᾶν ὃ δέδωκας
αὐτῷ δώσῃ αὐτοῖς ζωὴν
αἰώνιον. |
2
Δόξασέ τον, ὅπως ἄλωστε καὶ
τὸν ἐδόξασες ἕως τώρα, διότι
τοῦ ἔδωκες ἐξουσίαν ἐπὶ
ὅλης τῆς ἀνθρωπότητος, διὰ νὰ
δώσῃ εἰς ὅλους αὐτούς,
ποὺ τοῦ ἔδωκες, ζωὴν αἰώνιον.
|
2
Δόξασε τὸν Υἱόν σου σύμφωνα μὲ τὴν
ἐξουσίαν, ποὺ τοῦ ἔδωκες ἐπὶ
ὅλης τῆς ἀνθρωπότητος, διὰ νὰ
δώσῃ ὡς αἰώνιος ἀρχιερεὺς εἰς
τὰ δεξιά σου καθήμενος εἰς ὅλον τὸ
πλῆθος ἐκεῖνο ποὺ τοῦ ἔδωκες,
καὶ οἱ ὁποῖοι ἐπίστευσαν εἰς
αὐτόν, ζωὴν αἰώνιον. |
3
Αὕτη δέ ἐστιν ἡ αἰώνιος
ζωή, ἵνα γινώσκωσί σε τὸν μόνον
ἀληθινὸν Θεὸν καὶ ὃν ἀπέστειλας
Ἰησοῦν Χριστόν.
|
3
Αὐτὴ δὲ εἶναι ἡ αἰώνιος
ζωή, νὰ γνωρίζουν οἱ ἄνθρωποι
σὲ τὸν μόνον ἀληθινὸν
Θεόν, νὰ ἀπολαμβάνουν τὰς
ἀπείρους τελειότητάς σου μὲ
τὴν στενὴν ἐπικοινωνίαν καὶ
ἀγάπην πρὸς σέ, νὰ γνωρίζουν
δὲ ἐπίσης καὶ τὸν Ἰησοῦν
Χριστόν, ποὺ ἔστειλες εἰς τὸν
κόσμον. |
3
Αὐτὴ δὲ εἶναι ἡ αἰώνιος
ζωή, τὸ νὰ προάγωνται συνεχῶς διὰ
τῆς ζώσης ἐπικοινωνίας μετὰ σοῦ καὶ
τῆς ἀπολαύσεως τῶν ἀπείρων τελειοτήτων
σου εἰς τὴν γνῶσιν Σοῦ τοῦ μόνου
ἀληθινοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ Ἰησοῦ
Χριστοῦ, τὸν ὁποῖον ἀπέστειλας
εἰς τὸν κόσμον. |
4
Ἐγὼ σε ἐδόξασα ἐπὶ τῆς
γῆς, τὸ ἔργον ἐτελείωσα ὃ
δέδωκάς μοι ἵνα ποιήσω·
|
4
Ἐγὼ μὲ τὴν ζωὴν καὶ τὸ
ἔργον μου σὲ ἐδόξασα εἰς τὴν
γῆν. Ἔκαμα γνωστὸν τὸ ὄνομά
σου εἰς τοὺς ἀνθρώπους καὶ μὲ
τὴν σταυρικήν μου θυσίαν τὴν ὁποίαν
μετ' ὀλίγον προσφέρω, ἐτελείωσα
τὸ ἔργον, τὸ ὁποῖον μοῦ
ἔδωκες νὰ πραγματοποιήσω.
|
4
Ἐγὼ ἐγνωστοποίησα τὸ ὄνομά σου
εἰς τοὺς ἀνθρώπους καὶ ὑπήκουσα
τελείως εἰς τὸ θέλημά σου, ἔτσι δὲ
σὲ ἐδόξασα ἐπὶ τῆς γῆς,
καὶ διὰ τῆς θυσίας μου, τὴν ὁποίαν
θὰ προσφέρω μετ’ ὀλίγον ἐπὶ τοῦ
σταυροῦ, ἔφερα εἰς τέλειον πέρας τὸ
ἔργον, ποὺ μοῦ ἔδωκες διὰ νὰ
ἐπιτελέσω. |
5
καὶ νῦν δόξασόν με σύ, πάτερ,
παρὰ σεαυτῷ τῇ δόξῃ ᾗ
εἶχον πρὸ τοῦ τὸν κόσμον εἶναι
παρὰ σοί. |
5
Καὶ τώρα, δόξασέ με καὶ σύ,
Πάτερ, πλησίον σου μὲ τὴν δόξαν
τὴν ὁποίαν εἶχα κοντά σου, πρὶν
ἀκόμα λάβῃ ὕπαρξιν ἀπὸ
σὲ ὁ κόσμος. |
5
Καὶ τώρα, ὅτε ἡ ἐπὶ γῆς
ἀποστολή μου ἦλθεν εἰς πέρας, ἀνάδειξόν
με διὰ τῆς ἀναστάσεως καὶ ἀναλήψεώς
μου αἰώνιον ἀρχιερέα καὶ δόξασέ με καὶ
ὡς ἄνθρωπον σύ, Πάτερ, πλησίον σου, μὲ τὴν
δόξαν τὴν ὁποίαν εἶχον κοντά σου, προτοῦ
νὰ δημιουργηθῇ ὁ κόσμος.
|
6
Ἐφανέρωσά σου τὸ ὄνομα τοῖς
ἀνθρώποις οὓς δέδωκάς μοι ἐκ
τοῦ κόσμου. Σοὶ ἦσαν καὶ ἐμοὶ
αὐτοὺς δέδωκας, καὶ τὸν λόγον
σου τετηρήκασι.
|
6
Ἐφανέρωσα τὸ ὄνομά σου εἰς
τοὺς ἀνθρώπους, τοὺς ὁποίους
σὺ ἐπῆρες ἀπὸ τὸν κόσμον
καὶ μοῦ τοὺς ἔδωκες ὡς μαθητάς
μου. Ἦσαν ἰδικοί σου, σύμφωνα μὲ
τὴν ἀγαθὴν διάθεσιν ποὺ εἶχαν,
καὶ σὺ τοὺς ἔδωκες εἰς ἐμέ,
καὶ αὐτοὶ ἐφύλαξαν τὴν
ἐντολήν σου. |
6
Ἐφανέρωσα τὸ ὄνομά σου καὶ ἔκαμα
γνωστὰς τὰς ἀπείρους τελειότητάς σου εἰς
τοὺς ἀνθρώπους, τοὺς ὁποίους ἀπέσπασες
ἀπὸ τοὺς κόλπους τοῦ κόσμου καὶ
τοὺς ἔδωκες εἰς ἐμέ. Ἡ πρόθεσίς
των ἦτο ἀγαθὴ καὶ ὡς ἐκ
τούτου ἦσαν ἰδικοί σου. Καὶ σὺ ἔδωκες
αὐτοὺς εἰς ἐμέ, καὶ ἐτήρησαν
τὸν λόγον σου, τὸν ὁποῖον ἀπεκάλυψα
εἰς αὐτούς. |
7
Νῦν ἔγνωκαν ὅτι πάντα ὅσα δέδωκάς
μοι παρὰ σοῦ ἐστιν·
|
7
Τώρα ἔμαθαν καλύτερα ὅτι ὅλα
ὅσα μοῦ ἔχεις δώσει προέρχονται
ἀπὸ σέ. |
7
Τώρα ἔμαθαν τελειότερον καὶ ἐπείσθησαν,
ὅτι ἡ διδασκαλία μου καὶ τὰ ἔργα
μου καὶ ὅλα ἐν γένει ὅσα μοῦ
ἔδωκες, προέρχονται ἀπὸ σέ.
|
8
ὅτι τὰ ρήματα ἃ δέδωκάς
μοι δέδωκα αὐτοῖς, καὶ αὐτοὶ
ἔλαβον, καὶ ἔγνωσαν ἀληθῶς ὅτι
παρὰ σοῦ ἐξῆλθον, καὶ ἐπίστευσαν
ὅτι σὺ μὲ ἀπέστειλας.
|
8
Τὴν γνῶσιν των καὶ πεποίθησιν αὐτὴν
μαρτυρεῖ καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι
τοὺς λόγους, ποὺ μοῦ ἔδωκες,
τοὺς ἔδωσα εἰς αὐτοὺς καὶ
αὐτοὶ τοὺς ἐδέχθησαν καὶ
ἐσχημάτισαν τὴν βεβαίαν γνῶσιν
καὶ πεποίθησιν, ὅτι πράγματι ἐγὼ
ἐγεννήθηκα καὶ ἐβγῆκα εἰς
τὸν κόσμον ἀπὸ σὲ καὶ
ἐπίστευσαν ὅτι σὺ μὲ ἔστειλες.
|
8
Ἀπόδειξις δὲ τοῦ ὅτι ἔλαβαν
τὴν πληροφορίαν καὶ γνῶσιν αὐτήν,
εἶναι τὸ ὅτι παρέδωκα μὲ τὴν
διδασκαλίαν μου εἰς αὐτοὺς τοὺς λόγους,
τοὺς ὁποίους μοῦ ἔδωκες διὰ
νὰ ἀποκαλύψω εἰς τοὺς ἀνθρώπους,
καὶ αὐτοὶ τοὺς παρέλαβον καὶ
τοὺς ἀπεδέχθησαν. Καὶ ἐσχημάτισαν
ἐν ἀληθείᾳ τὴν πεποίθησιν, ὅτι
ἐγεννήθην καὶ ἐβγῆκα ἀπὸ
τοὺς κόλπους σου καὶ ἐπίστευσαν, ὅτι
σὺ μὲ ἀπέστειλας εἰς τὸν κόσμον.
|
9
Ἐγὼ περὶ αὐτῶν ἐρωτῶ·
οὐ περὶ τοῦ κόσμου ἐρωτῶ,
ἀλλὰ περὶ ὧν δέδωκάς μοι,
ὅτι σοί εἰσι,
|
9
Ἐγὼ εἰδικῶς δι' αὐτοὺς
σὲ παρακαλῶ τώρα ὡς μέγας ἀρχιερεὺς
καὶ μεσίτης· δὲν σὲ παρακαλῶ
διὰ τὸν κόσμον τὸν ἁμαρτωλὸν
καὶ ἄπιστον, ἀλλὰ δι' αὐτοὺς
ποὺ μοῦ ἔδωκες, διότι ἐξακολουθοῦν
νὰ εἶναι καὶ θὰ εἶναι ἰδικοί
σου. |
9
Ἐγώ, ποὺ τόσον εἰργάσθην διὰ νὰ
τοὺς ὁδηγήσω εἰς τὴν ἀληθῆ
αὐτὴν γνῶσιν καὶ πίστιν, σὲ
παρακαλῶ ὡς μέγας ἀρχιερεὺς καὶ
μεσίτης δι’ αὐτούς· δὲν σὲ παρακαλῶ
τὴν στιγμὴν αὐτὴν διὰ τὸν
κόσμον τῆς ἀπιστίας καὶ τῆς ἁμαρτίας,
ἀλλὰ σὲ παρακαλῶ ὑπὲρ
ἐκείνων, τοὺς ὁποίους μοῦ ἔδωκες,
διότι μολονότι μοῦ τοὺς ἔδωκες, δὲν
παύουν νὰ εἶναι ἰδικοί σου.
|
10
καὶ τὰ ἐμὰ πάντα σά ἐστι
καὶ τὰ σὰ ἐμᾶ, καὶ δεδόξασμαι
ἐν αὐτοῖς. |
10
Ἄλλωστε ὅλα τὰ ἰδικά μου εἶναι
ἰδικά σου καὶ τὰ ἰδικά
σου εἶναι ἰδικά μου. Καὶ αὐτοὶ
οἱ μαθηταί μου ἦσαν ἰδικοί σου
καὶ ἔγιναν ἰδικοί μου καὶ ἐξακολουθοῦν
νὰ εἶναι ἰδικοί σου. Καὶ ἐγὼ
ἔχω δοξασθῆ ἐν μέσῳ αὐτῶν,
οἱ ὁποῖοι μὲ ἐγνώρισαν
ὡς Υἱόν σου καὶ Θεόν.
|
10
Καὶ ὅλα ὅσα ἀνήκουν εἰς ἐμέ,
εἰναι ἰδικά σου, καθὼς καὶ τὰ
ἰδικά σου εἶναι ἰδικά μου. Καὶ αὐτοὶ
λοιπὸν ἰδικοί σου ἦσαν καὶ ἔγιναν
ἰδικοί μου, ἀλλὰ καὶ ὡς ἰδικοί
μου ἑξακολουθοῦν νὰ εἶναι ἰδικοί
σου. Καὶ ἔχω δοξασθῇ δι’ αὐτῶν,
διότι ἀνεγνώρισαν τὴν θείαν μου φύσιν καὶ
ἐπίστευσαν εἰς ἐμέ. |
11
Καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἐν τῷ
κόσμῳ, καὶ οὗτοι ἐν τῷ
κόσμῳ εἰσί, καὶ ἐγὼ
πρὸς σὲ ἔρχομαι. Πάτερ ἅγιε,
τήρησον αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί
σου οὓς δέδωκάς μοι, ἵνα ὦσιν
ἓν καθὼς ἡμεῖς.
|
11
Καὶ δὲν εἶμαι πλέον εἰς τὸν
κόσμον αὐτὸν αἰσθητῶς μεταξύ
των μὲ τὸ σῶμα μου, καὶ αὐτοὶ
εἶναι εἰς τὸν κόσμον, διὰ νὰ
ἐκπληρώσουν τὴν ὑψηλὴν ἀποστολήν
των. Καὶ ἐγὼ ἔρχομαι πρὸς σέ.
Πάτερ ἅγιε, φύλαξέ τους μὲ τὴν
θείαν σου δύναμιν καὶ ἀγάπην,
αὐτοὺς τοὺς ὁποίους σὺ
μοῦ ἔδωκες, ὥστε νὰ εἶναι ἐνωμένοι
μεταξύ των εἰς ἕνα πνευματικὸν σῶμα,
ὅπως εἴμεθα ἡμεῖς.
|
11
Καὶ δὲν θὰ εἶμαι πλέον ὅπως
μέχρι τοῦδε ἐν τῷ κόσμῳ διὰ
τῆς σωματικῆς μου παρουσίας, διὰ νὰ
τοὺς ἐνθαρρύνω καὶ ἐνισχύω δι’ αὐτῆς.
Αὐτοὶ ὅμως θὰ εἶναι ἐν
τῷ κόσμῳ, διότι δὲν ἐπετέλεσαν ἀκόμη
τὴν ἀποστολήν των. Καὶ ἐγὼ ἔρχομαι
πρὸς σέ. Πάτερ ἅγιε, φύλαξέ τους διὰ τῆς
πατρικῆς προστασίας καὶ δυνάμεώς σου, τὴν
ὁποίαν ἔδωκες καὶ εἰς ἐμέ, ὥστε
νὰ παραμείνουν ἐνωμένοι μετ’ ἐμοῦ
καὶ μεταξύ των καὶ νὰ εἶναι διὰ
τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ὁμοφροσύνης
ἕνα ἠθικὸν σῶμα, ὅπως εἴμεθα
ἕνα ἡμεῖς, ποὺ ἔχομεν τὴν
αὐτὴν οὐσίαν καὶ φύσιν.
|
12
Ὅτε ἥμην μετ' αὐτῶν ἐν τῷ
κόσμῳ, ἐγὼ ἐτήρουν αὐτοὺς
ἐν τῷ ὀνόματί σου· οὓς
δέδωκάς μοι ἐφύλαξα, καὶ οὐδεὶς
ἐξ αὐτῶν ἀπώλετο εἰ μὴ
ὁ υἱὸς τῆς ἀπωλείας, ἵνα
ἡ γραφὴ πληρωθῇ.
|
12
Ὅταν ἤμουν μαζῆ των εἰς τὸν
κόσμον, ἐγὼ τοὺς ἐπροφύλασσα
μὲ τὴν ἰδικήν σου ἀκαταγώνιστον
δύναμιν καὶ προστασίαν. Ἐφύλαξα
αὐτοὺς ποὺ μοῦ ἔδωκες καὶ
κανένας ἀπὸ αὐτοὺς δὲν
ἐχάθηκε, παρὰ μόνον ὁ υἱὸς
τῆς ἀπωλείας, ὁ προδότης, διὰ
νὰ ἐκπληρωθοῦν ἔτσι καὶ αἱ
προφητεῖαι τῆς Γραφῆς.
|
12
Ὅταν ἤμουν μαζί τους εἰς τὸν κόσμον,
ἐγὼ ἐφύλαττα αὐτοὺς διὰ
τῆς πατρικῆς καὶ ἰσχυρᾶς προστασίας
σου. Αὐτοὺς ποὺ μοῦ ἔδωκες,
τοὺς ἐφύλαξα καὶ κανεὶς ἀπὸ
αὐτοὺς δὲν ἐχάθη παρὰ μόνον
ὁ υἱὸς τῆς ἀπωλείας, ὁ
προδότης Ἰούδας, ὁ ὁποῖος ἐχάθη
διὰ νὰ πληρωθοῦν καὶ ἐπαληθεύσουν
αἱ προφητεῖαι τῆς Γραφῆς.
|
13
Νῦν δὲ πρὸς σὲ ἔρχομαι, καὶ
ταῦτα λαλῶ ἐν τῷ κόσμῳ
ἵνα ἔχωσιν τὴν χαρὰν τὴν ἐμὴν
πεπληρωμένην ἐν αὐτοῖς.
|
13
Τώρα ὅμως ἔρχομαι πρὸς σὲ καὶ
ἐνῶ εὑρίσκομαι ἀκόμη εἰς
τὸν κόσμον, λέγω αὐτά, διὰ
νὰ τὰ ἀκούσουν καὶ οἱ
ἴδιοι, ὥστε νὰ ἔχουν τὴν ἰδικήν
μου τελείαν χαρὰν ὁλόκληρον καὶ
πλήρη ἐντὸς αὐτῶν.
|
13
Τώρα ὅμως ἔρχομαι πρὸς σέ. Καὶ μὲ
φωνὴν ἀκουομένην καὶ ἀπὸ αὐτοὺς
λέγω ταῦτα, ἐνῷ εὑρίσκομαι ἀκόμη
εἰς τὸν κόσμον αὐτόν, ὥστε μὲ
τὴν πεποίθησιν ὅτι σὺ πλέον θὰ προστατεύῃς
αὐτοὺς νὰ ἔχουν καὶ αὐτοὶ
μέσα τους τελείαν τὴν χαράν, ποὺ αἰσθάνομαι
τώρα καὶ ἐγώ, διότι ἐπανέρχομαι πλησίον
σου. |
14
Ἐγὼ δέδωκα αὐτοῖς τὸν
λόγον σου, καὶ ὁ κόσμος ἐμίσησεν
αὐτούς, ὅτι οὐκ εἰσὶν
ἐκ τοῦ κόσμου, καθὼς ἐγὼ
οὐκ εἰμὶ ἐκ τοῦ κόσμου.
|
14
Ἐγὼ ἔδωκα εἰς αὐτοὺς τὸν
λόγον σου. Καὶ ὁ κόσμος τῆς
ἁμαρτίας τοὺς ἐμίσησε, διότι
δὲν ἀνήκουν πλέον εἰς τὸν
κόσμον αὐτὸν κατὰ τὰ φρονήματα
καὶ τὴν ζωήν, ὅπως καὶ ἐγὼ
δὲν εἶμαι καὶ δὲν ἀνήκω
εἰς τὸν κόσμον αὐτόν.
|
14
Ἐγὼ ἔδωκα εἰς αὐτοὺς τὸν
λόγον σου καὶ τὸ εὐαγγέλιόν σου. Καὶ
ὁ μακρὰν τῆς ἀληθείας κόσμος ἐμίσησεν
αὐτούς, διότι δὲν ἔχουν τὰ φρονήματα
τοῦ κόσμου καὶ δὲν εἶναι ἀπὸ
τὸν κόσμον, καθὼς ἐγὼ δὲν ἔχω
καμμίαν σχέσιν μὲ τὸν κόσμον τῆς ἁμαρτίας
καὶ δὲν εἶμαι ἀπὸ τὸν
κόσμον. |
15
Οὐκ ἐρωτῶ ἵνα ἄρῃς αὐτοὺς
ἐκ τοῦ κόσμου, ἀλλ' ἵνα τηρήσῃς
αὐτοὺς ἐκ τοῦ πονηροῦ.
|
15
Δὲν σὲ παρακαλῶ νὰ τοὺς πάρῃς
τώρα ἀπὸ τὸν κόσμον αὐτὸν
εἰς τοὺς οὐρανούς, ἀλλὰ
νὰ τοὺς προφυλάξῃς ἀπὸ
τὸν πονηρόν, ὁ ὁποῖος ἐμπνέει
καὶ ἐξουσιάζει τὸν κόσμον.
|
15
Δὲν σὲ παρακαλῶ νὰ τοὺς πάρης
ἀπὸ τὸν κόσμον μαζί μου τώρα, ἀλλὰ
νὰ τοὺς προφυλάξῃς ἀπὸ τὸν
πονηρόν, ποὺ κυριαρχεῖ ἐν τῷ κόσμῳ.
|
16
Ἐκ τοῦ κόσμου οὐκ εἰσί,
καθὼς ἐγὼ ἐκ τοῦ κόσμου
οὐκ εἰμί.
|
16
Δὲν προέρχονται πλέον ἐκ τοῦ
κόσμου καὶ δὲν ἀνήκουν εἰς
τὸν κόσμον, ὅπως καὶ ἐγὼ
δὲν εἶμαι ἀπὸ τὸν κόσμον
αὐτόν. |
16
Δὲν ἔχουν τὰ φρονήματα τοῦ κόσμου
καὶ δὲν εἶναι ἀπὸ τὸν
κόσμον, ὅπως ἐγὼ δὲν εἶμαι ἀπὸ
τὸν κόσμον. |
17
Ἀγίασον αὐτοὺς ἐν τῇ ἀληθείᾳ
σου· ὁ λόγος ὁ σὸς ἀλήθειά
ἐστι. |
17
Μὲ τὸν φωτισμὸν καὶ τὴν ἀναγέννησιν
ποὺ δίδει ἡ ἀλήθειά σου,
ἁγίασέ τους καὶ καθιέρωσε τους
μονίμως πλέον εἰς τὸ ἔργον σου.
Ὁ λόγος ὁ ἰδικός σου εἶναι
πάντοτε ἡ ἀπόλυτος καὶ καθαρὰ
ἀλήθεια. |
17
Καθαγίασέ τους καὶ καθιέρωσέ τους εἰς τὸ
ἔργον σου διὰ τοῦ φωτισμοῦ καὶ
τῆς ἀνακαινίσεως, τὴν ὁποίαν χαρίζει
καὶ δημιουργεῖ εἰς τὰς ψυχὰς
ἡ ἀλήθειά σου. Ὁ λόγος ὁ ἰδικός
σου εἶναι ἐξ ὁλοκλήρου ἀλήθεια ἀνόθευτος.
|
18
Καθὼς ἐμὲ ἀπέστειλας εἰς
τὸν κόσμον, κἀγὼ ἀπέστειλα
αὐτοὺς εἰς τὸν κόσμον
|
18
Ἀγίασέ τους, Πάτερ, διότι ὅπως
σὺ ἔστειλες ἐμὲ εἰς τὸν
κόσμον, ἔτσι καὶ ἐγὼ ἔστειλα
αὐτοὺς ὡς ἐργάτας τοῦ
εὐαγγελίου εἰς τὸν κόσμον·
καὶ δι' αὐτὸ πρέπει νὰ εἶναι
ἅγιοι. |
18
Εἶναι δὲ ἀπόλυτος ἀνάγκη νὰ
τοὺς καταρτίσῃς καὶ νὰ τοὺς
καθιερώσῃς. Διότι ὅπως σὺ ἀπέστειλας
ἐμὲ εἰς τὸν κόσμον, ἔτσι καὶ
ἐγὼ σύμφωνα μὲ τὴν ἐξουσίαν,
ποὺ μοῦ ἔδωκες, ἀπέστειλα αὐτοὺς
εἰς τὸν κόσμον διὰ νὰ συνεχίσουν τὸ
ἔργον μου. |
19
Καὶ ὑπὲρ αὐτῶν ἐγὼ
ἁγιάζω ἐμαυτόν, ἵνα καὶ
αὐτοὶ ὦσιν ἠγιασμένοι ἐν
ἀληθείᾳ. |
19
Καὶ ἐγὼ χάριν αὐτῶν ἀφιέρωσα
τὸν εὐατόν μου εἰς σὲ καὶ
τὸν προσφέρω θυσίαν, διὰ νὰ
εἶναι καὶ αὐτοὶ ἁγιασμένοι
μὲ τὴν ἀλήθειαν, ποὺ ἔχουν
δεχθῇ, καὶ μὲ τὴν θυσίαν μου,
εἰς τὴν ὁποίαν θὰ συμμετέχουν.
|
19
Καὶ χάριν αὐτῶν ἐγὼ ἀφιέρωσα
ὁλόκληρον τὴν ζωήν μου εἰς σὲ καὶ
προσφέρω καὶ τώρα τὸν ἑαυτόν μου ὡς
θῦμα καὶ σφάγιον ἱερόν, διὰ νὰ
εἶναι καὶ αὐτοὶ διὰ τῆς
συμμετοχῆς των εἰς τὴν θυσίαν μου αὐτὴν
ἁγιασμένοι, ἐγκολπούμενοι πρωτίστως τὸν
λόγον τῆς ἀληθείας. |
20
Οὐ περὶ τούτων δὲ ἐρωτῶ
μόνον, ἀλλὰ καὶ περὶ τῶν
πιστευόντων διὰ τοῦ λόγου αὐτῶν
εἰς ἐμέ, |
20
Δὲν σὲ παρακαλῶ δὲ δι' αὐτοὺς
μόνον, ἀλλὰ καὶ δι' ἐκείνους
οἱ ὁποῖοι, χάρις εἰς τὴν
διδασκαλίαν των, θὰ πιστεύουν εἰς
ἐμέ. |
20
Δὲν σὲ παρακαλῶ δὲ μόνον δι’ αὐτοὺς
τοὺς ἕνδεκα, ἀλλὰ καὶ δι’ ἐκείνους,
ποὺ θὰ πιστεύουν διὰ τοῦ κηρύγματός
των εἰς ἐμέ. |
21
ἵνα πάντες ἐν ὦσι, καθὼς σὺ,
πάτερ, ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν
σοί, ἵνα καὶ αὐτοὶ ἐν
ἡμῖν ἐν ὦσιν, ἵνα ὁ κόσμος
πιστεύσῃ ὅτι σὺ μὲ ἀπέστειλας.
|
21
Σὲ παρακαλῶ δι' ὅλους αὐτούς,
νὰ εἶναι ἕνα πνευματικὸν σῶμα
μὲ τὴν ἀγάπην καὶ τὴν
ὁμοφροσύνην των. Ὅπως σύ, Πάτερ,
εἶσαι ἐνωμένος μὲ ἐμὲ
καὶ ἐγὼ μὲ σέ, διότι ἔχομεν
τὴν αὐτὴν οὐσίαν, ἔτσι
σὲ παρακαλῶ, νὰ εἶναι καὶ αὐτοὶ
ἕνα διὰ τῆς ἐνώσεως καὶ
ἐπικοινωνίας ποὺ θὰ ἔχουν μὲ
ἡμᾶς, διὰ νὰ πιστεύσῃ
ὁ κόσμος, βλέπων τὸ θαῦμα αὐτὸ
τῆς ἑνότητος, ὅτι σὺ μὲ
ἔστειλες. |
21
Σὲ παρακαλῶ δι’ ὅλους αὐτούς, διὰ
νὰ εἶναι ὅλοι ἕνα διὰ τῆς
ἀγάπης καὶ ὁμοφροσύνης, ποὺ θὰ
κυριαρχῇ μεταξύ των. Καθὼς σύ, Πάτερ, εἶσαι
ἐνωμένος μὲ ἐμὲ καὶ ἐγὼ
εἶμαι ἐνωμένος μετὰ σοῦ, λόγῳ
τοῦ ὅτι ἔχομεν καὶ οἱ δύο τὴν
αὐτὴν οὐσίαν καὶ φύσιν, ἔτσι,
σὲ παρακαλῶ, νὰ εἶναι καὶ αὐτοὶ
ἐν διὰ τῆς κοινωνίας καὶ ἑνώσεώς
των μὲ ἡμᾶς, διὰ νὰ πιστεύσῃ
ὁ διῃρημένος καὶ διχασμένος μεταξύ του κόσμος,
ποὺ θὰ βλέπῃ τὸ καταπληκτικὸν
αὐτὸ θαῦμα τῆς δι’ ἐμοῦ
ἑνότητος καὶ συμφωνίας των, ὅτι σὺ
μὲ ἀπέστειλας. |
22
Καὶ ἐγὼ τὴν δόξαν ἣν δέδωκάς
μοι δέδωκα αὐτοῖς, ἵνα ὦσιν
ἐν καθὼς ἡμεῖς ἐν ἐσμεν,
|
22
Καὶ ἐγὼ τὴν ἀπεριόριστον
δόξαν, τὴν ὁποίαν μοῦ ἔδωκες
ὡς πρὸς ἄνθρωπον, τὴν ἔδωκα
εἰς αὐτούς, διὰ νὰ εἶναι
ἕνα, ὅπως καὶ ἡμεῖς εἴμεθα
ἕνα. |
22
Μὲ ἐδόξασες καὶ ὡς ἄνθρωπον,
ἀφοῦ καὶ διὰ τῆς ἀνθρωπίνης
φύσεώς μου ἐφανέρωσας τὴν θείαν φύσιν μου ὡς
Υἱοῦ σου μονογενοῦς γεμᾶτου χάριν
καὶ ἀληθείαν. Καὶ ἐγὼ τὴν
δόξαν αὐτὴν τῆς υἱότητος, τὴν
ὁποίαν καὶ εἰς τὴν ἀνθρωπίνην
μου φύσιν ἔδωκες, τὴν ἔδωκα καὶ εἰς
αὐτούς· ἐχάρισα καὶ εἰς αὐτοὺς
τὴν υἱοθεσίαν καὶ τοὺς κατέστησα συμμετόχους
τῆς θείας καὶ ἐνδόξου ζωῆς μας, διὰ
νὰ εἶναι μεταξύ τους ἕνα, καθὼς καὶ
ἡμεῖς εἴμεθα ἕνα.
|
23
ἐγὼ ἐν αὐτοῖς καὶ σὺ
ἐν ἐμοί, ἵνα ὦσι τετελειωμένοι
εἰς ἕν, καὶ ἵνα γινώσκῃ
ὁ κόσμος ὅτι σὺ μὲ ἀπέστειλας
καὶ ἠγάπησας αὐτοὺς καθὼς
ἐμὲ ἠγάπησας.
|
23
Ἐγὼ νὰ ζῶ μέσα εἰς ἕνα
ἕκαστον ἀπὸ αὐτούς, ὅπως
καὶ σὺ ζῇς ἐντὸς ἐμοῦ,
διὰ νὰ ἔχουν τελειοποιηθῆ εἰς
ἕνα πνευματικὸν σῶμα καὶ νὰ
γνωρίζῃ ὁ κόσμος, βλέπων αὐτὸ
τὸ θαῦμα τῆς ἑνότητος, καὶ
πιστεύῃ ὅτι σὺ μὲ ἔστειλες
εἰς τὸν κόσμον καὶ ὅτι ἠγάπησες
αὐτούς, ὅπως ἠγάπησες ἐμέ.
|
23
Θὰ συντελεσθῇ δὲ ἡ ἑνότης αὐτή,
μὲ τὸ νὰ ζῶ ἐγὼ μέσα εἰς
ἕνα ἕκαστον ἀπὸ αὐτοὺς
καὶ νὰ τοὺς ἐνώνω εἰς ἕνα
ἠθικὸν σῶμα, καθ’ ὃν χρόνον θὰ
ὑπάρχῃς καὶ σὺ ὡς φυσικὸς
Πατήρ μου μέσα μου. Ἔτσι θὰ εἶναι τελειοποιημένοι
εἰς ὁμόνοιαν καὶ ἀγάπην καὶ
ἕνωσιν μεταξύ των, διὰ νὰ γνωρίζῃ
ὁ κόσμος, ποὺ θὰ ἑλκύεται καὶ
θὰ καταπλήττεται ἀπὸ τὴν πρωτοφανῆ
αὐτὴν καὶ μοναδικὴν ἑνότητα,
ὅτι σὺ μὲ ἀπέστειλες. Ὅσοι δὲ
ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τοῦ κόσμου
θὰ προσελκύωνται εἰς τὴν πίστιν, 0ά αἰσθάνωνται
ἐκ πείρας ὅτι ἠγάπησας αὐτούς, οἱ
ὁποῖοι εἶναι ἐνωμένοι μαζί μου, ὅπως
ἠγάπησας ἐμέ. |
24
Πάτερ, οὖς δέδωκάς μοι, θέλω
ἵνα ὅπου εἰμὶ ἐγὼ κἀκεῖνοι
ὦσι μετ' ἐμοῦ, ἵνα θεωρῶσι τὴν
δόξαν τὴν ἐμὴν ἣν δέδωκάς
μοι, ὅτι ἠγάπησάς με πρὸ καταβολῆς
κόσμου. |
24
Πάτερ, θέλω ἐκεῖνοι τοὺς ὁποίους
μοῦ ἔχεις δώσει, νὰ εἶναι μαζῆ
μου ὅπου εἶμαι ἐγώ, διὰ νὰ
βλέπουν καὶ ἀπολαμβάνουν τὴν
δόξαν μου τὴν ὁποίαν προαιωνίως
μοῦ ἔχεις δώσει, διότι μὲ ἔχεις
ἀγαπήσει πρὸ πάντων τῶν αἰώνων,
πρὶν νὰ τεθοῦν τὰ θεμέλια τοῦ
κόσμου. |
24
Πάτερ, ἐκεῖνοι τοὺς ὁποίους μοῦ
ἔχεις δώσει, θέλω, ὅπου εἶμαι ἐγώ,
νὰ εἶναι καὶ αὐτοὶ μαζί μου,
διὰ νὰ βλέπουν καὶ ἀπολαμβάνουν τὴν
δόξαν μου, τὴν ὁποίαν μοῦ ἔδωκες ἀϊδίως,
διότι μὲ ἠγάπησας προτοῦ νὰ θεμελιωθῇ
ὁ κόσμος, καὶ ἡ ἀγάπη σου αὐτὴ
ἀποτελεῖ συγχρόνως καὶ τὴν δόξαν μου.
|
25
Πάτερ δίκαιε, καὶ ὁ κόσμος σε
οὐκ ἔγνω, ἐγὼ δὲ σε ἔγνων,
καὶ οὗτοι ἔγνωσαν ὅτι σὺ μὲ
ἀπέστειλας· |
25
Πάτερ δίκαιε, μολονότι ὁ κόσμος,
ἐξ αἰτίας τῆς κακότητός
του, δὲν σὲ ἐγνώρισε, ἐγὼ
ὅμως καὶ ὡς ἄνθρωπος σὲ ἐγνώρισα
σαφῶς εἰς βαθμόν, εἰς τὸν ὁποῖον
κανένας ἄλλος ἄνθρωπος οὔτε σὲ
ἐγνώρισε οὔτε θὰ σὲ γνωρίσῃ.
Καὶ αὐτοὶ ἀκούοντες τὴν
διδασκαλίαν μου καὶ βλέποντες τὰ ἔργα
μου ἐπληροφορήθησαν πλέον σαφῶς καὶ
ἐπίστευσαν, ὅτι σὺ μὲ ἀπέστειλες
εἰς τὸν κόσμον καὶ διὰ τοῦτο
εἶναι ἄξιοι τῆς πατρικῆς σου στοργῆς
καὶ προστασίας. |
25
Πάτερ δίκαιε, ἂν καὶ ὁ κόσμος δὲν
σὲ ἐγνώρισε λόγῳ τῆς θεληματικῆς
του τυφλώσεως, ἐγὼ ὅμως καὶ ὡς
ἄνθρωπος ἔχω τὴν ἀληθῆ γνῶσιν
περὶ σοῦ, εἰς βαθμὸν ποὺ κανένας
ἄλλος δὲν τὴν ἔχει. Καὶ αὐτοί,
ποὺ εἶναι μαθηταί μου, ἐγνώρισαν, ὅτι
σὺ μὲ ἀπέστειλας καὶ δι’ αὐτὸ
κατέστησαν ἄξιοι τῆς ἀγάπης σου καὶ
τῶν δωρεῶν, τὰς ὁποίας δι’ αὐτοὺς
δικαίως σοῦ ζητῶ. |
26
καὶ ἐγνώρισα αὐτοῖς τὸ
ὄνομά σου καὶ γνωρίσω, ἵνα ἡ
ἀγάπη ἣν ἠγάπησάς με ἐν
αὐτοῖς ᾖ, κἀγὼ ἐν αὐτοῖς.
|
26
Καὶ ἐγὼ ἐγνωστοποίησα εἰς
αὐτοὺς τὸ ὄνομά σου καὶ
διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος θὰ
τοὺς τὸ κάμω ἀκόμη περισσότερον
γνωστόν, ὥστε ἡ ἄπειρος ἀγάπη,
μὲ τὴν ὁποίαν μὲ ἔχεις
ἀγαπήσει, νὰ εἶναι μέσα εἰς
τὰς ψυχάς των καὶ νὰ αἰσθάνωνται
καθαρώτατα, ὅτι ἐγὼ εἶμαι μέσα
εἰς τὸν καθένα ἀπὸ αὐτοὺς
καὶ εἰς ὅλους μαζῆ, ὥστε νὰ
ἀποτελοῦν ἕνα πνευματικὸν σῶμα
μὲ ἐμέ>. |
26
Καὶ κατέστησα γνωστὸν εἰς αὐτοὺς
τὸ ὅνομά σου καὶ θὰ τοὺς τὸ
καταστήσω γνωστότερον εἰς τὸ μέλλον διὰ
τῆς ἐκχύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος,
ὥστε νὰ γίνουν ἀκόμη περισσότερον ἄξιοι
τῆς ἀγάπης σου. Καὶ ἔτσι ἡ ἀγάπη,
μὲ τὴν ὁποίαν μὲ ἠγάπησες ἀϊδίως,
νὰ εἶναι μέσα εἰς τὰς καρδίας των
καὶ νὰ αἰσθάνωνται εἰς τὰ βάθη
τους, ὅτι τοὺς ἀγαπᾷς, ὡς μέλη
ἰδικά μου, ἀφοῦ διὰ τῆς νέας
ζωῆς, τὴν ὁποίαν θὰ ζοῦν, θὰ
εἶμαι μέσα τους καὶ ἐγὼ καὶ
θὰ συναποτελοῦν ἓν σῶμα μετ’ ἐμοῦ.
|