Σχόλιον Τοῦ Κατὰ Μάρκον Ἁγίου Ευαγγελίου
υγγραφεὺς τοῦ δευτέρου Εὐαγγελίου, ὅπως καὶ ἀπὸ τὸν τίτλον φαίνεται, εἶναι ὁ Μᾶρκος.
Ἡ μητέρα τοῦ Μάρκου ἐλέγετο Μαρία, εἶχε δὲ ἀρκετὰ εὐρύχωρον ἰδικόν της σπίτι, τὸ ὁποῖον καὶ διέθεσε διὰ τὴν ἐξυπηρέτησιν τῆς πρώτης χριστιανικῆς Ἐκκλησίας. 
Εἰς αὐτὸ συνεκεντρώνοντο οἱ Χριστιανοί, διὰ νὰ τελέσουν τὰ τῆς λατρείας των. 
Ὑπάρχει δὲ καὶ ἡ γνώμη ὅτι εἰς τὸ ἀνώγειον αὐτῆς τῆς οἰκίας ἐτέλεσεν ὁ Κύριος τὸν μυστικὸν δεῖπνον. 
Πάντως εἰς αὐτὴν μετέβη ὁ Πέτρος μετὰ τὴν θαυματουργικὴν ἀποφυλάκισίν του, ὅπου <ἦσαν ἱκανοὶ συνηθροισμένοι καὶ προσευχόμενοι> (Πράξ. ιβ' 12). 
Ὁ Μᾶρκος δὲν ἐγνώρισε προσωπικῶς τὸν Κύριον· μολονότι ὑπάρχει καὶ ἡ γνώμη ὅτι ὁ Μᾶρκος ἦτο <ὁ φέρων κεράμιον ὕδατος>, τὸν ὁποῖον ἔπρεπε νὰ ἀκολουθήσουν οἱ δύο μαθηταί, διὰ νὰ ἔλθουν εἰς τὴν οἰκίαν, ὅπου θα ἡτοίμαζον τὰ τοῦ μυστικοῦ δείπνου. 
Μερικοὶ ἐπίσης λέγουν, ὅτι τὸν ἑαυτόν του ὑπονοεῖ ὁ Μᾶρκος, ὅταν διηγῆται ὅτι τὸν συλληφθέντα Κύριον εἰς τὴν Γεθσημανῆ <ἠκολούθησεν εἷς τις νεανίσκος, περιβεβλημένος σινδόνα ἐπὶ γυμνοῦ> (Μάρκ. ιδ' 51). 
Πάντως εἶναι γεγονὸς ὅτι δὲν ὑπῆρξεν ἐκ τῶν δώδεκα. 
Φαίνεται ὅτι ἐδιδάχθη εὐρύτερα καὶ βαθύτερα τὰ περὶ τοῦ Κυρίου ἀπὸ τὸν Πέτρον, ὁ ὁποῖος καὶ δι' αὐτὸ ὀνομάζει τὸν Μᾶρκον <υἱόν> του, δηλαδὴ πνευματικόν του τέκνον (Α' Πέτρ. ε' 13).
Ὀνομαστὶ ἀναφέρεται ὁ Μᾶρκος εἰς τὰς Πράξεις ὡς συνοδὸς τοῦ Παύλου καὶ τοῦ Βαρνάβα, ὅταν αὐτοί, ἀφοῦ ἔφεραν βοηθήματα ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς τῆς Ἀντιοχείας εἰς τοὺς Χριστιανοὺς τῆς Ἱερουσαλήμ, τὸν ἐπῆραν μαζῆ των εἰς τὴν Ἀντιόχειαν (Πράξ. ιβ' 25). 
Κατὰ τὴν πρώτην ἀποστολικὴν περιοδείαν συνώδευσε τὸν Παῦλον καὶ τὸν Βαρνάβαν, τοῦ ὁποίου ἦτο καὶ ἀνεψιός, ἀπὸ τὴν Ἀντιόχειαν εἰς τὴν Κύπρον, ἀπὸ ἐκεῖ δὲ εἰς τὴν Πέργην τῆς Παμφυλίας. 
Ἐκεῖ ὅμως ἐγκατέλειψε τοὺς δύο Ἀποστόλους, εἴτε διότι ἐδειλίασεν ἐμπρὸς εἰς τὰς μεγάλας ταλαιπωρίας τῆς ἰεραποστολῆς, εἴτε, τὸ πιθανώτερον, διότι εἶχεν ἐπιφυλάξεις, ἂν ἔπρεπε τὸ Εὐαγγέλιον νὰ κηρυχθῇ καὶ εἰς τοὺς εἰδωλολάτρας. 
Διὰ τὸν λόγον δὲ αὐτὸν καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος δὲν ἠθέλησε, κατὰ τὴν δευτέραν του ἀποστολικὴν περιοδείαν, νὰ τὸν παραλάβῃ μαζῆ του (Πράξ. ιε' 38).
Μετὰ πάροδον ὅμως 10 ἡ 12 ἐτῶν ὁ Μᾶρκος εὑρίσκετο εἰς τὴν Ρώμην πλησίον τοῦ φυλακισμένου Παύλου, μαζῆ μὲ μερικοὺς ἄλλους ἐκλεκτοὺς ἀκολούθους τοῦ μεγάλου Ἀποστόλου (Κολασ. δ' 10, Φιλημ. 24). 
Πιθανώτατα δὲ ἀπὸ τὴν Ρώμην μετέβη ὁ Μᾶρκος εἰς τοὺς Χριστιανοὺς τῶν Κολοσσῶν. 
Ὅταν δὲ ὁ Παῦλος εὑρίσκετο δευτέραν φορὰν φυλακισμένος εἰς τὴν Ρώμην, ἔγραψε πρὸς τὸν Τιμόθεον νὰ τὸν ἐπισκεφθῇ καὶ νὰ φέρῃ μαζῆ του τὸν Μᾶρκον, διότι τοῦ ἦτο <εὔχρηστος εἰς διακονίαν> (Β' Τιμ. δ' 11). 
Ἐὰν ἦλθε εἰς τὴν Ρώμην ὁ Μᾶρκος καὶ ἐὰν <πρόλαβε τὸν Παῦλον πρὸ τοῦ μαρτυρικοῦ του θανάτου, δὲν γνωρίζομεν. 
Κατὰ τὰ προηγηθέντα ὅμως χρόνια ὁ Μᾶρκος ὑπῆρξε καὶ ἀκόλουθος τοῦ ἀποστόλου Πέτρου, τὸν ὁποῖον μάλιστα εἶχε συνοδεύσει καὶ μέχρι τῆς Βαβυλῶνος (Α' Πέτρ. ε' 13). 
Παράδοσις τοῦ 4ου αἰῶνος ἀναφέρει ὅτι ὁ Μᾶρκος ὑπῆρξε ὁ ἱδρυτὴς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀλεξανδρείας.
Ἔγραψε τὸ Εὐαγγέλιόν του διὰ τοὺς Χριστιανοὺς τῆς Ρώμης καὶ γενικώτερον διὰ τοὺς ἐξ ἐθνῶν Χριστιανούς, εἰς καθαρὰν ἑλληνικὴν γλῶσσαν. 
Τὰ γεγονότα, τὰ ὁποῖα ἰστορεῖ, τὰ ἔχει πληροφορηθῆ κατὰ τὸ μεγαλύτερον μέρος ἀπὸ τὸν ἀπόστολον Πέτρον. 
Δι' αὐτὸ καὶ ὀνομάζεται πιστὸς <ἑρμηνευτὴς τοῦ Πέτρου>. 
Δὲν ἀσχολεῖται μὲ τὴν καταγωγὴν τοῦ Κυρίου, ὅπως ὁ ἱερὸς Ματθαῖος, οὔτε καὶ μὲ τὰς πολλὰς προφητείας, ποὺ ἐπραγματοποιήθησαν ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ Κυρίου. 
Παραθέτει τὴν διδασκαλίαν τοῦ Κυρίου καὶ ἰδίως τὰ μεγάλα καὶ πολλὰ θαύματά του, διὰ νὰ κατηχήσῃ βαθύτερον καὶ στηρίξῃ τοὺς πιστεύσαντας, νὰ προσελκύσῃ δὲ καὶ ἐκείνους, ποὺ δὲν εἶχαν ἀκόμη πιστεύσει. 
Ὁ χρόνος τῆς συγγραφῆς τοῦ Εὐαγγελίου δὲν εἶναι ἀκριβῶς γνωστός. 
Τὸ πιθανώτερον εἶναι ὅτι τὸ ἔγραψε μεταξὺ τοῦ 65 καὶ τοῦ 70 μ. Χ. 
Τὸ ἔγραψε δέ, ὅπως ἀρχαῖαι μαρτυρίαι ἀναφέρουν, εἰς τὴν Ρώμην ἤ, ὅπως ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ὑποστηρίζει, εἰς τὴν Αἴγυπτον.