Πρωτότυπο Κείμενο
|
Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα
|
Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
|
αὶ
ἐκπορευομένου αὐτοῦ ἐκ τοῦ
ἱεροῦ λέγει αὐτῷ εἰς τῶν
μαθητῶν αὐτοῦ· διδάσκαλε, ἴδε
ποταποὶ λίθοι καὶ ποταπαὶ οἰκοδομαί.
|
αὶ
καθὼς ἔβγαιναν ἀπὸ τὴν αὐλὴν
τοῦ ναοῦ, τοῦ εἶπεν ἔνας ἀπὸ
τοὺς μαθητάς του· <διδάσκαλε, κύτταξε,
τί ὡραῖα μάρμαρα καὶ πόσον
μεγαλοπρεπῆ κτίρια εἶναι αὐτά>!
|
αὶ
ὅταν αὐτὸς ἔβγαινεν ἀπὸ
τὸν ἱερὸν περίβολον τοῦ ναοῦ,
τοῦ εἶπεν ἕνας ἀπὸ τοὺς
μαθητάς του· Διδάσκαλε, κύτταξε, τὶ ὡραία
μάρμαρα καὶ πόσον λαμπρὰ κτίρια εἶναι αὐτὰ
ἐδῶ. |
2
Καὶ ὁ Ἰησοῦς ἀποκριθεὶς
εἶπεν αὐτῷ· βλέπεις ταύτας
τὰς μεγάλας οἰκοδομάς; Οὐ μὴ
ἀφεθῇ ὧδε λίθος ἐπὶ λίθον
ὃς οὐ μὴ καταλυθῇ.
|
2
Καὶ ὁ ᾿Ιησοῦς ἀπήντησε
καὶ τοῦ εἶπε· <βλέπεις αὐτὰς
τὰς μεγάλας οἰκοδομάς· δὲν
θὰ μείνῃ ἐδῶ πέτρα ἐπάνω
εἰς τὴν πέτραν, ποὺ νὰ μὴ
κρημνισθῇ>. |
2
Καὶ ὁ Ἰησοῦς ἀπεκρίθη καὶ
τοῦ εἶπε· Βλέπεις αὐτὰ τὰ
μεγάλα κτίρια; Δὲν θὰ μείνῃ πέτρα ἐπάνω
εἰς τὴν πέτραν, ποὺ νὰ μὴ κρημνισθῇ
κάτω. |
3
Καὶ καθημένου αὐτοῦ εἰς τὸ
ὅρος τῶν ἐλαιῶν κατέναντι τοῦ
ἱεροῦ, ἐπηρώτων αὐτὸν
κατ' ἰδίαν Πέτρος καὶ Ἰάκωβος
καὶ Ἰωάννης καὶ Ἀνδρέας·
|
3
Καὶ ἐνῶ ἐκάθητο εἰς τὸ
ὅρος τῶν Ἐλαιῶν ἀπέναντι
ἀπὸ τὸν ναόν, τὸν ἠρώτησαν
ἰδιαιτέρως ὁ Πέτρος, ὁ Ἰάκωβος,
ὁ Ἰωάννης καὶ ὁ Ἀνδρέας,
|
3
Καὶ ἐνῷ ὁ Ἰησοῦς ἐκάθητο
εἰς τὸ ὅρος τῶν Ἐλαιῶν,
ἀπέναντι τοῦ ναοῦ, τὸν ἠρώτων
ἰδιαιτέρως ὁ Πέτρος καὶ ὁ Ἰάκωβος
καὶ ὁ Ἰωάννης καὶ ὁ Ἀνδρέας·
|
4
εἶπε ἡμῖν πότε ταῦτα ἔσται,
καὶ τί τὸ σημεῖον ὅταν μέλλῃ
πάντα ταῦτα συντελεῖσθαι;
|
4
<Πές μας, πότε θὰ συμβοῦν αὐτὰ
καὶ ποιὸ θὰ εἶναι τὸ σημεῖον,
ὅταν πρόκειται ὅλα αὐτὰ νὰ
πραγματοποιηθοῦν;> |
4
Εἰπέ μας, πότε θὰ γίνουν αἱ καταστροφαὶ
τῶν λαμπρῶν κτιρίων ποὺ εἶπες, καὶ
ποῖον εἶναι τὸ σημάδι ποὺ θὰ
φανῇ, ὅταν πρόκειται νὰ συντελεσθοῦν
ὅλα αὐτά; |
5
Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀποκριθεὶς
ἤρξατο λέγειν αὐτοῖς· βλέπετε
μή τις ὑμᾶς πλανήσῃ.
|
5
Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀπήντησε καὶ
ἤρχισε νὰ τοὺς λέγῃ· <προσέχετε,
μήπως τυχὸν κανεὶς σᾶς παραπλανήσῃ.
|
5
Ὁ δὲ Ἰησοῦς τοὺς ἀπεκρίθη
καὶ ἤρχισε νὰ λέγῃ· Προσέχετε
νὰ μὴ σᾶς πλανήσῃ κανείς.
|
6
Πολλοὶ γὰρ ἐλεύσονται ἐπὶ
τῷ ὀνόματί μου λέγοντες ὅτι
ἐγὼ εἶμι, καὶ πολλοὺς πλανήσουσιν.
|
6
Διότι πολλοὶ θὰ ἔλθουν παίρνοντες
ὡς ἰδικόν των τὸ ὄνομά
μου καὶ λέγοντες, ὅτι ἐγὼ εἶμαι
ὁ Μεσσίας, καὶ πολλοὺς θὰ πλανήσουν.
|
6
Σᾶς κάνω δὲ προσεκτικούς, διότι πολλοὶ θὰ
ἔλθουν, ποὺ θὰ διεκδικοῦν καὶ
θὰ οἰκειοποιοῦνται τὸ ἰδικόν
μου ὄνομα καὶ τὸν ἰδικόν μου τίτλον
καὶ θὰ λέγουν, ὅτι ἐγὼ εἶμαι
ὁ Μεσσίας, καὶ θὰ πλανήσουν πολλούς.
|
7
Ὅταν δὲ ἀκούσητε πολέμους καὶ
ἀκοὰς πολέμων, μὴ θροεῖσθε·
δεῖ γὰρ γενέσθαι, ἀλλ' οὔπω
τὸ τέλος. |
7
Ὅταν δὲ ἀκούσετε πολέμους καὶ
εἰδήσεις περὶ πολέμων, μὴ ταραχθῆτε.
Διότι σύμφωνα μὲ τὸ σχέδιον
τοῦ Θεοῦ πρέπει νὰ γίνουν αὐτά,
ἀλλ' ἀκόμη δὲν θὰ ἔχῃ
φθάσει τὸ τέλος. |
7
Ὅταν δὲ ἀκούσετε πολέμους καὶ εἰδήσεις,
ὅτι γίνονται πόλεμοι εἰς ἄλλας χώρας, μὴ
ταράττεσθε νομίζοντες, ὅτι αὐτὰ εἶναι
σημάδια, ποὺ προαναγγέλλουν τὸ τέλος. Διότι σύμφωνα
πρὸς τὸ σοφὸν καὶ σωτήριον σχέδιον
τοῦ Θεοῦ πρέπει νὰ γίνουν αὐτά, ἀλλ’
ἀκόμη δὲν ἔφθασε τὸ τέλος.
|
8
Ἐγερθήσεται γὰρ ἔθνος ἐπὶ
ἔθνος καὶ βασιλεία ἐπὶ βασιλείαν,
καὶ ἔσονται σεισμοὶ κατὰ τόπους,
καὶ ἔσονται λιμοὶ καὶ ταραχαί.
|
8
Διότι θὰ ἐξεγερθῇ ἕνα ἔθνος
ἐναντίου ἄλλου ἔθνους καὶ ἕνα
βασίλειον ἐναντίον ἄλλου βασιλείου
καὶ θὰ γίνουν σεισμοὶ εἰς διαφόρους
περιοχὰς καὶ θὰ συμβοῦν στερήσεις
καὶ πεῖνες καὶ ταραχές.
|
8
Διότι θὰ σηκωθῇ τὸ ἕνα ἔθνος
κατὰ τοῦ ἄλλου ἔθνους, καὶ τὸ
ἐν βασίλειον ἐναντίον τοῦ ἄλλου βασιλείου.
Καὶ θὰ γίνουν σεισμοὶ ἐδῶ καὶ
ἐκεῖ, καὶ θὰ συμβοῦν πεῖνες
μεγάλες καὶ ταραχαί. |
9
Ἀρχαὶ ὠδίνων ταῦτα. Βλέπετε
δὲ ὑμεῖς ἑαυτούς. Παραδώσουσι
γὰρ ὑμᾶς εἰς συνέδρια καὶ
ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν δαρήσεσθε,
καὶ ἐπὶ ἡγεμόνων καὶ βασιλέων
σταθήσεσθε ἕνεκεν ἐμοῦ εἰς μαρτύριον
αὐτοῖς· |
9
Αὐτὰ ὅμως θὰ εἶναι ἡ ἀρχὴ
πόνων καὶ δεινῶν. Ἀλλὰ σεῖς
προσέχετε τοὺς ἑαυτούς σας, διότι
θὰ ὑποστῆτε πολλὰς δοκιμασίας·
οἱ ἐχθροὶ τοῦ Εὐαγγελίου
θὰ σᾶς παραδώσουν εἰς συνέδρια
καὶ δημοσίᾳ εἰς τὰς συναγωγάς
των θὰ σᾶς δείρουν καὶ θὰ σταθῆτε
ὡς κατηγορούμενοι ἐμπρὸς εἰς
ἄρχοντας καὶ βασιλεῖς ἕνεκα τῆς
πίστεώς σας εἰς ἐμέ, διὰ
νὰ μαρτυρήσετε ἐνώπιον αὐτῶν
τὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου.
|
9
Ἀλλ’ αὐτὰ θὰ εἶναι ἡ ἀρχὴ
πόνων καὶ δεινῶν. Προσέχετε δὲ σεῖς
τοὺς ἑαυτούς σας λόγῳ τῶν δοκιμασιῶν,
ποὺ θὰ ὑποβληθῆτε. Διότι θὰ
σᾶς παραδώσουν εἰς συνέδρια, καὶ θὰ
σᾶς δείρουν εἰς συναγωγὰς καὶ θὰ
σταθῆτε ὡς κατηγορούμενοι ἐμπρὸς εἰς
ἡγεμόνας καὶ βασιλεῖς δι’ ἐμέ, διὰ
νὰ δώσετε μαρτυρίαν περὶ ἐμοῦ ποὺ
νὰ τὴν ἀκούσουν καὶ αὐτοί, καὶ
νὰ τοὺς δοθῇ εὐκαιρία νὰ μετανοήσουν
καὶ νὰ πιστεύσουν, ὥστε νὰ μὴ
προφασίζωνται ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῆς
Κρίσεως, ὅτι δὲν ἤκουσαν κήρυγμα.
|
10
καὶ εἰς πάντα τὰ ἔθνη δεῖ
πρῶτον κηρυχθῆναι τὸ εὐαγγέλιον.
|
10
Σύμφωνα ἀκόμη μὲ τὸ θεῖον
σχέδιον θὰ κηρυχθῇ τὸ Εὐαγγέλιον
προηγουμένως εἰς ὅλα τὰ ἔθνη.
|
10
Ἀλλὰ καὶ εἰς ὅλα τὰ ἔθνη
πρέπει σύμφωνα μὲ τὸ θεῖον σχέδιον νὰ
κηρυχθῇ προηγουμένως τὸ Εὐαγγέλιον, διὰ
νὰ εἶναι τὸ κήρυγμα τοῦτο ἔλεγχος
δι’ ἐκείνους ποὺ δὲν θὰ πιστεύσουν.
|
11
Ὅταν δὲ ἀγάγωσιν ὑμᾶς
παραδιδόντες, μὴ προμεριμνᾶτε τί λαλήσητε,
μηδὲ μελετᾶτε, ἀλλ' ὅ ἐὰν
δοθῇ ὑμῖν ἐν ἐκείνη τῇ
ὥρᾳ, τοῦτο λαλεῖτε· οὐ
γὰρ ὑμεῖς ἔστε οἱ λαλοῦντες,
ἀλλὰ τὸ Πνεῦμα τὸ ῞Αγιον.
|
11
Ὅταν δὲ σᾶς ὁδηγήσουν καὶ
σᾶς παραδώσουν εἰς δικαστήρια, μὴ
πολυφροντίζετε καὶ μὴ στενοχωρεῖσθε
ἐκ τῶν προτέρων τί θὰ ἀπολογηθῆτε,
καὶ μὴ προμελετᾶτε τίποτε. Ἀλλὰ
ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον θὰ σᾶς
δοθῇ ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ
θὰ ἔλθῃ εἰς τὸν νοῦ σας
κατὰ τὴν ὥρα ἐκείνην, αὐτὸ
νὰ λέγετε. Διότι δὲν θὰ εἶσθε
σεῖς, ἐκεῖνοι ποὺ θὰ ὁμιλοῦν,
ἀλλὰ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα.
|
11
Ὅταν δὲ σᾶς ὁδηγήσουν διὰ νὰ
σᾶς παραδώσουν εἰς τὰ συνέδρια καὶ
δικαστήρια, μὴ ζαλίζεσθε ἐκ προτέρου μὲ
τὴν σκέψιν καὶ φροντίδα, τί θὰ εἴπετε
πρὸς ἀπολογίαν σας καὶ μὴ προμελετᾶτε
τίποτε. Ἀλλ’ ἐκεῖνο ποὺ θὰ σᾶς
δοθῇ καὶ θὰ σᾶς ἔλθῃ εἰς
τὸν νοῦν κατ’ ἐκείνην τὴν ὥραν
τῆς ἀπολογίας σας, αὐτὸ νὰ λέγετε.
Καὶ θὰ εἶναι τοῦτο ἡ πλέον κατάλληλος
ἀπολογία σας. Διότι δὲν θὰ εἶσθε σεῖς
ποὺ θὰ ὁμιλῆτε, ἀλλὰ τὸ
Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ποὺ θὰ σᾶς
φωτίζῃ. |
12
Παραδώσει δὲ ἀδελφὸς ἀδελφὸν
εἰς θάνατον καὶ πατὴρ τέκνον,
καὶ ἐπαναστήσονται τέκνα ἐπὶ
γονεῖς καὶ θανατώσουσιν αὐτούς.
|
12
Θὰ παραδώσῃ δὲ εἰς θάνατον
ὁ ἀδελφὸς τὸν ἀδελφὸν
καὶ ὁ πατέρας τὸ τέκνον καὶ
θὰ ἐπαναστατήσουν τὰ ἄπιστα
παιδιὰ ἐναντίον τῶν εὐσεβῶν
γονέων καὶ θὰ τοὺς
θανατώσουν. |
12
Θὰ παραδώσῃ δὲ εἰς θάνατον ὁ
ἄπιστος ἀδελφὸς τὸν πιστὸν ἀδελφὸν
καὶ ὁ ἄπιστος πατὴρ τὸ πιστὸν
τέκνον του. Θὰ ἐπαναστατήσουν δὲ τὰ
παιδιά, ποὺ δὲν ἐπίστευσαν, κατὰ τῶν
πιστῶν γονέων των καὶ θὰ τοὺς θανατώσουν.
|
13
Καὶ ἔσεσθε μισούμενοι ὑπὸ πάντων
διὰ τὸ ὄνομά μου· ὁ δὲ
ὑπομείνας εἰς τέλος, οὗτος σωθήσεται.
|
13
Καὶ θὰ εἶσθε οἱ μισούμενοι ἀπὸ
ὅλους τοὺς ἀσεβεῖς, ἐπειδὴ
θὰ πιστεύετε εἰς τὸ ὄνομά
μου. Ἀλλά, ἐκεῖνος ποὺ θὰ
ὑπομείνῃ ἕως τὸ τέλος
τῆς ζωῆς του, αὐτὸς θὰ σωθῇ.
|
13
Καὶ θὰ μισῆσθε ἀπὸ ὅλους,
ἐπειδὴ θὰ πιστεύσετε εἰς τὸ
ὄνομά μου· Ἐκεῖνος δὲ ποὺ
θὰ δείξῃ ὑπομονὴν μέχρι τέλους τῆς
ζωῆς του, αὐτὸς καὶ μόνον θὰ
σωθῇ. |
14
Ὅταν δὲ ἴδητε τὸ βδέλυγμα τῆς
ἐρημώσεως τὸ ρηθὲν ὑπὸ
Δανιὴλ τοῦ προφήτου ἑστὼς ὅπου
οὐ δεῖ - ὁ ἀναγινώσκων νοείτω
- τότε οἱ ἐν τῇ Ἰουδαίᾳ
φευγέτωσαν εἰς τὰ ὅρη,
|
14
Ὅταν δὲ θὰ ἰδῆτε τὸ μισητὸν
καὶ ἀηδὲς κάθαρμα, ποὺ θὰ
ἐπιφέρῃ τὴν καταστροφὴν τῆς
Ἱερουσαλήμ, ὅπως ἔχει προαναγγελθῇ
ἀπὸ τὸν προφήτην Δανιήλ, νὰ
στέκεται ἐκεῖ ποὺ δὲν πρέπει
- κάθε ἔνας ποὺ θὰ διαβάζῃ
αὐτὰ τὰ λόγια, ἂς καταλάβῃ
περὶ τίνος πρόκειται (πρόκειται διὰ
τοὺς κακούργους ἐπαναστάτας καὶ
λῃστὰς Ἑβραίους, ὅπως καὶ
διὰ τοὺς Ρωμαίους στρατιώτας, ποὺ
θὰ βεβηλώσουν καὶ θὰ καταστρέψουν
τὰ πάντα) τότε ὅσοι εἶναι εἰς
τὴν Ἰουδαίαν, ἂς φεύγουν εἰς
τὰ ὅρη, διὰ νὰ κρυβοῦν.
|
14
Ὅταν δὲ ἴδετε τὸ μισητὸν καὶ
βέβηλον σίχαμα, ποὺ θὰ προκαλέσῃ τὴν
ἐρήμωσιν καὶ τὴν καταστροφὴν τῆς
Ἱερουσαλήμ, τὸ ὁποῖον ἐλέχθη
προφητικῶς ὑπὸ Δανιὴλ τοῦ προφήτου,
νὰ στέκεται ἐκεῖ ὅπου δὲν πρέπει
νὰ σταθῇ - κάθε ἀναγνώστης ἂς τὸ
νοιώσῃ καὶ ἂς λάβῃ τὰ μέτρα
του· ἂς ἐννοήσῃ δηλαδή, ὅτι τὸ
σίχαμα αὐτὸ τώρα, ποὺ γράφεται τὸ
Εὐαγγέλιον τοῦτο, εἶναι οἱ ζηλωταί,
ποὺ βεβηλώνουν τὸ ἱερὸν μὲ τὰ
κακουργήματά των, μετ’ ὀλίγον δὲ καὶ τὰ
ρωμαϊκὰ στρατεύματα, ποὺ θὰ συμπληρώσουν
τὴν βεβήλωσιν ταύτην - ὅταν λοιπὸν ἴδετε
τὸ σίχαμα τοῦτο, τότε ἐκεῖνοι ποὺ
κατοικοῦν εἰς τὰς πόλεις τῆς Ἰουδαίας,
ἂς φεύγουν εἰς τὰ βουνὰ διὰ
νὰ κρυβοῦν ἐκεῖ.
|
15
ὁ δὲ ἐπὶ τοῦ δώματος μὴ
καταβάτω εἰς τὴν οἰκίαν μηδὲ
εἰσελθέτω ἄραί τι ἐκ τῆς
οἰκίας αὐτοῦ, |
15
Ὅποιος εὑρίσκεται εἰς τὴν ταράτσα
τοῦ σπιτιοῦ του, ἂς μὴ κατεβῇ
εἰς τὸ σπίτι καὶ ἂς μὴ
εἰσέλθῃ μέσα εἰς αὐτό,
διὰ να πάρῃ κάτι.
|
15
Ἐκεῖνος δὲ ποὺ εἶναι ἐπάνω
εἰς τὸ ἠλιακωτὸν τοῦ σπιτιοῦ,
ἂς μὴ καταβῇ εἰς τὸ σπίτι, οὔτε
νὰ ἔμβῃ εἰς αὐτὸ διὰ
νὰ πάρῃ κάτι ἀπ’ ἐκεῖ.
|
16
καὶ ὁ εἰς τὸν ἀγρὸν ὢν
μὴ ἐπιστρεψάτω εἰς τὰ ὀπίσω
ἆραι τὸ ἱμάτιον αὐτοῦ.
|
16
Καὶ ἐκεῖνος ποὺ ἐργάζεται
εἰς τὸ χωράφι, ἂς μὴ γυρίσῃ
πίσῳ, νὰ πάρῃ τὸ ἐξωτερικόν
του ἔνδυμα. |
16
Καὶ ἐκεῖνος ποὺ μὲ μόνον τὸ
ὑποκάμισον εἶναι εἰς τὸ χωράφι καὶ
ἐργάζεται ἐκεῖ, ἂς μὴ γυρίσῃ
ὀπίσω διὰ νὰ πάρῃ καὶ τὸ
ἐξωτερικόν του ἔνδυμα. |
17
Οὐαῖ δὲ ταῖς ἐν γαστρὶ
ἐχούσαις καὶ ταῖς θηλαζούσαις
ἐν ἐκείναις ταῖς ἡμέραις.
|
17
Ἀλλοίμονον δὲ εἰς τὰς ἐγκύους
καὶ εἰς αὐτὰς ποὺ θὰ θηλάζουν
κατὰ τὰς ἡμέρας ἐκείνας.
Θὰ τοὺς εἶναι πολὺ δύσκολον
νὰ τρέξουν καὶ νὰ σωθοῦν.
|
17
Ἀλλοίμονον δὲ εἰς τὰς ἐγκύους
καὶ εἰς ἐκείνας, ποὺ θὰ θηλάζουν
μικρὰ παιδιὰ κατὰ τὰς ἡμέρας
ἐκείνας· διότι θὰ εἶναι πολὺ
δύσκολον εἰς αὐτὰς καὶ νὰ τρέξουν
διὰ νὰ σωθοῦν καὶ νὰ εὕρουν
τὰ ἀπαραίτητα διὰ τὸν στηριγμὸν
τοῦ ὀργανισμοῦ των. |
18
Προσεύχεσθε δὲ ἵνα μὴ γέννηται
ἡ φυγὴ ὑμῶν χειμῶνος.
|
18
Προσεύχεσθε δὲ νὰ μὴ γίνῃ
ἡ φυγή σας εἰς κακοκαιρίαν τοῦ
χειμῶνος. |
18
Κάνετε δὲ τὴν προσευχήν σας νὰ μὴ
γίνῃ ἡ φυγή σας εἰς χειμωνιάτικην
κακοκαιρίαν, ἡ ὁποία θὰ σᾶς γίνεται
ἐμπόδιον εἰς τὴν φυγήν.
|
19
Ἔσονται γὰρ αἱ ἡμέραι ἐκεῖναι
θλῖψις, οἵα οὐ γέγονε τοιαύτη
ἀπ' ἀρχῆς κτίσεως ἧς ἔκτισεν
ὁ Θεὸς ἕως τοῦ νῦν καὶ
οὐ μὴ γένηται.
|
19
Διότι ὅλαι αἱ ἡμέραι ἐκεῖναι
θὰ εἶναι θλῖψις βαρεῖα καὶ μεγάλη,
ὁμοία πρὸς τὴν ὁποίαν
δὲν ἔχει γίνει ἀπὸ τότε
ποὺ ἔκτισε ὁ Θεὸς τὸν κόσμον
ἕως τώρα καὶ οὔτε θὰ γίνῃ
ποτέ. |
19
Πρέπει δὲ νὰ μὴ ἐμποδισθῆτε
εἰς τὴν φυγήν σας ἀπὸ τίποτε. Διότι
αἱ ἡμέραι ἐκεῖναι θὰ εἶναι
ὅλαι θλῖψις μεγάλη, τέτοια ποὺ δὲν
ἔχει γίνει ἀπὸ τὴν ἀρχὴν
τῆς δημιουργίας, τὴν ὁποίαν ἔκαμεν
ὁ Θεός, ἕως τώρα, οὔτε θὰ γίνῃ
ποτὲ παρομοία. |
20
Καὶ εἰ μὴ ἐκολόβωσε Κύριος
τὰς ἡμέρας οὐκ ἂν ἐσώθη
πᾶσα σάρξ· ἀλλὰ διὰ τοὺς
ἐκλεκτοὺς οὕς ἐξελέξατο ἐκολόβωσε
τὰς ἡμέρας. |
20
Καὶ ἐὰν ὁ Κύριος δὲν περιώριζε
τὸν ἀριθμὸν τῶν ἡμερῶν
ἐκείνων, δὲν θὰ ἦτο δυνατὸν
νὰ σωθῇ κανένας ἄνθρωπος. Ἀλλὰ
πρὸς χάριν τῶν ἐκλεκτῶν, ποὺ
αὐτὸς ἐξέλεξε καὶ δὲν
θέλει νὰ ταλαιπωρηθοῦν πολύ, περιώρισε
τὰς ἡμέρας ἐκείνας.
|
20
Καὶ ἐάν ὁ Κύριος δὲν ὠλιγόστευε
τὸν άριθμόν τῶν ἡμερῶν ἐκείνων,
δὲν θὰ ἐσώζετο κανείς ἄνθρωπος. Ἀλλὰ
διὰ τοὺς ἐκλεκτούς, τοὺς ὁποίους
ἐξέλεξεν ὁ Θεὸς καὶ ἐνδιαφέρεται
νὰ μὴ ταλαιπωρηθοῦν πολύ, ὠλιγόστευσε
τὰς ἡμέρας ἐκείνας. |
21
Καὶ τότε ἐάν τις ὑμῖν
εἴπῃ, ἰδοὺ ὧδε ὁ Χριστός,
ἰδοὺ ἐκεῖ, μὴ πιστεύετε.
|
21
Καὶ τότε ἐὰν κανεὶς σᾶς
πῇ· νά, ἐδῶ εἶναι ὁ
Χριστός, ἢ ἰδού, ἐκεῖ
εἶναι, μὴ τὸ πιστεύσετε.
|
21
Καὶ τότε ἐὰν σᾶς εἴπῃ
κανείς· Νά, ἐδῶ εἶναι ὁ Χριστός, ἢ
νά, ἐκεῖ εἶναι ὁ Χριστός, μὴ
τὸν πιστεύετε. |
22
Ἐγερθήσοντα γὰρ ψευδόχριστοι καὶ
ψευδοπροφῆται καὶ δώσουσι σημεῖα καὶ
τέρατα πρὸς τὸ ἀποπλανᾶν, εἰ
δυνατὸν καὶ τοὺς ἐκλεκτούς.
|
22
Διότι θὰ ἀναπηδήσουν ψευδόχριστοι
καὶ ψευδοπροφῆται καὶ θὰ κάμουν
ἐμπρὸς εἰς τοὺς ἀνθρώπους
σημεῖα καὶ τέρατα, σημαδιακὰ καὶ
καταπληκτικὰ ἔργα, διὰ νὰ παρασύρουν
εἰς τὰς πλάνας των, ἂν εἶναι
δυνατόν, καὶ αὐτοὺς ἀκόμη
τοὺς ἐκλεκτούς. |
22
Διότι θὰ ἀναφανοῦν ψευδομεσσίαι καὶ
ψευδοπροφῆται καὶ θὰ δείξουν σημάδια μεγάλα
καὶ ἔργα καταπληκτικά, διὰ νὰ ἀποπλανοῦν,
ἐὰν θὰ εἶναι δυνατόν, καὶ αὺτοὺς
τοὺς ἐκλεκτούς. |
23
Ὑμεῖς δὲ βλέπετε· ἰδοὺ
προείρηκα ὑμῖν ἅπαντα.
|
23
Σεῖς ὅμως προσέχετε· ἰδού,
σᾶς τὰ προεῖπα ὅλα. |
23
Σεῖς ὅμως προσέχετε· ἰδοὺ σᾶς
τὰ ἔχω προείπει ὅλα, ὥστε νὰ
μὴ χωρῇ δικαιολογία διὰ τὴν τυχὸν
ἀποπλάνησίν σας. |
24
Ἀλλ' ἐν ἐκείναις ταῖς ἡμέραις,
μετὰ τὴν θλῖψιν ἐκείνην ὁ
ἥλιος σκοτισθήσεται, καὶ ἡ σελήνη
οὐ δώσει τὸ φέγγος αὐτῆς,
|
24
Ἀλλὰ κατὰ τὰς ἡμέρας ἐκείνας,
ὕστερα ἀπὸ τὴν θλῖψιν ἐκείνην,
ὁ ἥλιος θὰ σκοτισθῇ καὶ ἡ
σελήνη δὲν θὰ δώσῃ τὸ
φῶς της. |
24
Ἀλλὰ κατ’ ἐκείνας τὰς ἡμέρας
ὕστερα ἀπὸ τὴν θλῖψιν καὶ
τὴν δοκιμασίαν ἐκείνην, ὅταν θὰ πλησιάζῃ
πλέον ἡ συντέλεια τοῦ κόσμου, ὁ ἥλιος
θὰ χάσῃ τὴν λάμψιν του καὶ θὰ
σκοτισθῇ, καὶ ἡ σελήνη δὲν θὰ
δώσῃ τὸ φῶς της. |
25
καὶ οἱ αστέρες ἔσονται ἐκ τοῦ
οὐρανοῦ πίπτονες, καὶ αἱ δυνάμεις
αἱ ἐν τοῖς οὐρανοῖς σαλευθήσονται.
|
25
Καὶ τὰ ἀστέρια θὰ ξεφεύγουν
ἀπὸ τὰς τροχιάς των καὶ θὰ
πίπτουν ἀπὸ τὸν οὐρανὸν
καὶ αἱ δυνάμεις ποὺ συγκρατοῦν
τὴν ἁρμονίαν τῶν οὐρανῶν
θὰ σαλευθοῦν. |
25
Καὶ τὰ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ
θὰ πίπτουν ἔξω ἀπὸ τὴν θέσιν
καὶ τὴν τροχιάν των, καὶ αἱ οὐράνιαι
δυνάμεις τῶν ἀγγέλων, αἱ συγκρατοῦσαι
ἤδη τὴν τάξιν τοῦ σύμπαντος, θὰ σαλευθοῦν
καὶ θὰ μετακινηθοῦν ἀπὸ βαθεῖαν
συγκίνησιν δι’ ὅσα θὰ συμβαίνουν κατὰ τὴν
δευτέραν παρουσίαν, ἀλλὰ καὶ διότι ἡ
παροῦσα μορφὴ τοῦ κόσμου θὰ παρέλθῃ,
διὰ νὰ ἀνακαινισθῇ τὸ σύμπαν.
Θὰ καταπλαγοῦν βλέπουσαι καὶ τὴν οἰκουμένην
ὁλόκληρον νὰ ὁδηγῆται εἰς τὸ
φοβερὸν κριτήριον. |
26
Καὶ τότε ὄψονται τὸν υἱὸν
τοῦ ἀνθρώπου ἐρχόμενον ἐν
νεφέλαις μετὰ δυνάμεως πολλῆς καὶ
δόξῃς. |
26
Καὶ τότε θὰ ἰδοῦν τὸν
υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου νὰ ἔρχεται
μέσα εἰς ὁλόφωτα νέφη μὲ
δύναμιν καὶ δόξαν πολλήν.
|
26
Καὶ τότε θὰ ἴδουν τὸν υἱὸν
τοῦ ἀνθρώπου, τὸν Θεάνθρωπον Κύριον, νὰ
ἔρχεται καθισμένος εἰς σύννεφα μὲ δύναμιν
καὶ συνοδείαν ἀγγέλων μεγάλην καὶ μὲ
δόξαν πολλήν. |
27
Καὶ τότε ἀποστελεῖ τοὺς ἀγγέλους
αὐτοῦ καὶ ἐπισυνάξει τοὺς
ἐκλεκτοὺς αὐτοῦ ἐκ τῶν
τεσσάρων ἀνέμων, ἀπ' ἄκρου τῆς
γῆς ἕως τοῦ οὐρανοῦ.
|
27
Καὶ τότε θὰ στείλῃ τοὺς
ἀγγέλους του καὶ θὰ περιμαζεύσῃ
τοὺς ἐκλεκτούς του ἀπὸ τὰ
τέσσαρα σημεῖα τοῦ ὁρίζοντος,
ἀπὸ τὸ ἕνα ἄκρον τῆς γῆς
ἕως τὸ ἄλλο ἄκρον τοῦ οὐρανοῦ.
|
27
Καὶ τότε θὰ ἀποστείλῃ τοὺς ἀγγέλους
του καὶ θὰ μαζεύσῃ δι΄ αὐτῶν
τοὺς ἐκλεκτούς του ἀπὸ τὰ τέσσαρα
σημεῖα τοῦ ὁρίζοντος, ἀπὸ τὸ
ἓν ἄκρον τῆς γῆς ἕως τὸ
ἀντίθετον ἄκρον τοῦ οὐρανοῦ.
|
28
Ἀπὸ δὲ τῆς συκῆς μάθετε
τὴν παραβολήν. ῞Οταν αὐτῆς ὁ
κλάδος ἤδη γένηται ἁπαλὸς καὶ
ἐκφύῃ τὰ φύλλα, γινώσκετε
ὅτι ἐγγὺς τὸ θέρος ἐστίν·
|
28
Ἀπὸ δὲ τὴν συκιὰ μάθετε
τὴν παρωμοίωσιν, ποὺ θὰ σᾶς
πῶ. Ὅταν τὸ κλωνάρι της γίνῃ
ἁπαλὸ καὶ βγοῦν τὰ φύλλα,
γνωρίζετε ὅτι πλησιάζει τὸ θέρος.
|
28
Ἀπὸ τὴν συκιὰν δὲ μάθετε κατ’
ἀναλογίαν καὶ ὁμοιότητα αὐτὰ
ποὺ θὰ συμβοῦν· ὅταν πλέον ὁ
κλάδος της γίνῃ ἁπαλὸς καὶ μαλακὸς
καὶ βγοῦν τὰ φύλλα, γνωρίζετε ὅτι
τὸ θέρος πλησιάζει. |
29
οὕτω καὶ ὑμεῖς, ὅταν ἴδητε
ταῦτα γινόμενα, γινώσκετε ὅτι ἐγγύς
ἐστιν ἐπὶ θύραις. |
29
Ἔτσι καὶ σεῖς, ὅταν θὰ ἰδῆτε
ὅλα αὐτὰ νὰ πραγματοποιοῦνται,
ἐννοήσατε ὅτι εἶναι κοντά, ὅτι
ἔφθασε πλέον εἰς τὴν θύραν καὶ
θὰ πραγματοποιηθῇ ἡ κρίσις τοῦ
Θεοῦ. |
29
Ἔτσι καὶ σεῖς, ὅταν ἴδετε νὰ
συμβαίνουν αὐτὰ ποὺ σᾶς προεῖπα,
νὰ γνωρίζετε ὅτι πλησιάζει, εἰς τὴν
πόρταν ἔφθασε καὶ θὰ ἐμφανισθῇ
ἀμέσως ἡ κρίσις τοῦ Θεοῦ, ποὺ
θὰ τιμωρήσῃ τὴν ἀπιστίαν τῶν
Ἰουδαίων διὰ καταστροφῆς τῆς Ἱερουσαλήμ.
|
30
Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι οὐ
μὴ παρέλθῃ ἡ γενεὰ αὔτη
μέχρις οὗ πάντα ταῦτα γένηται.
|
30
Σᾶς διαβεβαιώνω, ὅτι δὲν θὰ
περάσῃ ἡ γενεὰ αὐτή, μέχρις
ὅτου ἔλθουν ὅλα ὅσα σᾶς προεῖπα,
δηλαδὴ ἡ καταστροφὴ τῆς Ἱερουσαλήμ,
οἱ ψευδόχριστοι καὶ οἱ ψευδοπροφῆται.
|
30
Ἀληθῶς σᾶς λέγω, ὅτι δὲν θὰ
περάσῃ ἡ γενεὰ αὐτὴ προτοῦ
γίνουν ὅλα αὐτὰ καὶ προτοῦ πραγματοποιηθῇ
καὶ ἡ καταστροφὴ τῆς Ἱερουσαλὴμ
καὶ ὅσα περὶ πολέμων καὶ ψευδομεσσιῶν
καὶ ψευδοπροφητῶν σᾶς εἶπον.
|
31
Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται,
οἱ δὲ ἐμοὶ λόγοι οὐ παρελεύσονται.
|
31
Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ποὺ
σᾶς φαίνωνται τόσο σταθερὰ καὶ
ἀμετακίνητα, θὰ περάσουν, οἱ
λόγοι μου ὅμως δὲν θὰ περάσουν,
ἀλλὰ θὰ πραγματοποιηθοῦν ἀκριβῶς.
|
31
Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ποὺ
σᾶς φαίνονται τόσον μόνιμα καὶ στερεά, θὰ
περάσουν καὶ θὰ ἐκλείψουν, οἱ λόγοι
μου ὅμως δὲν θὰ περάσουν, ἀλλὰ
θὰ ἐπαληθεύσουν ἐπακριβῶς.
|
32
Περὶ δὲ τῆς ἡμέρας ἐκείνης
ἢ τῆς ὥρας οὐδεὶς οἶδεν,
οὐδὲ οἱ ἄγγελοι ἐν οὐρανῷ,
οὐδὲ ὁ υἱός, εἰ μὴ
ὁ πατήρ. |
32
Ὡς πρὸς δὲ τὴν ἡμέραν
ἐκείνην ἢ τὴν ὥραν, ποὺ
θὰ γίνῃ ἡ δευτέρα παρουσία,
κανεὶς δὲν γνωρίζει ἀκριβῶς
οὔτε οἱ ἄγγελοι ποὺ εἶναι εἰς
τὸν οὐρανὸν οὔτε ὁ Υἱός,
ὡς ἄνθρωπος, εἰμὴ μόνον ὁ
Πατήρ. (῾Ο Υἱός, ὡς Θεὸς
λόγος γνωρίζει τὰ πάντα καὶ
τὸν χρόνον τῆς δευτέρας παρουσίας).
|
32
Διὰ τὴν ἡμέραν ὅμως ἐκείνην
καὶ τὴν ὥραν, ποὺ θὰ γίνῃ
ἡ δευτέρα παρουσία καὶ ἡ κρίσις, δὲν
ἠξεύρει κανένας πότε ἀκριβῶς θὰ εἶναι
αὐταί, οὔτε οἱ ἄγγελοι ποὺ εἶναι
εἰς τὸν οὐρανόν, οὔτε ὁ Υἱὸς
ὡς ἄνθρωπος, παρὰ μόνον ὁ Πατήρ.
|
33
Βλέπετε, ἀγρυπνεῖτε καὶ προσεύχεσθε·
οὐκ οἴδατε γὰρ πότε ὁ καιρός
ἐστιν. |
33
Προσέχετε, ἀγρυπνεῖτε καὶ προσεύχεσθε·
διότι δὲν γνωρίζετε πότε εἶναι
καιρὸς τῆς παρουσίας τοῦ Κυρίου.
|
33
Νὰ εἶσθε προσεκτικοὶ καὶ ἄγρυπνοι.
Καὶ προσεύχεσθε, διότι δὲν ἠξεύρετε, πότε
εἶναι ὁ καιρὸς τῆς παρουσίας τοῦ
Κυρίου. |
34
Ὡς ἄνθρωπος ἀπόδημος, ἀφεὶς
τὴν οἰκίαν αὐτοῦ, καὶ
δοὺς τοῖς δούλοις αὐτοῦ τὴν
ἐξουσίαν καὶ ἑκάστῳ τὸ
ἔργον αὐτοῦ, καὶ τῷ θυρωρῷ
ἐνετείλατο ἵνα γρηγορῇ.
|
34
Καὶ διὰ νὰ ἐνοήσετε καλύτερον,
θὰ συμβῇ κάτι ἀνάλογον μὲ
ἕνα ξενητεμένον ἄνθρωπον, ὁ ὁποῖος
ἀφῆκε τὸ σπίτι του, ἐξουσιοδότησε
τοὺς δούλους του νὰ τὸ χρησιμοποιοῦν
καὶ εἰς τὸν θυρωρὸν ἔδωσε τὴν
ἐντολὴν νὰ εἶναι ἄγρυπνος καὶ
νὰ περιμένῃ. (Ἔτσι καὶ ὁ
Μεσσίας, ἐτακτοποίησε τὰ τῆς
Ἐκκλησίας του καὶ ἔχει δώσει
ἐντολὴν νὰ εἶναι ὅλοι ἄγρυπνοι
καὶ ἕτοιμοι, διὰ νὰ τὸν ὑποδεχθοῦν,
ὅταν ἔλθῃ). |
34
Σὰν ἄνθρωπος ξενητευμένος, ποὺ ἀφῆκε
τὸ σπίτι του ἔδωκεν εἰς τοὺς δούλους
του τὴν ἐξουσίαν ἐπ’ αὐτοῦ,
καὶ ἕκαστον ὥρισε τὸ ἔργον ποὺ
θὰ κάνῃ καὶ εἰς τὸν θυρωρὸν
ἔδωσεν ἐντολὴν νὰ εἶναι ἄγρυπνος
καὶ νὰ περιμένῃ, ἔτσι καὶ ὁ
Μεσσίας θὰ λείπῃ μέχρι τῆς δευτέρας παρουσίας
του καὶ εἰς τὸν καθένα ἀπὸ τοὺς
δούλους του ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ ἔχει
ἔργον νὰ ἐπιτελῇ περιμένων τὴν
ἔλευσιν τοῦ Κυρίου· |
35
Γρηγορεῖτε οὖν· οὐκ οἴδατε γὰρ
πότε ὁ κύριος τῆς οἰκίας
ἔρχεται, ὀψὲ ἢ μεσονυκτίου ἢ
ἀλεκτοροφωνίας ἢ πρωΐ·
|
35
Ἀγρυπνεῖτε λοιπὸν καὶ προσέχετε,
διότι δὲν γνωρίζετε πότε ὁ κύριος
τοῦ σπιτιοῦ ἔρχεται, ἀργὰ τὸ
βράδυ ἢ τὸ μεσονύκτιον ἢ τὰ
χαράματα, ὅταν θὰ λαλοῦν οἱ
πετινοὶ ἢ τὸ πρωΐ.
|
35
Γρηγορεῖτε λοιπόν, διότι δὲν γνωρίζετε, πότε ἔρχεται
ὁ Κύριος τῆς οἰκίας. Θὰ ἔλθῃ
τὸ βράδυ ἢ τὰ μεσάνυκτα ἢ ὅταν
λαλοῦν οἱ πετεινοὶ ἢ τὸ πρωί;
Δὲν ἠξεύρετε πότε ἔρχετε ὁ Κύριος,
εἴτε κατὰ τὴν δευτέραν παρουσίαν του, εἴτε
κατὰ τὴν ὤραν τοῦ θανάτου ἐκάστου
ἀπὸ σᾶς. |
36
μὴ ἐλθὼν ἐξαίφνης εὕρῃ
ὑμᾶς καθεύδοντας. |
36
Ἀγρυπνεῖτε, μήπως τυχὸν ἔλθῃ
αἰφνιδίως καὶ σᾶς εὕρῃ
νὰ κοιμᾶσθε. |
36
Γρηγορεῖτε, μήπως ἔλθῃ ξαφνικὰ καὶ
σᾶς εὔρῃ νὰ κοιμᾶσθε.
|
37
Ἅ δὲ ὑμῖν λέγω, πᾶσι λέγω·
γρηγορεῖτε. |
37
Αὐτὰ δὲ ποὺ λέγω εἰς σᾶς,
τὰ λέγω εἰς ὅλους. Γρηγορεῖτε>.
|
37
Αὐτὰ δὲ ποὺ σᾶς λέγω, τὰ
λέγω δι΄ ὅλους τοὺς μέχρι δευτέρας παρουσίας μου
Χριστιανούς. Σᾶς ἐπαναλαμβάνω πάλιν: Γρηγορεῖτε.
|