Πρωτότυπο
Κείμενο |
Ἑρμηνεία
Ἰωάννου Κολιτσάρα |
Ἑρμηνεία
Παναγιώτη Τρεμπέλα |
αὶ
ἐξελθὼν ὁ Ἰησοῦς ἐπορεύετο
ἀπὸ τοῦ ἱεροῦ· καὶ
προσῆλθον οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ
ἐπιδεῖξαι αὐτῷ τὰς οἰκοδομὰς
τοῦ ἱεροῦ.
|
αὶ
καθὼς ἐξῆλθεν ὁ Ἰησοῦς
καὶ ἔφευγεν ὁριστικῶς πλέον
ἀπὸ τὸν ναόν, τὸν ἐπλησίασαν
οἱ μαθηταὶ διὰ νὰ τοῦ δείξουν
τὰς ὡραίας οἰκοδομὰς τοῦ
ναοῦ.
|
αὶ
ἀφοῦ ἐβγῆκεν ὁ Ἰησοῦς,
ἔφευγεν ὁριστικῶς πλέον ἀπὸ
τὸ ἱερὸν διὰ νὰ μὴ ἐπανέλθῃ
εἰς αὐτό. Καὶ τότε ἐπλησίασαν οἱ
μαθηταί του διὰ νὰ τοῦ δείξουν τὰς
οἰκοδομὰς τοῦ ἱεροῦ.
|
2
Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς·
οὐ βλέπετε ταῦτα πάντα; Ἀμὴν
λέγω ὑμῖν, οὐ μὴ ἀφεθῇ
ὧδε λίθος ἐπὶ λίθον, ὃς
οὐ καταλυθήσεται.
|
2
Ὁ δὲ Ἰησοῦς τοὺς εἶπεν·
<δὲν βλέπετε μὲ θαυμασμὸν ὅλα
τὰ ὡραῖα αὐτὰ κτίρια;
Σᾶς διαβεβαιώνω, ὅτι δὲν θὰ
μείνῃ ἐδῶ πέτρα ἐπάνω
στὴν πέτρα, ποὺ νὰ μὴ μεταβληθῇ
εἰς συντρίμματα>.
|
2
Ὁ δὲ Ἰησοῦς τοὺς εἶπε·
Δὲν βλέπετε μὲ θαυμασμὸν ὅλα αὐτὰ
τὰ ὡραῖα κτίρια; Ἐν πάσῃ ἀληθείᾳ
σᾶς διαβεβαιῶ, ὅτι δὲν θὰ
μείνῃ πέτρα ἐπάνω εἰς τὴν πέτραν,
ποὺ νὰ μὴ κρημνισθῇ κάτω.
|
3
Καθημένου δὲ αὐτοῦ ἐπὶ
τοῦ ὅρους τῶν ἐλαιῶν προσῆλθον
αὐτῷ οἱ μαθηταὶ κατ' ἰδίαν
λέγοντες· εἰπὲ ἡμῖν πότε
ταῦτα ἔσται, καὶ τί τὸ σημεῖον
τῆς σῆς παρουσίας καὶ τῆς
συντελείας τοῦ αἰῶνος;
|
3
Καὶ ἐνῶ αὐτὸς ἐκάθητο
εἰς τὸν ὅρος τῶν Ἐλαιῶν,
τὸν ἐπλησίασαν οἱ μαθηταὶ
ἰδιαιτέρως καὶ τοῦ εἶπαν·
<πές μας, πότε θὰ γίνουν αὐτὰ
καὶ ποιὸ θὰ εἶναι τὸ σημεῖον,
ποὺ θὰ προαναγγέλῃ τὴν ἔνδοξον
παρουσίαν σου καὶ τὸ τέλος τοῦ
κόσμου;>
|
3
Καὶ ἐνῷ αὐτὸς ἐκάθητο
εἰς τὸ ὅρος τῶν Ἐλαιῶν,
τὸν ἐπλησίασαν οἱ μαθηταὶ ἰδιαιτέρως
καὶ εἶπαν· Εἰπέ μας, πότε θὰ
γίνουν ὅλα αὐτὰ καὶ ποῖον
εἶναι τὸ σημάδι, ποὺ θὰ προαναγγέλλῃ
τὴν ἔνδοξόν σου παρουσίαν καὶ τὸ
ὁριστικὸν τέλος τοῦ κόσμου αὐτοῦ;
|
4
Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς
εἶπεν αὐτοῖς· βλέπετε μή
τις ὑμᾶς πλανήσῃ.
|
4
Καὶ ἀπεκρίθη ὁ Ἰησοῦς
καὶ τοὺς εἶπε· <προσέχετε
μήπως τυχὸν σᾶς πλανήσῃ κανείς.
|
4
Καὶ ἀπεκρίθη ὁ Ἰησοῦς καὶ
τοὺς εἶπε· Προσέχετε νὰ μὴ
σᾶς πλανήσῃ κανείς.
|
5
Πολλοὶ γὰρ ἐλεύσονται ἐπὶ
τῷ ὀνόματί μου λέγοντες, ἐγώ
εἰμι ὁ Χριστός, καὶ πολλοὺς
πλανήσουσι.
|
5
Διότι πολλοὶ θὰ ἔρθουν μὲ
τὸ ἰδικόν μου ὄνομα καὶ θὰ
λέγουν· ἐγὼ εἶμαι ὁ Χριστὸς
καὶ θὰ παρασύρουν πολλοὺς εἰς
τὸν δρόμον τῆς πλάνης.
|
5
Διότι θὰ ἔλθουν πολλοί, ποὺ θὰ διεκδικοῦν
καὶ θὰ οἰκειοποιοῦνται τὸ
ὄνομα τοῦ Μεσσίου, τὸ ὁποῖον
εἶναι ἰδικόν μου, καὶ θὰ λέγουν·
ἐγὼ εἶμαι ὁ Χριστός. Καὶ θὰ
πλανήσουν πολλούς.
|
6
Μελλήσετε δὲ ἀκούειν πολέμους
καὶ ἀκοὰς πολέμων· ὁρᾶτε
μὴ θροεῖσθε· δεῖ γὰρ πάντα
γενέσθαι, ἀλλ' οὔπω ἐστὶ τὸ
τέλος.
|
6
Θὰ ἀκούσετε δὲ πολέμους καὶ
φῆμες περὶ πολέμων, ποὺ γίνονται
μακράν. Προσέχετε, μὴ ταράσσεσθε,
νομίζοντες ὅτι αὐτὰ εἶναι
σημεῖα τοῦ τέλους. Διότι πρέπει
ὅλα νὰ πραγματοποιηθοῦν, ἀλλὰ
ἀκόμα δὲν θὰ ἔλθῃ τὸ
τέλος.
|
6
Μέλλετε δὲ νὰ ἀκούετε πολέμους καὶ
εἰδήσεις περὶ πολέμων, ποὺ θὰ γίνωνται
εἰς ἄλλας χώρας. Προσέχετε, μὴ ταράσσεσθε
νομίζοντες, ὅτι αὐτὰ εἶναι σημάδια,
ποὺ προαναγγέλλουν τὸ τέλος, διότι σύμφωνα μὲ
τὰς βουλὰς τῆς θείας προνοίας πρέπει ὅλα
αὐτὰ νὰ γίνουν, ἀλλ’ ἀκόμη
δὲν εἶναι οὔτε τὸ τέλος τοῦ
κόσμου οὔτε ἡ καταστροφὴ τῆς Ἱερουσαλὴμ
καὶ τοῦ ναοῦ της, ποὺ προεικονίζει
καὶ προτυπώνει τὴν συντέλειαν τοῦ κόσμου.
|
7
Ἐγερθήσεται γὰρ ἔθνος ἐπὶ
ἔθνος καὶ βασιλεία ἐπὶ βασιλείαν,
καὶ ἔσονται λιμοὶ καὶ λοιμοὶ
καὶ σεισμοὶ κατὰ τόπους·
|
7
Διότι θὰ ξεσηκωθῇ τὸ ἕνα ἔθνος
ἐνάντιον τοῦ ἄλλου ἔθνους,
καὶ τὸ ἕνα βασίλειον ἐναντίον
τοῦ ἄλλου βασιλείου καὶ θὰ
συμβοῦν στερήσεις καὶ πεῖνες καὶ
ἐπιδημικὲς ἀρρώστιες καὶ σεισμοὶ
εἰς διαφόρους τόπους.
|
7
Διότι θὰ σηκωθῇ τὸ ἕνα ἔθνος
κατὰ τοῦ ἄλλου ἔθνους, καὶ
τὸ ἕνα βασίλειον κατὰ τοῦ ἅλλου
βασιλείου καὶ θὰ συμβοῦν πεῖνες
καὶ μολυσματικοὶ ἐπιδημίαι καὶ σεισμοὶ
ἐδῶ καὶ ἐκεῖ.
|
8
Πάντα δὲ ταῦτα ἀρχὴ ὠδίνων.
|
8
Ὅλα ὅμως αὐτὰ θὰ εἶναι
ἀρχὴ τῶν ταλαιπωριῶν καὶ πόνων.
|
8
Ὅλα δὲ αὐτὰ εἶναι ἀρχὴ
πόνων καὶ δεινῶν.
|
9
Τότε παραδώσουσιν ὑμᾶς εἰς
θλῖψιν καὶ ἀποκτενοῦσιν ὑμᾶς,
καὶ ἔσεσθε μισούμενοι ὑπὸ
πάντων τῶν ἐθνῶν διὰ τὸ
ὄνομά μου.
|
9
Τότε θὰ σᾶς παραδώσουν εἰς
θλίψεις καὶ βασανιστήρια καὶ θὰ
σᾶς φονεύσουν, καὶ θὰ εἶσθε
οἱ μισούμενοι ἀπὸ ὅλα τὰ
ἔθνη, διότι θὰ πιστεύετε καὶ
θὰ κηρύτετε τὸ ὄνομά μου.
|
9
Τότε θὰ σᾶς παραδώσουν εἰς θλίψεις καὶ
δοκιμασίας. Καὶ θὰ θανατώσουν μερικοὺς
ἀπὸ σᾶς, καὶ θὰ σᾶς
μισοῦν ὅλα τὰ ἔθνη δι’ ἐμέ,
ἐπειδὴ θὰ πιστεύετε εἱς τὸ
ὄνομά μου.
|
10
Καὶ τότε σκανδαλισθήσονται πολλοὶ
καὶ ἀλλήλους παραδώσουσι καὶ
μισήσουσιν ἀλλήλους.
|
10
Καὶ τότε θὰ κλονισθοῦν πολλοὶ
εἰς τὴν πίστιν καὶ θὰ παραδώσουν
εἰς τοὺς διώκτας ὁ ἔνας τὸν
ἄλλον καὶ θὰ μισηθοῦν μεταξύ
των.
|
10
Καὶ τότε θὰ σκανδαλισθοῦν καὶ θὰ
κλονισθοῦν εἰς τὴν πίστιν πολλοί. Καὶ
θὰ παραδώσουν ὁ ἔνας τὸν ἄλλον
εἰς τοὺς ἀπίστους ἄρχοντας καὶ
θὰ μισήσουν ὁ ἔνας τὸν ἄλλον.
|
11
Καὶ πολλοὶ ψευδοπροφῆται ἐγερθήσονται
καὶ πλανήσουσι πολλούς,
|
11
Καὶ πολλοὶ ψευδοπροφῆται θὰ ξεπροβάλλουν
καὶ θὰ παρασύρουν
εἰς τὴν πλάνην πολλούς.
|
11
Καὶ θὰ ἀναφανοῦν πολλοὶ ψευδοπροφῆται
καὶ θὰ παρασύρουν εἰς τὰς πλανεμένας
διδασκαλίας των πολλούς.
|
12
καὶ διὰ τὸ πληθυνθῆναι τὴν
ἀνομίαν ψυγήσεται ἡ ἀγάπη
τῶν πολλῶν.
|
12
Καὶ ἐπειδὴ θὰ ἔχῃ πληθυνθῆ
ἡ ἁμαρτία καὶ ἡ κακία,
θὰ κρυώσῃ ἡ ἀγάπη τῶν
πολλῶν πρὸς τὸν Θεὸν καὶ πρὸς
τοὺς ἀνθρώπους. (Ἡ καταπάτησις
τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ, ἡ φαυλότης
καὶ ἡ διαφθορὰ εἶναι κατάστασις
ἰδιοτελείας, ἡ ὁποία συνεπάγεται
κατάπτωσιν πνευματικήν, ψῦξιν τῆς
ἀγάπης καὶ πρὸς αὐτοὺς
ἀκόμη τοὺς οἰκείους, ἀπομάκρυνσιν
ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ ἀπιστίαν.
Ἡ ἀπιστία εἶναι κατὰ κανόνα
γέννημα τῆς ἁμαρτίας).
|
12
Καὶ ἐπειδὴ θὰ πληθύνῃ ἡ
κακία καὶ ἡ φαυλότης, θὰ ψυχρανθῇ
ἡ πρὸς τὸν Θεὸν καὶ τὸν
πλησίον ἀγάπη τοῦ πλήθους τῶν συνήθων
καὶ κατ’ ὅνομα Χριστιανῶν.
|
13
Ὁ δὲ ὑπομείνας εἰς τὸ
τέλος, οὗτος σωθήσεται.
|
13
Ἐκεῖνος ὅμως, ὁ ὁποῖος
κατὰ τὸ διάστημα τῶν δοκιμασιῶν
αὐτῶν θὰ δείξῃ μέχρι
τέλους ὑπομονήν, αὐτὸς θὰ
σωθῇ.
|
13
Ἐκεῖνος δὲ ποὺ θὰ δείξῃ
ὑπομονὴν μέχρι τέλους τῶν δοκιμασιῶν
αὐτῶν, αὐτὸς καὶ μόνον θὰ
σωθῇ.
|
14
Καὶ κηρυχθήσεται τοῦτο τὸ εὐαγγέλιον
τῆς βασιλείας ἐν ὅλῃ τῇ
οἰκουμένῃ εἰς μαρτύριον πᾶσι
τοῖς ἔθνεσι, καὶ τότε ἥξει
τὸ τέλος.
|
14
Καὶ θὰ κηρυχθῇ αὐτὸ τὸ
Εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας τοῦ
Θεοῦ εἰς ὅλην τὴν οἰκουμένην,
ὥστε νὰ εἶναι ἡ καλὴ μαρτυρία
πρὸς σωτηρίαν δι' ὅλα τὰ ἔθνη,
καὶ τότε θὰ ἔλθῃ τὸ
τέλος.
|
14
Καὶ θὰ κηρυχθῇ τὸ εὐαγγέλιον
αὺτὸ τῆς βασιλείας εἰς ὅλην
τὴν οἰκουμένην, διὰ νὰ εἶναι
τὸ κήρυγμα τοῦτο ἔλεγχος δι’ ὅλα
τὰ ἔθνη, ὅσα δὲν θὰ πιστεύσουν,
ὥστε νὰ μὴ δύνανται νὰ προφασισθοῦν,
ὅτι δὲν προσεφέρθη καὶ εἰς αὐτοὺς
τὸ εὐαγγέλιον. Καὶ τότε θὰ ἔλθῃ
τὸ τέλος τοῦ κόσμου, τοῦ ὁποίου
εἰκὼν καὶ προτύπωσις θὰ εἶναι
τὸ ἐπικείμενον τέλος τῶν Ἱεροσολύμων.
|
15
Ὅταν οὖν ἴδητε τὸ βδέληγμα
τῆς ἐρημώσεως τὸ ρηθὲν διὰ
Δανιὴλ τοῦ προφήτου ἑστὼς
ἐν τόπῳ ἁγίῳ-ὁ
ἀναγινώσκων νοείτω-
|
15
Ὅταν λοιπὸν θὰ
ἰδῆτε τὸ μισητὸν καὶ ἀηδὲς
κάθαρμα, ποὺ θὰ ἐπιφέρῃ
τὴν ἐρήμωσιν καὶ τὸν ὄλεθρον
τῆς Ἱερουσαλήμ, ὅπως ἔχει προφητευθῆ
ἀπὸ τὸν Δανιήλ, νὰ στέκεται
εἰς τὸν ἅγιον
τόπον-κάθε ἀναγνώστης ἂς καταλάβῃ
καλὰ αὐτό· Πρόκειται διὰ
τοὺς κακούργους ψευδοζηλωτὰς καὶ τοὺς
αἱμοχαρεῖς σικαρίους, ποὺ θὰ
βεβηλώνουν τὸν ναόν, μὲ ἀναριθμήτους
δολοφονίας καὶ ἄλλα κακουργήματα,
καὶ τοὺς μισητοὺς Ρωμαίους στρατιώτας
μὲ τὰ εἰδωλολατρικά
των σήματα.
|
15
Ἀλλὰ τὸ τέλος τοῦ κόσμου θὰ
βραδύνῃ ἀκόμη. Ἡ εἰκὼν ὅμως
καὶ ἡ προτύπωσις τοῦ τέλους αὐτοῦ,
δηλαδὴ ἡ καταστροφὴ τῶν Ἱεροσολύμων,
πλησιάζει. Σᾶς δίδω λοιπὸν τὰ σημεῖα,
ποὺ θὰ προαναγγέλλουν τὸν σύντομον ἐρχομὸν
τῆς καταστροφῆς αὐτῆς. Θὰ
ἴδητε πρῶτον τὸ μισητὸν καὶ
βέβηλον σίχαμα, ποὺ θὰ προκαλέσῃ τὴν
ἐρήμωσιν καὶ τὴν καταστροφὴν τῆς
Ἱερουσαλήμ, καὶ τὸ ὁποῖον
ἐλέχθη προφητικῶς διὰ τοῦ προφήτου
Δανιήλ, νὰ στέκεται εἰς ἅγιον τόπον. Κάθε
ἀναγνώστης ἂς τὸ νοιώσῃ καὶ
ἂς λάβῃ τὰ μέτρα του. Ἂς ἐννοήσῃ,
ὅτι τὸ σίχαμα αὐτὸ θὰ εἶναι
πρῶτον μὲν οἱ ζηλωταὶ καὶ
οἱ ξιφοφόροι, ποὺ θὰ καταλάβουν τὸ
ἱερὸν καὶ θὰ τὸ βεβηλώσουν
μὲ τὰς δολοφονίας των καὶ τὰ ἄλλα
κακουργήματά των, ὕστερα δὲ καὶ τὰ
ρωμαϊκὰ στρατεύματα, ποὺ θὰ ἔλθουν
νὰ συμπληρώσουν τὴν βεβήλωσιν αὐτήν.
|
16
Τότε οἱ ἐν τῇ Ἰουδαίᾳ
φευγέτωσαν ἐπὶ τὰ ὅρη,
|
16
Τότε, ὅταν θὰ δῆτε αὐτὴν
τὴν βεβήλωσιν τοῦ ἱεροῦ, ὅσοι
εὑρίσκονται εἰς τὴν Ἰουδαίαν,
ἂς φύγουν εἰς τὰ βουνά, διὰ
νὰ κρυβοῦν.
|
16
Ὅταν λοιπὸν θὰ ἴδητε τὴν βεβήλωσιν
αὐτὴν τοῦ ἱεροῦ νὰ ἀρχίζῃ,
τότε ἐκεῖνοι ποὺ θὰ κατοικοῦν
εἰς τὰς πόλεις τῆς Ἰουδαίας, ἂς
φεύγουν εἰς τὰ βουνὰ διὰ νὰ
κρυβοῦν ἐκεῖ.
|
17
ὁ ἐπὶ τοῦ δώματος μὴ
καταβαινέτω ἆραι τὰ ἐκ τῆς
οἰκίας αὐτοῦ,
|
17
Ὅποιος εἶναι ἐπάνω εἰς τὴν
ταράτσα, ἂς μὴ κατεβῇ εἰς
τὸ σπίτι, διὰ νὰ πάρῃ
τὰ πράγματά του, ἀλλὰ ἂς
φύγῃ ἀμέσως.
|
17
Καὶ ἐκεῖνος ποὺ εἶναι ἐπάνω
εἰς τὸ ἠλιακωτὸν τοῦ σπιτιοῦ,
ἂς μὴ καταβῇ διὰ νὰ πάρῃ
ἀπὸ τὸ σπίτι του τὰ πράγματά του,
ἀλλ’ ἂς φύγῃ τὸ ταχύτερον.
|
18
καὶ ὁ ἐν τῷ ἀγρῷ μὴ
ἐπιστρεψάτω ὀπίσω ἄραι τὰ
ἱμάτια αὐτοῦ.
|
18
Καὶ ἐκεῖνος ποὺ μὲ τὸ
πουκάμισο ἐργάζεται εἰς τὸ χωράφι,
ἂς μὴ γυρίσῃ πίσῳ νὰ
πάρῃ τὰ ἐνδύματά του.
|
18
Καὶ ἐκεῖνος ποὺ μὲ μόνον τὸ
ὑποκάμισον ἐργάζεται εἰς τὸ χωράφι,
ἂς μὴ γυρίσῃ ὀπίσω διὰ νὰ
πάρῃ καὶ τὰ ἐξωτερικά του ἐνδύματα.
|
19
Οὐαὶ δὲ ταῖς ἐν γαστρὶ
ἐχούσαις καὶ ταῖς θηλαζούσαις
ἐν ἐκείναις ταῖς ἡμέραις.
|
19
Ἀλλοίμονο δὲ εἰς τὰς ἐγκύους
καὶ εἰς ὅσας θὰ θηλάζουν μικρὰ
παιδιὰ κατὰ τὰς ἡμέρας ἐκείνας,
διότι δὲν θὰ τοὺς εἶναι εὔκολον
νὰ τρέξουν νὰ σωθοῦν.
|
19
Ἀλλοίμονον δὲ εἰς τὰς ἐγκύους
καὶ εἰς ἐκείνας, ποὺ θὰ θηλάζουν
μικρὰ παιδιὰ κατὰ τὰς ἡμέρας
ἐκείνας, διότι θὰ εἶναι πολὺ δύσκολον
εἰς αὐτὰς καὶ νὰ τρέξουν διὰ
νὰ σωθοῦν, ἀλλὰ καὶ νὰ
εὕρουν τὰ ἀπαραίτητα διὰ τὸν
στηριγμὸν τοῦ ὀργανισμοῦ των.
|
20
Προσεύχεσθε δὲ ἵνα μὴ γένηται
ἡ φυγὴ ὑμῶν χειμῶνος μηδὲ
σαββάτῳ.
|
20
Προσεύχεσθε δὲ νὰ μὴ γίνῃ
ἡ φυγή σας αὐτὴ εἰς καιρὸν
χειμῶνος οὔτε εἰς ἡμέραν Σαββάτου
(κατὰ τὴν ὁποίαν ἀπαγορεύεται
ἡ μεγάλη πορεία).
|
20
Κάνετε δὲ τὴν προσευχήν σας νὰ μὴ
γίνῃ ἡ φυγή σας εἰς χειμωνιάτικην κακοκαιρίαν,
ἡ ὁποία θὰ σᾶς γίνεται ἐμπόδιον
εἰς τὴν φυγήν· οὔτε νὰ συμπέσῃ
ἡ φυγὴ εἰς ἡμέραν Σαββάτου, ποὺ
ἀπαγορεύεται νὰ βαδίσετε δρόμον μακρυνόν.
|
21
῎Εσται γὰρ τότε θλῖψις μεγάλη,
οἵα οὐ γέγονεν ἀπ' ἀρχῆς
κόσμου ἕως τοῦ νῦν οὐδ' οὺ
μὴ γένηται.
|
21
Καὶ θὰ φύγετε τότε μὲ μεγάλην
βίαν καὶ τρόμον, διότι θὰ
συμβῇ θλῖψις τόσον μεγάλη, ὁμοία
πρὸς τὴν ὁποίαν οὔτε ἔχει
γίνει ἀπὸ τὴν ἀρχὴν
τοῦ κόσμου ἕως τώρα οὔτε καὶ
θὰ γίνῃ.
|
21
Πρέπει δὲ εἰς τὴν φυγήν σας νὰ μὴ
ἐμποδίζεσθε ἀπὸ τίποτε. Διότι τότε θὰ
εἶναι θλῖψις μεγάλη, τέτοια ποὺ δὲν
ἔχει γίνει ἀπὸ τὴν ἀρχὴν
τοῦ κόσμου ἕως τώρα, οὕτε θὰ γίνῃ
ποτὲ παρομοία. |
22
Καὶ εἰ μὴ ἐκολοβώθησαν αἱ
ἡμέραι ἐκεῖναι, οὐκ ἂν
ἐσώθη πᾶσα σάρξ· διὰ δὲ
τοὺς ἐκλεκτοὺς καλοβωθήσονται αἱ
ἡμέραι ἐκεῖναι.
|
22
Καὶ ἐὰν δὲν ὠλιγόστευαν
αἱ ἡμέραι ἐκεῖναι, δὲν
θὰ ἐσώζετο κανένας ἄνθρωπος
εἰς τὴν περιοχὴν
ἐκείνην. Ἀλλὰ χάριν
τῶν ἐκλεκτῶν θὰ περιορισθῇ
ὁ ἀριθμὸς τῶν ἡμερῶν
ἐκείνων τῆς τρομερᾶς θλίψεως.
|
22
Καὶ ἂν δὲν ὠλιγόστευεν ὁ ἀριθμὸς
τῶν ἡμερῶν ἐκείνων, δὲν θὰ
ἐσώζετο κανεὶς ἄνθρωπος. Ἀλλὰ
διὰ τοὺς ἐκλεκτούς, διὰ τοὺς
ὁποίους ὁ Θεὸς θὰ προνοήσῃ νὰ
μὴ ταλαιπωρηθοῦν πολύ, θὰ ὀλιγοστεύσουν
αἱ ἡμέραι ἐκεῖναι.
|
23
Τότε ἐάν τις ὑμῖν εἴπῃ,
ἰδοὺ ὧδε ὁ Χριστὸς ἢ ὧδε,
μὴ πιστεύσητε·
|
23
Τότε ἐὰν κανεὶς σᾶς πῇ·
Ἰδοὺ ὁ Χριστὸς εἶναι ἐδῶ
ἢ ἐκεῖ, μὴ πιστεύσετε.
|
23
Τότε, ἐὰν σᾶς εἴπῃ κανείς·
Νά, ἐδῶ εἶναι ὁ Χριστὸς ἢ
ἐδῶ, μὴ πιστεύσητε.
|
24
ἐγερθήσονται γὰρ ψευδόχριστοι καὶ
ψευδοπροφῆται καὶ δώσουσι σημεῖα μεγάλα
καὶ τέρατα, ὥστε πλανῆσαι, εἰ
δυνατόν, καὶ τοὺς ἐκλεκτούς.
|
24
Διότι θὰ ἀναφανοῦν ψευδόχριστοι
καὶ ψευδοπροφῆται καὶ θὰ δώσουν
μεγάλα σημεῖα καὶ θὰ κάμουν
καταπληκτικὰ ἔργα, ὥστε νὰ πλανήσουν,
ἐὰν εἶναι δυνατόν, καὶ αὐτοὺς
ἀκόμη τοὺς ἐκλεκτούς.
|
24
Διότι θὰ ἀναφανοῦν ψευδομεσσίαι καὶ
ψευδοπροφῆται καὶ θὰ δείξουν σημάδια μεγάλα
καὶ ἔργα καταπληκτικά, ὥστε νὰ πλανήσουν,
ἐὰν θὰ εἶναι δυνατόν, καὶ αὐτοὺς
τοὺς ἐκλεκτούς. |
25
Ἰδοὺ προείρηκα ὑμῖν.
|
25
Ἰδοὺ σᾶς τὰ προεῖπα, ὥστε
νὰ λάβετε τὰ μέτρα σας.
|
25
Ἰδοὺ σᾶς τὰ προεῖπα, ὥστε
νὰ μὴ χωρῇ δικαιολογία διὰ τὴν
τυχὸν ἀποπλάνησίν σας.
|
26
Ἐὰν οὖν εἴπωσιν ὑμῖν,
ἰδοὺ τῇ ἐρήμῳ ἐστί,
μὴ ἐξέλθητε, ἰδοὺ ἐν τοῖς
ταμιείοις, μὴ πιστεύσητε·
|
26
Ἐὰν λοιπὸν σᾶς ποῦν· Ἰδοὺ
εἰς τὴν ἔρημον εὑρίσκεται ὁ
Χριστός, μὴ βγῆτε· ἢ ἐὰν
σᾶς ποῦν ὅτι ὁ Χριστὸς εὑρίσκεται
εἰς τὰ πλέον ἀπόμερα καὶ
ἀσφαλῆ δωμάτια, μὴ πιστεύσετε.
|
26
Ἐὰν λοιπὸν σᾶς εἶπουν·
Ἰδοὺ εἰς τὴν ἔρημον εἶναι
ὁ Μεσσίας, μὴ βγῆτε εἰς συνάντησίν
του. Ἐὰν πάλιν σᾶς εἶπουν, ἰδοὺ
ὁ Χριστὸς εἶναι μέσα εἰς τὰ
ἰδιαίτερα δωμάτια, μὴ πιστεύσητε.
|
27
ὥσπερ γὰρ ἡ ἀστραπὴ ἐξέρχεται
ἀπὸ ἀνατολῶν καὶ φαίνεται
ἕως δυσμῶν, οὕτως ἔσται καὶ
ἡ παρουσία τοῦ υἱοῦ τοῦ
ἀνθρώπου·
|
27
Διότι οὔτε εἰς τὴν ἔρημον οὔτε
εἰς σπίτια θὰ παρουσιασθῇ ὁ
Χριστός, ἀλλὰ ὅπως ἡ ἀστραπὴ
βγαίνει ἀπὸ τὴν ἀνατολὴ
καὶ ἀμέσως φαίνεται ἕως τὴν
δύσιν, ἔτσι ἀμέσως αἰσθητὴ
εἰς ὅλους θὰ γίνῃ καὶ
ἡ ἔνδοξος παρουσία τοῦ Υἱοῦ
τοῦ ἀνθρώπου. |
27
Διότι οὔτε κρυμμένος εἰς δωμάτια, οὔτε εἰς
μέρος ἐρημικὸν θὰ παρουσιασθῇ ὁ
Μεσσίας, ἀλλὰ καθὼς ἡ ἀστραπὴ
βγαίνει ἀπὸ τὸ ἀνατολικὸν σημεῖον
τοῦ ὁρίζοντος καὶ φαίνεται ἀμέσως
ἕως τὸ ἀντίθετον δυτικὸν σημεῖον,
ἔτσι θὰ γίνῃ καὶ ἡ παρουσία
τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου. Θὰ
γίνῃ ἀμέσως παντοῦ καὶ εἰς ὅλους
αἰσθητή. |
28
Ὅπου γὰρ ἐὰν ᾖ τὸ πτώμα,
ἐκεῖ συναχθήσονται οἱ ἀετοί. |
28
Διότι ὅπου εἶναι τὸ πτῶμα, ἐκεῖ
θὰ μαζευτοῦν ἀετοί· <ὅπου
ὑπάρχει ἠθικὴ σαπίλα καὶ
διαφθορά, ἐκεῖ μαζεύονται, διὰ
νὰ δράσουν οἱ ἀπατεῶνες, οἱ
κλέπται καὶ οἱ ἐγκληματίαι.
Εἰς ἐποχὰς ἀποστασίας, παρουσιάζονται
ψευδόχριστοι καὶ ψευδοπροφῆται).
|
28
Διότι ἐκεῖ ὅπου εἶναι τὸ νεκρὸν
πτῶμα, ἐκεῖ θὰ μαζευθοῦν καὶ
οἱ ἀετοὶ διὰ νὰ χορτασθοῦν
ἀπὸ αὐτό. Μὲ ἄλλα λόγια. Ὅταν
ἡ σαπίλα τοῦ κόσμου φθάσῃ εἰς τὸ
ἀπροχώρητον, τότε θὰ ἔλθῃ ἄφευκτος
καὶ εἰς ὅλους φανερὰ ἡ ἐξ
οὐρανοῦ κρίσις καὶ τιμωρία.
|
29
Εὐθέως δὲ μετὰ τὴν θλῖψιν
τῶν ἡμερῶν ἐκείνων ὁ ἥλιος
σκοτισθήσεται καὶ ἡ σελήνη οὐ
δώσει τὸ φέγγος αὐτῆς, καὶ
οἱ ἀστέρες πεσοῦνται ἀπὸ
τοῦ οὐρανοῦ, καὶ αἱ δυνάμεις
τῶν οὐρανῶν σαλευθήσονται.
|
29
Ἀμέσως δέ, ἔπειτα ἀπὸ
τὴν θλῖψιν τῶν ἡμερῶν ἐκείνων
ὁ ἥλιος θὰ σκοτισθῇ καὶ τὸ
γεγγάρι δὲν θὰ δώσῃ τὸ
φῶς του καὶ τὰ ἄστρα θὰ πέσουν
ἀπὸ τὸν οὐρανὸν καὶ αἱ
οὐράνιαι δυνάμεις, αἱ συγκρατοῦσαι
τὴν ἁρμονίαν τοῦ σύμπαντος,
θὰ σαλευθοῦν. |
29
Ἀμέσως δὲ ὕστερα ἀπὸ τὴν
θλῖψιν καὶ τάς δοκιμασίας τῶν ἡμερῶν
ἐκείνων, ὅταν πλέον θὰ πλησιάζῃ ἡ
συντέλεια τοῦ κόσμου, ὁ ἥλιος θὰ χάσῃ
τὴν λάμψιν του καὶ θὰ σκοτισθῇ, καὶ
ἡ σελήνη δὲν θὰ δώσῃ τὸ φῶς
της καὶ τὰ ἄστρα θὰ πέσουν ἀπὸ
τὸν οὐρανὸν καὶ ὅλος ὁ
κόσμος θὰ γίνῃ καινούργιος, καὶ αἱ
οὐράνιαι δυνάμεις τῶν ἀγγέλων, αἱ
συγκρατοῦσαι ἤδη τὴν τάξιν τοῦ σύμπαντος,
θὰ σαλευθοῦν καὶ θὰ μετακινηθοῦν
καὶ ἀπὸ τὴν βαθεῖαν των συγκίνησιν
δι’ ὅσα θὰ συμβαίνουν κατὰ τὴν δευτέραν
παρουσίαν, ἀλλὰ καὶ διότι ἡ παροῦσα
μορφὴ τοῦ κόσμου θὰ παρέλθῃ διὰ
νὰ ἀνακαινισθῇ τὸ σύμπαν.
|
30
Καὶ τότε φανήσεται τὸ σημεῖον
τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου
ἐν τῷ οὐρανῷ, καὶ τότε
κόψονται πᾶσαι αἱ φυλαὶ τῆς
γῆς καὶ ὄψονται τὸν υἱὸν
τοῦ ἀνθρώπου ἐρχόμενον ἐπὶ
τῶν νεφελῶν τοῦ οὐρανοῦ μετὰ
δυνάμεως καὶ δόξης πολλῆς.
|
30
Καὶ τότε θὰ φανῇ εἰς τὸν
οὐρανὸν τὸ σημεῖον τοῦ υἱοῦ
τοῦ ἀνθρώπου, καὶ τότε ὅλαι
αἱ φυλαὶ τῆς γῆς, ποὺ δὲν
ἐπίστευσαν, θὰ ὀδύρωνται σπαρακτικά,
καὶ θὰ ἴδουν τὸν υἱὸν
τοῦ ἀνθρώπου νὰ ἔρχεται ἐπάνω
εἰς τὰς νεφέλας τοῦ οὐρανοῦ
μὲ δύναμιν μεγάλην καὶ δόξαν
πολλήν. |
30
Καὶ τότε θὰ φανῇ εἰς τὸν οὐρανὸν
τὸ σημεῖον, ποὺ θὰ προαναγγέλλῃ
τὴν ἐντὸς ὀλίγου ἔλευσιν καὶ
παρουσίαν τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου.
Καὶ τότε θὰ θρηνήσουν ὅλαι αἱ φυλαὶ
τῆς γῆς, ὅσαι δὲν ἐπίστευσαν
καὶ θὰ ἴδουν τὸν υἱὸν
τοῦ ἀνθρώπου νὰ ἔρχεται καθισμένος
εἰς τὰ σύννεφα τοῦ οὐρανοῦ
μὲ δύναμιν καὶ συνοδείαν ἀγγέλων καὶ
μὲ δόξαν πολλήν. |
31
Καὶ ἀποστελεῖ τοὺς ἀγγέλους
αὐτοῦ μετὰ σάλπιγγος φωνῆς μεγάλης,
καὶ ἐπισυνάξουσι τοὺς ἐκλεκτοὺς
αὐτοῦ ἐκ τῶν τεσσάρων ἀνέμων
ἀπ' ἄκρων οὐρανῶν ἕως ἄκρων
αὐτῶν. |
31
Καὶ θὰ στείλῃ τοὺς ἀγγέλους
του, οἱ ὁποῖοι μὲ φωνὴν μεγάλην,
σὰν ἀπὸ ἰσχυρὰν σάλπιγγα,
θὰ συγκεντρώσουν τοὺς ἐκλεκτούς
του ἀπὸ τὰ τέσσαρα σημεῖα τοῦ
ὁρίζοντος, ἀπὸ τὴν μίαν
ἄκρην τοῦ οὐρανοῦ ἕως τὴν
ἄλλην. |
31
Καὶ θὰ ἀποστείλῃ τοὺς ἀγγέλους
του μὲ σάλπιγγα ποὺ θὰ σημαίνῃ δυνατὰ
καὶ θὰ μαζεύσουν τοὺς ἐκλεκτούς του
ἀπὸ τὰ τέσσαρα σημεῖα τοῦ ὁρίζοντος,
ἀπὸ τὰ ὁποῖα πνέουν οἱ
τέσσαρες ἄνεμοι, ἀπὸ τὴν μίαν ἄκρην
τοῦ ὁρίζοντος ἕως τὴν ἄλλην
ἄκρην. |
32
Ἀπὸ δὲ τῆς συκῆς μάθετε
τὴν παραβολήν. Ὅταν ἤδη ὁ κλάδος
αὐτῆς γένηται ἁπαλὸς καὶ
τὰ φύλλα ἐκφύῃ, γινώσκετε
ὅτι ἐγγὺς τὸ θέρος·
|
32
Ἀπὸ τὴν συκῆν δὲ μάθετε
τὴν παρομοίωσιν· ὅταν πλέον ὁ
κλάδος της γίνῃ μαλακὸς καὶ
ἀναβλαστάνῃ τὰ φύλλα, γνωρίζετε
ὅτι πλησιάζει τὸ θέρος.
|
32
Ἀπὸ δὲ τὴν συκιὰν μάθετε τὴν
ὁμοιότητα· ὅταν πλέον ὁ κλάδος της
γίνῃ ἁπαλὸς καὶ βγοῦν τὰ
φύλλα, γνωρίζετε, ὅτι τὸ θέρος εἶναι πλησίον.
|
33
Οὕτω καὶ ὑμεῖς ὅταν ἴδητε
ταῦτα πάντα, γινώσκετε ὅτι ἐγγύς
ἐστιν ἐπὶ θύραις.
|
33
Ἔτσι καὶ σεῖς, ὅταν ἴδετε ὅλα
αὐτά, μάθετε ὅτι ἔφθασε ὁ
καιρὸς τῆς κρίσεως τοῦ Θεοῦ,
ποὺ θὰ τιμωρήσῃ τοὺς Ἰουδαίους
μὲ καταστροφήν.
|
33
Ἔτσι καὶ σεῖς· ὅταν ἴδητε
νὰ συμβαίνουν ὅλα αὐτὰ τὰ σημεῖα,
ποὺ σᾶς προεῖπα, νὰ γνωρίζετε, ὅτι
πλησιάζει εἰς τὴν πόρταν, ἔφθασε καὶ
θὰ ἐμφανισθῇ ἀμέσως ἡ κρίσις
τοῦ Θεοῦ, ποὺ θὰ τιμωρήσῃ τὴν
ἀπιστίαν τῶν Ἰουδαίων διὰ καταστροφῆς
τῆς Ἱερουσαλήμ. |
34
Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐ μὴ
παρέλθῃ ἡ γενεὰ αὔτη ἕως
ἂν πάντας ταῦτα γένηται. |
34
Σᾶς διαβεβαιώνω, ὅτι δὲν θὰ
περάσῃ ἡ γενεὰ αὐτή, ἕως
ὅτου γίνουν ὅλα ὅσα σᾶς προεῖπα
διὰ τὴν καταστροφὴν τῆς Ἱερουσαλήμ.
|
34
Ἀληθῶς σᾶς λέγω, δὲν θὰ περάσῃ
ἢ γενεὰ αὐτὴ προτοῦ γίνουν ὅλα
αὐτὰ καὶ προτοῦ πραγματοποιηθῇ
καὶ ἡ καταστροφὴ τῆς Ἱερουσαλὴμ
καὶ ὅσα περὶ πολέμων καὶ ψευδομεσσιῶν
καὶ ψευδοπροφητῶν σᾶς προεῖπον.
|
35
Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται,
οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι. |
35
Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ θὰ
παρέλθουν, οἱ λόγοι μου ὅμως δὲν
θὰ παρέλθουν, ἀλλὰ θὰ πραγματοποιηθοῦν
ἐξ ὁλοκλήρου.
|
35
Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ποῦ
σᾶς φαίνονται τόσον μόνιμα καὶ στερεά, θὰ
περάσουν καὶ θὰ ἐκλείψουν, οἱ λόγοι
μου ὅμως δὲν θὰ περάσουν, ἀλλὰ
θὰ ἐπαληθεύσουν ἐπακριβῶς.
|
36
Περὶ δὲ τῆς ἡμέρας ἐκείνης
καὶ ὥρας οὐδεὶς οἶδεν, οὐδὲ
οἱ ἄγγελοι τῶν οὐρανῶν, εἰ
μὴ ὁ πατήρ μου μόνος. |
36
Ὡς πρὸς δὲ τὴν ἡμέραν
ἐκείνην καὶ τὴν ὥραν τῆς
δευτέρας παρουσίας καὶ τῆς μεγάλης
κρίσεως κανεὶς δὲν γνωρίζει τόποτε,
οὔτε οἱ ἄγγελοι τῶν οὐρανῶν,
εἰ μὴ μόνον ὁ Πατήρ.
|
36
Διὰ τὴν ἡμέραν ὁμως ἐκείνην
καὶ τὴν ὥραν, ποὺ θὰ λάβῃ
χώραν ἡ δευτέρα παρουσία καὶ ἡ κρίσις, κανεὶς
δὲν γνωρίζει πότε ἀκριβῶς θὰ εἶναι
αὗται, οὔτε ἀκόμη οἱ οὐράνιοι
ἄγγελοι, παρὰ μόνος ὁ Πατήρ μου.
|
37
Ὥσπερ δὲ αἱ ἡμέραι τοῦ
Νῶε, οὕτως ἔσται καὶ ἡ παρουσία
τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου. |
37
Ὁπως δὲ ὑπῆρξαν αἱ ἡμέραι
τοῦ Νῶε, ἔτσι θὰ εἶναι καὶ
ἡ παροσία τοῦ υἱοῦ τοῦ
ἀνθρώπου. |
37
Ναί· κανεὶς δὲν τὴν ξεύρει. Διότι,
καθὼς ὑπῆρξαν αἱ ἡμέραι τοῦ
Νῶε, ἔτσι θὰ εἶναι καὶ ἡ
παρουσία τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου.
|
38
Ὥσπερ γὰρ ἦσαν ἐν ταῖς ἡμέραις
ταῖς πρὸ τοῦ κατακλυσμοῦ τρώγοντες
καὶ πίνοντες, γαμοῦντες καὶ ἐκγαμίζοντες,
ἄχρι ἧς ἡμέρας εἰσῆλθε
Νῶε εἰς τὴν κιβωτόν, |
38
Διότι, ὅπως κατὰ τὰς ἡμέρας
ποὺ προηγήθησαν ἀπὸ τὸν κατακλυσμὸν
οἱ ἄνθρωποι ἔτρωγαν καὶ ἔπιναν
ἀσυλλόγιστοι, ἐνυμφεύοντο καὶ
ὑπάνδρευαν τὰ παιδιά των μέχρι
τῆς ἡμέρας, ποὺ ἐμπῆκε
Νῶε εἰς τὴν κιβωτόν, |
38
Καθὼς δηλαδὴ εἰς τὰς ἡμέρας,
ποὺ προηγήθησαν τοῦ κατακλυσμοῦ, ἑξακολουθοῦσαν
οἱ ἄνθρωποι νὰ τρώγουν καὶ νὰ
πίνουν ἀσυλλόγιστα, νὰ νυμφεύωνται καὶ νὰ
ὑπανδρεύουν τὰ παιδιά των, χωρὶς νὰ
τοὺς ἔρχεται καμμία σκέψις μετανοίας διὰ
τὸν ἁμαρτωλὸν βίον τους, μέχρις ἐκείνης
τῆς ἡμέρας, ποὺ ἐμβῆκεν ὁ
Νῶε εἰς τὴν κιβωτόν, |
39
καὶ οὐκ ἔγνωσαν ἕως ἦλθεν ὁ
κατακλυσμὸς καὶ ἦρεν ἅπαντας, οὕτως
ἔσται καὶ ἡ παρουσία τοῦ υἱοῦ
τοῦ ἀνθρώπου. |
39
καὶ δὲν ἐκατάλαβαν, ἕως ὅτου
ἦλθε ὁ κατακλυσμὸς καὶ τοὺς
παρέσυρε ὅλους, ἔτσι ἔξαφνα καὶ
ἀπροσδόκητα θὰ γίνῃ καὶ
ἡ παρουσία τοῦ υἱοῦ τοῦ
ἀνθρώπου. |
39
καὶ δὲν ἐκατάλαβαν, ἕως ὅτου
ἦλθεν ὁ κατακλυσμὸς καὶ τοὺς
συνεπῆρεν ὅλους, ἔτσι θὰ γίνῃ
καὶ ἡ παρουσία τοῦ υἱοῦ τοῦ
ἀνθρώπου ἔξαφνα καὶ χωρὶς νὰ
τὴν περιμένουν οἱ ἄνθρωποι τῆς ματαιότητος.
|
40
Τότε δύο ἔσονται ἐν τῷ ἀγρῷ,
ὁ εἰς παραλαμβάνεται καὶ ὁ εἷς
ἀφίεται· |
40
Τότε δύο θὰ εἶναι εἰς τὸν
ἀγρόν, ὁ ἔνας, ὁ δίκαιος,
παραλαμβάνεται ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους
εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ὁ
ἄλλος ἀφίνεται, διὰ νὰ τιμωρηθῇ. |
40
Ἡ στενή σας δὲ σχέσις καὶ συμβίωσις εἰς
τὴν ζωὴν αὐτὴν δὲν θὰ
ἐμποδίσῃ νὰ χωρισθῆτε καὶ νὰ
ἔχετε διάφορον τύχην ὁ ἔνας ἀπὸ
τὸν ἄλλον κατὰ τὴν δευτέραν παρουσίαν.
Πράγματι τότε δύο θὰ εἶναι εἰς τὸν
ἀγρόν. Ὁ ἔνας παραλαμβάνεται ἀπὸ
τοὺς ἀγγέλους ἐν ἀσφαλείᾳ καὶ
ὁ ἄλλος ἀφίνεται ἐκεῖ διὰ
νὰ τιμωρηθῇ. |
41
δύο ἀλήθουσαι ἐν τῷ μυλώνι,
μία παραλαμβάνεται καὶ μία ἀφίεται. |
41
Δύο ἀλέθουν εἰς τὸν μύλον,
ἡ μία παραλαμβάνεται καὶ ἡ ἄλλη
ἀφίνεται. |
41
Δύο γυναῖκες θὰ ἀλέθουν εἰς τὸν
αὐτὸν μύλον. Ἡ μία παραλαμβάνεται καὶ
ἡ ἄλλη ἀφίνεται. |
42
Γρηγορεῖται οὖν, ὅτι οὐκ οἴδατε
ποίᾳ ὥρᾳ ὁ Κύριος ὑμῶν
ἔρχεται. |
42
Νὰ εἶσθε λοιπὸν ἄγρυπνοι καὶ
προσεκτικοὶ καὶ πάντοτε ἕτοιμοι, διότι
δὲν γνωρίζετε τὴν ὥρα κατὰ τὴν
ὁποίαν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου
ἔρχεται. |
42
Γρηγορεῖτε λοιπόν, διότι δὲν ξεύρετε ποίαν ὥραν
ἔρχεται ὁ κύριος σας καὶ συνεπῶς πρέπει
νὰ εἶσθε πάντοτε ἕτοιμοι. |
43
Ἐκεῖνο δὲ γινώσκετε ὅτι εἰ
ᾔδει ὁ οἰκοδεσπότης ποίᾳ
φυλακῇ ὁ κλέπτης ἔρχεται, ἐγρηγόρησεν
ἂν καὶ οὐκ ἂν εἴασε διορυγῆναι
τὴν οἰκίαν αὐτοῦ. |
43
Γνωρίζετε δὲ ἀπὸ τὴν πεῖραν
σας καὶ τοῦτο· ὅτι δηλαδή, ἐὰν
ἤξευρε ὁ οἰκοδεσπότης, ποίαν
ὥραν ἔρχεται ὁ κλέπτῃς, θὰ
ἀγρυπνοῦσε καὶ δὲν θὰ ἄφινε
νὰ διαρρήξουν τὸ σπίτι του. |
43
Ἐκ πείρας δὲ γνωρίζετε καὶ ἐκεῖνο,
ὅτι δηλαδή, ἐὰν ἐγνώριζεν ὁ
οἰκοδεσπότης εἰς ποῖον τρίωρον τῆς
νυκτὸς ἔρχεται ὁ κλέπτης, θὰ ἀγρυπνοῦσε
καὶ δὲν θὰ ἄφινε νὰ τοῦ
τρυπήσουν τὸ σπίτι του. |
44
Διὰ τοῦτο καὶ ὑμεῖς γίνεσθε
ἕτοιμοι, ὅτι ᾗ ὥρᾳ οὐ
δοκεῖτε ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου
ἔρχεται. |
44
Διὰ τοῦτο καὶ σεῖς πρέπει νὰ
γίνεσθε πάντοτε ἕτοιμοι, διότι εἰς
ὥραν ποὺ δὲν φαντάζεσθε ἔρχεται
ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου. |
44
Διὰ τοῦτο καὶ σεῖς, ἀφοῦ
δὲν ξεύρετε πότε θὰ ἔλθῃ ὁ Κύριος,
πρέπει νὰ ἑτοιμάζεσθε διαρκῶς, διότι ὁ
υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Θεάνθρωπος
Κύριος, ἔρχεται δι’ ἕνα ἕκαστον ἀπὸ
σᾶς διὰ τοῦ θανάτου καὶ δι’ ὅλους
μαζὶ κατὰ τὴν δευτέραν παρουσίαν εἰς
ὤραν, ποὺ δὲν περιμένετε. |
45
Τίς ἄρα ἐστὶν ὁ πιστὸς
δοῦλος καὶ φρόνιμος, ὃν κατέστησεν
ὁ κύριος αὐτοῦ ἐπὶ τῆς
θεραπείας αὐτοῦ τοῦ διδόναι
αὐτοῖς τὴν τροφὴν ἐν καιρῷ; |
45
Ποιὸς τάχα εἶναι ὁ πιστὸς δοῦλος
καὶ συνετός, τὸν ὁποῖον ὁ
κύριός του ἐγκατέστησε μὲ ἐξουσίαν
νὰ φροντίζῃ διὰ τοὺς ἄλλους
δούλους καὶ νὰ δίδῃ εἰς
αὐτοὺς τὴν τροφήν των εἰς τὸν
κατάλληλον καιρόν; |
45
Ποῖος ἆρά γε νὰ εἶναι ὁ ἔμπιστος
δοῦλος καὶ ὁ μυαλωμένος, εἰς τὸν
ὁποῖον ὁ κύριος τοῦ ἔδωκεν εἰδικὴν
(ἐν τῇ θρησκευτικῇ κοινωνίᾳ του) ἐξουσίαν
καὶ τὸν ἐγκατέστησε διὰ νὰ φροντίζῃ
διὰ τοὺς ἄλλους δούλους καὶ διὰ
νὰ δίνῃ εἰς αὐτοὺς τὴν
ἀνάλογον τροφὴν εἰς τὸν κατάλληλον
χρόνον; |
46
Μακάριος ὁ δοῦλος ἐκεῖνος ὃν
ἐλθὼν ὁ κύριος αὐτοῦ εὑρήσει
ποιοῦντα οὕτως. |
46
Μακάριος θὰ εἶναι ὁ δοῦλος ἐκεῖνος,
τὸν ὁποῖον ὁ κύριος του, ὅταν
ἔλθῃ, θὰ τὸν εὕρῃ νὰ
πράττῃ ἔτσι, πιστὰ καὶ φρόνιμα,
μὲ συναίσθησιν τῆς εὐθύνης του.
|
46
Μακάριος θὰ εἶναι ὁ δοῦλος ἐκεῖνος,
τὸν ὁποῖον, ὅταν ἔλθῃ
ὁ κύριος του, θὰ εὕρῃ νὰ κάνῃ
καὶ νὰ συμπεριφέρεται ἔτσι, φρόνιμα δηλαδὴ
καὶ πιστά. |
47
Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἐπὶ
πᾶσι τοῖς ὑπάρχουσιν αὐτοῦ
καταστήσει αὐτόν. |
47
Ἀληθινὰ σᾶς λέγω, ὅτι θὰ
τὸν ἐγκαταστήσῃ διαχειριστὴν
καὶ οἰκονόμον εἰς ὅλην του τὴν
περιουσίαν. |
47
Ἀληθινὰ σᾶς λέγω, ὅτι θὰ τὸν
ἐγκαταστήσῃ ἐπιστάτην καὶ διαχειριστὴν
εἰς ὅλα τὰ ὑπάρχοντά του.
|
48
Ἐὰν δὲ εἴπῃ ὁ κακὸς
δοῦλος ἐκεῖνος ἐν τῇ καρδίᾳ
αὐτοῦ, χρονίζει ὁ κύριός
μου ἐλθεῖν, |
48
Ἐὰν ὅμως ὁ κακὸς ἐκεῖνος
δοῦλος σκεφθῇ καὶ εἴπῃ ἀπὸ
μέσα του, ἀργεῖ νὰ ἔλθῃ
ὁ κύριός μου, |
48
Ἐὰν ὅμως εἴπῃ ἀπὸ
μέσα του ὁ κακὸς ἐκεῖνος δοῦλος·
Ἀργεῖ νὰ ἔλθῃ ὁ κύριός
μου, |
49
καὶ ἄρξηται τύπτειν τοὺς συνδούλους
αὐτοῦ, ἐσθίῃ δὲ καὶ
πίνῃ μετὰ τῶν μεθυόντων, |
49
καὶ ἀρχίσει νὰ δέρνῃ τοὺς
συνδούλους του καὶ νὰ τρώγῃ
καὶ νὰ πίνῃ μὲ τοὺς μεθύσους, |
49
καὶ ἀρχίσῃ νὰ χρησιμοποιῆ ἐγωϊστικῶς
τὴν ἐξουσίαν του καὶ νὰ κτυπᾷ
τοὺς συνδούλους του, νὰ τρώγῃ δὲ καὶ
νὰ πίνῃ μὲ ἐκείνους ποὺ μεθοῦν,
ζητῶν μὲ κάθε τρόπον νὰ εὐχαριστήσῃ
τὸν ἑαυτόν του, |
50
ἥξει ὁ κύριος τοῦ δούλου ἐκείνου
ἐν ἡμέρα ἢ οὐ προσδοκᾷ
καὶ ἐν ὥρᾳ ᾗ οὐ γινώσκει,
|
50
θὰ ἔλθῃ ὁ κύριος τοῦ δούλου
ἐκείνου εἰς ἡμέραν ποὺ
δὲν περιμένει καὶ εἰς ὥραν ποὺ
δὲν γνωρίζει. |
50
θὰ ἔλθῃ ὁ κύριος τοῦ δούλου
ἐκείνου εἰς ἡμέραν, ποὺ δὲν
περιμένει ἐκεῖνος, καὶ εἰς ὤραν
ποὺ δὲν ξεύρει. |
51
καὶ διχοτομήσει αὐτόν, καὶ τὸ
μέρος αὐτοῦ μετὰ τῶν ὑποκριτῶν
θήσει· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς
καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων.
|
51
Καὶ θὰ τὸν σχίσῃ εἰς τὰ
δύο καὶ θὰ τὸν βάλῃ μαζῆ
μὲ τοὺς ὑποκριτάς· ἐκεῖ
θὰ εἶναι ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ
τριγμὸς τῶν ὀδόντων. |
51
Καὶ θὰ τὸν τεμαχίσῃ εἰς τὰ
δύο καί, ἀφοῦ πάρῃ τὴν ψυχήν του μὲ
αἰφνίδιον θάνατον, θὰ ὁρίσῃ τὴν
θέσιν του μαζὶ μὲ τοὺς ὑποκριτάς.
Ἐκεῖ θὰ εἶναι ὁ κλαυθμὸς
καὶ τὸ τρίξιμο τῶν δοντιῶν.
|