Πρωτότυπο Κείμενο
|
Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα
|
Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
|
γένοντο
δὲ καὶ ψευδοπροφῆται ἐν τῷ λαῷ,
ὡς καὶ ἐν ὑμῖν ἔσονται
ψευδοδιδάσκαλοι, οἵτινες παρεισάξουσιν αἱρέσεις
ἀπωλείας, καὶ τὸν ἁγοράσαντα
αὐτοὺς δεσπότην ἀρνούμενοι,
ἐπάγοντες ἑαυτοῖς ταχινὴν ἀπώλειαν·
|
κτὸς
ὅμως τῶν ἀληθινῶν προφητῶν ἀνεφάνησαν
καὶ ψευδοπροφῆται εἰς τὸν ἰουδαϊκὸν
λαόν, ὅπως ἄλλωστε καὶ μεταξύ
σας θὰ παρουσιασθοῦν ψευδοδιδάσκαλοι, οἱ
ὁποῖοι μὲ πολλὴν ἐπιτηδειότητα
καὶ πανουργίαν θὰ προσπαθήσουν νὰ
εἰσαγάγουν καὶ διαδώσουν ὀλεθρίας
αἱρέσεις. Θὰ ἀρνοῦνται δὲ
καὶ θὰ παραμερίζουν αὐτὸν τὸν
Κύριον καὶ Δεσπότην, ποὺ τοὺς
ἐξηγόρασεν ἀπὸ τὴν αἰωνίαν
καταδίκην μὲ τὸ αἷμα του, καὶ
θὰ ἐπισύρουν ἐναντίον τοῦ
ἑαυτοῦ των ταχείαν καταστροφήν.
|
κτὸς
ὅμως τῶν ἀληθινῶν προφητῶν ἀνεφάνησαν
καὶ ψευδοπροφῆται εἰς τὸν ἰουδαϊκὸν
λαόν, ὅπως ἄλλωστε καὶ μεταξύ
σας θὰ παρουσιασθοῦν ψευδοδιδάσκαλοι, οἱ
ὁποῖοι μὲ πολλὴν ἐπιτηδειότητα
καὶ πανουργίαν θὰ προσπαθήσουν νὰ
εἰσαγάγουν καὶ διαδώσουν ὀλεθρίας
αἱρέσεις. Θὰ ἀρνοῦνται δὲ
καὶ θὰ παραμερίζουν αὐτὸν τὸν
Κύριον καὶ Δεσπότην, ποὺ τοὺς
ἐξηγόρασεν ἀπὸ τὴν αἰωνίαν
καταδίκην μὲ τὸ αἷμα του, καὶ
θὰ ἐπισύρουν ἐναντίον τοῦ
ἑαυτοῦ των ταχείαν καταστροφήν.
|
2
καὶ πολλοὶ ἐξακολουθήσουσιν αὐτῶν
ταῖς ἀσελγείαις, δι' οὓς ἡ ὁδὸς
τῆς ἀληθείας βλασφημηθήσεται·
|
2
Καὶ πολλοὶ θὰ παρασυρθοῦν ἀπὸ
τοὺς δολίους αὐτοὺς αἱρετικοὺς
καὶ θὰ ἀκολουθήσουν τὰς διαφόρους
αὐτῶν ἀκολασίας. Ἐξ αἰτίας
δὲ ὅλων αὐτῶν θὰ βλασφημηθῇ
καὶ θὰ κακολογηθῇ ὁ δρόμος τῆς
χριστιανικῆς ἀληθείας, ποὺ ὁδηγεῖ
εἰς τὸν ἁγιασμὸν καὶ τὴν
ὁμοίωσιν πρὸς τὸν Θεόν.
|
2
Καὶ πολλοὶ θὰ παρασυρθοῦν ἀπὸ
τοὺς δολίους αὐτοὺς αἱρετικοὺς
καὶ θὰ ἀκολουθήσουν τὰς διαφόρους
αὐτῶν ἀκολασίας. Ἐξ αἰτίας
δὲ ὅλων αὐτῶν θὰ βλασφημηθῇ
καὶ θὰ κακολογηθῇ ὁ δρόμος τῆς
χριστιανικῆς ἀληθείας, ποὺ ὁδηγεῖ
εἰς τὸν ἁγιασμὸν καὶ τὴν
ὁμοίωσιν πρὸς τὸν Θεόν.
|
3
καὶ ἐν πλεονεξίᾳ πλαστοῖς λόγοις
ὑμᾶς ἐμπορεύσονται, οἷς τὸ
κρῖμα ἔκπαλαι οὐκ ἀργεῖ, καὶ
ἡ ἀπώλεια αὐτῶν οὐ νυστάξει.
|
3
Καὶ οἱ ψευδοδιδάσκαλοι αὐτοί,
σὰν ἀπατεῶνες καὶ δόλιοι ἔμποροι,
διὰ νὰ ἐπιτύχουν εἰς βάρος
σας αἰσχρὰ κέρδη, θὰ σᾶς ἐκμεταλλευθοῦν
μὲ ψευδεῖς διδασκαλίας, τὰς ὁποίας
θὰ συλλαμβάνῃ καὶ θὰ πλάθῃ
ἡ νοσηρά των διάνοια. Ἐναντίον
αὐτῶν ἡ καταδίκη δὲν θὰ
βραδύνη, ὅπως καὶ εἰς τὴν παλαιὰν
ἐποχὴν δὲν ἐβράδυνε ἐναντίον
ἄλλων ὁμοίων των, καὶ ἡ ἀπώλειά
των δὲν κοιμᾶται (ἀλλὰ θὰ ἐκσπάσῃ
βαρεῖα ἐναντίον των, ὅταν σταματήσῃ
πλέον ἡ μακροθυμία τοῦ Θεοῦ).
|
3
Καὶ οἱ ψευδοδιδάσκαλοι αὐτοί,
σὰν ἀπατεῶνες καὶ δόλιοι ἔμποροι,
διὰ νὰ ἐπιτύχουν εἰς βάρος
σας αἰσχρὰ κέρδη, θὰ σᾶς ἐκμεταλλευθοῦν
μὲ ψευδεῖς διδασκαλίας, τὰς ὁποίας
θὰ συλλαμβάνῃ καὶ θὰ πλάθῃ
ἡ νοσηρά των διάνοια. Ἐναντίον
αὐτῶν ἡ καταδίκη δὲν θὰ
βραδύνη, ὅπως καὶ εἰς τὴν παλαιὰν
ἐποχὴν δὲν ἐβράδυνε ἐναντίον
ἄλλων ὁμοίων των, καὶ ἡ ἀπώλειά
των δὲν κοιμᾶται (ἀλλὰ θὰ ἐκσπάσῃ
βαρεῖα ἐναντίον των, ὅταν σταματήσῃ
πλέον ἡ μακροθυμία τοῦ Θεοῦ).
|
4
Εἰ γὰρ ὁ Θεὸς ἀγγέλων
ἁμαρτησάντων οὐκ ἐφείσατο, ἀλλὰ
σειραῖς ζόφου ταρταρώσας παρέδωκεν
εἰς κρίσιν τηρουμένους,
|
4
Διότι, ἐὰν ὁ Θεὸς δὲν
ἐλυπήθη καὶ δὲν ἐλογάριασε
καὶ αὐτοὺς ἀκόμη τοὺς
ἀγγέλους ποὺ εἶχαν ἁμαρτήσει,
ἀλλὰ μὲ φοβερὲς ἁλυσίδες
δεμένους τοὺς ἔρριψε εἰς τὸ
βαθὺ σκοτάδι τοῦ ταρτάρου καὶ
τοὺς παρέδωσε νὰ φρουροῦνται διὰ
τὴν ἡμέραν τῆς κρίσεως·
|
4
Διότι, ἐὰν ὁ Θεὸς δὲν
ἐλυπήθη καὶ δὲν ἐλογάριασε
καὶ αὐτοὺς ἀκόμη τοὺς
ἀγγέλους ποὺ εἶχαν ἁμαρτήσει,
ἀλλὰ μὲ φοβερὲς ἁλυσίδες
δεμένους τοὺς ἔρριψε εἰς τὸ
βαθὺ σκοτάδι τοῦ ταρτάρου καὶ
τοὺς παρέδωσε νὰ φρουροῦνται διὰ
τὴν ἡμέραν τῆς κρίσεως·
|
5
καὶ ἀρχαίου κόσμου οὐκ ἐφείσατο,
ἀλλὰ ὄγδοον Νῶε δικαιοσύνης
κήρυκα ἐφύλαξε, κατακλυσμὸν κόσμῳ
ἀσεβῶν ἐπάξας,
|
5
καὶ ἐὰν τὸν παλαιὸν ἐκεῖνον
κόσμον τῆς ἐποχῆς τοῦ κατακλυσμοῦ
δὲν ἐλυπήθη, ἀλλὰ διεφύλαξε
μόνον τὸν Νῶε καὶ ἑπτὰ
ἄλλους ἀπὸ τὴν καταστροφήν,
ὅταν ἐξαπέλυσε τὸν κατακλυσμὸν
εἰς τὸν κόσμον τῶν ἀσεβῶν·
|
5
καὶ ἐὰν τὸν παλαιὸν ἐκεῖνον
κόσμον τῆς ἐποχῆς τοῦ κατακλυσμοῦ
δὲν ἐλυπήθη, ἀλλὰ διεφύλαξε
μόνον τὸν Νῶε καὶ ἑπτὰ
ἄλλους ἀπὸ τὴν καταστροφήν,
ὅταν ἐξαπέλυσε τὸν κατακλυσμὸν
εἰς τὸν κόσμον τῶν ἀσεβῶν·
|
6
καὶ πόλεις Σοδόμων καὶ Γομόρρας
τεφρώσας καταστροφῇ κατέκρινεν, ὑπόδειγμα
μελλόντων ἀσεβεῖν τεθεικώς,
|
6
καὶ ἐὰν τὰς πόλεις τῶν
Σοδόμων καὶ τῆς Γομόρρας τὰς
ἔκαψε καὶ τὰς ἔκαμε στάκτην
καὶ τὰς κατεδίκασε εἰς τὴν φοβερὰν
αὐτὴν καταστροφήν, νὰ μένουν
ὡς παράδειγμα τῆς θείας ὀργῆς
πρὸς ἐκείνους, ποὺ θὰ ἐζοῦσαν
εἰς τὸ μέλλον μὲ ἀσέβειαν
καὶ φαυλότητα· |
6
καὶ ἐὰν τὰς πόλεις τῶν
Σοδόμων καὶ τῆς Γομόρρας τὰς
ἔκαψε καὶ τὰς ἔκαμε στάκτην
καὶ τὰς κατεδίκασε εἰς τὴν φοβερὰν
αὐτὴν καταστροφήν, νὰ μένουν
ὡς παράδειγμα τῆς θείας ὀργῆς
πρὸς ἐκείνους, ποὺ θὰ ἐζοῦσαν
εἰς τὸ μέλλον μὲ ἀσέβειαν
καὶ φαυλότητα· |
7
καὶ δίκαιον Λὼτ καταπονούμενον ὑπὸ
τῆς τῶν ἀθέσμων ἐν ἀσελγείᾳ
ἀναστροφῆς ἐρρύσατο·
|
7
καὶ ἐὰν τὸν δίκαιον Λὼτ
τὸν ἐγλύτωσε ὅταν ἐταλαιπωρεῖτο
καὶ ὑπέφερε ἀπὸ τὴν φαύλην
συμπεριφορὰν καὶ ζωὴν ἐκείνων,
ποὺ μὲ τὰς βδελυρὰς ἀκολασίας
των καταπατοῦσαν καὶ παρεβίαζαν τοὺς
φυσικοὺς θεσμοὺς τῆς συνειδήσεως,
|
7
καὶ ἐὰν τὸν δίκαιον Λὼτ
τὸν ἐγλύτωσε ὅταν ἐταλαιπωρεῖτο
καὶ ὑπέφερε ἀπὸ τὴν φαύλην
συμπεριφορὰν καὶ ζωὴν ἐκείνων,
ποὺ μὲ τὰς βδελυρὰς ἀκολασίας
των καταπατοῦσαν καὶ παρεβίαζαν τοὺς
φυσικοὺς θεσμοὺς τῆς συνειδήσεως,
|
8
βλέμματι γὰρ καὶ ἀκοῇ ὁ
δίκαιος, ἐγκατοικῶν ἐν αὐτοῖς,
ἡμέραν ἐξ ἡμέρας ψυχὴν
δικαίαν ἀνόμοις ἔργοις ἐβασάνισεν·-
|
8
-διότι ὁ δίκαιος Λὼτ βλέπων
μὲ τὰ μάτια του καὶ ἀκούων
καθημερινῶς τὰς φαυλότητας ἐκείνων
ἐν μέσῳ τῶν ὁποίων κατοικοῦσε,
ἔθετεν εἰς δοκιμασίαν καὶ βάσανον
κάθε ἡμέραν τὴν δικαίαν ψυχὴν
του μὲ τὰ παράνομα ἔργα των, χωρὶς
καθόλου νὰ παρασυρθῇ ἀπὸ τὸ
ἐλεεινὸν παράδειγμά των-.
|
8
-διότι ὁ δίκαιος Λὼτ βλέπων
μὲ τὰ μάτια του καὶ ἀκούων
καθημερινῶς τὰς φαυλότητας ἐκείνων
ἐν μέσῳ τῶν ὁποίων κατοικοῦσε,
ἔθετεν εἰς δοκιμασίαν καὶ βάσανον
κάθε ἡμέραν τὴν δικαίαν ψυχὴν
του μὲ τὰ παράνομα ἔργα των, χωρὶς
καθόλου νὰ παρασυρθῇ ἀπὸ τὸ
ἐλεεινὸν παράδειγμά των-.
|
9
οἶδε Κύριος εὐσεβεῖς ἐκ πειρασμοῦ
ρεύεσθαι, ἀδίκους δὲ εἰς ἡμέραν
κρίσεως κολαζομένους τηρεῖν,
|
9
Ὅλα αὐτὰ μαρτυροῦν, ὅτι γνωρίζει
ὁ Κύριος τοὺς μὲν εὐσεβεῖς
νὰ τοὺς γλυτώνῃ καὶ νὰ
τοὺς σώζῃ ἀπὸ δοκιμασίας
καὶ περιπετείας, τοὺς δὲ ἀδίκους,
οἱ ὁποῖοι καὶ κατὰ τὴν
παροῦσαν ζωὴν βασανίζονται ἀπὸ
τὴν ἁμαρτωλότητά των, νὰ τοὺς
φυλάττῃ διὰ τὴν μεγάλην ἐκείνην
ἡμέραν τῆς Κρίσεως (ὁπότε
καὶ θὰ τοὺς ἐπιβάλῃ πλήρη
τὴν τιμωρίαν). |
9
Ὅλα αὐτὰ μαρτυροῦν, ὅτι γνωρίζει
ὁ Κύριος τοὺς μὲν εὐσεβεῖς
νὰ τοὺς γλυτώνῃ καὶ νὰ
τοὺς σώζῃ ἀπὸ δοκιμασίας
καὶ περιπετείας, τοὺς δὲ ἀδίκους,
οἱ ὁποῖοι καὶ κατὰ τὴν
παροῦσαν ζωὴν βασανίζονται ἀπὸ
τὴν ἁμαρτωλότητά των, νὰ τοὺς
φυλάττῃ διὰ τὴν μεγάλην ἐκείνην
ἡμέραν τῆς Κρίσεως (ὁπότε
καὶ θὰ τοὺς ἐπιβάλῃ πλήρη
τὴν τιμωρίαν). |
10
μάλιστα δὲ τοὺς ὀπίσω σαρκὸς
ἐν ἐπιθυμίᾳ μιασμοῦ πορευομένους
καὶ κυριότητος καταφρονοῦντας. Τολμηταί,
αὐθάδεις! Δόξας οὐ τρέμουσι
βλασφημοῦντες, |
10
Εἰς κρίσιν καὶ αἰωνίαν καταδίκην
ὁ Θεὸς κρατεῖ μάλιστα ἐκείνους,
ποὺ πορεύονται ὀπίσω ἀπὸ
τὰς σαρκικὰς ἡδονὰς μὲ ἐπιθυμίας
ποὺ μολύνουν καὶ μιαίνουν, καὶ
οἱ ὁποῖοι καταφρονοῦν τὴν κυριότητα
καὶ ἐξουσίαν τοῦ παντοδυνάμου
Θεοῦ. Αὐτοὶ εἶναι θρασεῖς καὶ
ἀδίστακτοι διὰ τὸ κακόν, ἀλαζονικοὶ
καὶ ἀναιδεῖς. Δὲν φοβοῦνται
καὶ δὲν τρέμουν, ὅταν βλασφημοῦν
καὶ χλευάζουν καὶ αὐτοὺς τοὺς
ἐνδόξους ἀγγέλους.
|
10
Εἰς κρίσιν καὶ αἰωνίαν καταδίκην
ὁ Θεὸς κρατεῖ μάλιστα ἐκείνους,
ποὺ πορεύονται ὀπίσω ἀπὸ
τὰς σαρκικὰς ἡδονὰς μὲ ἐπιθυμίας
ποὺ μολύνουν καὶ μιαίνουν, καὶ
οἱ ὁποῖοι καταφρονοῦν τὴν κυριότητα
καὶ ἐξουσίαν τοῦ παντοδυνάμου
Θεοῦ. Αὐτοὶ εἶναι θρασεῖς καὶ
ἀδίστακτοι διὰ τὸ κακόν, ἀλαζονικοὶ
καὶ ἀναιδεῖς. Δὲν φοβοῦνται
καὶ δὲν τρέμουν, ὅταν βλασφημοῦν
καὶ χλευάζουν καὶ αὐτοὺς τοὺς
ἐνδόξους ἀγγέλους.
|
11
ὅπου ἄγγελοι, ἰσχύϊ καὶ δυνάμει
μείζονες ὄντες οὐ φέρουσι κατ' αὐτῶν
παρὰ Κυρίῳ βλάσφημον κρίσιν.
|
11
Εἰς στιγμὴν κατὰ τὴν ὁποίαν
οἱ ἄγγελοι, ἂν καὶ κατὰ τὴν
ἰσχὺν καὶ τὴν δύναμιν εἶναι
μεγαλύτεροι, δὲν ἐκφέρουν ἐνώπιον
τοῦ Κυρίου κρίσιν ὑβριστικὴν
οὔτε καὶ ἐναντίον τῶν πονηρῶν
δαιμόνων. |
11
Εἰς στιγμὴν κατὰ τὴν ὁποίαν
οἱ ἄγγελοι, ἂν καὶ κατὰ τὴν
ἰσχὺν καὶ τὴν δύναμιν εἶναι
μεγαλύτεροι, δὲν ἐκφέρουν ἐνώπιον
τοῦ Κυρίου κρίσιν ὑβριστικὴν
οὔτε καὶ ἐναντίον τῶν πονηρῶν
δαιμόνων. |
12
Οὗτοι δέ, ὡς ἄλογα ζῷα φυσικὰ
γεγεννημένα εἰς ἅλωσιν καὶ φθοράν,
ἐν οἷς ἀγνοοῦσι βλασφημοῦντες,
ἐν τῇ φθορᾷ αὐτῶν καταφθαρήσονται,
|
12
Αὐτοὶ δὲ οἱ αἱρετικοί,
σὰν ἄλογα ζῶα, γεννημένα διὰ
νὰ ἀκολουθοῦν τὰς φυσικὰς ὁρμάς,
θὰ καταδικασθοῦν ἀσφαλῶς εἰς
φθορὰν καὶ ἀπώλειαν, διότι ὑβρίζουν
καὶ βλασφημοῦν, ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα
ἀγνοοῦν, δηλαδὴ τοὺς ἀγγέλους.
|
12
Αὐτοὶ δὲ οἱ αἱρετικοί,
σὰν ἄλογα ζῶα, γεννημένα διὰ
νὰ ἀκολουθοῦν τὰς φυσικὰς ὁρμάς,
θὰ καταδικασθοῦν ἀσφαλῶς εἰς
φθορὰν καὶ ἀπώλειαν, διότι ὑβρίζουν
καὶ βλασφημοῦν, ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα
ἀγνοοῦν, δηλαδὴ τοὺς ἀγγέλους.
|
13
κομιούμενοι μισθὸν ἀδικίας, ἡδονὴν
ἡγούμενοι τὴν ἐν ἡμέρᾳ
τρυφήν, σπίλοι καὶ μῶμοι, ἐντρυφῶντες
ἐν ταῖς ἀπάταις αὐτῶν,
συνευωχούμενοι ὑμῖν,
|
13
Θὰ πάρουν δὲ ὡς μισθὸν τὴν
πρέπουσαν τιμωρίαν τῆς ἀδικίας
των. Αὐτοὶ θεωροῦν ὡς ἡδονὴν
καὶ ἀπόλαυσιν τὸ νὰ ὀργιάζουν
εἰς τρυφηλὰς διασκεδάσεις, ὄχι μόνον
τὴν νύκτα, ἀλλὰ καὶ τὴν
ἡμέραν. Εἶναι στίγματα καὶ ὄνειδος
τῆς κοινωνίας καὶ θεωροῦν ἀπόλαυσιν
καὶ ἡδονὴν νὰ παραπλανοῦν τοὺς
ἄλλους μὲ τὰς ἀπάτας των, τὰς
ὁποίας μάλιστα θέτουν εἰς κυκλοφορίαν,
ὅταν συντρώγουν μαζῆ σας.
|
13
Θὰ πάρουν δὲ ὡς μισθὸν τὴν
πρέπουσαν τιμωρίαν τῆς ἀδικίας
των. Αὐτοὶ θεωροῦν ὡς ἡδονὴν
καὶ ἀπόλαυσιν τὸ νὰ ὀργιάζουν
εἰς τρυφηλὰς διασκεδάσεις, ὄχι μόνον
τὴν νύκτα, ἀλλὰ καὶ τὴν
ἡμέραν. Εἶναι στίγματα καὶ ὄνειδος
τῆς κοινωνίας καὶ θεωροῦν ἀπόλαυσιν
καὶ ἡδονὴν νὰ παραπλανοῦν τοὺς
ἄλλους μὲ τὰς ἀπάτας των, τὰς
ὁποίας μάλιστα θέτουν εἰς κυκλοφορίαν,
ὅταν συντρώγουν μαζῆ σας.
|
14
ὀφθαλμοὺς ἔχοντες μεστοὺς μοιχαλίδος
καὶ ἀκαταπαύστους ἁμαρτίας,
δελεάζοντες ψυχὰς ἀστηρίκτους, καρδίαν
γεγυμνασμένην πλεονεξίας ἔχοντες, κατάρας
τέκνα! |
14
Ἔχουν μάτια γεμᾶτα ἀπὸ αἰσχρὰς
ἐπιθυμίας καὶ τὰ ὁποῖα
μάτια συνεχῶς καὶ ἀκαταπαύστως
ἁμαρτάνουν. Ἐξαπατοῦν μὲ δελεαστικὰ
καὶ ἀπατηλὰ λόγια ψυχάς, ποὺ
δὲν εἶναι στηριγμέναι εἰς τὴν
πίστιν καὶ τὴν ἀρετήν. Ἔχουν
αὐτοὶ καρδίαν γυμνασμένην εἰς
τὴν ἀχόρταστον ἐπιθυμίαν τοῦ
χρήματος καὶ τῶν ἡδονῶν. Εἶναι
τέκνα τῆς κατάρας! |
14
Ἔχουν μάτια γεμᾶτα ἀπὸ αἰσχρὰς
ἐπιθυμίας καὶ τὰ ὁποῖα
μάτια συνεχῶς καὶ ἀκαταπαύστως
ἁμαρτάνουν. Ἐξαπατοῦν μὲ δελεαστικὰ
καὶ ἀπατηλὰ λόγια ψυχάς, ποὺ
δὲν εἶναι στηριγμέναι εἰς τὴν
πίστιν καὶ τὴν ἀρετήν. Ἔχουν
αὐτοὶ καρδίαν γυμνασμένην εἰς
τὴν ἀχόρταστον ἐπιθυμίαν τοῦ
χρήματος καὶ τῶν ἡδονῶν. Εἶναι
τέκνα τῆς κατάρας! |
15
Καταλιπόντες εὐθεῖαν ὁδὸν ἐπλανήθησαν,
ἐξακολουθήσαντες τῇ ὁδῷ τοῦ
Βαλαὰμ τοῦ Βοσόρ, ὃς μισθὸν
ἀδικίας ἠγάπησεν,
|
15
Ἀφοῦ ἐγκατέλειψαν τὸν εὐθὺν
δρόμον, παρεπλανήθησαν εἰς τὰς ἀδιεξόδους
τῆς ἁμαρτίας. Ἠκολούθησαν τὸν
δρόμον καὶ τὸ κακὸν παράδειγμα
τοῦ Βαλαάμ, υἱοῦ τοῦ Βοσόρ,
ὁ ὁποῖος ἠγάπησε μισθὸν
τῆς ἀδικίας (ὅταν ἐπῆρε
χρήματα ἀπὸ τὸν βασιλέα τῶν
Μωαβιτῶν, διὰ νὰ καταρασθῇ ἐν
γνώσει του ἄδικα, τὸν λαὸν τοῦ
Θεοῦ, τοὺς Ἰσραηλίτας).
|
15
Ἀφοῦ ἐγκατέλειψαν τὸν εὐθὺν
δρόμον, παρεπλανήθησαν εἰς τὰς ἀδιεξόδους
τῆς ἁμαρτίας. Ἠκολούθησαν τὸν
δρόμον καὶ τὸ κακὸν παράδειγμα
τοῦ Βαλαάμ, υἱοῦ τοῦ Βοσόρ,
ὁ ὁποῖος ἠγάπησε μισθὸν
τῆς ἀδικίας (ὅταν ἐπῆρε
χρήματα ἀπὸ τὸν βασιλέα τῶν
Μωαβιτῶν, διὰ νὰ καταρασθῇ ἐν
γνώσει του ἄδικα, τὸν λαὸν τοῦ
Θεοῦ, τοὺς Ἰσραηλίτας).
|
16
ἔλεγξιν δὲ ἔσχεν ἰδίας παρανομίας·
ὑποζύγιον ἄφωνον ἐν ἀνθρώπου
φωνῇ φθεγξάμενον ἐκώλυσε τὴν
τοῦ προφήτου παραφρονίαν.
|
16
Ἀλλ' ἐπῆρε τὸν
πρέποντα ἔλεγχον διὰ τὴν παρανομίαν
του αὐτήν. Διότι τὸ ὑποζύγιόν
του, ὄνος ἐκ φύσεως ἄφωνος, ὡμίλησε
μὲ φωνὴν ἀνθρώπου καὶ ἠμπόδισε
τὴν παράφρονα αὐτὴν πρᾶξιν τοῦ
προφήτου ἐκείνου. |
16
Ἀλλ' ἐπῆρε τὸν
πρέποντα ἔλεγχον διὰ τὴν παρανομίαν
του αὐτήν. Διότι τὸ ὑποζύγιόν
του, ὄνος ἐκ φύσεως ἄφωνος, ὡμίλησε
μὲ φωνὴν ἀνθρώπου καὶ ἠμπόδισε
τὴν παράφρονα αὐτὴν πρᾶξιν τοῦ
προφήτου ἐκείνου. |
17
Οὗτοί εἰσι πηγαὶ ἄνυδροι, νεφέλαι
ὑπὸ λαίλαπος ἐλαυνόμεναι, οἷς
ὁ ζόφος τοῦ σκότους εἰς αἰῶνα
τετήρηται. |
17
Αὐτοὶ εἶναι κατάξερες, χωρὶς
νερό, πηγές, σύννεφα ποὺ τὰ
σπρώχνουν μὲ ὁρμὴν θυελλώδεις
ἄνεμοι. Δι' αὐτοὺς ἔχει φυλαχθῇ
καὶ τοὺς περιμένει τὸ κατάμαυρο
αἰώνιον σκοτάδι τοῦ Ἅδου.
|
17
Αὐτοὶ εἶναι κατάξερες, χωρὶς
νερό, πηγές, σύννεφα ποὺ τὰ
σπρώχνουν μὲ ὁρμὴν θυελλώδεις
ἄνεμοι. Δι' αὐτοὺς ἔχει φυλαχθῇ
καὶ τοὺς περιμένει τὸ κατάμαυρο
αἰώνιον σκοτάδι τοῦ Ἅδου.
|
18
Ὑπέρογκα γὰρ ματαιότητος φθεγγόμενοι
δελεάζουσιν ἐν ἐπιθυμίαις σαρκὸς
ἀσελγείαις τοὺς ὄντως ἀποφυγόντας
τοὺς ἐν πλάνῃ ἀναστρεφομένους,
|
18
Διότι αὐτοὶ ὁμιλοῦν μὲ
ἐξωγκωμένους κτυπητοὺς λόγους, γεμάτους
ψεῦδος καὶ ματαιότητα, καὶ παρασύρουν
μὲ τὸ δόλωμα τῶν σαρκικῶν ἐπιθυμιῶν
καὶ τῶν ἀκολασιῶν, τοὺς ἀστηρίκτους
πιστούς, οἱ ὁποῖοι ἐν τούτοις
ἔχουν ὄντως ξεφύγει ἀπὸ τοὺς
εἰδωλολάτρας, τοὺς ζῶντας μέσα
εἰς τὴν πλάνην τῆς ἁμαρτίας.
|
18
Διότι αὐτοὶ ὁμιλοῦν μὲ
ἐξωγκωμένους κτυπητοὺς λόγους, γεμάτους
ψεῦδος καὶ ματαιότητα, καὶ παρασύρουν
μὲ τὸ δόλωμα τῶν σαρκικῶν ἐπιθυμιῶν
καὶ τῶν ἀκολασιῶν, τοὺς ἀστηρίκτους
πιστούς, οἱ ὁποῖοι ἐν τούτοις
ἔχουν ὄντως ξεφύγει ἀπὸ τοὺς
εἰδωλολάτρας, τοὺς ζῶντας μέσα
εἰς τὴν πλάνην τῆς ἁμαρτίας.
|
19
ἐλευθερίαν αὐτοῖς ἐπαγγελλόμενοι,
αὐτοὶ δοῦλοι ὑπάχοντες τῆς
φθορᾶς· ᾧ γάρ
τις ἥττηται, τούτῳ καὶ δεδούλωται.
|
19
Καὶ ὑπόσχονται εἰς αὐτοὺς
λύτρωσιν καὶ ἐλευθερίαν, ἐνῶ
αὐτοὶ εἶναι δοῦλοι τῆς διαφθορᾶς,
ποὺ ὁδηγεῖ εἰς τὴν καταστροφήν.
Διότι εἰς ἐκεῖνο τὸ πάθος,
ἀπὸ τὸ ὁποῖον κανεὶς ἔχει
νικηθῆ, εἰς αὐτὸ καὶ ἔχει
ὑποδουλωθῆ. |
19
Καὶ ὑπόσχονται εἰς αὐτοὺς
λύτρωσιν καὶ ἐλευθερίαν, ἐνῶ
αὐτοὶ εἶναι δοῦλοι τῆς διαφθορᾶς,
ποὺ ὁδηγεῖ εἰς τὴν καταστροφήν.
Διότι εἰς ἐκεῖνο τὸ πάθος,
ἀπὸ τὸ ὁποῖον κανεὶς ἔχει
νικηθῆ, εἰς αὐτὸ καὶ ἔχει
ὑποδουλωθῆ. |
20
Εἰ γὰρ ἀποφυγόντες τὰ μιάσματα
τοῦ κόσμου ἐν ἐπιγνώσει τοῦ
Κυρίου καὶ σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ,
τούτοις δὲ πάλιν ἐμπλακέντες
ἡττῶνται, γέγονεν αὐτοῖς τὰ
ἔσχατα χείρονα τῶν πρώτων·
|
20
Διότι ἐάν, ἀφοῦ ἀπέφυγαν
τοὺς μολυσμοὺς τοῦ ἁμαρτωλοῦ
κόσμου χάρις εἰς τὴν πλήρη γνῶσιν
τοῦ Κυρίου καὶ Σωτῆρος Ἰησοῦ
Χριστοῦ, ἐνεπλάκησαν πάλιν καὶ
ἔπεσαν εἰς τὰς ἁμαρτωλὰς ἡδονὰς
καὶ νικῶνται ἀπὸ αὐτάς,
τότε τὸ τελευταῖον των κατάντημα εἶναι
χειρότερον ἀπὸ τὸ πρῶτον.
|
20
Διότι ἐάν, ἀφοῦ ἀπέφυγαν
τοὺς μολυσμοὺς τοῦ ἁμαρτωλοῦ
κόσμου χάρις εἰς τὴν πλήρη γνῶσιν
τοῦ Κυρίου καὶ Σωτῆρος Ἰησοῦ
Χριστοῦ, ἐνεπλάκησαν πάλιν καὶ
ἔπεσαν εἰς τὰς ἁμαρτωλὰς ἡδονὰς
καὶ νικῶνται ἀπὸ αὐτάς,
τότε τὸ τελευταῖον των κατάντημα εἶναι
χειρότερον ἀπὸ τὸ πρῶτον.
|
21
κρεῖττον γὰρ ἦν αὐτοῖς μὴ
ἐπεγνωκέναι τὴν ὁδὸν τῆς
δικαιοσύνης ἢ ἐπιγνοῦσιν ἐπιστρέψαι
ἐκ τῆς παραδοθείσης αὐτοῖς ἁγίας
ἐντολῆς. |
21
Διότι ἦτο πολὺ καλύτερον δι' αὐτούς,
νὰ μὴ εἶχαν γνωρίσει καθόλου
τὸν δρόμον τῆς δικαιοσύνης, παρά,
ἀφοῦ τὸν ἐγνώρισαν καλά,
νὰ φύγουν καὶ νὰ ἀπομακρυνθοῦν
ἀπὸ τὸ παραδοθὲν εἰς αὐτοὺς
ἅγιον θέλημα τοῦ Κυρίου καὶ
νὰ ἐπιστρέψουν εἰς τὴν ἀκαθαρσίαν
τῆς ἁμαρτωλότητος. |
21
Διότι ἦτο πολὺ καλύτερον δι' αὐτούς,
νὰ μὴ εἶχαν γνωρίσει καθόλου
τὸν δρόμον τῆς δικαιοσύνης, παρά,
ἀφοῦ τὸν ἐγνώρισαν καλά,
νὰ φύγουν καὶ νὰ ἀπομακρυνθοῦν
ἀπὸ τὸ παραδοθὲν εἰς αὐτοὺς
ἅγιον θέλημα τοῦ Κυρίου καὶ
νὰ ἐπιστρέψουν εἰς τὴν ἀκαθαρσίαν
τῆς ἁμαρτωλότητος. |
22
Συμβέβηκε δὲ αὐτοῖς τὸ τῆς
ἀληθοῦς παροιμίας, κύων ἐπιστρέψας
ἐπὶ τὸ ἴδιον ἐξέραμα,
καί, ὗς λουσαμένη εἰς κύλισμα
βορβόρου. |
22
Ἔτσι δὲ ἔχει πραγματοποιηθῆ εἰς
αὐτοὺς ἐκεῖνο, ποὺ ἡ ἀληθινὴ
παροιμία λέγει· <σκυλὶ ποὺ
γύρισε πάλι στὸ ξέρασμά του>
καὶ χοῖρος, πού, ἀφοῦ ἐλούσθη
καὶ ἐκαθαρίσθη, ἐκυλίσθη πάλιν
μέσαν εἰς τὴν λάσπην>.
|
22
Ἔτσι δὲ ἔχει πραγματοποιηθῆ εἰς
αὐτοὺς ἐκεῖνο, ποὺ ἡ ἀληθινὴ
παροιμία λέγει· <σκυλὶ ποὺ
γύρισε πάλι στὸ ξέρασμά του>
καὶ χοῖρος, πού, ἀφοῦ ἐλούσθη
καὶ ἐκαθαρίσθη, ἐκυλίσθη πάλιν
μέσαν εἰς τὴν λάσπην>.
|