Πρωτότυπο Κείμενο
|
Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα
|
Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
|
ποθέμενοι
οὖν πᾶσαν κακίαν καὶ πάντα δόλον
καὶ ὑποκρίσεις καὶ φθόνους καὶ
πάσας καταλαλιάς, |
οιπόν,
ἐφ' ὅσον ἐγίνατε νέοι ἄνθρωποι
μὲ τὸν σωτήριον καὶ ζωοποιὸν
λόγον τοῦ Θεοῦ, πρέπει νὰ πετάξετε
ἀπὸ πάνω σας κάθε κακίαν καὶ
κάθε δολιότητα καὶ κάθε εἶδος
ὑποκρισίας καὶ φθόνου καὶ ὅλας
ἀνεξαιρέτως τὰς κατακρίσεις καὶ
ἐπικρίσεις ἐναντίον τοῦ πλησίον.
|
φ’
ὅσον λοιπὸν ἀνεγεννήθητε διὰ τοῦ
λόγου τοῦ Θεοῦ, πρέπει νὰ πετάξετε ἀπ’
ἐπάνω σας σὰν ἄλλο ροῦχον ἀκάθαρτον
κάθε εἶδος κακίας καὶ κάθε δόλον καὶ κάθε
μορφὴν ὑποκρισίας καὶ φθόνου καὶ ὅλας
τὰς κατὰ τοῦ πλησίον κακολογίας καὶ
κατακρίσεις. |
2
ὡς ἀρτιγέννητα βρέφη τὸ λογικὸν
ἄδολον γάλα ἐπιποθήσατε, ἵνα
ἐν αὐτῷ αὐξηθῆτε εἰς σωτηρίαν,
|
2
Σὰν βρέφη δὲ νεογέννητα μὲ ἐπιθυμίαν
μεγάλην ποθήσατε τὸ ἀνόθευτον
καὶ θρεπτικὸν πνευματικὸν γάλα τῆς
θείας Χάριτος καὶ διδασκαλίας, διὰ
νὰ μεγαλώσετε μὲ αὐτὸ καὶ
προχωρήσετε ἀσφαλεῖς εἰς τὸν
δρόμον τῆς σωτηρίας.
|
2
Ἀφοῦ δὲ ἀπορρίψετε ὅλα αὐτά,
τότε σὰν νεογέννητα βρέφη μὲ πόθον πολὺν
ἐπιθυμήσατε τὸ γνήσιον καὶ ἀνόθευτον
πνευματικὸν γάλα τῆς θείας διδασκαλίας, διὰ
νὰ μεγαλώσετε μὲ αὐτὸ καὶ καταλήξετε
εἰς τὴν σωτηρίαν. |
3
εἴπερ ἐγεύσασθε ὅτι Χρηστὸς
ὁ Κύριος. |
3
Καὶ εἶναι φυσικὸν νὰ αἰσθανθῆτε
τὸν ἔντονον αὐτὸν πόθον τῆς
πνευματικῆς τροφῆς, ἐφ' ὅσον ἐγευθήκατε
καὶ ἀπὸ τὴν προσωπικήν σας πεῖραν
ἐγνωρίσατε, ὅτι ὁ Κύριος εἶναι
πάντοτε εὐεργετικὸς καὶ ἀγαθός.
|
3
Καὶ θὰ αἰσθανθῆτε τὸν πόθον
αὐτὸν διὰ τὸ πνευματικὸν γάλα
τῆς θείας διδασκαλίας, ἐὰν βεβαίως διὰ
τῆς πείρας σας ἐδοκιμάσατε καὶ ἐμάθετε,
ὅτι ὁ Κύριος εἶναι καλὸς καὶ
εὐεργετικὸς καὶ οἱ λόγοι του συνεπῶς
εἶναι τροφὴ ὄχι μόνον γλυκεῖα, ἀλλὰ
καὶ ὠφέλιμος καὶ ζωηφόρος.
|
4
Πρὸς ὃν προσερχόμενοι, λίθον ζῶντα,
ὑπὸ ἀνθρώπων μὲν ἀποδεδοκιμασμένον,
παρὰ δὲ Θεῷ ἐκλεκτόν, ἔντιμον,
|
4
Νὰ προσέρχεσθε δὲ πάντοτε μὲ
ἱερὸν πόθον καὶ εὐλάβειαν
πρὸς τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν,
ὁ ὁποῖος εἶναι ἀκρογωνιαῖος
λίθος τῆς Ἐκκλησίας, ζωὴ καὶ
πηγὴ τῆς ζωῆς, ποὺ ἀπὸ
μὲν τοὺς ἀνθρώπους ἔχει ἀποδοκιμασθῆ
καὶ περιφρονηθῆ, ὅπως ἐφάνηκε
ἀπὸ τὸ γεγονὸς τῆς σταυρώσεως,
ἐνώπιον ὅμως τοῦ Θεοῦ εἶναι
ἐκλεκτὸς καὶ τιμημένος.
|
4
Καὶ νὰ πλησιάζετε ὁλονὲν καὶ
περισσότερον πρὸς τὸν Κύριον αὐτόν, ὁ
ὁποῖος εἶναι λίθος, ποὺ ἔχει
ζωὴν καὶ μεταδίδει ζωήν, καὶ ἀπὸ
μὲν τοὺς ἀνθρώπους ἔχει ἀποδοκιμασθῆ,
διότι τὸν ἐσταύρωσαν, ἐνώπιον ὅμως
τοῦ Θεοῦ εἶναι ἐκλεκτὸς καὶ
τιμημένος. |
5
καὶ αὐτοὶ ὡς λίθοι ζῶντες
οἰκοδομεῖσθε, οἶκος πνευματικός, ἱεράτευμα
ἅγιον, ἀνενέγκαι πνευματικὰς θυσίας
εὐπροδέκτους τῷ Θεῷ διὰ Ἰησοῦ
Χριστοῦ. |
5
Καὶ σεῖς οἱ ἴδιοι νὰ οἰκοδομῆσθε
ἐπάνω εἰς αὐτὸν σὰν λίθοι
ζωντανοί, ὥστε νὰ εἶσθε πνευματικὸς
οἶκος καὶ κατοικητήριον τοῦ Θεοῦ,
ἱεράτευμα ἅγιον, διὰ νὰ προσφέρετε
διὰ μέσου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ
θυσίας πνευματικάς, τὰς ὁποίας
μὲ εὐχαρίστησιν καὶ εὐμένειαν
δέχεται ὁ Θεός. |
5
Καὶ νὰ οἰκοδομῆσθε καὶ νὰ
κτίζεσθε ἐπ’ αὐτοῦ καὶ σεῖς
σὰν λίθοι ζωντανοί, ὥστε νὰ εἶσθε
οἶκος τοῦ Θεοῦ πνευματικός, σύλλογος καὶ
γένος ἱερέων ἅγιον, διὰ νὰ προσφέρετε
διὰ μέσου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ
θυσίας πνευματικάς, ποὺ μὲ εὐχαρίστησιν
τὰς δέχεται ὁ Θεός. |
6
Διότι περιέχει ἐν τῇ γραφῇ·
ἰδοὺ τίθημι ἐν Σιὼν λίθον
ἀκρογονιαῖον, ἐκλεκτόν, ἔντιμον,
καὶ ὁ πιστεύων ἐπ' αὐτῷ
οὐ μὴ καταισχυνθῇ.
|
6
Διότι περιέχεται εἰς τὴν Ἁγίαν
Γραφὴν ἡ θεόπνευστος αὐτὴ φράσις·
<ἰδού, θέτω εἰς τὴν Σιὼν
ἀκρογωνιαῖον, θεμελιακὸν λίθον, ποὺ
θὰ βαστάζῃ καὶ θὰ συγκρατῇ
στερεὰ τὸ οἰκοδόμημα τῆς Ἐκκλησίας,
λίθον ἐκλεκτόν, πολύτιμον, καὶ
ἐκεῖνος ποὺ πιστεύει καὶ στηρίζεται
ἐπάνω εἰς αὐτὸν δὲν θὰ
ἐντροπιασθῇ>. |
6
Προσέξετε νὰ ἐπωφεληθῆτε τὸν λίθον
αὐτὸν καὶ νὰ μὴ σᾶς ἀποβῇ
οὗτος εἰς καταδίκην. Διότι περιέχεται εἰς
τὴν Ἁγίαν Γραφὴν ὁ ἐξῆς
λόγος· Ἰδοὺ θέτω εἰς τὴν Σιὼν
λίθον ἀκρογωνιαῖον, ὁ ὁποῖος
βαστάζει τὸ ὅλον πνευματικὸν οἰκοδόμημα
καὶ σφίγγει εἰς ἐν τοὺς δύο λαούς,
τοὺς Ἰουδαίους καὶ τοὺς ἐθνικούς,
ποὺ διὰ τῆς πίστεως γίνονται ὁ ἕνας
ἠνωμένος λαὸς τοῦ Κυρίου. Καὶ
ὁ λίθος αὐτὸς εἶναι διάλεκτος, πολύτιμος,
καὶ ἐκεῖνος, ποὺ στηρίζει τὴν
πεποίθησίν του ἐπ’ αὐτοῦ, δὲν θὰ
ἐντροπιασθῇ. |
7
Ὑμῖν οὖν ἡ τιμὴ τοῖς πιστεύουσιν,
ἀπειθοῦσι δὲ λίθον ὃν ἀπεδοκίμασαν
οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγενήθη
εἰς κεφαλὴν γωνίας καὶ λίθος
προσκόμματος καὶ πέτρα σκανδάλου·
|
7
Διὰ σᾶς, λοιπόν, ποὺ πιστεύετε
εἰς τὸν Χριστόν, ἐπιφυλάσσεται
αὐτὴ ἡ τιμή. Δι' ἐκείνους
ὅμως ποὺ ἀπειθοῦν κατὰ τοῦ
Χριστοῦ καὶ ἐπαναστατοῦν, ἰσχύει
ὁ ἄλλος λόγος τῆς Γραφῆς, <λίθον,
τὸν ὁποῖον ἐπεριφρόνησαν καὶ
ἀπέρριψαν ὡς ἀκατάλληλον οἱ
οἰκοδομοῦντες, αὐτὸς ἔγινε κεφαλὴ
γωνίας, ἀγκωνάρι θεμελιακὸ καὶ
πολύτιμο διὰ τὴν πνευματικὴν οἰκοδομήν.
Ἔγινε ὅμως καὶ λίθος, ἐπάνω
εἰς τὸν ὁποῖον σκοντάπτουν οἱ
ἄπιστοι, καὶ πέτρα, ἀπὸ τὴν
ὁποίαν κρημνίζονται>.
|
7
Διὰ σᾶς λοιπόν, οἱ ὁποῖοι πιστεύετε,
προορίζεται ἡ τιμή, ποὺ μεταδίδει ὁ λίθος
οὗτος. Δι’ ἐκείνους ὅμως, ποὺ ἀπειθοῦν,
ἐφαρμοζεται ὁ ἄλλος λόγος τῆς Γραφῆς,
ποὺ λέγει· ὁ λίθος, τὸν ὁποῖον
δὲν ἐθεώρησαν κατάλληλον διὰ τὴν οἰκοδομὴν
καὶ τὸν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες,
αὐτὸς ἔγινε κεφαλὴ γωνίας, ἀγκωνάρι
περίβλεπτον, ποὺ βαστάζει τὸ ὅλον οἰκοδόμημα,
ἀλλὰ καὶ ὁ λίθος ἐπὶ τοῦ
ὁποίου οἰ ἄπιστοι σκοντάπτουν καὶ
πέτρα, ποὺ τοὺς μπερδεύει καὶ κρημνίζονται.
|
8
οἳ προσκόπτουσι τῷ λόγῳ ἀπειθοῦντες,
εἰς ὃ καὶ ἐτέθησαν.
|
8
Αὐτοὶ σκοντάπτουν εἰς τὸν λόγον
τοῦ Εὐαγγελίου, ἐπειδὴ ἀπειθοῦν
καὶ ἐπαναστατοῦν ἐναντίον αὐτοῦ.
Εἰς αὐτὸ δὲ τὸ σκόνταμμα
καὶ τὸ ὀλέθριον κρήμνισμα, προωρίσθησαν
ἀπὸ τὸν Θεόν, σύμφωνα μὲ
τὴν πρόγνωσίν του πρὸς τιμωρίαν
των, διὰ τὴν διεστραμμένην καὶ κακκὴν
διάθεσίν των. |
8
Οὗτοι σκοντάπτουν εἰς τὸν λόγον τοῦ
εὐαγγελίου, ἐπειδὴ ἀπειθοῦν
εἰς αὐτόν. Εἰς τὸ σκόνταμμα δὲ
καὶ τὸν κρημνισμὸν αὐτὸν προωρίσθησαν
ἀπὸ τὸν Θεόν, ὁ ὁποῖος
προεῖδε τὴν διεστραμμένην γνώμην των καὶ
τοὺς τιμωρεῖ διὰ τὴν ἀπείθειάν
των. |
9
Ὑμεῖς δὲ γένος ἐκλεκτόν,
βασίλειον ἱεράτευμα, ἔθνος ἅγιον,
λαὸς εἰς περιποίησιν, ὅπως τὰς
ἀρετὰς ἐξαγγείλητε τοῦ ἐκ
σκότους ὑμᾶς καλέσαντος εἰς
τὸ θαυμαστὸν αὐτοῦ φῶς·
|
9
Σεῖς ὅμως εἶσθε <γένος ἐκλεκτόν,
ἱερατεῖον μὲ βασιλικὴν τὴν καταγωγήν,
ἔθνος ἅγιον, καθιερωμένον εἰς τὸν
Θεόν, ξεχωριστὸς λαὸς μέσα εἰς
τὴν οἰκουμένην, ἰδιαίτερον κτῆμα
καὶ περιουσία τοῦ ἀπείρου Θεοῦ>,
διὰ νὰ διαλαλῆτε μὲ τὰ λόγια
καὶ τὸ παράδειγμά σας τὰς ἀρετὰς
ἐκείνου, ὁ ὁποῖος σᾶς
ἐκάλεσεν ἀπὸ τὸ σκοτάδι
τῆς πλάνης καὶ τῆς ἁμαρτίας
εἰς τὸ λαμπρὸν καὶ ἀξιοθαύμαστον
πνευματικόν του φῶς. |
9
Σεῖς ὅμως εἶσθε γένος ἐκλεκτόν,
ἱερατεῖον ποὺ ἔχετε βασιλικὴν
καταγωγὴν καὶ εἶσθε δι’ αὐτὸ
συγχρόνως βασιλεῖς καὶ ἱερεῖς. Εἶσθε
ἔθνος ἅγιον, ἀφιερωμένον εἰς
τὸν Θεόν, λαὸς ξεχωρισμένος διὰ νὰ
ἀποτελῆτε ἰδιαίτερον κτῆμα καὶ
περιουσίαν τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἔχετε ὅλας
αὐτὰς τὰς ἐξαιρετικὰς ἰδιότητας,
διὰ νὰ διακηρύττετε μὲ τὸ ἅγιον
παράδειγμά σας τὰς ἐξόχους καὶ ἀπείρους
τελειότητας ἐκείνου, ποὺ σᾶς ἐκάλεσεν
ἀπὸ τὸ σκότος τῆς πλάνης καὶ
τῆς ἁμαρτίας εἰς τὴν νέαν φωτεινὴν
καὶ θαυμαστὴν πνευματικὴν ζωήν του.
|
10
οἱ ποτε οὐ λαός, νῦν δὲ λαὸς
Θεοῦ, οἱ οὐκ ἠλεημένοι, νῦν
δὲ ἐλεηθέντες. |
10
Σεῖς, οἱ ὁποῖοι κάποτε δὲν
ἤσασθε οὔτε κἂν λαός, ἐνῶ
τώρα εἶσθε λαὸς τοῦ Θεοῦ·
σεῖς, οἱ ὁποῖοι δὲν εἴχατε
προηγουμένως πάρει τὸ ἔλεος τοῦ
Θεοῦ, ἐνῶ τώρα ἔχετε ἐλεηθῇ.
|
10
Σεῖς, οἱ ὁποῖοι κάποτε δὲν ἦσθε
οὔτε κὰν λαός, τώρα ὅμως εἶσθε λαὸς
τοῦ Θεοῦ· σεῖς οἱ ὁποῖοι
δὲν εἴχετε ἐλεηθῆ, τώρα ὅμως
ἐλεήθητε ἀπὸ τὸν Θεόν.
|
11
Ἀγαπητοί, παρακαλῶ ὡς παροίκους
καὶ παρεπιδήμους, ἀπέχεσθε τῶν
σαρκικῶν ἐπιθυμιῶν, αἴτινες στρατεύονται
κατὰ τῆς ψυχῆς, |
11
Ἀγαπητοί, σᾶς παρακαλῶ, λοιπόν,
σὰν πνευματικοὺς ἀνθρώπους καὶ
πολίτας τοῦ οὐρανοῦ, προσωρινοὺς
καὶ παρεπιδήμους μέσα εἰς τὸν
φθαρτὸν καὶ ἁμαρτωλὸν αὐτὸν
κόσμον, νὰ ἀπέχετε ἀπὸ
τὰς σαρκικὰς ἐπιθυμίας, αἱ ὁποῖαι
ἀντιστρατεύονται καὶ πολεμοῦν τὴν
ψυχήν. |
11
Σᾶς παρακαλῶ λοιπόν, ἀγαπητοί, ὡς
πολίτας πλέον τοῦ οὐρανοῦ, ποὺ εἶσθε
ξένοι ἐπὶ τῆς γῆς καὶ προσωρινῶς
διαμένετε εἰς αὐτὴν ἐν μέσῳ
τῶν εἰδωλολατρῶν κατοίκων της, νὰ
ἀπέχετε ἀπὸ τὰς σαρκικὰς ἐπιθυμίας,
αἱ ὁποῖαι ἀντιστρατεύονται καὶ
μάχονται κατὰ τῆς ψυχῆς.
|
12
τὴν ἀναστροφὴν ὑμῶν ἔχοντες
καλὴν ἐν τοῖς ἔθνεσιν, ἵνα ἐν
ᾧ καταλαλοῦσιν ὑμῶν ὡς κακοποιῶν,
ἐκ τῶν καλῶν ἔργων ἐποπτεύσαντες
δοξάσωσι τὸν Θεὸν ἐν ἡμέρᾳ
ἐπισκοπῆς. |
12
Νὰ ἔχετε πάντοτε καλὴν καὶ ἀνεπίληπτον
τὴν συμπεριφοράν σας μεταξὺ τῶν εἰδωλολατρῶν,
ὥστε ἐνῶ σᾶς κατηγοροῦν ὡς
κακοποιούς, ὅταν θὰ ἴδουν τὴν
ἀνεπίληπτον ζωήν σας καὶ τὰ
καλὰ σας ἔργα, θὰ παρακινηθοῦν ἀπὸ
αὐτὰ νὰ δοξάσουν τὸν Θεὸν
κατὰ τὴν ἡμέραν ποὺ ἐκεῖνος
θὰ σᾶς ἐπισκεφθῇ καὶ θὰ
παρουσιάσῃ ὁλόλαμπρον τὴν ἀθωότητα
καὶ ἀρετήν σας. |
12
Τὴν συμπεριφοράν σας μεταξὺ τῶν ἐθνικῶν
νὰ ἔχετε καλήν, ὥστε νὰ προσελκύῃ
τὴν ἐκτίμησιν καὶ τὸν σεβασμόν, καὶ
ἔτσι δι’ ὅσα τώρα σᾶς κατηγοροῦν ὡς
ἐγκληματίας καὶ κακοποιούς, παρακινούμενοι
ἀπὸ τὰ καλὰ καὶ ἐνάρετα
ἔργα σας, ποὺ θὰ παρακολουθήσουν ἀπὸ
πλησίον, νὰ δοξάσουν τὸν Θεόν κατὰ τὴν
ἡμέραν, ποὺ θὰ σᾶς ἐπισκεφθῇ
ὁ Κύριος καὶ θὰ φέρῃ εἰς φῶς
τὴν ἀθῳότητά σας.
|
13
Ὑποτάγητε οὖν πάσῃ ἀνθρωπίνῃ
κτίσει διὰ τὸν Κύριον, εἴτε
βασιλεῖ, ὡς ὑπερέχοντι,
|
13
Ὑποταχθῆτε, λοιπόν, κατὰ τὸ
θέλημα τοῦ Κυρίου εἰς κάθε ἄνθρωπον,
ποὺ κατέχει κάποιαν ἀρχὴν καὶ
ἐξουσίαν εἴτε εἰς τὸν βασιλέα
ὡς πρὸς ἀνώτερον ἄρχοντα
|
13
Ὑποταχθῆτε λοιπὸν σύμφωνα μὲ τὴν
παραγγελίαν τοῦ Κυρίου εἰς πᾶσαν ὑπὸ
τῶν ἀνθρώπων ἐγκατεστημένην ἀρχήν·
εἴτε εἰς τὸν βασιλέα ὡς εἰς
ἀνώτερον, |
14
εἴτε ἡγεμόσιν, ὡς δι' αὐτοῦ
πεμπομένοις εἰς ἐκδίκησιν μὲν
κακοποιῶν, ἔπαινον δὲ ἀγαθοποιῶν·
|
14
εἴτε εἰς τοὺς διοικητὰς ἐπαρχιῶν,
ὡς πρὸς ἄρχοντας ποὺ στέλλονται
ἀπὸ αὐτὸν διὰ τὴν τιμωρίαν
μὲν τῶν κακοποιῶν διὰ τὸν ἔπαινον
δὲ καὶ τὴν ἀσφάλειαν ἐκείνων,
ποὺ πράττουν τὸ καλόν.
|
14
εἴτε εἰς τοὺς διοικητὰς τῶν
ἐπαρχιῶν, ὅπως ἁρμόζει νὰ ὑποτάσσεσθε
εἰς ἄρχοντας, ποὺ στέλλονται ἀπὸ
αὐτόν, τὸν ἐπίγειον βασιλέα, πρὸς
τιμωρίαν μὲν τῶν κακοποιῶν, ἔπαινον
δὲ καὶ ἐνίσχυσιν ἐκείνων, ποὺ
πράττουν τὸ ἀγαθόν. |
15
ὅτι οὕτως ἐστὶ τὸ θέλημα
τοῦ Θεοῦ, ἀγαθοποιοῦντας φιμοῦν
τὴν τῶν ἀφρόνων ἀνθρώπων
ἀγνωσίαν· |
15Διότι
ἔτσι εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ·
μὲ τὴν κατὰ Θεὸν νομιμοφροσύνην
καὶ μὲ τὴν ἀγαθοεργίαν σας νὰ
φιμώνετε καὶ νὰ σταματᾶτε τὴν
ἄγνοιαν τῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι
σᾶς ἐπικρίνουν, χωρὶς καὶ νὰ
γνωρίζουν ποῖοι πράγματι εἶσθε.
|
15
Δείξατε νομιμοφροσύνην καὶ ὑποταγήν, διότι
ἔτσι εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ,
μὲ τὴν ἀγαθοεργίαν νὰ ἐπιβάλλετε
σιωπὴν εἰς τὴν ἄγνοιαν τῶν ἀνθρώπων
ποὺ σᾶς κατηγοροῦν, χωρὶς νὰ
ἠξεύρουν ποῖοι εἶσθε.
|
16
ὡς ἐλεύθεροι, καὶ μὴ ὡς
ἐπικάλυμμα ἔχοντες τῆς κακίας
τὴν ἐλευθερίαν, ἀλλ' ὡς δοῦλοι
Θεοῦ. |
16
Ὑποταχθῆτε, λοιπόν, κατὰ Θεὸν
εἰς τὰς ἀρχὰς καὶ τὰς
ἐξουσίας σὰν ἠθικῶς ἐλεύθεροι
ἄνθρωποι καὶ ὄχι σὰν ἄνθρωποι,
ποὺ ἔχουν τὴν ἐλευθερίαν ὡς
πρόφασιν καὶ καμουφλάρισμα τῆς κακίας,
ἀλλὰ σὰν ἀληθινοὶ δοῦλοι
τοῦ Θεοῦ. |
16
Ὑποταχθῆτε σὰν ἐλεύθεροι ἀπὸ
τὴν κακίαν καὶ ἀπὸ κάθε ἄτοκον
καὶ ὄχι σὰν ἄνθρωποι ποὺ ἔχουν
τὴν ἐλευθερίαν ὡς πρόφασιν τῆς κακίας
καὶ τῆς ἀπειθείας, ἀλλὰ σὰν
δοῦλοι Θεοῦ. |
17
Πάντας τιμήσατε, τὴν ἀδελφότητα
ἀγαπᾶτε, τὸν Θεὸν φοβεῖσθε,
τὸν βασιλέα τιμᾶτε.
|
17
Ἀποδώσατε τὴν ὀφειλομένην τιμὴν
εἰς ὅλους. Ἀγαπᾶτε ὅλους τοὺς
ἀδελφούς σας Χριστιανούς, νὰ φοβῆσθε
καὶ νὰ σέβεσθε τὸν Θεόν·
νὰ τιμᾶτε τὸν βασιλέα. |
17
Εἰς ὅλους ἀποδώσατε τὴν ὀφειλομένην
εἰς ἕκαστον τιμήν. Νὰ ἀγαπᾶτε
τὸ σύνολον τῶν Χριστιανῶν ἀδελφῶν.
Νὰ φοβῆσθε εὐλαβῶς τὸν Θεόν
καὶ νὰ τιμᾶτε τὸν βασιλέα.
|
18
Οἱ οἰκέται ὑποτασσόμενοι ἐν
παντὶ φόβῳ τοῖς δεσπόταις, οὐ
μόνον τοῖς ἀγαθοῖς καὶ ἐπιεικέσιν,
ἀλλὰ καὶ τοῖς σκολιοῖς.
|
18
Οἱ δοῦλοι ἂς ὑποτάσσωνται μὲ
φόβον Θεοῦ εἰς κάθε τι, ποὺ
διατάσσουν οἱ κύριοί των, ὄχι
μόνον εἰς τοὺς καλοὺς καὶ ἐπιεκεῖς,
ἀλλὰ καὶ εἰς τοὺς ἰδιοτρόπους,
ποὺ ποτὲ δὲν ἰκανοποιοῦνται,
ἀλλὰ πάντοτε γογγύζουν.
|
18
Οἱ δοῦλοι ἂς ὑποτάσσωνται εἰς
τοὺς κυρίους μὲ φόβον Θεοῦ, ποὺ θὰ
τὸν δείχνουν εἰς κάθε περίστασιν. Ἂς ὑποτάσσωνται
ὄχι μόνον εἰς τοὺς καλοὺς καὶ
ἐπιεικεῖς κυρίους, ἀλλὰ καὶ
εἰς τοὺς στρεβλοὺς καὶ δυστρόπους.
|
19
Τοῦτο γὰρ χάρις, εἰ διὰ συνείδησιν
Θεοῦ ὑποφέρει τις λύπας, πάσχων
ἀδίκως. |
19
Διότι τοῦτο εἶναι χάρις Θεοῦ,
ἐὰν μὲ τὴν συνείδησιν, ὅτι
αὐτὸ θέλει ὁ Θεός, ὑποφέρῃ
κανεὶς λύπας, ταλαιπωρούμενος καὶ
πάσχων ἀδίκως. |
19
Διότι τοῦτο προσελκύει τὴν εὔνοιαν τοῦ
Θεοῦ, ἐὰν μὲ τὴν συνείδησιν,
ὅτι ὁ Θεὸς τὸ θέλει καὶ εὐαρεστεῖται
εἰς τοῦτο, ὑποφέρῃ κανεὶς λύπας,
πάσχων ἀδίκως. |
20
Ποῖον γὰρ κλέος, εἰ ἁμαρτάνοντες
καὶ κολαφιζόμενοι ὑπομενεῖτε; Ἀλλ'
εἰ ἀγαθοποιοῦντες καὶ πάσχοντες
ὑπομενεῖτε, τοῦτο χάρις παρὰ
Θεῷ. |
20
Διότι ποία εἶναι ἡ δόξα καὶ
ὁ ἔπαινός σας, ἐὰν δείξετε
ὑπομονήν, ὅταν διαπράξετε σφάλματα
καὶ ἐξ αἰτίας αὐτῶν σᾶς
δέρουν; Ἀλλ' ἐὰν δείξετε ὑπομονήν,
καθ' ὅν χρόνον πάσχετε καὶ ταλαιπωρεῖσθε,
μολονότι πράττετε τὸ ἀγαθὸν
καὶ ἐκτελεῖτε εὐσυνειδήτως τὸ
καθῆκον σας, τοῦτο εἶναι εὐάρεστον
ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ δόξα
διὰ σᾶς. |
20
Διότι ποία δόξα σας ἀνήκει, ἐὰν δείξετε
ὑπομονήν, ὅταν σφάλλετε, καὶ διὰ τὰ
σφάλματά σας αὐτὰ σᾶς δέρουν εἰς
τὸ πρόσωπον; Ἐὰν ὅμως δείξετε ὑπομονήν,
ὅταν, μολονότι πράττετε τὸ καθῆκον σας πρὸς
τοὺς κυρίους σας, καταπιέζεσθε ἀπὸ αὐτοὺς
καὶ ὑποφέρετε, τοῦτο εἶναι ἀρεστὸν
ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. |
21
Εἰς τοῦτο γὰρ ἐκλήθητε, ὅτι
καὶ Χριστὸς ἔπαθεν ὑπὲρ ἡμῶν,
ὑμῖν ὑπολιμπάνων ὑπογραμμὸν
ἵνα ἐπακολουθήσητε τοῖς ἴχνεσιν
αὐτοῦ· |
21
Διότι εἰς αὐτὸ ἀκριβῶς
ἔχετε κληθῇ, διὰ νὰ ἐκτελῆτε
τὸ καθῆκον σας, καὶ διὰ νὰ πράττετε
τὸ ἀγαθὸν καὶ ὅταν ἀκόμη
ἀδικῆσθε καὶ ταλαιπωρῆσθε ἀδίκως.
Διότι καὶ ὁ Χριστὸς ἔπαθε πρὸς
χάριν ἡμῶν καὶ ὑπέμεινε
σταυρόν, διὰ νὰ σώσῃ ἀκόμη
καὶ αὐτοὺς τοὺς σταυρωτάς του,
ἀφήσας εἰς σᾶς τέλειον παράδειγμα
πρὸς μίμησιν, διὰ νὰ ἀκολουθήσετε
καὶ βαδίσετε ἀκριβῶς ἐπάνω
εἰς τὰ ἴχνη του. |
21
Καὶ εἶναι τοῦτο ἀρεστὸν εἰς
τὸν Θεόν, διότι ἔχετε κληθῆ διὰ νὰ
πράττετε τὸ καλὸν καὶ εὐεργετῆτε,
καὶ ὅταν ἀκόμη παραγνωρίζεσθε καὶ
ὑποφέρετε ἀδίκως. Καθ’ ὅσον καὶ ὁ
Χριστὸς ἔπαθε πρὸς χάριν σας, χωρὶς
αὐτὸς νὰ πταίσῃ εἰς τίποτε καὶ
ἀφῆκεν εἰς σᾶς παράδειγμα τέλειον
πρὸς μίμησιν, διὰ νὰ ἀκολουθήσετε
ἀκριβῶς ἐπάνω εἰς τὰ ἀχναρια
του. |
22
ὃς ἁμαρτίαν οὐκ ἐποίησεν,
οὐδὲ εὑρέθη δόλος ἐν τῷ
στόματι αὐτοῦ·
|
22
Αὐτὸς δὲν ἔκαμε ποτὲ καμμίαν
ἀπολύτως ἁμαρτίαν· <οὔτε
δὲ καὶ εἰς τὸ στόμα του εὑρέθη
ποτὲ δόλος ἢ ἔστω καὶ ὁ
παραμικρότερος ἁμαρτωλὸς λόγος>.
|
22
Αὐτὸς δὲν ἔκαμέ ποτε ἁμαρτίαν,
οὔτε εὑρεθῇ δόλος ἢ ψεῦδος εἲς
τὸ στόμα τοῦ. |
23
ὃς λοιδορούμενος οὐκ ἀντελοιδόρει,
πάσχων οὐκ ἠπείλει, παρεδίδου
δὲ τῷ κρίνοντι δικαίως·
|
23
Αὐτός, ἐνῶ ἐχλευάζετο
καὶ ὑβρίζετο ἀπὸ τοὺς
βασανιστάς του, δὲν ἐχλεύαζε καὶ
δὲν ὕβριζεν αὐτούς. Ἐνῶ
ἔπασχεν ἀδίκως, δὲν ἀπειλοῦσεν
ἐκδικήσεις, ἀλλὰ παρέδιδε καὶ
ἐνεπιστεύετο τὸν ἑαυτόν του
εἰς τὸν Θεόν, ποὺ κρίνει πάντοτε
μὲ δικαιοσύνην. |
23
Αὐτός, ἐνῷ ἐνεπαίζετο καὶ
ὑβρίζετο, δὲν ἀνταπέδιδεν ὕβρεις εἰς
τὰς ὕβρεις ἐνῷ ἔπασχεν ἀδίκως,
δὲν ἐφοβέριζε μὲ ἐκδικητικὰς
ἀπειλὰς τοὺς ἀδικοῦντας αὐτόν,
ἀλλὰ ἀνέθετε τὸν ἑαυτόν του
εἰς τὸν Θεόν, ποὺ πάντοτε κάνει κρίσιν δικαίαν.
|
24
ὃς τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν αὐτὸς
ἀνήνεγκεν ἐν τῷ σώματι αὐτοῦ
ἐπὶ τὸ ξύλον, ἵνα ταῖς
ἁμαρτίαις ἀπογενόμενοι τῇ δικαιοσύνῃ
ζήσωμεν· οὗ τῷ μώλωπι αὐτοῦ
ἰάθητε. |
24
<Αὐτὸς ἐπῆρε καὶ ἐβάστασεν
ἐπάνω του τὰς ἁμαρτίας μας καὶ
προσέφερε διὰ τοῦ σώματός του
θυσίαν ἐπάνω εἰς τὸ ξύλον
τοῦ σταυροῦ, διὰ νὰ λάβωμεν
ἡμεῖς τὴν λύτρωσιν καὶ τὴν
ἀπαλλαγὴν ἀπὸ τὰς ἁμαρτίας>,
νὰ ζήσωμεν δὲ μὲ τὴν δικαιοσύνην
καὶ τὴν ἀρετήν. <Χάρις εἰς
τὰς πληγὰς αὐτοῦ ἔχετε καὶ
σεῖς θεραπευθῆ ἀπὸ τὴν θανατηφόρον
νόσον τῆς ἁμαρτίας>.
|
24
Αὐτὸς ἐβάστασεν ὁ ἴδιος
ἐπάνω του τὰς ἁμαρτίας μας καὶ
προσέφερε διὰ τοῦ σώματός του θυσίαν δι’ αὐτὰς
εἰς τὸν σταυρόν. Καὶ ἔκαμε τὴν
θυσίαν αὐτήν, διὰ νὰ ἐλευθερωθῶμεν
καὶ ἀποξενωθῶμεν ἀπὸ τὰς
ἁμαρτίας καὶ ζήσωμεν εἰς τὸ ἑξῆς
διὰ τὴν δικαιοσύνην καὶ διὰ τὴν
ἀρετήν. Διὰ τῶν πληγῶν αὐτοῦ
ἰατρεύθητε. |
25
Ἦτε γὰρ ὡς πρόβατα πλανώμενα,
ἀλλ' ἐπεστράφητε νῦν ἐπὶ
τὸν ποιμένα καὶ ἐπίσκοπον τῶν
ψυχῶν ὑμῶν. |
25
Διότι ἤσασθε προηγουμένως ἄρρωστοι
πνευματικῶς· <ἤσασθε πρόβατα ποὺ
ἐπλανῶντο> μὲ ἄμεσον τὸν
κίνδυνο νὰ κατασπαραχθοῦν ἀπὸ
τοὺς λύκους. Ἀλλὰ τώρα ἐγυρίσατε
εἰς τὸν καλὸν Ποιμένα καὶ τὸν
ἀκοίμητον φρουρὸν καὶ ὑπερασπιστὴν
τῶν ψυχῶν σας.
|
25
Ναί· ἰατρεύθητε, διότι ἄλλοτε ἦσθε
ἄρρωστοι πνευματικῶς ἦσθε σὰν πρόβατα
ποὺ ἐπλανῶντο. Ἀλλὰ τώρα ἐγυρίσατε
ὀπίσω εἰς τὸν ποιμένα καὶ ἄγρυπνον
φρουρὸν τῶν ψυχῶν σας. |