Πρωτότυπο Κείμενο
|
Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα
|
Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
|
ρεσβυτέρῳ
μὴ ἐπιπλήξῃς, ἀλλὰ παρακάλει
ὡς πατέρα, νεωτέρους ὡς ἀδελφούς,
|
ὴ
ἐπιπλήξῃς, καὶ μάλιστα μὲ
ἀπότομον τρόπον, γεροντότερον, ἀλλὰ
νὰ τὸν προτρέπῃς καὶ νὰ
τὸν παρηγορῆς σὰν πατέρα, τοὺς
δὲ νεωτέρους κατὰ τὴν ἡλικίαν
νὰ τοὺς συμβουλεύῃς καὶ νὰ
τοὺς καθοδηγῇς σὰν ἀδελφούς.
|
ὴν
ἐπιπλήξῃς μὲ ἀπότομον τρόπον γεροντότερον
κατὰ τὴν ἡλικίαν, ἀλλὰ πρότρεπέ
τον σὰν πατέρα, τοὺς νεωτέρους δὲ κατὰ
τὴν ἡλικίαν συμβούλευέ τους σὰν
ἀδελφούς. |
2
πρεσβυτέρας ὡς μητέρας, νεωτέρας ὡς
ἀδελφὰς ἐν πάσῃ ἁγνείᾳ.
|
2
Τὰς ἠλικιωμένας νὰ τὰς προτρέπῃς
καὶ ἐνθαρρύνῃς σὰν μητέρας,
τὰς νεωτέρας κατὰ τὴν ἡλικίαν
νὰ τὰς νουθετῇς σὰν ἀδελφάς,
κρατῶν τὸν ἑαυτόν σου εἰς πᾶσαν
ἁγνότητα καὶ καθαρώτητα.
|
2
Τὰς ἠλικιωμένας πρότρεπέ τας σὰν
μητέρας, τὰς νεωτέρας συμβούλευέ τας σὰν
ἀδελφάς, προσέχων νὰ συμπεριφέρεσαι πρὸς
αὐτὰς μὲ πᾶσαν ἁγνότητα.
|
3
Χήρας τίμα τὰς ὄντως χήρας.
|
3
Νὰ τιμᾷς καὶ νὰ ὑπολήπτεσαι
τὰς χήρας, τὰς πραγματικὰς χήρας,
αὐτὰς αἱ ὁποῖαι ζοῦν μὲ
σεμνότητα καὶ σωφροσύνην.
|
3
Τίμα τὰς χήρας, τὰς πράγματι χήρας, αὐτὰς
δηλαδὴ ποὺ εἶναι ὄχι μόνον πτωχαί,
ἀλλὰ καὶ σώφρονες καὶ ἁγναί.
|
4
Εἰ δέ τις χήρα τέκνα ἢ ἔκγονα
ἔχει, μανθανέτωσαν πρῶτον τὸν ἴδιον
οἶκον εὐσεβεῖν καὶ ἀμοιβὰς
ἀποδιδόναι τοῖς προγόνοις· τοῦτο
γάρ ἐστι καλὸν καὶ ἀποδεκτὸν
ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. |
4
Ἐὰν δὲ καμμιὰ χήρα ἔχῃ
παιδιὰ ἢ ἐγγόνια, ἂς μανθάνουν
αὐτὰ νὰ σέβωνται πρῶτον τὴν
οἰκογένειάν των καὶ νὰ ἀνταποδίδουν
ἀμοιβὰς εἰς τοὺς προγόνους των,
ἀπέναντι τῶν ὅσων ἔλαβαν ἀπὸ
αὐτούς, ὅταν ὡς παιδιὰ εἶχαν
ἀνάγκην διατροφῆς καὶ περιποιήσεως·
διότι αὐτὸ εἶναι καλὸν καὶ
εὐάρεστον ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.
|
4
Ἐὰν δὲ καμμία χήρα ἔχῃ παιδιὰ
ἢ ἐγγόνια, ἂς μανθάνουν ταῦτα
νὰ δεικνύουν σεβασμὸν πρῶτον εἰς τὴν
ἰδίαν των οἰκογένειαν καὶ νὰ ἀνταποδίδουν
ἀμοιβὰς εἰς τοὺς προγόνους των δι’
ὅσα αὐτοὶ ἐμόχθησαν καὶ ἐθυσίασαν,
ὅταν τὰ ἐγγόνια ἢ τὰ παιδιὰ
εἶχαν ἀνάγκην περιθάλψεως. Πρέπει δὲ ταῦτα
νὰ μάθουν τὸν σεβασμὸν καὶ τὴν
ἀνταπόδοσιν αὐτήν, διότι τοῦτο εἶναι
καλὸν καὶ εὐάρεστον ἐνώπιον τοῦ
Θεοῦ. |
5
Ἡ δὲ ὄντως χήρα καὶ μεμονωμένη
ἤλπικεν ἐπὶ τὸν Θεὸν καὶ
προσμένει ταῖς δεήσεσι καὶ ταῖς
προσευχαῖς νυκτὸς καὶ ἡμέρας·
|
5
Ἡ δὲ πραγματικὴ χήρα, ἡ ἁγνὴ
καὶ σεμνή, ἡ ὁποία μένει
ἀπολύτως μόνη, χωρὶς συγγενεῖς
ἢ ἀπογόνους, ἔχει ἀναθέσει
ὅλας τὰς ἐλπίδας της εἰς τὸν
Θεὸν καὶ ἀφιερώνει τὰς ἡμέρας
καὶ τὰς νύκτας της εἰς δεήσεις
καὶ προσευχάς. |
5
Ἡ δὲ πραγματικὴ χήρα, ἡ σώφρων δηλαδὴ
καὶ ἁγνή, ποὺ εἶναι συγχρόνως καὶ
ἔρημος ἀπὸ συγγενεῖς, ἔχει στηρίξει
τὰς ἐλπίδας τῆς εἰς τὸν Θεόν
καὶ καταγίνεται μὲ ἐπιμονὴν εἰς
τὰς δεήσεις καὶ προσευχὰς νύκτα καὶ
ἡμέραν. |
6
ἡ δὲ ἀπαταλώσα ζῶσα τέθνηκε.
|
6
Ἡ χήρα ὅμως ποὺ ζῇ ἕνα
σπάταλον καὶ τρυφηλὸν βίον, καίτοι
ζῇ ἕνα σωματικῶς, ἔχει ἐν τούτοις
ἀποθάνει πνευματικῶς ἐξ αἰτίας
τῶν ἁμαρτιῶν της. |
6
Ἡ χήρα ὅμως, ποὺ σπαταλεῖ καὶ
ζῇ βίον τρυφηλόν, καίτοι φαίνεται ζωντανή, ἔχει
ἀποθάνει πνευματικῶς.
|
7
Καὶ ταῦτα παράγγελλε, ἵνα ἀνεπίληπτοι
ὦσιν. |
7
Καὶ αὐτὰ νὰ παραγγέλλῃς
καὶ νὰ συμβουλεύῃς εἰς τὰς
χήρας, διὰ νὰ εἶναι ἄμεμπτοι
καὶ ἀκατηγόρητοι. |
7
Παράγγελλε καὶ αὐτά, ποὺ σοῦ
γράφω διὰ τὰς χήρας, διὰ νὰ μὴ
δίδουν λαβὴν εἰς κατηγορίαν καὶ αὐταὶ
καὶ οἰ ἀπόγονοί των.
|
8
Εἰ δέ τις τῶν ἰδίων καὶ
μάλιστα τῶν οἰκείων οὐ προνοεῖ,
τὴν πίστιν ἤρνηται καί ἐστιν
ἀπίστου χείρων.
|
8
Ἐὰν δὲ κανεὶς ἀπὸ τοὺς
ἀπογόνους, περὶ τῶν ὁποίων
ἔκαμα λόγον ἀνωτέρω, δὲν φροντίζῃ
καὶ δὲν λαμβάνῃ πρόνοιαν διὰ
τοὺς ἰδικούς του ἀνθρώπους καὶ
μάλιστα τοὺς οἰκιακούς του, ἔχει
ἀρνηθῆ τὴν πίστιν καὶ εἶναι
χειρότερος ἀπὸ τὸν ἄπιστον,
(ὁ ὁποῖος ἐπὶ τέλους ἠμπορεῖ
νὰ ἐνδιαφέρεται διὰ τοὺς οἰκιακούς
του). |
8
Ἐὰν δὲ κανένας ἀπὸ τοὺς
ἀπογόνους τούτους δὲν λαμβάνῃ πρόνοιαν διὰ
τοὺς ἰδικούς του ἀνθρώπους καὶ μάλιστα
διὰ τοὺς οἰκιακούς του, αὐτὸς
ἔχει ἀρνηθῇ τὴν πίστιν τοῦ Χριστοῦ
καὶ εἶναι χειρότερος καὶ ἀπὸ
αὐτὸν τὸν ἄπιστον, ὁ ὁποῖος
συνήθως δὲν στερεῖται τὴν φυσικὴν
στοργήν. |
9
Χήρα καταλεγέσθω μὴ ἔλαττον ἐτῶν
ἑξήκοντα γεγονυῖα, ἑνὸς ἀνδρὸς
γυνή, |
9
Χήρα ἂς κατατάσσεται εἰς τὴν
τάξιν τῶν χήρων, διὰ νὰ διακονῇ
εἰς τὴν ᾿Εκκλησίαν, ἐφ' ὄσον
δὲν εἶναι μικροτέρα τῶν ἐξήντα
ἐτῶν καὶ ἔχει ὑπάρξει
σύζυγος ἑνὸς μόνον ἀνδρός,
χωρὶς νὰ ἔχῃ ἔλθει εἰς
δεύτερον γάμον. |
9
Χήρα ἂς καταγράφεται εἰς τὸν κατάλογον τῆς
Ἐκκλησίας ἐφ’ ὅσον δὲν εἶναι
μικροτέρα τῶν ἑξῆντα ἐτῶν καὶ
ἐφ’ ὅσον ὑπῆρξεν ἐνὸς
ἀνδρὸς γυνή, δηλαδὴ μονόγαμος.
|
10
ἐν ἔργοις καλοῖς μαρτυρουμένη, εἰ
ἐτεκνοτρόφησεν, εἰ ἐξενοδόχησεν,
εἰ ἁγίων πόδας ἔνιψεν, εἰ
θλιβομένοις ἐπήρκεσεν, εἰ παντὶ
ἔργῳ ἀγαθῷ ἐπηκολούθησε.
|
10
Πρέπει δὲ νὰ ἔχῃ ἐκ μέρους
τῶν ἄλλων καὶ τὴν καλὴν μαρτυρίαν
διὰ τὰ καλά της ἔργα· ἐὰν
δηλαδὴ ἔθρεψε καὶ ἀνέθρεψε μὲ
ἐπιμέλειαν τὰ τέκνα της, ἐὰν
ἐφιλοξένησε μὲ προθυμίαν καὶ
χωρὶς νὰ λυπηθῇ ἔξοδα ἀνθρώπους,
ποὺ δὲν εἶχαν ποὺ νὰ μείνουν,
ἐὰν ἔπλυνε τὰ πόδια τῶν
Χριστιανῶν ποὺ ἤρχοντο ἀπὸ ὁδοιπορίαν,
ἐὰν ἐπροθυμοποιήθη νὰ βοηθήσῃ
τοὺς θλιβομένους, ἐὰν κατὰ τὸ
μέτρον τῶν δυνάμεών της ἐπεδίωξε
κάθε ἔργον καλωσύνης.
|
10
Πρέπει ἀκόμη νὰ παρέχεται μαρτυρία καλὴ
περὶ αὐτῆς διὰ τὰ καλά
της ἔργα· ἐὰν δηλαδὴ ἀνέθρεψε
παιδιά, ἐὰν ἐφιλοξένησεν, ἐὰν
ἔνιψε πόδια Χριστιανῶν ποὺ ἤρχοντο
ἀπὸ ὁδοιπορίαν ἢ περιοδείαν, ἐὰν
ἐβοήθησε θλιβομένους, ἐὰν συνέτρεξεν εἰς
κάθε ἔργον ἀγαθόν. |
11
Νεωτέρας δὲ χήρας παραιτοῦ· ὅταν
γὰρ καταστρηνιάσωσι τοῦ Χριστοῦ, γαμεῖν
θέλουσιν, |
11
Νεωτέρας ὅμως χήρας νὰ μὴ τὰς
δέχεσαι εἰς τὴν τάξιν τῶν διακονισσῶν,
διότι ὅταν κυριευθοῦν ἀπὸ ἐπιθυμίας
καὶ πόθους σαρκικῆς ζωῆς, ἀφανίζεται
ἡ ἀγάπη των πρὸς τὸν Χριστὸν
καὶ θέλουν νὰ ὑπανδρευθοῦν.
|
11
Τὰς νεωτέρας ὅμως χήρας μὴ τὰς δέχεσαι·
διότι, ὅταν ὁ ἔρωτας καὶ ὁ πόθος
τῆς σαρκικῆς ζωῆς ψυχράνῃ τὴν
ἀγάπην των πρὸς τὸν Χριστόν, θέλουν νὰ
ἔλθουν ες γάμον. |
12
ἔχουσαι κρῖμα, ὅτι τὴν πρώτην
πίστιν ἠθέτησαν·
|
12
Αὐταὶ δὲ ἐπωμίζονται εὐθύνην
καὶ καταδίκην, διότι τὴν πρώτην
αὐτῶν ὑπόσχεσιν, ὅτι θὰ
μένουν πισταὶ εἰς τὸν Χριστόν,
τὴν κατεπάτησαν. |
12
Αὐταὶ ἔχουν κατάκρισιν καὶ καταδίκην,
διότι κατεφρόνησαν τὴν πρώτην των ὑπόσχεσιν, περὶ
τοῦ ὅτι θὰ παρέμενον πισταὶ καὶ
ἀφωσιωμέναι εἰς τὸν Χριστόν.
|
13
ἅμα δὲ καὶ ἀργαὶ μανθάνουσι
περιερχόμεναι τὰς οἰκίας, οὐ
μόνον δὲ ἀργαί, ἀλλὰ καὶ
φλύαροι καὶ περίεργοι, λαλοῦσαι τὰ
μὴ δέοντα. |
13
Συγχρόνως δὲ αἱ νεώτεραι αὐταὶ
χῆραι μανθάνουν νὰ εἶναι ἀργαὶ
καὶ νὰ περιέρχωνται τὰ διάφορα
σπίτια. Καὶ εἶναι ὄχι μόνον
ἀργαί, ἀλλὰ καὶ φλύαροι
καὶ περίεργοι, λέγουσαι ἐκεῖνα
ποὺ δὲν πρέπει. |
13
Συγχρόνως δὲ αἱ νεώτεραι αὐταὶ χῆραι
κακομαθαίνουν νὰ εἶναι ἀργαὶ καὶ
νὰ περιέρχωνται τὰ σπίτια. Ὄχι δὲ
μόνον ἀργαὶ γίνονται, ἀλλὰ καὶ
φλύαροι καὶ περίεργοι, λέγουσαι ἐκεῖνα,
ποὺ δὲν πρέπει. |
14
Βούλομαι οὖν νεωτέρας γαμεῖν, τεκνογονεῖν,
οἰκοδεσποτεῖν, μηδεμίαν ἀφορμὴν
διδόναι τῷ ἀντικειμένῳ λοιδορίας
χάριν. |
14
Πρὸς ἀποφυγήν, λοιπόν, αὐτῶν
τῶν κινδύνων, θέλω αἱ νεώτεραι
χῆραι νὰ ὑπανδρεύωνται, νὰ ἀποκτοῦν
καὶ νὰ τρέφουν τὰ παιδιά των,
νὰ γίνωνται καλαὶ νοικοκυραί, ὥστε
νὰ μὴ δίδουν καμμίαν ἀφορμὴν
εἰς τὸν ἐχθρὸν τῆς πίστεως,
νὰ ἐμπαίζῃ αὐτὰς καὶ
τὴν πίστιν μας. |
14
Δι’ αὐτὰ λοιπὸν θέλω αἱ νεώτεραι χῆραι
νὰ ὑπανδρεύωνται, νὰ τεκνογονοῦν,
νὰ οἰκοκυρεύωνται, νὰ μὴ δίνουν
καμμίαν ἀφορμὴν εἰς τὸν ἐχθρὸν
τῆς πίστεως, διὰ νὰ διαβάλλῃ καὶ
χλευάζῃ τὴν πίστιν. |
15
Ἤδη γάρ τινες ἐξετράπησαν ὀπίσω
τοῦ σατανᾶ. |
15
Διότι, καὶ τώρα ποὺ σοῦ γράφω
αὐτά, μερικαὶ παρεξετράπησαν εἰς
ἁμαρτωλὴν ζωὴν ὀπίσω ἀπὸ
τὸν σατανᾶ. |
15
Θέλω δὲ νὰ ὑπανδρεύωνται αἱ νεώτεραι
χῆραι, διότι τώρα, ποὺ σοῦ γράφω, μερικαὶ
παρεξετράπησαν καὶ ἠκολούθησαν πίσω ἀπὸ
τὸν σατανᾶν. |
16
Εἴ τις πιστὸς ἢ πιστὴ ἔχει χήρας,
ἐπαρκείτω αὐταῖς, καὶ μὴ
βαρείσθω ἡ ἐκκλησία, ἵνα ταῖς
ὄντως χήραις ἐπαρκέσῃ.
|
16
Ἐὰν κανεὶς πιστὸς ἡ καμμιὰ
πιστὴ ἔχῃ εἰς τὸ σπίτι
του πτωχὰς καὶ ἐναρέτους χήρας,
νὰ παρέχῃ εἰς αὐτὰς ὅ,τι
χρειάζεται διὰ τὴν συντήρησίν
των καὶ ἂς μὴ ἐπιβαρύνεται ἡ
Ἐκκλησία, διὰ νὰ βοηθῇ ἅλλας
πραγματικὰς καὶ ἀπροστατεύτους χήρας.
|
16
Ἐὰν κανεὶς πιστὸς ἢ πιστὴ
ἔχῃ εἰς τὸ σπίτι του χήρας, ἂς
παρέχῃ εἰς αὐτὰς τὰ ἀρκετὰ
διὰ τὴν συντήρησίν των καὶ ἂς
μὴ ἐπιβαρύνεται ἡ Ἐκκλησία, διὰ
νὰ ἠμπορῇ αὕτη νὰ βοηθήσῃ
ἀρκετὰ τὰς ἀπροστατεύτους καὶ
πραγματικὰς χήρας. |
17
Οἱ καλῶς προεστῶτες πρεσβύτεροι διπλῆς
τιμῆς ἀξιούσθωσαν, μάλιστα οἱ
κοπιῶντες ἐν λόγῳ καὶ διδασκαλίᾳ·
|
17
Οἱ πρεσβύτεροι, οἱ ὁποῖοι προΐστανται
κατὰ τρόπον καλὸν καὶ φροντίζουν
καὶ κοπιάζουν διὰ τὸ ποίμνιόν
των, ἂς κρίνωνται ἄξιοι μεγαλυτέρας
ἀμοιβῆς, μάλιστα δὲ ἐκεῖνοι
ποὺ κοπιάζουν εἰς τὸ κήρυγμα
καὶ τὴν διδασκαλίαν.
|
17
Ὅσοι ἀπὸ τοὺς ἔχοντας τὸ
ἀξίωμα τοῦ πρεσβυτέρου εἶναι καλοὶ
προεστοὶ καὶ κοπιάζουν διὰ τὸ ποίμνιον,
εἶναι ἄξιοι νὰ παίρνουν διπλῆν μερίδα
διὰ τὴν συντήρησίν των. Πρὸ παντὸς
πρέπει νὰ λαμβάνουν τὴν διπλῆν μερίδα ἐκεῖνοι,
ποὺ κοπιάζουν εἰς τὸ κήρυγμα καὶ εἰς
τὴν διδασκαλίας. |
18
λέγει γὰρ ἡ γραφή· βοῦν
ἀλοῶντα οὐ φιμώσεις. Καί· ἄξιος
ὁ ἐργάτης τοῦ μισθοῦ αὐτοῦ.
|
18
Διότι καὶ ἡ Ἁγία Γραφὴ
λέγει· <δὲν θὰ δέσῃς
καὶ δὲν θὰ κλείσῃς τὸ
στόμα τοῦ βωδιοῦ, ποὺ ἁλωνίζει>·
καὶ <ὁ ἐργάτης εἶναι ἄξιος
τοῦ μισθοῦ του>. |
18
Εἶναι δὲ δίκαιον τοῦτο, διότι λέγει ἡ
Γραφή· Δὲν θὰ φράξῃς τὸ στόμα τοῦ
βωδιοῦ ποὺ ἁλωνίζει. Καὶ ὅτι·
Εἶναι ἄξιος ὁ ἐργάτης τοῦ μισθοῦ
τῆς ἐργασίας του. |
19
Κατὰ πρεσβυτέρου κατηγορίαν μὴ παραδέχου,
ἐκτὸς εἰ μὴ ἐπὶ δύο
ἢ τριῶν μαρτύρων. |
19
Μὴ δέχεσαι καὶ μὴν υἱοθετῇς
κατηγορίαν ἐναντίον πρεσβυτέρου, παρὰ
μόνον ὅταν ἐπιβεβαιώνεται μὲ
τὴν μαρτυρίαν δύο ἢ τριῶν μαρτύρων.
|
19
Μὴ δέχεσαι κατηγορίαν ἐναντίον πρεσβυτέρου, παρὰ
μόνον ὅταν στηρίζεται ἐπὶ τῆς μαρτυρίας
δύο ἢ τριῶν μαρτύρων. |
20
Τοὺς ἁμαρτάνοντας ἐνώπιον πάντων
ἔλεγχε, ἵνα καὶ οἱ λοιποὶ φόβον
ἔχωσι. |
20
Αὐτοὺς ποὺ συνεχῶς
ἁμαρτάνουν, χωρὶς νὰ ἔχουν προθυμίαν
διορθώσεως, νὰ τοὺς ἐλέγχῃς
ἐνώπιον ὅλων, διὰ νὰ ἔχουν
καὶ οἱ ἄλλοι φόβον.
|
20
Ὅσους κατ’ ἐπανάληψιν ἁμαρτάνουν,
ἔλεγχέ τους ἐμπρὸς εἰς ὅλους,
διὰ νὰ ἔχουν φόβον καὶ οἱ λοιποί.
|
21
Διαμαρτύρομαι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ
καὶ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ
τῶν ἐκλεκτῶν ἀγγέλων, ἵνα
ταῦτα φυλάξῃς, χωρὶς προκρίματος
μηδὲν ποιῶν κατὰ πρόσκλισιν.
|
21
Σὲ ἐξορκίζω ἐνώπιον τοῦ
Θεοῦ καὶ τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ
Χριστοῦ καὶ τῶν ἐκλεκτῶν ἀγγέλων
νὰ φυλάξῃς αὐτά, ποὺ σοῦ
γράφω χωρὶς καμμίαν προκατάληψιν καὶ
χωρὶς νὰ κάμνῃς τίποτε κινούμενος
ἀπὸ εὐμενῇ προδιάθεσιν τῆς
καρδίας σου πρὸς τοὺς πταίστας.
|
21
Σὲ ἐξορκίζω ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ
καὶ τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ
καὶ τῶν ἐκλεκτῶν ἀγγέλων
νὰ φυλάξῃς αὐτά, ποὺ σοῦ γράφω.
Νὰ τὰ φυλάξῃς δὲ χωρὶς καμμίαν
προκατάληψιν καὶ χωρὶς νὰ πράττῃς
τίποτε ἀπὸ εὐνοϊκὴν διάθεσιν καὶ
κλίσιν τῆς καρδίας σου πρὸς τὸν κατηγορούμενον.
|
22
Χεῖρας ταχέως μηδενὶ ἐπιτίθει,
μηδὲ κοινώνει ἁμαρτίαις ἀλλοτρίαις·
σεαυτὸν ἁγνὸν τήρει.
|
22
Νὰ μὴ ἀπλώνῃς ταχέως καὶ
χωρὶς προηγουμένην ἐξέτασιν τὰ
χέρια σου, διὰ νὰ χειροτονήσῃς
κάποιον οὔτε νὰ συμμετέχῃς καὶ
νὰ ἀναλαμβάνῃς εὐθύνην
εἰς ξένας ἁμαρτίας, εἰς ἁμαρτίας
δηλαδὴ τὰς ὁποίας πιθανὸν νὰ
διαπράξῃ ὁ χειροτονηθεὶς ἀναξίως·
φύλαττε τὸν εὐατόν σου ἁγνὸν
ἀπὸ ὅλα. |
22
Νὰ μὴ βάζῃς γρήγορα τὰ χέρια σου εἰς
κανένα πρὸς χειροτονίαν, οὔτε νὰ γίνεσαι
συμμέτοχος καὶ συνυπεύθυνος εἰς ξένας ἁμαρτίας,
τὰς ὁποίας ἑπόμενον εἶναι νὰ
διαπράξῃ ὁ ἀναξίως χειροτονηθείς. Διατήρει
τὸν ἑαυτόν σου καθαρὸν καὶ ἀπὸ
ἰδικάς σου, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ
ξένας ἁμαρτίας. |
23
Μηκέτι ὑδροπότει, ἀλλ' οἴνῳ
ὀλίγῳ χρῶ διὰ τὸν στόμαχόν
σου καὶ τὰς πυκνάς σου ἀσθενείας.
|
23
Νὰ μὴ πίνῃς πλέον νερὸ
κατὰ τὸ φαγητόν σου, ἀλλὰ νὰ
χρησιμοποιῇς καὶ ὀλίγον οἶνον
διὰ τὸ στομάχι σου καὶ διὰ τὰς
συχνὰς ἀσθενείας σου.
|
23
Νὰ μὴ πίνῃς πλέον νερὸ εἰς τὸ
φαγητόν σου, ἀλλὰ χρησιμοποιεῖ ὀλίγον
κρασὶ διὰ τὸ στομάχι σου καὶ τὰς
συχνὰς ἀσθενείας σου. |
24
Τινῶν ἀνθρώπων αἱ ἁμαρτίαι
πρόδηλοί εἰσι, προάγουσαι εἰς
κρίσιν, τισὶ δὲ καὶ ἐπακολουθοῦσιν·
|
24
Μερικῶν ἀνθρώπων αἱ ἁμαρτίαι
εἶναι ὁλοφάνεροι, ὥστε νὰ ὑποβοηθοῦν
εἰς τὴν ὀρθὴν κρίσιν περὶ
αὐτῶν. Εἰς μερικοὺς ὅμως ἀποκαλύπτονται
κατόπιν. (Πρόσεχε, λοιπόν, νὰ μὴ
χειροτονῇς κάτι τέτοιους ἀνθρώπους).
|
24
Διὰ νὰ ἐπανέλθω δὲ εἰς τὴν
προτροπήν μου τοῦ νὰ μὴ θέτῃς
γρήγορα τὰ χέρια σου εἰς κανένα, σοῦ ὑπενθυμίζω,
ὅτι μερικῶν ἀνθρώπων αἱ ἁμαρτίαι
εἶναι ὁλοφάνεροι, καὶ ξεπροβάλλουν,
ὥστε διευκολύνουν τὴν κρίσιν τῶν ἄλλων
δι’ αὐτάς. Εἰς μερικοὺς ὅμως φανερώνονται
ὕστερα ἀπὸ χρόνον ἀρκετόν.
|
25
ὠσαύτως καὶ τὰ καλὰ ἔργα
πρόδηλά ἐστι, καὶ τὰ ἄλλως
ἔχοντα κρυβῆναι οὐ δύνανται.
|
25
Καὶ τὰ καλὰ ἐπίσης ἔργα
εἶναι ὁλοφάνερα καὶ τὰ κακὰ
ἔργα, ποὺ προσπαθοῦν οἱ πονηροὶ
νὰ τὰ ἀποκρύψουν, δὲν εἶναι
δυνατὸν νὰ μείνουν κρυμένα. Θὰ
τὰ φανερώσῃ ὁ Θεός.
|
25
Τὸ ἴδιο καὶ τὰ καλὰ ἔργα
εἶναι ὁλοφάνερα καὶ τὰ μὴ
ὁλοφάνερα δὲν ἠμποροῦν νὰ
κρυβοῦν. |