Ἱερὸς Ναὸς Παντανάσσης Πατρῶν
Ἱερὸς ναὸς Παντανάσσης Πατρῶν, εὑρίσκετε πλησίον τοῦ μαγαζιοῦ ποῦ διατηροῦσα γιὰ πολλὰ χρόνια στὴν περιοχὴ αὐτή, ἀλλὰ δέν εἶχα ποτὲ χρησιμοποιήσῃ τὴν ἐκκλησία, πέραν τῶν γνωστῶν πράξεων καὶ κάποιων μεγάλων ἑορτῶν.
Ἂν δὲν συνέβαιναν ὅλα αὐτά, τὰ ὁποῖα διαβάζετε ἢ θὰ διαβάσετε, δέν θὰ μοῦ δινόταν ἡ εὐκαιρία νὰ μάθω, καὶ νὰ ζήσῳ γεγονότα τὰ ὁποῖα εἶναι ἄγνωστα κατὰ κάποιον τρόπο, ἔτσι ὅταν ἄρχισε ἡ χιονοστιβάδα τῶν γεγονότων αὐτῶν, ἀναγκαστικὰ ζητήθηκε ἡ συνδρομή της.
Ἡ καθημερινὴ ἐπαφή μου μὲ ὠφέλησε, καὶ ἐγὼ τὸ ἔβλεπα καὶ τὸ διέδιδα σὲ ὅποιον ἐνδιαφερόταν νὰ μάθῃ, αὐτὸ ὅμως δέν ἀρέσει σὲ κατηγορίες ἀνθρώπων καὶ ἐτεροκλήτων θεῶν, καὶ τοὺς ἀνάγκασα χωρὶς νὰ τὸ θέλω νὰ φέρουν θεοὺς τῆς βρῶμας ποῦ πρεσβεύουν, καὶ οἱ ὁποῖοι μισοῦν τὴν ἐκκλησία.
Ἕως τότε ἐγῶ δέν εἶχα ἰδέα περὶ οἰανδήποτε θεῶν, πόσο μᾶλλον περὶ τοῦ ἀποκαλουμένου σατανᾶ - διαβόλου - βρικόλακα - ἀπατεῶνας ἢ ὅπως ἀλλιῶς θέλει νὰ ὀνομάζετε, καὶ ἄρχισαν μέσα στὴν ἐκκλησία, ὅταν ἀποφάσισα νὰ τὴν χρησιμοποιήσω, νὰ μοῦ συμβαίνουν ἀλλοπρόσαλλα γεγονότα, ἀρχικῶς παρατήρησα νὰ ἐπικεντρώνετε ἡ προσοχή μου, στὴν μεγάλη εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, ποῦ εἶναι στὴν Ὡραῖα Πύλη δεξιά, καὶ νὰ αἰσθάνομαι ὅτι μοῦ μίλαγε κάποιος, καὶ μετὰ νὰ γεμίζουν τὰ μάτια μου δάκρυα, ἢ τὸ στομάχι μου μέσα νὰ γίνεται μία μορφῆ ἀνακατοσοῦρας, ἀπὸ κάποιον ποῦ προσπαθοῦσε νὰ μοῦ κουνάει τὰ μάτια σὲ διαφόρους ἀνθρώπους ἢ νὰ βλέπω ὅλο τὸ πνευματικὸ σῶμα, κάποιων ἀνθρῶπων, νὰ τοὺς τὸ ἀνεβάζῃ στὸν οὐρανὴ ἢ κάποιες ἐνέργειες οἱ ὁποῖες πραγματοποιοῦντο μὲ τὰ λόγια τῆς ἐκκλησίας, καὶ ἴσχυαν ἢ τὶς ἐπέβαλαν μετά, ἢ νὰ γυρίζῃ τὸ κεφάλι μου, σὲ ὅποιον χρησιμοποιοῦσαν μέσα στὴν ἐκκλησία γιὰ νὰ χασμουρηθῇ, δηλαδὴ δέν σὲ ἄφηναν νὰ ἠσυχάσῃς ποτέ, παρα ταύτα ὅταν ἔφευγα ἀπὸ τὴν ἐκκλησία, ἔνοιωθα πάντα σχεδὸν χαλαρός, καὶ μόλις ἄρχιζαν τὰ χασμουρητὰ ἔξω ἀπὸ τὴν ἐκκλησία, ἔνοιωθα νὰ αἰσθάνομαι ἀδιαθεσία, τὴν ἀδιαθεσία τὴν ἔνοιωθα γιατὶ τὰ χασμουρητὰ προερχόταν ἀπὸ τὸν σατανᾶ ποῦ εἶχαν φέρῃ στὴν ἐκκλησία, καὶ τὰ ὁποῖα ἐπειδὴ ἦταν ἰσχυρά - πολὺ βρῶμα, τὰ ἔνοιωθα ἀμέσως νὰ μὲ καταβάλουν.        
Ἔτσι καὶ μιὰ Κυριακή, μόλις ἔβγαινα ἀπὸ τὴν ἐκκλησία στὴν πλατεῖα, ἄρχιζαν πάλι νὰ χασμουριοῦνται διάφοροι ἀπὸ τὸ ἐκκλησίασμα καὶ ἀναγκάστηκα νὰ τοῦ πῶ: Αἱ γαμήσου καὶ σὺ καὶ ἡ θεότητά σου.
Τὸ μεσημέρι ποῦ πάω νὰ φάω στὸ σπίτι, μὲ τὴν πρώτη μπουκιά, εἰσέρχεται τέτοια ποσότητα βρῶμας μέσα μου, ποῦ γύρισε καὶ πῆγε στὸν δεξιὸ γοφὸ πίσω, καὶ μοῦ λέει: Αὐτὴ τὴν κουβέντα, ἐμένα δὲν βρέθηκε ἄνθρωπος ἀκόμη νὰ μοῦ τὴν πῇ, πάρε τώρα τὴν Ἀφρική, <ἐννοοῦσε ὅτι ἡ βρῶμα αὐτή, ποῦ ἔβαλε μέσα, προῆλθε καὶ περιελάμβανε τὸ σύνολο τῆς Ἀφρικῆς, ἐπίσης κάθε φορὰ ποῦ μὲ γέμιζε μὲ μεγάλες ποσότητες βρῶμας, μοῦ ἔλεγε ἀπὸ ποῦ προερχόταν, διότι δὲν ὑπολόγιζε ὅτι ἐγῶ τὰ ἔγραφα, ἀργότερα ἡ βρῶμα προερχόταν ἀπὸ ἀεροπλάνα, πλοῖα, φωτιές, σεισμοῦς κ.λ.π. μοῦ ἔδειχνε στὴν σκέψῃ τὸ δυστύχημα, ποῦ εἶχε προκληθῃ καὶ ἀμέσως ἐγῶ γέμιζα βρῶμα>, καὶ ἔμενα ἐγῶ σχεδὸν φυτό. <Ὅταν δὲ ἔλεγα στοὺς ἀνθρώπους γιὰ τὸ συγκεκριμένο συμβᾶν ἐπακολουθοῦσε μακελειό>.
Ἐγῶ βέβαια δὲν καταλάβαινα τότε τίς συνέπειες, ἀπὸ αὐτήν μου τὴν πράξῃ, οὔτε ἀκόμη γνώριζα ὅτι αὐτὸς ἦταν ὁ ἀποκαλούμενος σατανᾶς, καὶ ὅταν ξαναπάω στὴν ἐκκλησία, μοῦ κάνῃ μία κίνησῃ μὲ τὸ μάτι τὸ καλό, ποῦ περιέλαβε ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ποῦ ἀποτελοῦσε τὸ ἐκκλησίασμα, καὶ τοὺς ἔβαλε στὸ δεξιὸ μάτι γιὰ τιμωρία, <τὸ δεξιὸ μάτι ἀναφέρεται στὴν Μετάλλαξη μὲ ποῖον τρόπο τραυματίστηκε στὴν παιδική μου ἡληκία>, καὶ ἀφοῦ πάω καὶ προσκυνῶ στην πρώτη εἰκόνα, τὴν μικρὴ Τοῦ Χριστοῦ Τῆς Παναγίας καὶ Τοῦ Ἰωάννη Τοῦ Προδρόμου, ποῦ εἶναι στὴν εἴσοδο, μὲ ἐπισκιάζῃ ἕνα ἄρωμα τὸ ὁποῖο μὲ κάλυψε ἕως τὴν μέση, αὐτὸ ἐνήργησε ἀνασταλτικὰ καὶ δέν ἄφησε νὰ καταρρεύσῃ τὸ πνεῦμά μου, τὴν πρώτη περίοδο, ἀπὸ τὶς ἐνέργειες ποῦ στὴν συνέχεια ἐπακολούθησαν, δηλαδὴ νὰ μὲ φορτώνῃ βρῶμα, ὥστε νὰ κατέβῃ τὸ πνεῦμά μου σὲ τέτοιο σημεῖο ὥστε νὰ ἐπισκιασθῇ καὶ νὰ μὲ ἐξουσιάσῃ πλῆρως ἐπειδὴ τὸν ἔβρισα, καὶ ἀποφασίζω τιμῆς ἕνεκεν νὰ βγάλω μία φωτογραφία τὴν μικρὴ ἐκείνη εἰκόνα καὶ νὰ τὴν κάνῳ εἰκόνισμα, καὶ τὴν κρέμασα κάτω ἀπὸ τὸν Σταυρὸ στὴν κολώνα τοῦ μαγαζιοῦ ποῦ ἔμενα τότε.
Τὸν Σταυρὸν αὐτόν, τὸν ἔφτιαξα ἀπὸ τὸν ἐρεθεισμό, ποῦ δεχόμουν μέσα στὴν ἐκκλησία, ὅταν πήγαινα κάθε ἀπόγευμα στὸν ἐσπερινό, νὰ γυρίζῃ τὸ κεφάλι μου, καὶ νὰ κοιτάζει τὸν Σταυρό, ποῦ ἦταν μέσα στὸ ἱερό, στὴν δεξιὰ πόρτα <ὁ Σταυρὸς αὐτὸς χρησιμοποιεῖτε τὴν Μεγάλη Παρασκευῆ>, γύριζε τὸ κεφάλι μου ἀπὸ τὴν Ὡραῖα Πύλη ποῦ κοίταζα συνήθως, στὴν πόρτα τοῦ ἱεροῦ που εἶναι δεξιά, καὶ νὰ βλέπω τὸν Σταυρό, ποῦ ἦταν μέσα στὸ ἱερό, ὥσπου ἀποφάσισα νὰ τὸν φτιάξω, λόγῳ τοῦ λεπτοῦ σχήματός του, χωρὶς νὰ γνωρίζω τὴν αἰτία, ἡ αἰτία φάνηκε ἀργότερα ὅταν ὁ Σταυρὸς χρησιμοποιήθηκε, γιὰ νὰ σπάσῃ τὴν βρῶμα ποῦ προερχόταν ἀπὸ τρία χασμουρητά, ποὺ γράφω ποιὸ κάτω, αὐτὸ ποῦ ἔκανε ὁ Σταυρός, τοῦ ἔδωσε καὶ τὴν ἀξία, νὰ μετατραπῇ σὲ ἐπιθετικὸ πλέον ὄπλο, ὁ Σταυρὸς μετὰ ἀπὸ αὐτὸ χρησιμοποιήθηκε καὶ κτύπαγα πνευματικά, ὅτι δήποτέ μοῦ προκαλοῦσε πρόβλημα, καὶ ἔκανε καλὴ δουλειά, ἦταν μία ἀμυντική μου θωράκισῃ μὲ ὄπλο, ἡ πρώτη.
Μετὰ τὴν εἰκόνα ποῦ ἔφτειαξα, καὶ τὴν κρέμασα κάτω ἀπὸ τὸν Σταυρό, γιὰ ἕνα χρόνο περίπου ἐρχόταν ὁ βρικόλακας, δείχνοντάς μου τὴν εἰκόνα, καὶ μοῦ ἔλεγε: Αὐτὸ εἶναι φωτογραφία, δέν εἶναι εἰκόνισμα, ἀμέσως μὲ ἔπιανε ἀνεξέλεγκτο κλάμα, καὶ εὐτυχῶς ἀνέβαινα στὸ πατάρι καὶ δέν μὲ ἔβλεπαν οἱ περαστικοί <τὸ κλάμα προερχῶταν ἀπὸ τὴν βρῶμα ποῦ μοῦ ἔριχνε, ὄλες οἱ ἐνέργειες τῶν βρικολάκων αὐτῶν, ἐκδηλώνονται, φορτώνοντας τὸν ἄνθρωπο βρῶμα, μετὰ ἀρχίζουν καὶ ἀσελγοῦν ἐπάνω σου, προκαλῶντας προβλήματα>.   
Ἡ <μυήσῃς> μου στοὺς Ἐξορκισμοῦς, ἔγινε τὴν στιγμὴ ποῦ ὁ ἱερέας ποῦ εἶχα φέρῃ στὸ μαγαζί, γιὰ νὰ μοῦ διαβάσει τοὺς ἐξορκισμούς, τὴν στιγμὴ ποῦ τοὺς διάβαζε, ὑπῆρξε ἐπέμβασῃ ἀπὸ τὰ πονηρὰ πνεύματα, τὰ ὁποῖα προσπάθησαν μέσῳ χασμουρητῶν, ποῦ ἔγιναν τὴν δεδομένη στιγμή, νὰ στρέψουν τοὺς ἐξορκισμοῦς ἐναντίον μου, ἀλλὰ ὁ Θεός, μετέτρεψε αὐτὴν τὴν πράξῃ τὴν κακή, σὲ ὤφελος δικό μου, καὶ ἐγῶ ἔνοιωσα καὶ αἰσθάνθηκα ὅτι γνώριζα τοὺς ἐξορκισμοῦς ἀπέξω, ἔκτοτε δέν σταμάτησαν ποτὲ νὰ διαβάζωνται, οἱ ἐξορκισμοὶ ἦταν γιὰ μένα, ἕνα ἀπὸ τὰ μεγαλύτερα ὅπλα, ἐναντίον τῶν βρικολάκων, ἡ καταστροφὴ τῆς βρῶμας τους, ὑπῆρξε καθοριστική.
Καὶ ἄρχισα καὶ διάβαζα τοὺς ἐξορκισμοῦς, τὰ ὀφέλῃ γιὰ μένα, τὴν περίοδο αὐτὴ ποῦ εἶχαν γίνει τόσα πολλά, καὶ παρ’ ὅλο ποῦ εὐρισκόμουν στὸ ἀρχικὸ στάδιο, μὲ ὠφέλησε, διότι διέθετε ἄλλο ἕνα ἀκόμη μέσον ἄμυνας, αὐτὸ συνέβαινε σὲ μένα, διότι οἱ ποσότητες ποῦ δεχόμουν, μοῦ προκαλοῦσαν πρόβλημα, ἔφθασα στὸ σημεῖο νὰ βλέπω τὴν μορφῆ τῆς ὀδοντιάτρου, <τὴν ἐποχὴ αὐτὴ κυριαρχοῦσε ἡ μορφῆ της, ὅπως καὶ τῆς φοιτήτρια τῆς ἰατρικῆς ἀργότερα> τὴν ὁποῖα τὴν εἶχαν κάνει διάβολο, αὐτὸν ἔβλεπα μὲ τὴν μορφῆ ἐκάστου αὐτῶν, νὰ μὲ παρακαλῇ γονατιστῆ, νὰ σταματήσω νὰ διαβάζω τοὺς ἐξορκισμοῦς.
Ἕως τότε δὲν εἶχα πνευματικὸ Σταυρό, τὸν ἀπέκτησα ἀμέσως μετά, ὅταν ἕνα βράδυ μοῦ ἐπιτέθηκαν τὰ πονηρὰ πνεύματα, ποὺ εἶχε αὐτὴν τὴν περίοδο χρησιμοποιήσῃ ὁ βρικόλακας, γιὰ νὰ μὲ ἀπασχολοῦν, καὶ μὲ ὑπέβαλαν σὲ τρία ἐσωτερικὰ χασμουρητά, καὶ πέφτω σχεδὸν κάτω, <τὰ ἐσωτερικὰ χασμουρητὰ ἀναφέρονται στὴν Μετάλλαξη, καὶ τὶ προκαλοῦν> κατάφερα νὰ κατέβω μιὰ στενὴ σκάλα ἀπὸ τὸ πατάρι, γιατὶ ἔνοιωθα νὰ πεθαίνω, καὶ πρὶν κατέβω ἐντελῶς κάτω, ζητάω βοήθεια ἀπὸ τὴν εἰκόνα ποῦ ἦταν κάτω ἀπὸ τὸν Σταυρό, εἶναι ἡ εἰκόνα που εἶχα φτιάξῃ, καὶ μοῦ δείχνῃ πνευματικὰ σηκώνοντας σχεδὸν τὸ κεφάλι, νὰ πάρῳ τὸν Σταυρό, ὅταν ἔβαλα τὸν Σταυρὸ στὸ στῆθος μου, πετάχτηκα πάλι πάνω στὸ πατάρι, καὶ ἔσπασαν ὄλες οἱ βρωμιὲς τῶν τριῶν χασμουρητῶν, τὰ ὁποῖα ἦταν τοῦ ἰδίου τοῦ σατανᾶ, <τὰ τσιράκια ὅταν τὰ χρησιμοποιοῦσε ὁ σατανᾶς, ὑπάκουαν στίς ἐντολές του> καὶ ἀμέσως ἐγῶ συνῆλθα.
Ὅταν ἀργότερα εἶδαν τὰ τσιράκια, ὅτι ἐγῦ ἑξακολουθοῦσα, νὰ διαβάζω τοὺς ἐξορκισμοῦς μὲ μεγαλύτερο πάθος, διότι ἔβλεπα ὅτι μὲ ὠφελοῦσαν, καὶ αἰσθανόμουν ὅτι προκαλοῦσε καὶ προβλήματα στὰ τσιράκια τοῦ ἀπατεῶνα, προσπάθησαν μὲ μία πνευματικὴ κομπίνα ποῦ ἔστησαν γιὰ νὰ μὲ κτυπήσουν καὶ πάλι, καὶ κάποιο βράδυ ποῦ μὲ ἐνοχλοῦσαν, μοῦ εἶπαν: Δὲν ἔπρεπε νὰ διαβάζεις τοὺς ἐξορκισμοῦς, καὶ ἐγῶ ἀπαντάω στὰ τσιράκια μέσα μου, τοὺς διαβάζω γιὰ τὸν ἑαυτόν μου.
Καὶ τότε σὲ πνευματικὸ ἐπίπεδο, προκάλεσαν ἕνα πνευματικὸ γεγονός, μία σκηνὴ  μέσα στὸ κεφάλι μου, <αὐτὸ ἐπιτυγχάνετε πολὺ εὔκολα, ὅταν σᾶς ρίξουν τὴν βρῶμα στὸ κεφάλι, καὶ θὰ δεῖτε στὴν Μετάλλαξη τὶ συντελεῖτε μὲ ὅλες αὐτὲς τίς βρωμιές>, ὅτι δηλαδὴ ἐγῶ διάβαζα τοὺς ἐξορκισμοῦς σὲ μία κοπέλα, ἡ κοπέλα αὐτὴν ἦταν ἡ πρώτη ἀγάπη Τοῦ Θεοῦ ποῦ χρησιμοποιήθηκε, <τί πρόσφεραν οἱ Ἀγάπες Τοῦ Θεοῦ ποῦ ἀναφέρω, καὶ πῶς προκλήθηκαν, στὸ ἀντίστοιχο κεφάλαιο>, τὸ ἴδιο φαινόμενο προκάλεσαν καὶ μὲ τὴν φοιτήτρια τῆς ἰατρικῆς, ὅταν τὴν μεταμόρφωσαν, μοῦ ἔδειχναν τὴν φωτογραφία της γιὰ, νὰ τῆς δείξουν λέει τὴν πόρτα τῆς πολυκατοικίας, γιὰ νὰ ἔρθῃ ἡ κοπέλα στὸ σπίτι, ἀντὶ τῆς κοπέλας ἔστελναν τὸ διάβολο, μὲ τὴν μορφῇ τῆς φοιτήτριας.
Τὸ ἴδιο ἔγινε καὶ στὸ σπίτι, ποῦ ἔκτιζα στὸ χωριό, γιὰ νὰ προκαλέσουν τὴν ἐπέμβασῃ τοῦ σατανᾶ, καὶ νὰ δημιουργήσουν προβλήματα στὸ σπίτι, σχημάτισαν μία πνευματικὴ εἰκόνα μέσα μου, ὅτι ἐγῶ στην ταράτσα τοῦ σπιτιοῦ μου, εἶχα ἀναγείρῃ ἐκκλησία.
Καταλαβαίνετε γιατὶ τὸν ἔχουν τὰ τσιράκια του τὸ σατανᾶ, ποῦ τὰ ἔχει βάλει ὁ ἴδιος, νὰ τὸν φέρνουν καὶ νὰ κάνει τὸν θεὸ στὰ τσιράκια του, τὰ τσιράκια γιὰ νὰ τὸν φέρουν, τοῦ προσφέρουν πράξεις καὶ ἐνέργειες ποῦ προϋποθέτουν  ἀπαραίτητα αἷμα, τὸ ἀντίτιμον τῶν ἐνεργειῶν αὐτῶν τὸ πληρῶνουν τὰ τσιράκια ποῦ τίς προκαλοῦν, καὶ ἔτσι γλυτώνει τὴν τιμωρία Τοῦ Θεοῦ.
Μὲ τοὺς ἐξορκισμοῦς ἔγιναν ἀκόμη πολλά, ἀλλὰ ἡ ὠφέλεια εἶναι μεγάλη, κακῶς δέν ἐπιτρέπονται νὰ διαβάζονται, καὶ εἴδατε τί ἔκανε ἐμένα ὁ Θεὸς γιὰ νὰ μὲ προστατεύσῃ, διότι μοῦ ἦταν ἀπαραίτητη μία ἐπὶ πλέον ἀμυντικὴ προσπάθεια, ἀφοῦ ἔπρεπε νὰ ἀποβάλω τὴν βρῶμα ποῦ δεχόμουν, ὅτι πραγματοποιήθηκε, καὶ εἶναι πολλά, εἶναι ὅλα γραμμένα, ἡ συμβολὴ τῶν ἐξορκισμῶν ὑπῆρξε καθοριστική, ἡ ἀμοιβή μου ἀπὸ τοὺς ἐξορκισμοῦς, μοῦ ἀπέφερε ἕνα Πνευματικὸ Σταυρό, ὁ ὁποῖος ἀπὸ τὴν πολὺ χρήσῃ, μοῦ ἔσπασαν ἕνα κόμματι, ἀλλὰ ἀντικατεστάθη μὲ ἕνα ἄλλο, μὲ τὸ Σῶμα Τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐπᾶνω, τὸ πῶς χρησιμοποιῆτε ἕνα ὅπλο ποῦ ἀποκτᾶς, καὶ πῶς τὸ ἀποκτᾶς, ἴσως γράψω κάπου κάτι σχετικό.
Τὴν ἐποχὴ αὐτή, ὁ Σταυρὸς χρησιμοποιήθηκε γιὰ τοὺς θεοὺς τῆς ὁδοῦ Ρόδου, ἀλλὰ αὐτὸς ποῦ ἦταν ἐκεῖ ὅπως θὰ διαβάσετε ἀλλοῦ, τὸν ἔκαψε ὁ Θεός, διότι εἶχε ἰδιότητες νὰ φτειάχνει σκυλοθεούς, ἕνας ἦταν αὐτὸς ποῦ μετέτρεπε ὅσους ἀναφέρω ὅτι τοὺς ἔκαμαν διαβόλους, καὶ ὅσους ἐγῶ μὲ τὰ κτυπήματα τραυμάτιζα τοὺς ἀναζωογονοῦσε, ἔτσι αὐτὸ δέν μποροῦσε νὰ συνεχιστῆ, διότι αὐτὸν μόνο ὁ Θεὸς μποροῦσε νὰ τὸν ἐξουσιάσῃ, καὶ αὐτὸ ἔγινε, ὅπως θὰ διαβάσετε στὸ κεφάλαιον Τὸ Ἐλικόπτερο Τοῦ Ἁγίου Ὅρους.
Ὅταν ἦρθε ὁ Χριστός, ἦρθε δίπλα μου, καὶ μὲ ρώτησε πνευματικά: Ποῦ εἶναι τὸ σπιτι; Ἐγῶ ἔδειξα τὸ σημεῖο ποῦ βρισκόταν, καὶ εἶδα καὶ τὶ ἔγινε, γιὰ νὰ τὸν τελειώσῃ <τὸν ἔκαψε καὶ ἔγινε μαῦρος, κατέβαινε δύο ἡμέρες κάτω μέσα στὴν γῆ> περισσότερες λεπτομέριες στὰ ἑπόμενα κεφάλαια.
Τὸ ὄπλο τὸ δικό μου τότε ἦταν μικρό, ἀργότερα ποῦ μοῦ ἐδόθη τὸ σπαθὶ ποῦ ἔκοψαν τὸ κεφάλι Τοῦ Ἰωάννου Τοῦ Προδρόμου, ἔκανα πολλὰ πράγματα, τοὺς ἔκανα, ὅτι ἔκαναν Τοῦ Ἰωάννη, μετὰ πῆρα τὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ ἡ ζημιᾶ ἔγινε ὅπως γράφω ἀλλοῦ, μὲ τὸ Πνευματικὸ Σπαθί, ποῦ μοῦ ἐδόθη, καὶ ποῦ τὸ μέγεθός του ἦταν γύρω στὰ δύο μέτρα, μὲ ἕνα ἐπὶ πλέον λόγο: Μὲ αὐτὸ θὰ κάνεις ὅτι θέλῃς, αὐτὸ ἔφερε τὴν νίκη ἀργότερα.
Ἀργότερα ποῦ θὰ διαβάσετε τοὺς λόγους ποῦ ἔπεσαν κάποια ἀεροπλάνα ἢ ἀκόμη τὸ ἐλικόπτερο τοῦ Ἁγίου Ὅρους ἢ ἀκόμη τὸ πλοῖο τῆς Ἀδριατικῆς ποῦ κάηκε τὸ πλοῖο τῆς Ἰνδονησίας  καὶ τὸ πλοῖο τῆς Ἰταλίας ποῦ βγῆκε στὰ βράχια, τοὺς παγκόσμιους σεισμοῦς ποῦ ἔγιναν, καὶ κάποιες φωτιές, ὄλες αὐτὲς οἱ βρωμιὲς διαλύθηκαν καὶ μὲ τους ἐξορκισμοῦς, τὴν Ἁγία Γραφῆ καὶ τὴν ἐκκλησία.  
Αὐτὰ προκάλεσαν σὲ μένα μία ἀντίδρασῃ, λόγῳ τῆς πίεσῃς ποῦ δεχόμουν, καὶ ἡ ὁποῖα πίεσῃς διαρκοῦσε ὅλο τὸ 24ὥρο, καὶ ζήτησα ἀπὸ τὴν εἰκόνα ποῦ εἶχα φτιάξῃ: Ἢ αὐτὸς ἢ ἐγῶ.
Μεσημέρι καθὼς πέρναγα ἀπὸ τὴν πλατεῖα τῆς ἐκκλησίας, βλέπω αὐτὸν ποῦ μὲ παρακολουθοῦσε, καὶ μὲ παρακολουθῇ ἀκόμη συνεχῶς, ἔχει ἀλλάξει μέχρι τώρα πάνω ἀπὸ πενήντα αὐτοκίνητα, καὶ τὰ ὁποῖα δὲν εἶναι δικά του, ἀλλὰ τῶν ὀπαδῶν ὑποθέτῳ, καὶ τὸν βλέπω νὰ κάνει κάποιες θεατρικὲς κινήσεις, μὲ μία φωτογραφικὴ μηχανὴ ἔξω ἀπὸ τὴν Παντάνασσα, καὶ νὰ παίρνῃ φωτογραφία τὴν ἐκκλησία.
Τὸ βράδυ μὲ τὸ ποῦ ἀρχίζω νὰ διαβάζω τὴν Ἁγία Γραφή, βλέπω ὅλο τὸ κτήριο τῆς ἐκκλησίας, νὰ κατεβαίνἦ μέσα στὸ βάθος τῆς γῆς.
Ἀπὸ τότε καὶ μετὰ μὲ ἔβλεπαν ὅταν ἤμουν στὴν ἐκκλησία, καί μοῦ μίλαγαν ἀπὸ κάτω, καὶ ξερετε ποῖος εἶναι ἀπὸ κάτω, καὶ νὰ μὲ ἐπηρεάζουν, γιὰ νὰ μὴν ὑπάρξῃ ὄφελος σὲ μένα, ἐπειδὴ διέδιδα ὅτι μόνο ἡ ἐκκλησία καταστρέφει τὰ ἔργα τοῦ βρικόλακα, καὶ ἀφοῦ καταστρέφει τὰ ἔργα του, γιατὶ νὰ μὴ καταστρέψει καὶ αὐτοῦς.
Ἡ ἀντίδρασῃ ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ὑπῆρξε ἀστραπιαῖα, 12 Φεβρουαρίου 2005, καὶ ὥρα 2,30 μεσημέρι ἀπὸ τὴν εἰκόνα ποῦ εἶχα φτιάξῃ, μία βροντερὴ φωνὴ μὲ καλῇ καὶ μοῦ λέει: Ζῆτα ὅτι θέλῃς ἀπὸ Τὸν Ἰησοῦ Χριστό: Ἐγῶ ζήτησα νὰ μὲ ἀφήσῃ ἤσυχο, αὐτὸς ποῦ δὲν μὲ ἄφηνε σὲ ἡσυχία ὅλα αὐτὰ τὰ χρόνια.
Μοῦ ἀπαντοῦν: Θὰ πᾶς στὴν Ἐκκλησία Τῆς Παντανάσσης, καὶ ἐκεῖ θὰ σοῦ ὑποδείξομε τί θὰ κάνῃς, γιὰ νὰ καταστραφῇ ὁ σατανᾶς, ἐγὼ ἀπαντῶ ὅτι μία τέτοια ἐνέργεια, θὰ ἔχει μεγάλο κόστος, μοῦ ἀπαντοῦν: Ἡ συμμετοχὴ τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἀπαραίτητη, ἐσὺ τὸ μόνο ποῦ θὰ ὑποστῇς θὰ ἀσπρίσουν τὰ μαλλιά σου, καὶ θὰ κόψῃς καὶ τὸ τσιγάρο, ἐγῶ ἀπαντῶ: Καπνίζω 60 τσιγάρα τὴν ἡμέρα, δὲν μπορῶ νὰ τὸ κόψω, καὶ ἀφοῦ τελείωσε ὁ καθορισμὸς τῶν ἐντολῶν συμπληρώνῃ κάποιος ἄλλος, ὁ ὁποῖος ἀνῆκε ἀπὸ τὴν πλευρᾶ τοῦ βρικόλακα, καὶ προσθέτῃ: Ποῦ εἶναι καὶ φυσιολογικό <ἐννοοῦσε τὰ μαλλιά>, <καὶ σὲ ἄλλες τέτοιες συνομιλίες συμμετεῖχαν καὶ οἱ δύο πλευρές>.
Τὸ ἴδιο ἀπόγευμα ποῦ πάω στὸν ἐσπερινό, μόλις κάθομαι στὴν θέση μου, ἀνοίγῃ ἡ διάνοιά μου, καὶ μοῦ φανερώνουν τίς ἐνέργειες, ποῦ θὰ ἔπρεπε νὰ κάνῳ πνευματικά, ἀμέσως στὴν Ὡραῖα Πύλη, ἐμφανίζονται δύο τεράστια πόδια, τὰ ὁποῖα ἔφθαναν μέχρι τὸν τροῦλο, ἀπὸ τὴν εἴσοδο τῆς ἐκκλησίας μὲ τὴν ἐμφάνιση τῶν ποδιῶν ἀκούγονται φωνὲς χαρᾶς: Ὁ Θεός, Ὁ Θεός, Ὁ Θεός.
Μετὰ ἀπὸ ὅλα αὐτὰ ἔνοιωσα μέσα μου, κάτι νὰ ἀλλάζῃ, καὶ καθῶς βγαίνῳ ἔξω ἀπὸ τὴν ἐκκλησία, μετὰ τὸ τέλος τοῦ ἐσπερινοῦ, ἀκούω ἀπὸ τὸν οὐρανὸ φωνὲς νὰ λένε: Ἄξιος - Ἄξιος - Ἄξιος.
Τὸ πρωῒ ποῦ ξύπνησα, αἰσθανόμουν ἀνάλαφρος, καὶ ἡ αἴσθησῃ τοῦ τσιγάρου, λὲς καὶ δὲν ὑπῆρξε ποτὲ σὲ μένα, ἐννοεῖται ὅτι ἱσχύει ἀκόμη.
Αὐτὰ τὰ πόδια ποῦ ἐγῶ πρόλαβα καὶ εἶδα, γιατὶ μπῆκαν μέσα στὸ Ἱερό, κράτησαν τὴν ἐκκλησία, διότι ὅταν ὁ κάτω βρικόλακας, ἀπέτυχε νὰ ὑποτάξῃ ἐμένα, καὶ παρ' ὅλο ποῦ εἶχαν ρίξῃ τὸ ἐλικόπτερο, ἀποφάσισαν νὰ γκρεμίσουν τὴν ἐκκλησία, χρησιμοποιῶντας τὸν σεισμό, ἐδῶ μὲ δύο μόνο λόγια γράφω ὅτι, πρὶν γίνῃ ὁ σεισμός, ρωτήθηκα ἀπὸ τὸν οὐρανό: Ἂν θὰ γίνῃ σεισμός, καὶ ἂν ἀντέξῃ η ἐκκλησία, οἱ πέντε μαῦρες ἀνθρώπινες μορφὲς ποῦ προηγήθηκαν τοῦ σεισμοῦ, καὶ προσπαθοῦσαν νὰ μετακινήσουν τὴν πλᾶκα τῆς Ἀφρικῆς, τὸ ὅραμα ποῦ εἶδα πρὶν τὴν ἐκδήλωσῃ τοῦ σεισμοῦ στὸν οὐρανό, καὶ ποῦ ἀπαντήθηκε ἀργότερα, ὅταν ἐγὼ δὲν ἤξερα τί σήμαινε αὐτὴ ἡ μπάλα ποῦ ἔβλεπα, νὰ τὴν συγκρατοῦν ἀνθρώπινες μορφὲς καὶ ποῦ ἦταν ἡ γῆ, καὶ μὲ ἐνημέρωσαν, ὅτι καὶ τὴν γῆ τὴν ἐλέγχει ὁ Θεός, περισσότερες λεπτομέρειες γι’ ὅλα αὐτὰ στὸ κεφάλαιον τοῦ Σεισμοῦ τῶν Κυθήρων, καὶ θὰ διαβάσετε τί ἔκανε ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς γιὰ τὸν ναὸ Τῆς Παντανάσσης.
Ἡ ἐκκλησία τραυματίσθηκε ἀπὸ τὸν δεύτερο σεισμό, διότι αὐτὸς ποῦ εἶχε ἐπιλεγῇ νὰ πέσῃ ἡ ἐκκλησία, ἦταν ὁ σεισμὸς τῶν Κυθήρων.
Ὅταν ἔγινε ὁ δεύτερος σεισμός, καὶ ἀφοῦ ἀπέφυγα στὴν Παραλία Πατρῶν τὸ ἀτύχημα, ἦταν στημένο γιατὶ εἶχα προβλέψῃ τὸν σεισμὸ τῶν Κυθήρων, κατέβηκα ἀπὸ τὸ πίσῳ μέρος τοῦ ἱεροῦ τῆς ἐκκλησίας, ἡ ἐκκλησία εἶχε γύρω ἀπὸ τὴν σκέπη της, ἕνα φωτοστέφανο, τὸ φωτοστέφανο αὐτὸ συγκράτησε τὴν ἐκκλησία.
Στὸ ἐρώτημα ποῦ μοῦ ἐτέθη, στὸ σενάριο ἑνὸς σεισμοῦ, ἂν ἀντέξῃ ἡ ἐκκλησία, μὲ ρώτησαν ἂν ἡ ἐκκλησία ἔχῃ καὶ ἄλλο οἰκόπεδο, ἐγῶ ἤξερα ὅτι τὸ διπλανὸ ἦταν τῆς ἐκκλησίας, καὶ τὸ ὑπέδειξα, νομίζοντας ὅτι θὰ κτιζόταν μία μεγαλύτερη ἐκκλησία, ἀλλὰ ἡ λύσῃ ποῦ δόθηκε ἦταν αὐτὴ τῆς μικρῆς ξύλινῃς ἐκκλησίας, ποῦ ἔγινε γιὰ νὰ καλύψει τὶς λειτουργικὲς ἀνάγκες.
Θὰ ἀναφέρω καὶ κάτι ἀκόμη ποῦ ἀφορᾷ τὴν μικρὴ ἐκκλησία, ὅλοι γνωρίζεται καὶ πολὺ περισσότερο οἱ ἱερεῖς, ὅτι ὁ χῶρος τοῦ ἱεροῦ, εἶναι μικρός, καὶ οἱ πιθανότητες νὰ προκληθῇ κάποιο ἀτύχημα, καὶ ἐννοῶ μὲ τὴν κοινωνία εἶναι μεγάλος, αὐτὸ τὸ ἐντόπισε ὁ βρικόλακας, ποῦ ἔχουν ἐγκαταστήσῃ στὴν πλατεῖα Ὄλγας, καὶ προσπάθησε νὰ προκαλέσῃ ἀτύχημα, ὥστε νὰ δεχθῶ ἐγῶ το κόστος, καὶ νὰ τιμωρηθῶ, ἐπειδὴ κοινωνοῦσα τακτικά, ἀλλὰ ζήτησα ἀπὸ τὸν οὐρανό, ὅτι δέν μπορῶ ἐγὼ νὰ δεχθῶ ὅλα αὐτὰ ποῦ σκαρφίζωνται οἱ ἀπατεῶνες, καὶ τὸ γεγονὸς μετεφέρθη καὶ ἔγινε σὲ ἄλλη ἐκκλησία, τὴν περίοδο ποῦ ὁ βρικόλακας θὰ προσπαθοῦσε, νὰ προκαλέσῃ τὸ πρόβλημα, παρακολουθοῦσε ἀπὸ τὸ δένδρο ποῦ ἦταν στὴν ἄκρη τοῦ οἰκοπέδου.
Οἱ ἱερεῖς τῆς ἐκκλησίας τῆς Παντανάσσης θὰ πρέπῃ νὰ μὴν ἐπαναπαυθοῦν, ἀλλὰ νὰ προσπαθήσουν νὰ παίρνουν μέτρα καὶ ἔξω ἀπὸ τὴν ἐκκλησία, πολλοὶ βρικόλακες ἐνεργοῦν καὶ ἀπὸ κάποια ἀπόστασῃ, δέν εἶναι ἀνάγκη νὰ πλησιάσουν κοντά, μποροῦν νὰ ἐπηρεάσουν καὶ σὲ μεγαλύτερη ἀπόστασῃ ἑνὸς τετραγώνου, καὶ ἐπειδὴ ἡ ἐκκλησία τῆς Παντανάσσης, δέν ὁμοιάζει ὅπως οἱ ἄλλες ἐκκλησίες, θὰ πρέπει νὰ τὴν διαφυλάξετε.   
Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ τὰ γεγονότα, ἐμφανίσθηκαν οἱ μαῦροι ποῦ εἶχαν κατέβει ἀπὸ τὸν οὐρανό, καὶ μοῦ ἔδειξαν κατὰ Ἰρὰκ μεριὰ λέγοντάς μου: Ὁ πόλεμος, θὰ εἶναι αὐτοῦ τοῦ τύπου πλέον, <τότε ἐξελισσόταν ὁ πόλεμος στὸ Ἰράκ> καὶ ὅπως καὶ ἔγινε βέβαια, ἀλλὰ τὸ θράσος τους δὲν ἔχει ὅρια, καὶ δέν ἀρκέστηκαν σὲ αὐτό, ἀλλὰ μοῦ δείχνουν μία μέρα μιὰ νέα πεντάλφα, ἡ ὁποία ἀποτελεῖτε πλέον ἀπὸ πέντε ἐκκλησίες τους, αὐτὸ μὲ προβλημάτισε κάποια στιγμὴ ποῦ ἦμουν στὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, καὶ καθῶς ἀναρωτιόμουν τί μελῃ γενέσθαι ἐπ' αὐτοῦ, ἀκούω ἀπὸ τὴν εἰκόνα μία φωνὴ νὰ μοῦ λέει: Μὴ φοβοῦ, ἐμεῖς ἔχομε τὸν Ἰησοῦ Χριστό, τὸ Μὴ Φοβοῦ τὸ ἄκουγα στὴν συνέχεια κάθε φορά, ποῦ δεχόμουν κάποια ἐπίθεση ἢ ὅποτε κινδύνευα, ἐπίσης ὅταν κυριαρχοῦσε τὸ δέσιμο τοῦ πνιγμοῦ στὸν λαιμό, πολλὲς φορὲς στὸ φαγητό, ὑπῆρχαν κομμάτια τὰ ὁποῖα δὲν τὰ ἔβλεπα ἐγῶ, καὶ δέν ἔπρεπε νὰ τὰ φάω, ἀπὸ τὴν εἰκόνα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ αἰσθανόμουν - ἔνοιωθα νὰ μοῦ λέει: Μὴ Φοβοῦ, ἐγῶ μόλις ἄκουγα αὐτὴν τὴν προειδοποίησῃ, πρόσεχα καὶ σώθηκα ἄπειρες φορές, τὰ κτυπήματα ἀπὸ τὴν νέα πεντάλφα ἦταν πανίσχυρα καὶ δεχόμουν τὴν ἡμέρα ἀκριβῶς πέντε καὶ στὴν δουλειᾶ καὶ στὸ σπίτι.
Ἡ ἴδια προϊδοποίησῃς ὑπῆρχε καὶ ὅταν ὁδηγοῦσα τὸ μηχανάκι, ὅταν ὑπῆρχε κάποια προετοιμασία ἑνὸς ἀτυχήματος, σὲ ὅλα τὰ σταυροδρόμια ἄκουγα τὸ Μὴ Φοβοῦ.
Ἀναγκάστηκα καὶ ἔκλεισα τὸ μαγαζί, καὶ μεταφέρομαι στην Καραϊσκάκη 136 στὸν πρῶτο ὄροφο, πρῶτος καὶ δεύτερος εἶχε 6 + 6 γκαρσονιέρες μὲ φοιτητές, ἐγῶ διέφερα μόνο, δυστυχῶς ὁ φοιτητόκοσμος εἶναι ὑποχείριο τῶν ἀπατεώνων αὐτῶν, καὶ τοὺς ἐκμεταλλεύονται χωρὶς τὰ παιδιὰ νὰ γνωρίζουν ἢ νὰ καταλαβαίνουν τίποτα, ἔτσι καὶ ἐδῶ χρησιμοποίησαν κάποιες γκαρσονιέρες.
Καὶ ἀρχίζουν ἀπὸ τὴν ἀκριβῶς δίπλα μου γκαρσονιέρα, ποῦ ἦρθε καὶ ἔμεινε ἕνα ἄβγαλτο κοριτσάκι, καὶ τὸ ὁποῖο ἀφοῦ τὸ κούρδισε ὁ θεός τους τὸ πήδηξαν, καὶ οἱ φωνὲς τοῦ κοριτσιοῦ, ἀκουγόταν ἕως σχεδὸν δύο τετράγωνα, <τὸ παράνομο σὲξ τοὺς δίδει τὸ δικαίωμα νὰ ἐνεργήσουν βιαίως, καὶ δέν ἐπεμβαίνει ποτὲ ὁ Θεός> οἱ συνέπειες ἦταν μετὰ ἀπὸ αὐτό, νὰ φέρουν ἕνα βρικόλακα, τὸν ὁποῖον τὸν ἐγκατέστησαν στὴν γκαρσονιέρα τῆς κοπέλας, καὶ εἶχε πάρῃ καὶ τὴν μορφῆ της, καὶ τὴν νύκτα περίπου στὶς τρεῖς ἡ ὥρα, φόραγε ψηλοτάκουνα, καὶ ἔκανε βόλτες στὸ διαμέρισμα, καὶ ἄλλοτε μόλις μὲ ἔπαιρνε ὁ ὕπνος, κτύπαγε τὸ σῶμα τοῦ καλοριφὲρ γιὰ νὰ μὲ ξυπνήσῃ, αὐτὰ τὰ σοβαρὰ ἔργα κάνουν ὅλοι αὐτοὶ οἱ ἀποκαλούμενοι θέοι, καὶ νὰ φαντασθεῖτε ὅτι ἔχουν καὶ ὀπαδούς.
Ἀργότερα τὸν μετέφεραν στὴν ἐπάνω γκαρσονιέρα, διότι τοῦ ἔβαζα Εὐχέλαιον στὴν πόρτα, καὶ κατέβαινε μετὰ ἀπὸ τὸν πρῶτο ὄροφο, μέσῳ τοῦ φωταγωγοῦ στὸ ἰσόγειο, ποῦ ἦταν τὸ διαμέρισμα τῆς κοπέλας, καὶ κτύπαγε τὸ σῶμα τοῦ καλοριφὲρ ὅταν μὲ ἔπαιρνε ὁ ὕπνος, καὶ μετὰ ἀνέβαινε πάλι ἐπάνω, ὅταν κατέβαινε ἄκουγα τὸ θόρυβο ποῦ ἔκανε, στὴν ἐπάνω γκαρσονιέρα ποῦ τὸν μετέφεραν, συγκεντρωνόταν μία ὁμάδα πέντε νέων ἀνθρώπων καὶ τοὺς ἔπιασα, στὶς τέσσερις ὥρα τὴν νύκτα, μὲ τὰ ράσα νὰ εὐλογοῦνε ἕνα τέτοιο θεὸ ποῦ κάνει τέτοιες μαλακίες, καὶ παράλληλα νὰ σπρώχνουν, ἕνα τραπεζάκι συνεχῶς, γιὰ ὅλη τῇ νύκτα καὶ νὰ κάνει ἕνα τρίξιμο, τὸ τρίξιμο ἀποσκοποῦσε νὰ ἐπικεντρωθῇ ἡ προσοχή μου σὲ αὐτὸ τὸ σημεῖο, ὥστε νὰ μοῦ μιλᾶνε καὶ νὰ μὲ παρακολουθοῦν, ἡ προσοχή σου ἐπικεντρώνετε μὲ τὴν βρῶμα, ποῦ σοῦ ρίχνουν τὴν δεδομένη στιγμή, μέσῳ τὶς διαδικασίας ποῦ πραγματοποιεῖται, τὰ στοιχεῖα τῆς κοπέλας ποῦ εἶχε νοικιάσῃ τὸ διαμέρισμα τὰ πῆρα μέσῳ τῆς ἀσφαλείας τότε, ποῦ ἄργησα νὰ πάω γιατὶ ἤθελα νὰ τοὺς φωτογραφήσω καὶ ἔφυγαν, ἡ κοπέλα ἐγκατέλειψε τὴν γκαρσονιέρα μέσα στὴν βδομάδα.
Ἀκριβῶς ἀπὸ πάνω σὲ μένα, ἄλλη γκαρσονιέρα μὲ ἕνα καλὸ παιδί, τὸν ἄκουγα κάθε Κυριακὴ πρωῒ νὰ σπρώχνει ἕνα γραφεῖο, ὅταν τὸν συνάντησα στὴν σκάλα, ἐπειδὴ τὸ εἶδα ἤσυχο παιδί, διακριτικὰ τὸν ρώτησα ἂν ἔχῃ γραφεῖο, φυσικὰ τὰ παιδὶ δέν εἶχε, ἀλλὰ ἐγῶ ἐπειδὴ αὐτὰ τὰ καραγκιοζιλίκια, αὐτοῦ τοῦ καραγκιόζη τῶν σκυλιῶν, τὰ γνώριζα δὲν ἔκανα οὔτε φασαρία οὔτε τίποτε, αὐτὸ τὸ γράφω γιὰ νὰ μὴ κατηγορεῖτε ποτὲ χωρὶς νὰ γνωρίζετε ἐπακριβῶς τὴν πραγματικότητα.
Στὸ ἴδιο διαμέρισμα ἔφεραν καὶ τὸν βρικόλακα μὲ τὴν μορφὴ σκύλου, καὶ πῆγε μόνο στὸ δικό μου διαμέρισμα καὶ τῆς κοπέλας, ἀπὸ τότε τὸ ὄνομα ποῦ τοῦ ἔδωσα ἦταν σκυλοθεός, αὐτὸ τὸ ὄνομα ἐξόργισε τὸν βρικόλακα ὁ ὁποῖος ἐνεργοποίησε ὅλους τοὺς σκύλους τῆς περιοχῆς Ἐγλυκάδος ποῦ ἔμεινα μετά, καὶ εἶναι γραμμένα στο κεφάλαιον τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου, ἐπίσης ἔφτιαξε καὶ πεντάλφα μὲ πέντε σκύλους, τοὺς ὁποῖους τοὺς περιέφεραν στὰ νοσοκομεῖα τῶν Πατρῶν, καὶ ἀποτελείωναν μὲ τίς ἐνέργειές τους κάποιους ἀσθενεῖς ἢ τοὺς προετοίμαζαν γιὰ τὴν τελευταία κατοικία τους <οἱ σκύλοι διάβολοι ἢ δαίμονες, διατηροῦσαν σταθερό, ἕνα συνεχόμενο γαύγισμα, μέχρι νὰ ὑποταχθῆ ὁ στόχος διὰ μέσου τῶν γαυγισμάτων>.
Ὁ θεὸς ποῦ ἔφεραν γιὰ νὰ βρωμίσῃ τὸ μπάνιο, προῆλθε ἀπὸ τὴν ἀπέναντι στὸν πρῶτο ὄροφο γκαρσονιέρα, ἀπὸ ἕνα ζευγάρι τὸ ὁποῖο δὲν τὸ εἶχα δεῖ ποτὲ νὰ μένει ἐκεῖ, τὸ εἶδα μόνο ὅταν ἦρθε νὰ κάνῃ τὴν κομπίνα, δηλαδὴ νὰ βρωμίσουν τὸ μπάνιο, μπαίνουν μέσα καὶ τσακώνονται καὶ ἔφυγε ἡ γυναῖκα, αὐτὴν τὴν σκηνὴ εἶδα ἐγῶ ἀπὸ τὸ ματάκι τῆς πόρτας.
Μετὰ ἀπὸ αὐτὸ καὶ ἐνῷ ποτὲ ἄλλοτε δέν εἶχε συμβῇ παρόμοιο περιστατικό, ἀκούω τὴν λεκάνη μου, νὰ κάνει ἕνα πολὺ δυνατὸν θόρυβο σὰν ἀναρρόφησῃ τὴν στιγμὴ ποῦ ἔτρωγα, τὸ φαγητὸ μετεβλήθη ἀμέσως, πάω στὴν τουαλέτα καὶ ἐκεῖ αἰσθάνθηκα καὶ μὲ ἔπιασε ὅλη βρωμιᾶ ἡ θεϊκή, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ αἰσθάνομαι μεγάλη δυσφορία, τέτοιο θόρυβο προκαλοῦσε μόνο ὅταν ἐτοιμαζόμουν νὰ φάω, καὶ τὸ φαγητὸ δὲν μποροῦσα νὰ τὸ φάγω γιατὶ τρέχανε πηκτὰ σάλια, καὶ δὲν μὲ ἄφηναν νὰ τὸ φάω, <αὐτὴ ἡ βρῶμα εἶναι τοῦ κάτω βρικόλακα> ρώτησα ὅλους πλησίον μήπως ἔγινε κανένα ἔργο καὶ ἔχω αὐτὰ τὰ προβλήματα, δέν εἶχε γίνει τίποτα, ἀλλὰ βλέπω κάποιον νὰ φέρνει ἀνὰ τακτὰ διαστήματα, κάποιες μαῦρες σακοῦλες σκουπιδιῶν, καὶ πάλι μετὰ νὰ παίρνει ἄλλες νὰ τίς πηγαίνει στὰ σκουπίδια, μάλιστα αὐτὸς ποῦ τίς μετέφερε, φαινόταν νὰ δυσκολεύετε νὰ τίς σηκώνει, προβληματίστηκα γιὰ τὰ τόσα σκουπίδια ἀπὸ μιὰ γκαρσονιέρα ποῦ δέν φαινόταν νὰ μένει κάποιος, παρὰ ταῦτα ρωτάω τὸν διαχειριστῇ καὶ ἕνα μαγαζὶ στὸ ἰσόγειο μήπως γίνονται τίποτα ἐργασίες μου εἶπαν ὄχι.
Παρακολούθησα πότε γίνετε ἡ ἀνταλλαγὴ μὲ τίς σακοῦλες, καὶ ἀποφασίζω καὶ παίρνω μία σακούλα ἀπὸ τὰ σκουπίδια καὶ τὴν ἀνοίγω καὶ βλέπω νὰ ἔχῃ μέσα μπάζα ἀπὸ γκρεμισμένο μπάνιο, τὶ ἔκανε αὐτὸς ὁ μεγάλος θεὸς γιὰ νὰ βρωμίσῃ τὸ δικό μου μπάνιο, βρώμιζε τὰ μπάζα ἑνὸς ἅλλου κατεστραμένου μπάνιου, τὰ ὁποῖα τὰ ἔφερναν στὴν γκαρσονιέρα γιὰ νὰ βρωμίσουν τὸ δικό μου, ἀλλὰ ἐπειδὴ ἡ διάρκειά τους δὲν κράταγε πολὺ ἔπρεπε νὰ βρωμίζει συνεχῶς νέα, καὶ οἱ ὑπηρέτες τοὺς ἀνανέωναν τὰ παλιὰ καὶ ἑξασθενημένα, μὲ νέα γιὰ νὰ βγαίνει ἀπὸ τὰ σκατὰ ἔνας θεός, νὰ βρωμίζει μὲ τὴν θεϊκῆ του αὐτὴ βρῶμα, ποῦ καταστρέφει τὸν ἀνθρωπο, καὶ θὰ σᾶς τὸ ἀποδείξω στὸ κεφάλαιον τῆς Μετάλλαξης.
Αὐτὸ ἔγινε διότι τὸ ἄλλο ὄνομα ποῦ τοῦ εἶχα δώσῃ ἦταν βοθροθεός, λόγῳ τίς βρῶμας ποῦ ἀνάβλυζε, ἐπίσης τὸ ζευγάρι ποῦ εἶχε ἐμφανισθῇ ἦταν τὸ κελεποῦρι ποῦ μὲ παρακολουθοῦσε μονίμως, καὶ ἡ γυναῖκα ἦταν ὁ ἴδιος ὁ διάβολος μὲ τὴν μορφὴ τῆς γυναῖκας.
Ὅλα αὐτὰ ποῦ ἔβλεπα νὰ γίνονται γύρω μου μὲ εἶχαν προβληματίσῃ σὲ μεγάλο βαθμό, καὶ ἄρχισα νὰ τὰ ἐξιστορῶ σὲ κάποιους γνωστούς, ἀλλὰ καθὼς τὰ ἐξιστοροῦσα, παρατήρησα ὅτι μετὰ ἀπὸ κάθε συζήτησή μου συνέβαινε κάτι ἀλλόκοτο, δηλαδὴ δεχόμουν μιὰ πολὺ ἰσχυρὴ ποσότητα βρῶμας, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μένω πάλι φυτὸ ἔστω καὶ γιὰ λίγο, καὶ ἀποφασίζω νὰ τὰ πῶ σὲ κάποιον μὲ τὴν ἀνάλογη μόρφωση, ὥστε νὰ τὰ ἀξιολογήσει, μήπως καὶ βρῶ κάποια ἄκρη, καὶ πράγματι βρίσκω ἕνα ποῦ ἔδειξε ἐνδιαφέρον καὶ ἄκουγε κάποια περιστατικά, καὶ ἐπάνω στὴν συζήτησῃ νοιώθῃ μιὰ ἀδιαθεσία, καὶ ἀρχίζει τὰ πολὺ ἔντονα χασμουρητά, ἀκούγεται θόρυβος μέσα στὸ σπίτι μόνο οἱ δύο μας εἴμεθα, καὶ στὸ τέλος κλείσανε καὶ τὰ φῶτα, περιττὸ νά πω ὅτι ὁ ἄνθρωπος ταλαιπωρήθηκε γιὰ νὰ συνέλθῃ, ὑπάρχει ἀκόμη ἐγὼ ὅμως ἄρχισα νὰ τὰ γράφω τὴν ἐποχὴ αὐτή, καὶ ὅταν τοὺς ἔθεσα τὸ ἐρώτημα, πῶς ἀφοῦ οἱ ἱερεῖς τὰ λένε ὅλα αὐτὰ δὲν γίνετε τίποτε, ξερετε τί μου ἀπαντῆσαν τὰ πονηρὰ πνεύματα <ὅτι αὐτοὺς δὲν τοὺς ἀκούει κανεὶς> καὶ καθὼς εἶχα γράψει ἀρκετὲς σελίδες, κατάλαβα ὅτι μὲ πῆραν εἴδηση, καὶ παρατήρησα κάποιους περίεργους ἀνθρώπους, στὸν περίγυρο τοῦ μαγαζιοῦ, τότε μὲ περίεργο ὕφος καὶ φάτσες, καὶ σὲ λίγες μέρες ἀποφασίζω καὶ σχίζω αὐτὰ ποῦ εἶχα γράψει ἕως τότε, καὶ μὲ κυρίευσε ἔνας περίεργος φόβος ποῦ δὲν μποροῦσα νὰ τὸν προσδιορίσω ἀκριβῶς, ἀργότερα κατάλαβα τὸ κόλπο.
Αὐτὰ ποῦ ἔλεγα ἀγρίευαν τὴν κατάστασῃ, καὶ ἐπειδὴ ὁ σατανᾶς δέν εἶχε ἰκανοποιηθῇ ἀπὸ τὶς ἐπεμβάσεις ποῦ εἶχε κάνει γιὰ νὰ μὲ τιμωρήσῃ, ἐπειδὴ τὸν εἶχα βρίσῃ καὶ ἐπειδὴ στὴν ἐκκλησία τῆς Παντανάσσης κοίταζα τὸν Παντοκράτορα στὸν τροῦλο, ἀντέδρασε καὶ θέλοντας νὰ παραστίσῃ τὸ θεό, τὸ βράδυ ποῦ ἀνοίγω τὴν Ἁγία Γραφή, ἄρχισα ἀπὸ τὸ πρῶτο κεφάλαιο Τοῦ Κατὰ Ματθαῖον Ἁγίου Εὐαγγελίου, ποῦ ἀναφέρεται στὴν γενεαλογία Τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, κάθε ὄνομα ποῦ ἔλεγα κατέβαινε καὶ μία μαύρη ἀνθρωπίνη μορφὴ κάτω ἀπὸ τὸν οὐρανό, στὸ δωδέκατο μαῦρο, ἕνα Τεράστιο Χέρι μπαίνει ἐμπρὸς καὶ σταματάει τὴν κάθοδο, οἱ μαῦρες αὐτὲς μορφές τις εἶδα νὰ κατευθύνονται στὴν ὀδὸ Ρόδου, ὅταν τὸ πρωῒ πήγα στὴν ὀδὸ Ρόδου, γιὰ νὰ βεβαιωθῶ ἂν πράγματι, αὐτὰ ποῦ εἶδα ὑπῆρξαν, ἀκούω μέσα ἀπὸ τὸ σπίτι ἄναρθρες κραυγὲς χωρὶς νὰ καταλαβαίνω τί ἔλεγαν.
Τὸ ἴδιο μεσημέρι ὅταν πῆγα νὰ φάω, ἕνας τεράστιος συμπαγῆς βόλος σὰν σφαῖρα, πέρασε στὸ πίσω μέρος τοῦ λαιμοῦ, ἀνάμεσα κέντρου καὶ δεξιὰ διαγώνια, καὶ κατέληξε στὸ σημεῖο ποῦ ἔλεγα στοὺς ἀνθρώπους, ὅτι κατέληξε πίσω στὸν γοφό.
Αὐτὴ ἡ πράξῃ τοὺς κράτησε καὶ τὴν δούλευαν ἕνα χρόνο κάθε μαῦρος σύνολο 12 χρόνια καὶ ἔφυγε στὴν βραδινὴ λειτουργία, τοῦ παλαιοῦ ναοῦ Τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου, ἀπὸ Τὴν Παρθένο ποῦ εἶναι στὸ Ἱερὸ Τὸ Ἁγίου Ἀνδρέου τοῦ νέου ναοῦ, καὶ ποῦ θὰ διαβάσετε στὸ κεφάλαιον Τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέα.
Ὁ κάθε μαῦρος προκάλεσε θανατηφόρα γεγονότα, καὶ χρησιμοποίησε καμιὰ ντουζίνα γυναῖκες προκαλῶντας μου εἰκονικὸ σὲξ γιὰ τιμωρία λόγῳ τῆς προσβολῆς τοῦ σατανᾶ τους, καὶ βεβαίως γυναῖκα μὲ τὸ ποῦ τὴν κοίταζα γινότανε χαλασμός,  διότι μέσῳ αὐτῶν ἀποκτᾷ βρωμιᾶ καὶ παριστάνῃ τὸν θεό, ἐπίσης χρησιμοποιήθηκαν καὶ μερικὲς παντρεμένες – χωρισμένες, τὶς ὁποῖες μοῦ τὶς ἔδειχνε ὅταν ἔκαναν σέξ, μερικές τίς γνώριζα ἴδει, αὐτὸ τὸ ἔκανε γιὰ νὰ μοῦ δίχνει ὅτι τὶς ἐξουσιάζει.
Μὲ τὸν καιρὸ νεκρώθηκε ἡ λειτουργία ποῦ κατάπινα, τὸ φαγητὸ καὶ πολλὲς φορὲς κινδύνευσα νὰ πνιγῶ, καὶ σὰν νὰ μὴν ἔφτανε αὐτὸ ὁ μεγάλος τους, ὁ ἀπὸ κάτω ἔκανε πάλι στὴν δεξιὰ πλευρὰ τοῦ λαιμοῦ, κάτι σὰν βόλος, καὶ ὅτι φαγητὸ ἀκούμπαγε στὸν βόλο, γέμιζε σάλια, τὸν λόγο τὸν καταλαβαίνεται, πρῶτα γλιστράει ἡ μπουκιᾷ, καὶ δέν μπορεῖς νὰ τὴν ἐλέγξεις, σὺν ὅτι ἄλλαζε ὅλῃ ἡ γεύσῃ τοῦ φαγητοῦ, ἀπὸ τὴν βρῶμα ποῦ πρόσθετε στὰ <βρώμικα φαγητά> ἔτρωγα μὲ τὸ πλάϊ δὲν ξέρω πόσα χρόνια, ὁ βόλος σχηματίζετε ἀπὸ μεγάλη ποσότητα ποῦ μπαίνει ἀπὸ κάτω, καὶ τὸν κάτω.
Τὰ πονηρὰ πνεύματα ἦταν κρυμμένα στὸ χωνευτήρι ποῦ εἶναι στὴν νοτία πλευρᾶ τῆς Παντανάσσης, καὶ ὅταν πήγαινα στὴν ἐκκλησία, κατελάμβαναν τὸ ἐπάνω μέρος τοῦ Ἱεροῦ, καὶ μὲ ἀπασχολοῦσαν λέγοντάς μου ἕνα σωρὸ ἀπειλές.
Θὰ πῶ ἀκόμη ὅτι στὸ διάστημα αὐτὸ τῶν ἐτῶν, εἶδα καθαρὰ τὸ πνεῦμα μου καταγῇς τσακισμένο, νὰ κοιτάζῃ μόνο στὸν οὐρανό, πουθενὰ ἀλλοῦ, αὐτὸ ἔγινε τρεῖς φορές, θὰ ἀναφέρω ἀκόμη ὅτι σὲ κάποια δύσκολη φάσῃ, εἶδα κάποιους στὸν οὐρανό, νὰ ξεφυλλίζουν ἕνα βιβλίο μὲ τρομακτικὴ ταχύτητα, λὲς καὶ ἔψαχναν νὰ δοῦν τί δέν εἶχαν δάσῃ ἀκόμη.
Ἐγὼ δὲν θὰ ἀρνηθῶ νὰ πῶ ὅτι ὀφείλω τὴν ζωή μου στὸν Ἱερὸ Ναὸ Παντανάσσης.
Ἐπίσης ἡ ἐκκλησία γιὰ μένα εἶναι τὸ νοσοκομεῖο τοῦ Πνεύματος τοῦ ἀνθρώπου, καὶ μὲ ἐπέκταση καὶ στὸ σῶμα.
Copyright : : Ἁγία Γραφή : Holy Bibles : : https://www.bibles.gr : : koinakis@bibles.gr