Πρωτότυπο Κείμενο
|
Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα
|
Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
|
άσας
τὰς ἐντολάς, ἃς ἐγὼ ἐντέλλομαι
ὑμῖν σήμερον, φυλάξεσθε ποιεῖν,
ἵνα ζῆτε καὶ πολυπλασιασθῆτε καὶ
εἰσέλθητε καὶ κληρονομήσητε τὴν
γῆν, ἣν ὤμοσε Κύριος ὁ Θεὸς
ὑμῶν τοῖς πατράσιν ὑμῶν.
|
λας
αὐτὰς τὰς ἐντολάς, τὰς
ὁποίας ἐγὼ σήμερον σᾶς
δίδω φροντίσατε νὰ τὰς τηρήσετε,
διὰ νὰ ζῆτε ἀσφαλεῖς καὶ
μακροχρόνιοι καὶ νὰ πολλαπλασιασθῆτε,
νὰ εἰσέλθετε καὶ νὰ κληρονομήσετε
ὡς ἰδικήν σας τὴν χώραν, τὴν
ὁποίαν Κύριος ὁ Θεός σας ὡρκίσθη
εἰς τοὺς προπάτοράς σας, ὅτι
θὰ δώσῃ εἰς σᾶς.
|
λας
τὰς ἐντολάς, ποὺ σᾶς παραγγέλλω σήμερον,
νὰ φροντίσετε νὰ τὰς ἐφαρμοζετε, διὰ
νὰ ζῆτε καὶ νὰ πληθυνθῆτε καὶ
νὰ εἰσέλθετε καὶ κληρονομήσετε τὴν
χώραν, τὴν ὁποίαν ὑπεσχεθη ἐνόρκως
ὁ Θεός σας εἰς τοὺς πατέρας σας.
|
2
Καὶ μνησθήσῃ πᾶσαν τὴν ὁδόν,
ἣν ἤγαγέ σε Κύριος ὁ Θεός
σου ἐν τῇ ἐρήμῳ, ὅπως
ἂν κακώσῃ σε καὶ πειράσῃ
σε καὶ διαγνωσθῇ τὰ ἐν τῇ καρδίᾳ
σου, εἰ φυλάξῃ τὰς ἐντολὰς
αὐτοῦ ἢ οὔ.
|
2
Θὰ ἐνθυμῆσθε ὅλην τὴν πορείαν,
κατὰ τὴν ὁποίαν ὁ Κύριος
καὶ Θεός σας σᾶς ὡδηγοῦσε διὰ
μέσου τῆς ἐρήμου διὰ νὰ
σᾶς ταλαιπωρήσῃ παιδαγωγικῶς καὶ
σᾶς ὑποβάλῃ εἰς δοκιμασίας,
διὰ νὰ φανερωθοῦν ἔτσι αἱ διαθέσεις
τῆς καρδίας σας, ἐὰν δηλαδὴ
θὰ εἴχατε τὴν ἀπόφασιν νὰ
τηρήσετε ἢ ὄχι τὰς ἐντολάς
του. |
2
Καὶ νὰ θυμᾶσαι ὅλην τὴν διαδρομήν
σου εἰς τὴν ἔρημον, εἰς τὴν
ὁποίαν σὲ ὡδήγησε Κύριος ὁ Θεός
σου, διὰ νὰ σὲ κάνῃ νὰ ὑποφέρῃς
καὶ νὰ σὲ δοκιμάσῃ, ὥστε νὰ
ἐκδηλωθοῦν αἱ διαθέσεις τῆς καρδίας
σου, ἐὰν θὰ φυλάξῃς δηλαδὴ τὰς
ἐντολάς Του ἢ ὄχι. |
3
Καὶ ἐκάκωσέ σε καὶ ἐλιμαγχόνησέ
σε καὶ ἐψώμισέ σε τὸ μάννα,
ὃ οὐκ ᾔδεισαν οἱ πατέρες σου,
ἵνα ἀναγγείλῃ σοι, ὅτι οὐκ
ἐπ' ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται
ὁ ἄνθρωπος, ἀλλ' ἐπὶ παντὶ
ρήματι τῷ ἐκπορευομένῳ διὰ
στόματος Θεοῦ ζήσεται ὁ ἄνθρωπος.
|
3
Σᾶς ἐταλαιπώρησε, σᾶς ἀφῆκε
νὰ πεινάσετε καὶ κατόπιν σᾶς
ἔδωσε ὡς καθημερινόν σας ψωμὶ τὸ
μάννα, τὸ ὁποῖον δὲν ἐγνώριζαν
οἱ προπάτορές σας, διὰ νὰ διδάξῃ
εἰς σᾶς, ὅτι δὲν ζῇ ὁ
ἄνθρωπος μόνον μὲ τὸν συνήθη
ἄρτον,ἄλλα ζῇ καὶ μὲ κάθε
λόγον, ὁ ὁποῖος ἐξέρχεται
ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ Θεοῦ
(μὲ θαύματα δηλαδὴ ποὺ κάνει
ὁ Θεός). |
3
Καὶ σοῦ ἔστειλε συμφορὰς καὶ
ἐπέτρεψε νὰ πεινάσῃς ἕως θανάτου καὶ
σοῦ ἔδωσε ἀντὶ ἄρτου τὸ
μάννα, πρᾶγμα ποὺ δεν τὸ ἤξευραν οἱ
πρόγονοι σου, διὰ νὰ σοῦ γνωστοποίησῃ
ὅτι δὲν ζῇ ὁ ἄνθρωπος μόνον
μ ψωμί· ἀλλ’ εἶναι δυνατὸν νὰ ζήσῃ
μὲ κάθε λόγον, ποὺ βγαίνει ἀπὸ τὸ
στόμα τοῦ Θεοῦ, ποὺ χαρίζει τὰ πάντα
μὲ τὴν προσταγήν Του.
|
4
Τὰ ἱμάτιά σου οὐκ ἐπαλαιώθη
ἀπὸ σοῦ, τὰ ὑποδήματά
σου οὐ κατετρίβη ἀπὸ σοῦ, οἱ
πόδες σου οὐκ ἐτυλώθησαν, ἰδοὺ
τεσσαράκοντα ἔτη. |
4
Καὶ ἰδοὺ ὅτι ἐπὶ τεσσαράκοντα
ἔτη τὰ ἐνδύματά σας καὶ
τὰ ὑποδήματά σας δὲν ἐπάληωσαν
καὶ δὲν ἐφθάρησαν, τὰ δὲ
πόδια σας δὲν ἔκαμαν κάλους.
|
4
Ἔχεις δεῖγμα τῆς προστατευτικῆς Προνοίας
τοῦ Θεοῦ τὸ ὅτι δὲν ἐπάλιωσαν
τὰ ἐνδύματά σου, ποὺ τὰ ἐφοροῦσες
συνεχῶς, καὶ δεν ἔλειωσαν τὰ ὑποδήματά
σου καὶ δὲν ἔβγαλαν κάλους τὰ
πόδιά σου ἐπὶ σαράντα χρόνια.
|
5
Καὶ γνώσῃ τῇ καρδίᾳ σου
ὅτι ὡς εἴ τις ἄνθρωπος παιδεύσῃ
τὸν υἱὸν αὐτοῦ, οὕτω Κύριος
ὁ Θεός σου παιδεύσει σε,
|
5
Ἀπὸ ὅλα αὐτὰ θὰ μάθετε,
ὅτι, ὅπως ἕνας πατέρας θὰ παιδαγωγήσῃ
τὰ παιδί του διὰ μέσου διαφόρων
δοκιμασιῶν, ἔτσι καὶ Κύριος ὁ
Θεός σας διὰ τῶν θλίψεων θὰ
σᾶς παιδαγωγήσῃ. |
5
Καὶ πρέπει νὰ καταλάβῃς ἀπὸ
αὐτὰ μὲ τὴν καρδιάν σου ὅτι,
ὅπως ἕνας πατέρας παιδαγωγεῖ τὸ παιδί
του διὰ τὸ καλόν του, ἔτσι θὰ
σὲ παιδαγωγήσῃ μὲ τὰς θλίψεις καὶ
ὁ Κύριος καὶ Θεός σου. |
6
καὶ φυλάξῃ τὰς ἐντολὰς
Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου πορεύεσθαι ἐν
ταῖς ὁδοῖς αὐτοῦ καὶ φοβεῖσθαι
αὐτόν· |
6
Αὐτὰ ἔχοντες ὑπ' ὄψει, θὰ
φυλάξετε τὰς ἐντολὰς Κυρίου
τοῦ Θεοῦ σας, ὥστε νὰ πορεύεσθε
τὴν ὁδὸν τῶν ἐντολῶν του
καὶ νὰ φοβεῖσθε αὐτόν.
|
6
Καὶ νὰ φυλάξῃς τὰς ἐντολὰς
Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου, ὥστε νὰ ἀκολουθῇς
τοὺς δρόμους, ποὺ Ἐκεῖνος χαράσσει
εἰς τὴν ζωήν σου, καὶ νὰ φοβᾶσαι
τὸν Κύριον. |
7
ὁ γὰρ Κύριος ὁ Θεός σου εἰσάξει
σὲ εἰς γῆν ἀγαθὴν καὶ
πολλήν, οὗ χείμαρροι ὑδάτων
καὶ πηγαὶ ἀβύσσων ἐκπορευόμεναι
διὰ τῶν πεδίων καὶ διὰ τῶν
ὀρέων· |
7
Διότι Κύριος ὁ Θεός σας θὰ σᾶς
εἰσαγάγῃ εἰς τὴν γῆν,
τὴν εὔφορον καὶ μεγάλην, ὅπου
ὑπάρχουν ἄφθονα ὕδατα χειμάρρων
καὶ πηγαὶ ἀναβλύζουσαι ἀπὸ
τὰ ἔγκατα τῆς γῆς, τῶν ὁποίων
τὰ ὕδατα θὰ ρέουν διὰ μέσου
τῶν πεδιάδων καὶ ἐπάνω ἀκόμη
εἰς τὰ ὄρη. |
7
Διότι ὁ Κύριος καὶ Θεός σου θὰ σὲ
φέρῃ μέσα εἰς χώραν ὡραίαν, εὔφορον
καὶ μεγάλην, ὅπου τρέχουν ποταμοὶ ὑδάτων
καὶ ἀναβλύζουν ἀπὸ τὰ βάθη της
πηγαὶ ποὺ τὰ νερά των κυλοῦν
μέσα ἀπὸ πεδιάδας καὶ βουνά.
|
8
γῆ πυροῦ καὶ κριθῆς, ἄμπελοι,
συκαῖ, ροαί, γῆ ἐλαίας ἐλαίου
καὶ μέλιτος· |
8
Ἡ γῆ αὐτὴ παράγει σίτον
καὶ κριθήν, ἔχει ἀμπέλους, συκιές
καὶ ροδιές· εἶναι γῆ τῆς
ἐληᾶς, τοῦ λαδιοῦ καὶ τοῦ
μέλιτος. |
8
Εἶναι χώρα ὀνομαστὴ διὰ τὸ σιτάρι
καὶ τὸ κριθάρι της. Ἔχει ἀμπέλια,
συκιὲς καὶ ροδιές. Τόπος μὲ ἐλιές,
ποὺ δίνουν ἄφθονο λάδι, καὶ τόπος ποὺ
παράγει μέλι. |
9
γῆ, ἐφ' ἧς οὐ μετὰ πτωχείας
φαγῇ τὸν ἄρτον σου καὶ οὐκ ἐνδεηθήσῃ
ἐπ' αὐτῆς οὐδέν· γῆ,
ἧς οἱ λίθοι σίδηρος, καὶ ἐκ
τῶν ὀρέων αὐτῆς μεταλλεύσεις
χαλκόν· |
9
Χώρα, ἐπὶ τῆς ὁποίας δὲν
θὰ τρώγετε ὀλιγοστὸν τὸν ἄρτον
σας καὶ δὲν θὰ στερηθῆτε τίποτε
ἀπὸ αὐτήν. Εἶναι χώρα,
τῆς ὁποίας οἱ λίθοι εἶναι
ὠσὰν σίδηρος καὶ ἀπὸ τὰ
ὄρη αὐτῆς θὰ βγάνετε μεταλλεύματα
χαλκοῦ. |
9
Χώρα, εἰς τὴν ὁποίαν δὲν θὰ
τρώγῃς τὸ ψωμί σου μὲ περιορισμὸν
καὶ δὲν θὰ σοῦ λείψῃ τίποτε,
ὅταν ζῇς ἐκεῖ. Χώρα, τῆς ὁποίας
οἰ λίθοι εἶναι σὰν σίδηρος (ἢ τὸ
ὑπέδαφός της ἔχει σίδηρον) καὶ ἀπὸ
τὰ βουνὰ τῆς ὁποίας θὰ βγάζῃς
χαλκόν. |
10
καὶ φαγῇ καὶ ἐμπλησθήσῃ
καὶ εὐλογήσεις Κυρίον τὸν Θεόν
σου ἐπὶ τῆς γῆς τῆς ἀγαθῆς,
ἧς δέδωκέ σοι.
|
10
Θὰ φᾶτε καὶ θὰ χορτάσετε καὶ
θὰ δοξολογήσετε Κύριον τὸν Θεόν
σας, ἐγκατεστημένοι πλέον εἰς τὴν
εὔφορον καὶ πλουσίαν αὐτὴν γῆν,
τὴν ὁποίαν ὁ Κύριος σᾶς
ἔδωσε. |
10
Καὶ θὰ φάγῃς καὶ θὰ χορτάσῃς
καὶ θὰ ἀνυμνήσης Κύριον τὸν Θεόν σου
εἰς αὐτὴν τὴν ὡραίαν καὶ
πλουσίαν χώραν, ποὺ σοῦ ἐχάρισε.
|
11
Πρόσεχε σεαυτῷ, μὴ ἐπιλάθῃ
Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου τοῦ μὴ φυλάξαι
τὰς ἐντολὰς αὐτοῦ καὶ
τὰ κρίματα καὶ τὰ δικαιώματα
αὐτοῦ, ὅσα ἐγὼ ἐντέλλομαί
σοι σήμερον, |
11
Προσέχετε ὅμως εἰς τὸν ἑαυτόν
σας, μήπως τυχὸν καὶ λησμονήσετε Κύριον
τὸν Θεόν σας καὶ δὲν τηρήσετε
τὰς ἐντολὰς αὐτοῦ, τὰς
διατάξεις καὶ τοὺς νόμους του, ὅσα
ἐγὼ σήμερον σᾶς παραγγέλλω.
|
11
Πρόσεχε ὅμως εἰς τὸν ἑαυτόν
σου, μήπως λησμόνησες Κύριον τὸν Θεόν σου καὶ
δεν τηρήσῃς τὰς ἐντολάς Του καὶ τοὺς
νόμους καὶ τὰ προστάγματά Του, τὰ ὁποῖα
σοῦ παραγγέλλω σήμερον. |
12
μὴ φαγὼν καὶ ἐμπλησθεὶς καὶ
οἰκίας καλὰς οἰκοδομήσας καὶ
κατοικήσας ἐν αὐταῖς
|
12
Προσέχετε, μήπως, ἀφοῦ φάγετε
καλὰ καὶ χορτασθῆτε καὶ οἰκοδομήσετε
ὡραίας καὶ ἀνέτους οἰκίας
καὶ ἐγκατασταθῆτε εἰς αὐτάς,
|
12
Πρόσεχε μήπως, ἀφοῦ φάγῃς καὶ χορτάσῃς
καὶ κτίσῃς ὡραία σπίτια καὶ κατοικήσῃς
εἰς αὐτά, |
13
καὶ τῶν βοῶν σου καὶ τῶν προβάτων
σου πληθυνθέντων σοι, ἀργυρίου καὶ
χρυσίου πληθυνθέντος σοι καὶ πάντων,
ὅσων σοι ἔσται, πληθυνθέντων σοι,
|
13
πολλαπλασιασθοῦν δὲ τὰ βόδια σας καὶ
τὰ πρόβατά σας, πληθυνθῇ τὸ
ἀργύριον καὶ τὸ χρυσάφι σας
καὶ γενικῶς αὐξηθοῦν ὅλα τὰ
ὑπάρχοντά σου, |
13
καὶ ἀφοῦ πληθυνθοῦν τὰ κοπάδια
τῶν βοδιῶν καὶ τῶν προβάτων σου καὶ
αὐξηθῇ τὸ ἀσῆμι καὶ τὸ
χρυσάφι σου καὶ γίνουν πλῆθος πολὺ τὰ
ὑπάρχοντα σου, |
14
ὑψωθῇς τῇ καρδίᾳ καὶ ἐπιλάθῃ
Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου τοῦ ἐξαγαγόντος
σε ἐκ γῆς Αἰγύπτου, ἐξ οἴκου
δουλείας, |
14
μήπως τυχὸν καὶ ὑπερηφανευθῇ
ἡ καρδία σας καὶ λησμονήσετε Κύριον
τὸν Θεόν σας, ὁ ὁποῖος σᾶς
ἠλευθέρωσε ἀπὸ τὴν Αἴγυπτον,
τὴν χώραν αὐτὴν τῆς δουλείας,
|
14
μήπως ὑπερηφανευθῇ ἢ καρδιά σου καὶ
ξεχάσῃς Κύριον τὸν Θεόν σου, ὁ Ὁποῖος
σὲ ἔβγαλεν ἐλεύθερον ἀπὸ τὴν
χώραν τῆς Αἰγύπτου, ἀπὸ τὸν
τόπον τῆς σκλαβιᾶς. |
15
τοῦ ἀγαγόντος σε διὰ τῆς ἐρήμου
τῆς μεγάλης καὶ τῆς φοβερᾶς
ἐκείνης, οὗ ὄφις δάκνων καὶ
σκορπίος καὶ δίψα, οὗ οὐκ ἦν
ὕδωρ, τοῦ ἐξαγαγόντος σοι ἐκ
πέτρας ἀκροτόμου πηγὴν ὕδατος,
|
15
σᾶς ὡδήγησε διὰ μέσου τῆς
μεγάλης ἐκείνης καὶ φοβερᾶς
ἐρήμου, ὅπου τὰ δηλητηριώδη
φίδια καὶ οἱ σκορπιοὶ καὶ ἡ
δίψα, εἰς τὰς περιοχὰς ποὺ δὲν
ὑπῆρχε ὕδωρ· προσέχετε μήπως
λησμονήσετε τὸν Θεόν, ὁ ὁποῖος
ἔβγαλε ἀπὸ ἀπόκρημνον βράχον
πλουσίαν πηγὴν ὕδατος·
|
15
Πρόσεξε μήπως ξεχάσῃς τὸν Κύριον, ὁ
Ὁποῖος σὲ ὠδήγησε μὲ ἀσφάλειαν
μέσα ἀπὸ τὴν μεγάλην καὶ φοβερὰν
ἐκείνην ἔρημον, ὅπου ὑπῆρχαν
φαρμακερὰ φίδια ποὺ δαγκώνουν καὶ σκορπιοι
καὶ δίψα ἐκεῖ, ὅπου ἔλειπε τὸ
νερό· μὴ ξεχάσῃς τὸν Κύριον, ὁ Ὁποῖος
ἔβγαλε πρὸς χάριν σου ἄφθονο νερὸ
ἀπὸ ἀπόκρημνον βράχον.
|
16
τοῦ ψωμίσαντός σε τὸ μάννα ἐν
τῇ ἐρήμῳ, ὃ οὐκ ᾔδεις
σὺ καὶ οὐκ ᾔδεισαν οἱ πατέρες
σου, ἵνα κακώσῃ σε καὶ ἐκπειράσῃ
σε καὶ εὖ σε ποίησῃ ἐπ' ἐσχάτων
τῶν ἡμερῶν σου.
|
16
τὸν Θεόν, ὁ ὁποῖος ἀντὶ
ἄρτου σᾶς ἔδωσε εἰς τὴν ἔρημον
τὸ μάννα, τὸ ὁποῖον οὔτε
σεῖς οὔτε οἱ πρόγονοί σας ἐγνωρίσατε,
καὶ σᾶς ἔστειλε δσκιμασίας, διὰ
νὰ σᾶς θλίψῃ καὶ καταρτίσῃ,
ἔπειτα δὲ κατὰ τοὺς τελευταίους
τούτους καιρούς, νὰ σᾶς εὐλογήσῃ.
|
16
Καὶ σοῦ ἔδωσε διὰ ψωμὶ εἰς
τὴν ἔρημον τὸ μάννα, τὸ ὁποῖον
δὲν ἐγνώριζες μέχρι τότε σύ, ἀλλὰ
δὲν τὸ ἤξευραν οὔτε καὶ οἱ
πρόγονοί σου. Ἐπίτρεψε δὲ νὰ
κακοπαθήσῃς καὶ νὰ δοκιμασθῇς, διὰ
νὰ σὲ κάνῃ εὐτυχῆ κατὰ
τὰς τελευταίας αὐτὰς ἡμέρας, κατὰ
τὸ τέλος τῆς περιπλανήσεώς σας εἰς
τὴν ἔρημον. |
17
Μὴ εἴπῃς ἐν τῇ καρδίᾳ
σου· ἡ ἰσχύς μου καὶ τὸ
κράτος τῆς χειρός μου ἐποίησέ
μοι τὴν δύναμιν τὴν μεγάλην ταύτην·
|
17
Προσέξατε μήπως τυχὸν καὶ πῆτε
κατὰ διάνοιαν· Ἡ ἰσχύς
μου καὶ ἡ δύναμις τῆς χειρός
μου, μοῦ προσεπόρισαν τὴν μεγάλην
αὐτὴν εὐημερίαν.
|
17
Μὴ εἰπῇς λοιπὸν ποτὲ μέσα σου:
Ἡ δύναμίς μου καὶ τὸ κραταιὸ χέρι
μου εἶναι αὐτά, ποὺ συνετέλεσαν εἰς
τὸ νὰ ἔχω αὐτὴν τὴν μεγάλην
δύναμιν καὶ εὐπορίαν. |
18
καὶ μνησθήσῃ Κυρίου τοῦ Θεοῦ
σου, ὅτι αὐτὸς σοι δίδωσιν ἰσχύν
τοῦ ποιῆσαι δύναμιν καὶ ἵνα
στήσῃ τὴν διαθήκην αὐτοῦ,
ἣν ὤμοσε Κύριος τοῖς πατράσι
σου, ὡς σήμερον. |
18
Ἀλλὰ πρέπει νὰ ἐνθυμῆσθε
Κύριον τὸν Θεόν σας, διότι αὐτὸς
σᾶς ἔδωκε τὴν δύναμιν νὰ ἀποκτήσετε
τὰ πλούσια αὐτὰ ἀγαθά,
διὰ νὰ τηρήσῃ τὴν ὑπόσχεσίν
του, ποὺ εἶχε δώσει μὲ ὅρκον
εἰς τοὺς προπάτοράς σας, πρᾶγμα
τὸ ὁποῖον καὶ ἔκαμε σήμερον.
|
18
Νὰ θυμᾶσαι ἀντιθέτως πάντοτε Κύριον τὸν
Θεόν σου, διότι Αὐτὸς εἶναι ποὺ σοῦ
χαρίζει τὴν δύναμιν, διὰ νὰ εἶσαι
δυνατὸς καὶ πλούσιος. Ἔτσι θὰ τηρήσῃ
καὶ ὁ Κύριος τὴν συμφωνίαν Του, ποὺ
ἔκαμεν ἐνόρκως μὲ τοὺς προγόνους
σου, ὅπως βλέπεις ὅτι τὴν τηρεῖ σήμερον.
|
19
Καὶ ἔσται ἐὰν λήθῃ ἐπιλάθῃ
Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου καὶ πορευθῆς
ὀπίσω θεῶν ἑτέρων καὶ
λατρεύσῃς αὐτοῖς καὶ προσκυνήσῃς
αὐτοῖς, διαμαρτύρομαι ὑμῖν σήμερον
τόν τε οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν,
ὅτι ἀπωλείᾳ ἀπολεῖσθε·
|
19
Ἐὰν ὅμως λησμονήσετε Κύριον
τὸν Θεόν σας, ἐκτραπῆτε δὲ ὀπίσω
ἄλλων ψευδῶν θεῶν καὶ λατρεύσετε
αὐτοὺς καὶ προσκυνήσετε αὐτούς,
σᾶς διαβεβαιώνω σήμερον ἐνώπιον
τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς,
ὅτι θὰ ὑποστῆτε πανωλεθρίαν.
|
19
Ἐὰν ὅμως ξεχάσῃς Κύριον τὸν
Θεόν σου καὶ ἀκολουθήσῃς ἄλλους θεοὺς
καὶ τοὺς λατρεύσῃς καὶ τοὺς
προσκυνήσῃς, ἐπικαλοῦμαι ς μάρτυρας ἐμπρός
σας σήμερον καὶ τὸν οὐρανὸν καὶ
τὴν γῆν, ὅτι θὰ καταστραφῆτε
ὁπωσδήποτε. |
20
καθὰ καὶ τὰ λοιπὰ ἔθνη, ὅσα
Κύριος ὁ Θεὸς ἀπολλύει πρὸ
προσώπου ὑμῶν, οὕτως ἀπολεῖσθε,
ἀνθ' ὧν οὐκ ἠκούσατε τῆς
φωνῆς Κυρίου τοῦ Θεοῦ ὑμῶν.
|
20
Ὅπως Κύριος ὁ Θεὸς καταστρέφει
σήμερον ἀπὸ ἐμπρός σας τὰ
ἀλλὰ ἔθνη διὰ τὰς ἁμαρτίας
των, ἔτσι καὶ σεῖς θὰ καταστραφῆτε,
διότι δὲν ἠκούσατε τὰ λόγια
Κυρίου τοῦ Θεοῦ σας. |
20
Ὅπως ἀκριβῶς ἑξαφανίζει ἀπὸ
ἐμπρός σας Κύριος ὁ Θεὸς τὰ
εἰδωλολατρικα ἔθνη, ποὺ εἶναι ἄξια
τιμωρίας, ἔτσι θὰ καταστραφῆτε καὶ
σεῖς, ἐξ αἰτίας τοῦ ὅτι δὲν
ἀκούσατε τὰ ὅσα σᾶς εἶπεν ὁ
Κύριος καὶ Θεός σας>. |