Πρωτότυπο Κείμενο
|
Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα
|
Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
|
αὶ
ἐκάλεσε Μωυσῆς πάντας τοὺς υἱοὺς
Ἰσραὴλ καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς·
ὑμεῖς ἑωράκατε πάντα, ὅσα
ἐποίησε Κύριος ἐν γῇ Αἰγύπτῳ
ἐνώπιον ὑμῶν Φαραὼ καὶ
τοῖς θεράπουσιν αὐτοῦ καὶ πάσῃ
τῇ γῇ αὐτοῦ,
|
Μωϋσῆς
συνεκάλεσε ὅλους τους Ἰσραηλίτας καὶ
εἶπε πρὸς αὐτούς· <εἴδατε
σεῖς ὅλα ὅσα ἔκαμεν ὁ Κύριος
εἰς τὴν Αἴγυπτον ἐμπρὸς εἰς
τὰ μάτια σας ἐναντίον τοῦ Φαραὼ
καὶ τῶν αὐλικῶν του καὶ ὅλης
τῆς χώρας του· |
αὶ
συνεκέντρωσεν ὁ Μωϋσῆς ὅλους τοὺς
Ἰσραηλίτας καὶ τοὺς εἶπε: <Εἴδατε
οἱ ἴδιοι ὅλα, ὅσα ἔκανε ἐμπρός
σας ὁ Κύριος εἰς τὴν Αἴγυπτον ἐναντίον
τοῦ Φαραὼ καὶ τῶν ὑπηκόων του
καὶ ὅλης τῆς χώρας του.
|
2
τοὺς πειρασμοὺς τοὺς μεγάλους, οὓς
ἑωράκασιν οἱ ὀφθαλμοί σου, τὰ
σημεῖα καὶ τὰ τέρατα τὰ μεγάλα
ἐκεῖνα· |
2
δηλαδὴ τὰς μεγάλας δοκιμασίας, ποὺ
εἶδαν τὰ μάτια σας, τὰ καταπληκτικὰ
σημεῖα καὶ τὰ συγκλονιστικὰ ἐκεῖνα
θαύματα. |
2
Τὰς μεγάλας δηλαδὴ συμφοράς, ποὺ εἶδαν
τὰ μάτια σας, ἐκεῖνα τὰ μεγάλα καὶ
φοβερὰ τέρατα καὶ σημεῖα.
|
3
καὶ οὐκ ἔδωκε Κύριος ὁ Θεὸς
ὑμῖν καρδίαν εἰδέναι καὶ
ὀφθαλμοὺς βλέπειν καὶ ὦτα ἀκούειν
ἕως τῆς ἡμέρας ταύτης.
|
3
Δὲν τὰ ἐκαταλαβάτε ὅμως καλά,
διότι ὁ Κύριος, ἐπειδὴ δὲν
ἠθελήσατε, δέν σᾶς ἔδωκε μέχρι
τῆς σημερινῆς ἡμέρας καρδίαν
διὰ νὰ γνωρίζετε, μάτια διὰ
νὰ βλέπετε, αὐτιὰ διὰ νὰ
ἀκούετε. |
3
Παρὰ ταῦτα ὅμως, λόγῳ τῆς κακῆς
σας διαθέσεως, δὲν σᾶς ἐχάρισεν ἕως
τώρα ὁ Κύριος καρδιὰ ποὺ νὰ αἰσθάνεται
καὶ μάτια ποὺ νὰ βλέπουν καὶ αὐτιὰ
ποὺ νὰ συλλαμβάνουν τὰ μηνύματα, ποὺ
ἐκπέμπονται ἀπὸ τὰ συγκλονιστικὰ
αὐτὰ θαύματα. |
4
Καὶ ἤγαγεν ὑμᾶς τεσσαράκοντα
ἔτη ἐν τῇ ἐρήμῳ·
οὐκ ἐπαλαιώθη τὰ ἱμάτια
ὑμῶν, καὶ τὰ ὑποδήματα
ὑμῶν οὐ κατετρίβη ἀπὸ
τῶν ποδῶν ὑμῶν·
|
4
Ἐν τούτοις σᾶς καθωδήγησεν ἐπὶ
τεσσαράκοντα ἔτη εἰς τὴν ἔρημον.
Τὰ ἐνδύματά σας δὲν ἐπάληωσαν
καὶ δὲν ἐφθάρησαν, καὶ τὰ
ὑποδήματα σας δὲν ἔλυωσαν κάτω
ἀπὸ τὰ πόδια σας.
|
4
Σᾶς ὠδηγοῦσε λοιπόν, ὁ Κύριος ἐπὶ
σαράντα χρόνια εἰς τὴν ἔρημον. Καθ' ὅλον
αὐτὸν τὸν καιρὸν δὲν ἐπάλιωσαν
τὰ ροῦχα σας καὶ δὲν ἐχάλασαν
τὰ ὑποδήματά σας εἰς τὰ πόδια
σας. |
5
ἄρτον οὐκ ἐφάγετε, οἶνον καὶ
σίκερα οὐκ ἐπίετε, ἵνα γνῶτε,
ὅτι Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν
ἐγώ. |
5
Συνηθισμένον ἄρτον δὲν ἐφάγατε,
οἶνον καὶ οἰνοπνευματώδη ποτὰ
δὲν ἐπίετε, ἐπίνετε ὅμως
ὕδωρ ποὺ ἀνέβλυζε διὰ θαύματος
Θεοῦ, διὰ νὰ μάθετε, ὅτι ἐγὼ
εἶμαι Κύριος ὁ Θεός σας.
|
5
Δὲν ἐφάγατε ψωμί, οὔτε ἤπιατε
κρασί καὶ ἄλλα οἰνοπνευματώδη ποτά, ἀλλ'
ἐζήσατε θαυματουργικῶς, διὰ νὰ καταλάβετε
ὅτι Ἑγώ, ὁ Θεός σας, εἶμαι ὁ
Κύριος, ποὺ ἐξουσιάζω τὰ πάντα.
|
6
Καὶ ἤλθετε ἕως τοῦ τόπου τούτου,
καὶ ἐξῆλθε Σηών βασιλεὺς Ἐσεβὼν
καὶ Ὢγ βασιλεὺς Βασὰν εἰς συνάντησιν
ἡμῖν ἐν πολέμῳ, καὶ ἐπατάξαμεν
αὐτοὺς |
6
Καὶ ἐφθάσατε ἕως αὐτὸν
τὸν τόπον. Ἐξῆλθον δὲ ἀπὸ
τὴν χώραν των, διὰ νὰ σᾶς πολεμήσουν
Σηὼν ὁ βασιλεὺς τῆς πρωτευούσης
Ἐσεβὼν καὶ Ὢγ ὁ βασιλεὺς
τῆς Βασάν. Ἀλλ' ἡμεῖς τοὺς
κατενικήσαμεν, |
6
Καὶ ἐφθάσατε ἕως αὐτὸν τὸν
τόπον καὶ ἐβγῆκαν καὶ παρετάχθησαν
ἐναντίον μᾶς εἰς πόλεμον ὁ Σηών, ὁ
βασιλεὺς τῆς Ἐσεβών, καὶ ὁ
Ὤγ, ὁ βασιλεὺς τῆς Βασάν, καὶ
τοὺς κατενικήσαμεν. |
7
καὶ ἐλάβομεν τὴν γῆν αὐτῶν,
καὶ ἔδωκα αὐτὴν ἐν κλήρῳ
τῷ Ρουβὴν καὶ τῷ Γαδδὶ καὶ
τῷ ἡμίσει φυλῆς Μανασσῆ.
|
7
καὶ κατελάβαμεν τὴν χώραν των, τὴν
ὁποίαν ἔδωκα ὡς κληρονομίαν
εἰς τὴν φυλὴν Ρουβήν, εἰς τὴν
ψυλὴν Γὰδ καὶ εἰς τὸ ἥμισυ
τῆς φυλῆς τοῦ Μανασσῆ.
|
7
Ἐκυριεύσαμεν δὲ τὴν χώραν των καὶ
τὴν ἐμοίρασα ὡς κληρονομίαν εἰς
τὰς φυλὰς τοῦ Ρουβὴν καὶ τοῦ
Γὰδ καὶ εἰς τὴν μισὴν φυλὴν
τοῦ Μανασσῆ. |
8
Καὶ φυλάξεσθε ποιεῖν πάντας τοὺς
λόγους τῆς διαθήκης ταύτης, ἵνα
συνῆτε πάντα, ὅσα ποιήσετε.
|
8
Φροντίσατε νὰ τηρῆτε ὅλας τὰς
ἐντολὰς τῆς διαθήκης αὐτῆς,
διὰ νὰ κατανοῆτε ὅλα καὶ νὰ
ἐπιτυγχάνετε εἰς ὅλα ὅσα θὰ
κάνετε. |
8
Προσέξατε λοιπὸν νὰ τηρῆτε ὅλα τὰ
προστάγματα αὐτῆς τῆς Διαθήκης, διὰ
νὰ ἐννοῆτε καὶ ἐπιτυγχάνετε
εἰς ὅλα, ὅσα θὰ ἐπιχειρῆτε.
|
9
Ὑμεῖς ἑστήκατε πάντες σήμερον
ἐναντίον Κυρίου τοῦ Θεοῦ ὑμῶν,
οἱ ἀρχίφυλοι ὑμῶν καὶ
ἡ γερουσία ὑμῶν καὶ οἱ
κριταὶ ὑμῶν καὶ οἱ γραμματοεισαγωγεῖς
ὑμῶν, πᾶς ἀνὴρ Ἰσραήλ,
|
9
Σεῖς ὅλοι σήμερον ἔχετε παρουσιασθῆ
ἐνώπιον Κυρίου τοῦ Θεοῦ σας,
οἱ ἀρχηγοὶ τῶν φυλῶν σας, οἱ
γεροντότεροι ἀπὸ σᾶς, οἱ δικασταί
σας, οἱ ἀξιωματοῦχοι σας, ὅλοι οἱ
ἰσραηλῖται, |
9
Ἐσταθήκατε σήμερον ὅλοι σεῖς ἐμπρὸς
εἰς Κύριον τὸν Θεόν σας, οἱ ἐπικεφαλῆς
δηλαδὴ τῶν φυλῶν σας καὶ οἱ
προεστοί σας καὶ οἱ δικασταί σας καὶ
οἱ γραμματεῖς σας, ὅλοι γενικῶς οἱ
Ἰσραηλῖται, |
10
αἱ γυναῖκες ὑμῶν καὶ τὰ
ἔκγονα ὑμῶν καὶ ὁ προσήλυτος
ὁ ἐν μέσῳ τῆς παρεμβολῆς
ὑμῶν, ἀπὸ ξυλοκόπου ὑμῶν
καὶ ἕως ὑδροφόρου ὑμῶν,
|
10
αἱ γυναῖκες σας, τὰ παιδιά σας, οἱ
ξένοι οἱ ὁποῖοι εὑρίσκονται
εἰς τὸ στρατόπεδόν σας, ὅλοι
μέχρι τῶν ξυλοκόπων καὶ τῶν
ὑδροφόρων, |
10
οἱ γυναῖκες σας καὶ τὰ παιδιά
σας καὶ κάθε ξένος, ποὺ διαμένει μαζί σας
εἰς τὸν καταυλισμόν σας, ἀπὸ
αὐτὸν ποὺ εἶναι ἀνάμεσά
σας ξυλοκόπος, ἕως αὐτὸν ποὺ εἶναι
ὑδροφόρος (νεροκουβαλητής). |
11
παρελθεῖν ἐν τῇ διαθήκῃ Κυρίου
τοῦ Θεοῦ ὑμῶν καὶ ἐν ταῖς
ἀραῖς αὐτοῦ, ὅσα Κύριος
ὁ Θεός σου διατίθεται πρὸς σε σήμερον,
|
11
ἔχετε παρουσιασθῇ, διὰ νὰ περιληφθῆτε
εἰς τὴν διαθήκην Κυρίου τοῦ
Θεοῦ σας καὶ εἰς τὰς κατάρας
αὐτοῦ εἰς περίπτωσιν, κατὰ τὴν
ὁποίαν θὰ παραβῆτε ὅσα Κύριος
ὁ Θεός σας διατάσσει πρός σᾶς
σήμερον. |
11
Ἐσταθήκατε, διὰ νὰ παρευρεθῆτε
εἰς τὴν ἀνανέωσιν τῆς Διαθήκης, ποὺ
συνήψατε μὲ τὸν Κύριον καὶ Θεόν σας,
καὶ εἰς τὰς κατάρας Του· εἰς ὅλα
αὐτὰ ποὺ ἀποτελοῦν τὴν
Διαθήκην, ποὺ συνάπτει μαζί σου, λαὲ τοῦ
Ἰσραήλ, σήμερον ὁ Κύριος καὶ Θεός σου.
|
12
ἵνα στήσῃ σε αὐτῷ εἰς
λαόν, καὶ αὐτὸς ἔσται σου Θεός,
ὃν τρόπον εἶπέ σοι, καὶ ὃν
τρόπον ὤμοσε τοῖς πατράσι σου, Ἁβραὰμ
καὶ Ἰσαὰκ καὶ Ἰακώβ.
|
12
ἐὰν ὅμως φανῆτε ὑπάκοοι
καὶ εὐπειθεῖς πρὸς αὐτόν,
θὰ σᾶς ἀναδείξῃ λαόν του
καὶ αὐτὸς θὰ εἶναι ὁ Θεός
σας, ὅπως ἔχει ὑποσχεθῆ εἰς
τοὺς προπάτοράς σας, τὸν Ἁβραάμ,
τὸν Ἰσαάκ καὶ τὸν Ἰακώβ.
|
12
Σκοπὸς τῆς Διαθήκης εἶναι νὰ σὲ
ἔχῃ ὁ Κύριος λαὸν ἰδικόν Του
καὶ νὰ εἶναι διὰ σὲ Ἐκεῖνος
ὁ Θεός σου, ὅπως ἀκριβῶς σοῦ
τὸ εἶπε καὶ ὅπως ἀκριβῶς
ὡρκίσθη εἰς τοὺς προγόνους σου, εἰς
τὸν Ἀβραὰμ καὶ Ἰσαὰκ καὶ
Ἰακώβ. |
13
Καὶ οὐχ ὑμῖν μόνοις ἐγὼ
διατίθεμαι τὴν διαθήκην ταύτην καὶ
τὴν ἀρὰν ταύτην,
|
13
Καὶ δὲν συνάπτω ἐγὼ ὁ
Μωϋσῆς μὲ σᾶς μόνον τὴν διαθήκην
αὐτὴν καὶ εἰς περίπτωσιν παρανομιῶν
σας τὴν κατάραν αὐτήν,
|
13
Δὲν παρουσιάζω δὲ καὶ δὲν διευθετῶ
ἐγὼ ὡς ἐκπρόσωπος τοῦ
Κυρίου τὴν Διαθήκην αὐτήν, οὔτε ἀπαγγέλλω
τὴν κατάραν αὐτήν, ποὺ θὰ εὕρῃ
ὅσους ἀπειθοῦν εἰς τὸν θεῖον
Νόμον, μόνον πρὸς σᾶς, |
14
ἀλλὰ καὶ τοῖς ὧδε οὖσι
μεθ' ὑμῶν σήμερον ἐναντίον Κυρίου
τοῦ Θεοῦ ὑμῶν καὶ τοῖς
μὴ οὖσὶ μεθ' ὑμῶν ὧδε
σήμερον. |
14
ἀλλὰ καὶ μὲ ἐκείνους ποὺ
σήμερον εἶναι ἐδῶ μαζῆ σας,
καθὼς καὶ μὲ ἐκείνους ποὺ
δὲν εὑρίσκονται εἰς τὴν συγκέντρωσιν
αὐτήν, δηλαδὴ μὲ τοὺς ἀπογόνους
σας, οἱ ὁποῖοι δὲν ἔχουν ἀκόμη
γεννηθῆ. Αὐτὰ δὲ ἐνώπιον
Κυρίου τοῦ Θεοῦ σας.
|
14
ἄλλα πρὸς ὅλους. Καὶ πρὸς αὐτοὺς
ποὺ εἶναι σήμερον ἐδῶ μαζί σας
ἐνώπιον Κυρίου τοῦ Θεοῦ σας καὶ πρὸς
ὅσους δὲν εἶναι μαζί σας ἐδῶ
σήμερον, δηλαδὴ τοὺς ἀπογόνους σας.
|
15
Ὅτι ὑμεῖς οἴδατε πὼς κατῳκήσαμεν
ἐν γῆ Αἰγύπτῳ, ὡς παρήλθομεν
ἐν μέσῳ τῶν ἐθνῶν, οὓς
παρήλθετε, |
15
Διότι σεῖς γνωρίζετε καλὰ πῶς
κατοικήσαμεν εἰς τὴν Αἴγυπτον καὶ
πῶς διήλθομεν διὰ μέσου τῶν
λαῶν ἀπὸ τὰς χώρας τῶν
ὁποίων ἐπεράσατε.
|
15
Τὰ λέγω αὐτά, διότι σεῖς γνωρίζετε ὑπὸ
ποίας συνθήκας διεμείναμεν εἰς τὴν Αἴγυπτον
καὶ μὲ ποίους θαυμαστοὺς τρόπους ἐπεράσαμεν
μέσα ἀπὸ τὰ ἔθνη, τὰς χώρας
τῶν ὁποίων διεσχίσατε κατὰ τὴν πορείαν
σας. |
16
καὶ ἴδετε τὰ βδελύγματα αὐτῶν
καὶ τὰ εἴδωλα αὐτῶν, ξύλον
καὶ λίθον, ἀργύριον καὶ χρυσίον,
ἅ ἐστι παρ' αὐτοῖς.
|
16
Εἴδατε τὰ μισητὰ καὶ ἀηδῆ
αὐτῶν πράγματα, τὰ εἴδωλά
των τὰ ξύλινα καὶ τὰ λίθινα,
τὰ ἀργυρᾶ καὶ χρυσᾶ, ποὺ
ἔχουν. |
16
Καὶ εἴδατε ἐκεῖ τὰς σιχαμερὰς
συνηθείας των καὶ τὰ εἴδωλά των, τὰ
ξύλινα, τὰ πέτρινα, τὰ ἀσημένια καὶ
τὰ χρυσᾶ, ποὺ τὰ λατρεύουν σὰν
θεούς. |
17
Μή τίς ἐστιν ἐν ὑμῖν ἀνῂρ
ἢ γυνὴ ἢ πατριὴ ἢ φυλή,
τίνος ἡ διάνοια ἐξέκλινεν ἀπὸ
Κυρίου τοῦ Θεοῦ ὑμῶν πορεύεσθαι
λατρεύειν τοῖς θεοῖς τῶν ἐθνῶν
ἐκείνων; Μή τίς ἐστιν ἐν
ὑμῖν ρίζα ἄνω φύουσα ἐν
χολῇ καὶ πικρία;
|
17
Μήπως, τυχόν, παρ' ὅλα αὐτὰ
ὑπάρχει μεταξύ σας ἄνδρας ἢ
γυναίκα, πατριὰ ἢ φυλὴ τῶν ὁποίων
ἡ καρδία ἔχει ξεμακρύνει καὶ
ξεκόψει ἀπὸ Κύριον τὸν Θεόν
σας, ὥστε νὰ ἀκολουθῇ καὶ νὰ
λατρεύῃ τοὺς εἰδωλικοὺς θεοὺς
τῶν ἐθνῶν ἐκείνων; Μήπως
ὑπάρχει μεταξύ σας καμμιὰ δηλητηριασμένη
ρίζα, ἀπὸ τὴν ὁποίαν φυτρώνει
χολὴ καὶ πικρία; |
17
Καὶ σᾶς ἐρωτῶ: Μήπως ὑπάρχει
ἀνάμεσά σας ἄνδρας, ἢ γυναῖκα,
ἢ οἰκογένεια, ἢ φυλή, τῶν ὁποίων
ἢ διάθεσις τῆς καρδίας ἐξέφυγεν ἀπὸ
τὸν Κύριον καὶ Θεόν σας καὶ θέλει
νὰ ἀκολουθῇ καὶ νὰ λατρεύῃ
τοὺς
θεοὺς
τῶν λαῶν ἐκείνων; Μήπως ὑπάρχει ἀνάμεσά
σας ρίζα κακή, ποὺ ἐφύτρωσε καὶ ἀναπτύσσεται
μὲ χολὴν καὶ πικρίαν ἀχαριστίας κατὰ
τοῦ Θεοῦ; |
18
Καὶ ἔσται ἐὰν ἀκούσῃ
τὰ ρήματα τῆς ἀρᾶς ταύτης
καὶ ἐπιφημίσηται ἐν τῇ καρδίᾳ
αὐτοῦ λέγων· ὅσιὰ μοι γένοιτο,
ὅτι ἐν τῇ ἀποπλανήσει τῆς
καρδίας μου πορεύσομαι, ἵνα μὴ συναπολέσῃ
ὁ ἁμαρτωλὸς τὸν ἀναμάρτητον.
|
18
Ἂς ἔχετε πάντοτε ὑπ' ὄψιν σας
ὅτι, ἐὰν κανεὶς ἀκούσῃ
τὰς κατάρας αὐτῆς τῆς διαθήκης
καὶ ἀλαζονευθῇ λέγων καθ' ἑαυτόν
<ἐγὼ θὰ ζήσω σύμφωνα μὲ
τὰς ἁμαρτωλὰς ἐπιθυμίας τῆς
καρδίας μου καὶ ὅλα θὰ μοῦ πᾶνε
καλά>, θὰ ἐπέμβῃ καὶ
θὰ τὸν τιμωρήσῃ ὁ Θεός,
διὰ νὰ μὴ ἐπιδράσῃ ὁ
ἁμαρτωλὸς αὐτὸς ἐπιβλαβῶς
ἐπὶ τὸν δίκαιον καὶ τὸν
παρασύρῃ εἰς τὸν δρόμον τῆς
ἁμαρτίας. |
18
Ἐὰν ὑπάρχῃ κανεὶς τέτοιος, πού,
ὅταν ἀκούσῃ τοὺς λόγους αὐτῆς
τῆς κατάρας, θὰ προεξοφλήσῃ μόνος του τὴν
εὐτυχίαν του καὶ θὰ εἰπῇ μέσα
του· <Θὰ μοῦ ἔρθουν ὅλα καλά, ἔστω
καὶ ἂν ζήσω μὲ τὴν πονηρὰν κλίσιν
τῆς καρδιᾶς μου, διότι δὲν θὰ γίνῃ
αἰτία ὁ ἁμαρτωλὸς νὰ καταστραφῇ
καὶ ὁ ἀθῶος μαζί του>, σᾶς
λέγω τὸ ἑξῆς: |
19
Οὐ μὴ θελήσει ὁ Θεὸς εὐϊλατεῦσαι
αὐτῷ, ἀλλ' ἢ τότε ἐκκαυθήσεται
ὀργὴ Κυρίου καὶ ὁ ζῆλος
αὐτοῦ ἐν τῷ ἀνθρώπῳ
ἐκείνῳ, καὶ κολληθήσονται ἐν
αὐτῷ πᾶσαι αἱ ἀραὶ τῆς
διαθήκης ταύτης αἱ γεγραμμέναι ἐν
τῷ βιβλίῳ τοῦ νόμου τούτου,
καὶ ἐξαλείψει Κύριος τὸ ὄνομα
αὐτοῦ ἐκ τῆς ὑπὸ τὸν
οὐρανόν· |
19
Δὲν θὰ θελήσῃ ὁ Θεὸς νὰ
ἐλεήσῃ τὸν ἀλαζόνα αὐτόν,
ἀλλὰ θὰ ἀνάψῃ ἡ
ὀργὴ τοῦ Κυρίου καὶ ἡ
ζηλοτυπία ἐναντίον τοῦ ἀνθρώπου
ἐκείνου καὶ θὰ πέσουν ἐπάνω
του ὅλαι αἱ κατάραι αὐτῆς τῆς
διαθήκης, ποὺ εἶναι γραμμένοι εἰς
τὸ βιβλίον τοῦ Νόμου, καὶ θὰ
ἐξαλείψῃ Κύριος τὸ ὄνομά
του ἀπὸ τὴν ὑπὸ τὸν οὐρανόν.
|
19
Δὲν θὰ θελήσῃ ὁ Θεὸς νὰ
τὸν εὐσπλαγχνισθῇ, ἀλλὰ θὰ
ἀνάψῃ ἡ φωτιὰ τῆς ὀργῆς
τοῦ Κυρίου καὶ ὁ ἱερὸς ζῆλος
Του ἐναντίον ἐκείνου τοῦ ἀνθρώπου.
Καὶ θὰ κολλήσουν ἐπάνω του ὅλαι
αἱ κατάραι τῆς Διαθήκης αὐτῆς, ποὺ
ἔχουν γραφῆ εἰς τὸ βιβλίον αὐτοῦ
τοῦ Νόμου· καὶ θὰ ἐξαφανίσῃ
ὁ Κύριος τὸ ὄνομά του ἀπὸ
τὴν ἐπιφάνειαν τῆς γῆς, ποὺ
τὴν καλύπτει ὁ οὐρανός.
|
20
καὶ διαστελεῖ αὐτὸν Κύριος εἰς
κακὰ ἐκ πάντων υἱῶν Ἰσραὴλ
κατὰ πάσας τὰς ἀρὰς τῆς
διαθήκης τὰς γεγραμμένας ἐν τῷ
βιβλίῳ τοῦ νόμου τούτου.
|
20
Θὰ ἀποχωρίσῃ αὐτὸν ὁ
Κύριος καὶ θὰ τὸν ἀποκόψῃ
ἀπὸ τοὺς ἄλλους Ἰσραηλίτας,
διὰ νὰ τὸν παραδώσῃ εἰς
θλίψεις καὶ συμφοράς, σύμφωνα μὲ
ὅλας τὰς κατάρας τῆς διαθήκης,
αἱ ὁποῖαι εἶναι γραμμένοι εἰς
τὸ βιβλίον τοῦ Νόμου τούτου.
|
20
Θὰ τὸν ξεχωρίσῃ δὲ ὁ Κύριος
ἀπὸ ὅλους τοὺς Ἰσραηλίτας, διὰ
νὰ τὸν εὕρουν αἱ συμφοραί, ὅπως
ἀκριβῶς ἀναφέρουν ὅλαι αἱ κατάραι
τῆς Διαθήκης, ποὺ ἔχουν γραφῆ εἰς
τὸ βιβλίον αὐτοῦ τοῦ Νόμου.
|
21
Καὶ ἐροῦσιν ἡ γενεὰ ἡ
ἑτέρα, οἱ υἱοὶ ὑμῶν,
οἳ ἀναστήσονται μεθ' ὑμᾶς, καὶ
ὁ ἀλλότριος, ὃς ἂν ἔλθῃ
ἐκ γῆς μακρόθεν, καὶ ὄψονται
τὰς πληγὰς τῆς γῆς ἐκείνης
καὶ τὰς νόσους αὐτῆς, ἃς
ἀπέστειλε Κύριος ἐπ' αὐτήν,
|
21
Ἡ δὲ κατόπιν γενεά, οἱ ἀπόγονοί
σας, οἱ ὁποῖοι θὰ ἔλθουν ἔπειτα
ἀπὸ σᾶς, καὶ ὁ ξένος ποὺ
θὰ ἔλθῃ ἀπὸ μακρυνὴν χώραν,
ὅταν ἴδουν τὰς συμφορὰς τοῦ
ἔθνους σας καὶ τὰς νόσους ποὺ
ἔστειλεν ἐναντίον τῆς χώρας
σας ὁ Κύριος, |
21
Τὰ δὲ παιδιά σας, ἡ ἑπομένη
ἀπὸ σᾶς γενεά, αὐτοὶ ποὺ
θὰ ἔλθουν εἰς τὰ πράγματα μετὰ
ἀπὸ σᾶς καὶ κάθε ξένος, ποὺ
θὰ ἔλθῃ ἀπὸ κάποιαν μακρινὴν
χώραν, θὰ ἰδοῦν τὰς τιμωρίας, ποὺ
θὰ κτυπήσουν τὴν χώραν ἐκείνην, καὶ
τὰς ἀσθενείας της, ὅσας ἔστειλεν εἰς
αὐτὴν ὁ Κύριος. |
22
θεῖον καὶ ἅλα κατακεκαυμένον, πᾶσα
ἡ γῆ αὐτῆς οὐ σπαρήσεται
οὐδὲ ἐνατελεῖ, οὐδὲ μὴ
ἀναβῇ ἐπ' αὐτὴν πᾶν χλωρόν,
ὥσπερ κατεστράφη Σόδομα καὶ Γόμορρα,
Ἀδαμὰ καὶ Σεβωΐμ, ἃς κατέστρεψε
Κύριος ἐν θυμῷ καὶ ὀργῇ,
|
22
τὸ θειάφι καὶ τὸ ἀλάτι
ποὺ θὰ καίωνται, ὅλην τὴν χώραν
ἡ ὁποῖα θὰ σπείρεται καὶ
δὲν θὰ καρποφορῇ καὶ δὲν θὰ
ὑπάρχῃ εἰς αὐτὴν κανένα
χλωρὸν δένδρον, διότι θὰ ἔχῃ
καταστραφῆ, ὅπως τὰ Σόδομα καὶ
Γόμορρα, ἡ Ἀδαμὰ καὶ ἡ
Σεβωΐμ, τὰς ὁποίας ὁ Κύριος
ἐπάνω εἰς τὴν δικαίαν του ἀγανάκτησιν
καὶ ὀργὴν κατέστρεψε,
|
22
Θὰ ἰδοῦν δηλαδὴ τὸ θειάφι καὶ
τὸ πυρακτωμένο ἀλάτι καὶ ὅτι
δὲν θὰ σπαρῇ ὅλος ὁ τόπος της
καὶ δὲν θὰ φανῇ, οὔτε θὰ
φυτρώσῃ ἐπάνω της κάθε εἴδους φυτόν,
ὅπως κατεστράφησαν τὰ Σόδομα καὶ τὰ
Γόμορρα, ἢ Ἀδαμὰ καὶ ἡ Σεβωΐμ,
ποὺ τὰς κατέστρεψε μὲ ὀργὴν
καὶ θυμὸν ὁ Κύριος. |
23
καὶ ἐροῦσι πάντα τὰ ἔθνη·
διατὶ ἐποίησε Κύριος οὕτω τῇ
γῇ ταύτῃ; Τίς ὁ θυμὸς
τῆς ὀργῆς ὁ μέγας οὗτος;
|
23
ὅλοι αὐτοὶ καὶ ὅλα τὰ
ἔθνη θὰ ἐρωτήσουν· Διατὶ
ἐξαπέστειλεν ὁ Κύριος τὰς τρομερὰς
καταστροφὰς ἐναντίον αὐτῆς τῆς
χώρας; Εἰς τί ὀφείλεται ἡ
μεγάλη αὐτοῦ ἀγανάκτησις καὶ
ὀργή; |
23
Θὰ τὰ ἰδοῦν καὶ θὰ ἐρωτήσουν
καὶ αὐτοὶ καὶ ὅλα τὰ ἔθνη:
<Διατὶ ἄραγε τὸ ἔκανε αὐτὸ
ὁ Κύριος εἰς τὴν χώραν αὐτήν; Ποῖος
ὁ λόγος τοῦ μεγάλου αὐτοῦ θυμοῦ
καὶ τῆς ὀργῆς, ποὺ ἐξεδηλώθη
ἐναντίον της;> |
24
Καὶ ἐροῦσιν· ὅτι κατέλιπον
τὴν διαθήκην Κυρίου τοῦ Θεοῦ
τῶν πατέρων αὐτῶν, ἃ διέθετο
τοῖς πατράσιν αὐτῶν, ὅτε ἐξήγαγεν
αὐτοὺς ἐκ γῆς Αἰγύπτου,
|
24
Καὶ θὰ ἀπαντήσουν· Αὐτὰ
ἔγιναν διότι οἱ Ἰσραηλῖται κατεπάτησαν
τὴν διαθήκην Κυρίου τοῦ Θεοῦ
τῶν πατέρων των, τὴν ὁποίαν
συνῆψε μὲ τοὺς προπάτοράς των,
ὅταν ἔβγαλε αὐτοὺς ἐλευθέρους
ἀπὸ τὴν χώραν τῆς Αἰγύπτου·
|
24
Καὶ θὰ ἀπαντῆσουν: <Ἔγιναν
ὅλα αὐτά, διότι ἐγκατέλειψαν καὶ ἠθέτησαν
τὴν Διαθήκην, ποὺ συνῆψε μαζί των
ὁ Θεὸς τῶν πατέρων των, αὐτὰ
ποὺ συνεφώνησε μὲ τοὺς προγόνους των, ὅταν
τοὺς ἔβγαλε ἐλευθέρους ἀπὸ τὴν
Αἴγυπτον. |
25
καὶ πορευθέντες ἐλάτρευσαν θεοῖς
ἑτέροις, οὓς οὐκ ἠπίσταντο,
οὐδὲ διένειμεν αὐτοῖς·
|
25
διότι ἠκολούθησαν καὶ ἐλάτρευσαν
ἄλλους θεούς, τοὺς ὁποίους δὲν
ἐγνώριζον προηγουμένως καὶ τοὺς
ὁποίους οὔτε εἶχε ποτὲ ἐπιτρέψει
ὁ ἀληθινὸς Θεός.
|
25
Καὶ ἐπῆγαν καὶ ἐλάτρευσαν ἄλλους
θεούς, ποὺ δὲν τοὺς ἐγνώριζαν
καὶ δὲν τοὺς ἔδωσεν ὁ Κύριος.
|
26
καὶ ὠργίσθη θυμῷ Κύριος ἐπὶ
τὴν γῆν ἐκείνην ἐπαγαγεῖν
ἐπ' αὐτὴν κατὰ πάσας τὰς
κατάρας τὰς γεγραμμένας ἐν τῷ
βιβλίῳ τοῦ νόμου τούτου,
|
26
Διὰ τοῦτο ὠργίσθη ὁ Κύριος
ἐναντίον τῆς χώρας ἐκείνης
καὶ ἔστειλε κατ' αὐτῆς ὅλας
τὰς κατάρας, αἱ ὁποῖαι εἶναι
γραμμέναι εἰς τὸ βιβλίον τούτου
τοῦ Νόμου. |
26
Ἐξ αἰτίας αὐτοῦ λοιπὸν ὠργίσθη
πολὺ ὁ Κύριος ἐναντίον τῆς χώρας αὐτῆς
τόσον, ὥστε ἔστειλε ἐπάνω της τιμωρίας συμφώνως
πρὸς ὅλας τὰς κατάρας, ποὺ ἔχουν
γραφῆ εἰς τὸ βιβλίον αὐτοῦ τοῦ
Νόμου. |
27
καὶ ἐξῇρεν αὐτοὺς Κύριος
ἀπὸ τῆς γῆς αὐτῶν ἐν
θυμῷ καὶ ὀργῇ καὶ παροξυσμῷ
μεγάλῳ σφόδρα, καὶ ἐξέβαλεν
αὐτοὺς εἰς γῆν ἑτέραν
ὠσεὶ νῦν. |
27
Τοὺς ἐξερρίζωσεν ὁ Κύριος ἀπὸ
τὴν χώραν των μὲ θυμὸν καὶ ὀργήν,
μὲ πολὺ μεγάλον ἐξερεθισμόν,
τοὺς ἐξεδίωξεν εἰς ἄλλην χώραν
ὅπου σήμερον ὑπάρχουν.
|
27
Καὶ τοὺς ἐξερρίζωσεν ὁ Κύριος
ἀπὸ τὴν χώραν των μὲ θυμὸν καὶ
ὀργὴν καὶ πολὺ μεγάλην ἀγανάκτησιν
καὶ ἔξαψιν καὶ τοὺς ἐπέταξεν
εἰς ἄλλην χώραν, ὅπως τοὺς βλέπετε
τώρα>. |
28
Τὰ κρυπτὰ Κυρίῳ τῷ Θεῷ
ἡμῶν, τὸ δὲ φανερὰ ἡμῖν
καὶ τοῖς τέκνοις ἡμῶν εἰς
τὸν αἰῶνα, ποιεῖν πάντα τὰ
ρήματα τοῦ νόμου τούτου. |
28
Αἱ ἀπόκρυφοι καὶ βαθεῖαι βουλαὶ
ἀνήκουν εἰς Κύριον τὸν Θεόν
μας. Γνωσταὶ δὲ καὶ φανεραὶ εἶναι
εἰς ἡμᾶς καὶ εἰς τὰ τέκνα
μας διὰ μέσου τῶν αἰώνων ὅλαι
αἱ ἐντολαὶ τοῦ θείου τούτου
Νόμου, τὰς ὁποίας πρέπει νὰ
τηροῦμεν. |
28
Ὅσα εἶναι κρυπτά, τὸ πῶς καὶ
πότε δηλαδὴ θὰ ἐκτελεσθοῦν αἱ
ἀπειλαὶ τοῦ Θεοῦ, εἶναι θέμα
ποὺ ἀνήκει εἰς Κύριον τὸν Θεόν
μας. Ὅσα ὅμως εἶναι φανερά, ὅλαι δηλαδὴ
αἱ ἐντολαὶ τοῦ Νόμου αὐτοῦ,
ποὺ μᾶς ἐδόθησαν καὶ πρέπει νὰ
τὰς ἐφαρμόζωμεν, εἶναι θέμα ποὺ
ἐνδιαφέρει ἠμᾶς καὶ τὰ
παιδιά μᾶς ἕως τῆς συντελείας τῶν
αἰώνων. |