Πρωτότυπο Κείμενο
|
Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα
|
Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
|
ὐ
παραδέξῃ ἀκοὴν ματαίαν, οὐ
συγκαταθήσῃ μετὰ τοῦ ἀδίκου
γενέσθαι μάρτυς ἄδικος.
|
ὰν
εἶσαι δικαστής, δὲν πρέπει νὰ
παραδεχθῇς ποτὲ ἐπιπολαίαν καὶ
ἀναπόδεικτον κατηγορίαν. Ἐὰν
κληθῇς ὡς μάρτυς, ποτὲ δὲν πρέπει
νὰ ἔλθῃς εἰς συμφωνίαν μὲ
τὸν ἀδικήσαντα, ὥστε νὰ γίνῃς
ψευδομάρτυς. |
ροκείμενον
νὰ βγάλῃς ἀπόφασιν ὡς Κριτής, δεν
πρέπει νὰ δεχθῇς καὶ νὰ λάβῃς
ὑπ' ὄψιν σου κατηγορίαν ἀστήρικτον, ποὺ
διαδίδεται ψευδῶς καὶ χωρὶς ἀποδείξεις.
Δὲν πρέπει ἐπίσης νὰ πάρῃς τὸ
μέρος τοῦ ἀδίκου καὶ νὰ δεχθῇς
νὰ καταθέσῃς ψευδῆ μαρτυρίαν ὑπὲρ
αὐτοῦ, |
2
Οὐκ ἔσῃ μετὰ πλειόνων
ἐπὶ κακίᾳ, οὐ προστεθήσῃ
μετὰ πλήθους ἐκκλῖναι μετὰ τῶν
πλειόνων, ὥστε ἐκκλῖναι κρίσιν.
|
2
Ποτὲ δὲν θὰ συνταυτισθῇς μὲ
τὴν πλειοψηφίαν, διὰ νὰ κάμῃς
κάτι κακόν. Δὲν θὰ ἀκολουθήσῃς
τὸ πολὺ πλῆθος, ὥστε νὰ παρεκτροπῇς
καὶ σὺ μὲ τοὺς πολλοὺς καὶ
νὰ παρεκκλίνῃς ἀπὸ τὴν
δικαίαν κρίσιν. Ὁ καθένας εἶναι
ὑπεύθυνος διὰ τὰς πράξεις του.
|
2
Δὲν πρέπει νὰ ἀκολουθήσῃς καὶ
νὰ ταχθῇς μὲ τοὺς περισσοτέρους, διὰ
νὰ διαπραχθῇ κάτι ἄδικον καὶ κακόν.
Οὔτε νὰ γίνῃς ἕνα μὲ τοὺς
πολλοὺς ἔτσι, ὥστε νὰ ἀκολουθήσῃς
τὸν λανθασμένον δρόμον τῶν περισσοτέρων καὶ
νὰ παρεκκλίνῃς ἀπὸ τὴν ὀρθὴν
καὶ δικαίαν κρίσιν. |
3
Καὶ πένητα οὐκ ἐλεήσεις ἐν
κρίσει. |
3
Οὔτε παρασυρόμενος ἀπὸ συμπάθειαν
θὰ μεροληπτήσῃς ὑπὲρ τοῦ
πτωχοῦ κατὰ τὴν δίκην.
|
3
Δὲν θὰ ἐπηρεασθῇς ἀπὸ
τὴν πτωχείαν κάποιου, ὅταν εἶναι ἔνοχος,
ὥστε νὰ τὸν δικαιώσῃς διὰ λόγους
εὐσπλαγχνίας. |
4
Ἐὰν δὲ συναντήσῃς τῷ βοῒ
τοῦ ἐχθροῦ σου ἢ τῷ ὑποζυγίῳ
αὐτοῦ πλανωμένοις, ἀποστρέψας
ἀποδώσεις αὐτῷ.
|
4
Ἐὰν συναντήσῃς τὸ βόδι
τοῦ ἐχθροῦ σου ἢ τὸ ὑποζύγιον
τοῦ ἐχθροῦ σου περιπλανώμενα, γύρισέ
τα καὶ δόσε τα εἰς αὐτόν.
|
4
Ἐὰν δὲ συναντήσῃς τὸ βόδι ἢ
τὸ ὑποζύγιον κάποιου, ποὺ εἶναι ἐχθρός
σου, νὰ γυρίζουν χαμένα ἐδῶ καὶ ἐκεῖ,
πρέπει νὰ τὰ φέρῃς ὀπίσω καὶ
νὰ τὰ παραδώσῃς εἰς τὸν ἰδιοκτήτην
των. |
5
Ἐὰν δὲ ἴδῃς τὸ ὑποζύγιον
τοῦ ἐχθροῦ σου πεπτωκὸς ὑπὸ
τὸν γόμον αὐτοῦ, οὐ παρελεύσῃ
αὐτό, ἀλλὰ συναρεῖς αὐτὸ
μετ' αὐτοῦ. |
5
Ἐὰν ἴδῃς τὸ ὑποζύγιον
τοῦ ἐχθροῦ σου νὰ ἔχει πέσει
ὑπὸ τὸ βάρος τοῦ φορτίου
του, δὲν θὰ τὸ προσπεράσῃς μὲ
ἀδιαφορίαν, ἀλλὰ μαζῆ μὲ
αὐτὸν θὰ τὸ σηκώσῃς.
|
5
Ἐὰν δέ, καθὼς περνᾷς εἰς τὸν
δρόμον, ἰδῇς τὸ ὑποζύγιον τοῦ
ἐχθροῦ σου νὰ ἔχῃ πέσει κάτω
λόγῳ τοῦ φορτίου, δὲν θὰ προσπεράσεις
ἀδιάφορος· πρέπει νὰ βοηθήσῃς τὸν
ἐχθρόν σου καὶ νὰ σηκώσετε μαζὶ τὸ
ζῶον του. |
6
Οὐ διαστρέψεις κρίμα πένητος ἐν
κρίσει αὐτοῦ. |
6
Δὲν θὰ διαστρέψῃς καὶ δὲν
θὰ καταπατήσῃς τὸ δίκαιον τοῦ
πτωχοῦ κατὰ τὴν δίκην.
|
6
Κατὰ τὴν δίκην ἐνὸς πτωχοῦ ἀνθρώπου
δὲν θὰ κάνῃς ἀδικίαν μὲ τὸ
νὰ στραγγαλίσῃς τὸ δίκαιόν του.
|
7
Ἀπὸ παντὸς ρήματος ἀδίκου
ἀποστήσῃ· ἀθῷον καὶ
δίκαιον οὐκ ἀποκτενεῖς καὶ οὐ
δικαιώσεις τὸν ἀσεβῆ ἕνεκεν
δώρων. |
7
Φύγε μακρὰν ἀπὸ κάθε ἀδικίαν.
Δὲν θὰ καταδικάσῃς εἰς θάνατον
ἀθῶον καὶ δίκαιον. Δὲν θὰ
δικαιώσῃς τὸν ἀσεβῆ δελεαζόμενος
ἀπὸ τὰ δῶρα του.
|
7
Κράτησε τὸν ἑαυτόν σου μακρυὰ ἀπὸ
κάθε τι ἄδικον. Δὲν θὰ ἀποφασίσῃς
νὰ θανατωθῇ ἄνθρωπος, ποὺ εἶναι
ἀθῶος καὶ δίκαιος. Οὔτε θὰ δικαιώσῃς
τὸν ἀσεβῆ, ἐπειδὴ σοῦ
προσέφερε δῶρα καὶ σὲ ἐπηρέασεν ὑπὲρ
αὐτοῦ. |
8
Καὶ δῶρα οὐ λήψῃ· τὰ
γὰρ δῶρα ἐκτυφλοῖ ὀφθαλμοὺς
βλεπόντων καὶ λυμαίνεται ρήματα δίκαια.
|
8
Ὡς δικαστὴς δὲν θὰ λάβῃς
ποτὲ δῶρα, διότι τὰ δῶρα τυφλώνουν
τοὺς ὀφθαλμοὺς καὶ αὐτῶν
ἀκόμη τῶν συνετῶν ἀνθρώπων
καὶ γίνονται ἀφορμὴ καταδολιεύσεως
τῆς δικαιοσύνης. |
8
Καὶ δεν πρέπει νὰ δέχεσαι ποτὲ δῶρα
ἀπὸ ὅσους δικάζεις. Διότι τὰ δῶρα
τυφλώνουν τοὺς ὀφθαλμοὺς τῆς διανοίας
καὶ τῶν συνετῶν ἀνθρώπων καὶ
καταστρέφουν κάθε ἰδέαν δικαιοσύνης.
|
9
Καὶ προσήλυτον οὐ θλίψετε· ὑμεῖς
γὰρ οἴδατε τὴν ψυχὴν τοῦ προσηλύτου·
αὐτοὶ γὰρ προσήλυτοι ἦτε ἐν
γῇ Αἰγύπτῳ.
|
9
Δὲν θὰ στενοχωρήσετε ξένον. Διότι
καὶ σεῖς γνωρίζετε τὴν ζωὴν
τοῦ ξένου, ἐπειδὴ καὶ οἱ
ἴδιοι ἐζήσατε ὡς ξένοι εἰς
τὴν Αἴγυπτον. |
9
Δὲν πρέπει ἐπίσης νὰ καταπιέσετε κάποιον,
ποὺ δὲν εἶναι μὲν Ἰσραηλίτης,
ζῇ ὅμως μαζί σας. Διότι γνωρίζετε πῶς ζῇ
καὶ τί αἰσθάνεται ἕνας ξένος, ἐπειδὴ
ἐζήσατε καὶ σεῖς οἱ ἴδιοι σὰν
ξένοι καὶ πάροικοι εἰς τὴν χώραν τῆς
Αἰγύπτου. |
10
Ἓξ ἔτη σπερεῖς τὴν γῆν σου καὶ
συνάξεις τὰ γεννήματα αὐτῆς·
|
10
Ἓξ ἔτη κατὰ συνέχειαν θὰ σπείρῃς
τοὺς ἀγρούς σου καὶ θὰ μαζεύῃς
τὰ γεννήματά των. |
10
Ἐπὶ ἕξι χρόνια θὰ σπείρῃς τὰ
ἀγροκτήματά σου καὶ θὰ συγκεντρώνῃς
τὰ προϊόντα, ποὺ σοῦ προσφέρουν.
|
11
τῷ δὲ ἑβδόμῳ ἄφεσιν ποιήσεις
καὶ ἀνήσεις αὐτὴν καὶ
ἔδονται οἱ πτωχοὶ τοῦ ἔθνους
σου, τὰ δὲ ὑπολειπόμενα ἔδεται
τὰ ἄγρια θηρία. Οὕτω ποιήσεις
τὸν ἀμπελῶνά σου καὶ τὸν
ἐλαιῶνά σου. |
11
Κατὰ τὸ ἔβδομον ὅμως ἔτος θὰ
ἀφήσῃς αὐτοὺς ἀκαλλιεργήτους,
τὰ δὲ αὐτοφυῆ προϊόντα τῶν
ἀγρῶν σου κατὰ τὸ ἔτος τοῦτο
θὰ τὰ φάγουν οἱ πτωχοί, καὶ
ὅσα ὑπολειφθοῦν θὰ τὰ φάγουν
τὰ ἄγρια θηρία. Τὸ ἴδιο πρᾶγμα
θὰ κάμῃς καὶ διὰ τὸν ἀμπελῶνά
σου καὶ διὰ τὸν ἐλαιῶνά
σου. |
11
Κάθε ἕβδομον ὅμως χρόνον θὰ ἀφήνῃς
τὰ χωράφια σου ἀκαλλιέργητα, διὰ νὰ
ἀναπαύωνται. Κάθε τι ποὺ θὰ φυτρώσει καὶ
ἀναπτυχθῇ μόνον του εἰς αὐτὰ
κατὰ τὸν χρόνον αὐτόν, θὰ τὸ
τρώγουν οἱ πτωχοὶ Ἰσραηλῖται καὶ
ὅ,τι ἀπομένει τελικῶς θὰ τὸ
τρώγουν τὰ ἄγρια ζῶα. Τὸ ἴδιο
θὰ κάνεις καὶ στὸ ἀμπέλι καὶ
διὰ τὸν ἐλαιῶνα σου.
|
12
Ἓξ ἡμέρας ποιήσεις τὰ ἔργα
σου τῇ δὲ ἡμέρα τῇ ἑβδόμῃ
ἀνάπαυσις, ἵνα ἀναπαύσηται ὁ
βοῦς σου καὶ τὸ ὑποζύγιόν
σου, καὶ ἵνα ἀναψύξῃ ὁ
υἱὸς τῆς παιδίσκης σου καὶ ὁ
προσήλυτος. |
12
Ἓξ ἡμέρας θὰ ἐκτελῇς ὅλα
τὰ ἔργα σου, κατὰ δὲ τὴν ἑβδόμην
ἡμέραν θὰ γίνεται ἀνάπαυσις,
διὰ νὰ ἀναπαυθῇ τὸ βόδι
σου καὶ τὸ ὑποζύγιόν σου, νὰ
εὕρῃ ἀναψυχὴν τὸ παιδὶ
τῆς δούλης σου καὶ ὁ ξένος,
ποὺ ἐργάζεται κοντά σου.
|
12
Ἐπὶ ἕξι ἡμέρας θὰ ἐργάζεσαι,
διὰ νὰ κάμνῃς τὰ διάφορα ἔργα
σου. Κατὰ τὴν ἑβδόμην ὅμως ἡμέραν
θὰ γίνεται διακοπή, διὰ νὰ ἀναπαυθῇ
τὸ βόδι καὶ τὸ ὑποζύγιον σου καὶ
διὰ νὰ ἀναπαυθοῦν ὁ υἱὸς
τῆς δούλης σου καὶ ὀ ξένος, ποὺ μένει
καὶ ἐργάζεται μαζί σου. |
13
Πάντα ὅσα εἴρηκα πρὸς ὑμᾶς,
φυλάξασθε. Καὶ ὄνομα θεῶν ἑτέρων
οὐκ ἀναμνησθήσεσθε, οὐδὲ μὴ
ἀκουσθῇ ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν.
|
13
Ὅλα ὅσα σᾶς ἔχω πεῖ θὰ
τὰ φυλάξετε.Ὄνομα ἄλλων θεῶν
δὲν θὰ φέρετε εἰς τὴν μνήμην
σας οὔτε πρέπει νὰ ἀκουσθῇ λεγόμενον
ἀπὸ τὸ στόμα σας.
|
13
Ὅλα, ὅσα σᾶς ἔχω εἰπῇ,
πρέπει νὰ τὰ φυλάξετε. Καὶ προσέχετε, ὥστε
οὔτε νὰ βάλετε εἰς τὸν νοῦν
σας ὄνομα ἄλλων θεῶν, ἀλλ’ οὔτε
καὶ νὰ βγῇ καὶ νὰ ἀκουσθῇ
ἀπὸ τὸ στόμα σας. Μόνον ἐμὲ
θὰ σκέπτεσθε καὶ θὰ ἐπικαλῆσθε.
|
14
Τρεῖς καιροὺς τοῦ ἐνιαυτοῦ ἑορτάσατέ
μοι. |
14
Εἰς τρεῖς ἐποχὰς τοῦ ἔτους
θὰ μοῦ ἀφιερώσετε ἑορτάς.
|
14
Τρεῖς φορὰς κατὰ τὸ διάστημα τοῦ
χρόνου θὰ ἔχετε ἑορτὰς πρὸς
τιμήν μου. |
15
Τὴν ἑορτὴν τῶν ἀζύμων
φυλάξασθε ποιεῖν· ἑπτὰ ἡμέρας
ἔδεσθε ἄζυμα, καθάπερ ἐνετειλάμην
σοι, κατὰ τὸν καιρὸν τοῦ μηνὸς
τῶν νέων· ἐν γὰρ αὐτῷ
ἐξῆλθες ἐξ Αἰγύπτου. Οὐκ
ὀφθήσῃ ἐνώπιόν μου κενός.
|
15
Προσέξατε, ὥστε νὰ τηρῆτε τὴν
ἑορτὴν τῶν ἀζύμων, δηλαδὴ
τὸ Πάσχα. Ἐπὶ ἑπτὰ ἡμέρας,
ὅπως σᾶς ἔχω διατάξει, θὰ τρώγετε
ἄζυμον ἄρτον κατὰ τὴν ἐποχὴν
τοῦ μηνὸς τῶν νέων γεννημάτων,
διότι κατὰ τὸν καιρὸν αὐτὸν
ἐξῆλθες ἐλεύθερος ἀπὸ
τὴν Αἴγυπτον. Δὲν θὰ ἐμφανισθῇς
εἰς τὸ θυσιαστήριον ἐνώπιόν
μου μὲ τὰ χέρια ἀδειανά, χωρὶς
προσφορὰν θυσίας. |
15
Προσέχετε, ὥστε νὰ τηρῆτε πάντοτε τὴν
ἑορτὴν τῶν Ἀζύμων. Κατὰ τὴν
ἐποχὴν τῆς ἀνοίξεως, ὅταν θὰ
φθάνετε εἰς τὸν μῆνα τῆς ἀναπτύξεως
τῶν νέων γεννημάτων, πρέπει νὰ τρώγετε ἄζυμα
ψωμία ἐπὶ ἑπτὰ ἡμέρας, συμφώνως
πρὸς τὰς ἐντολὰς ποὺ σᾶς
ἔχω δώσει. Διότι κατ' αὐτὸν τὸν μῆνα
ἐβγῆκες σὺ ὁ Ἰσραηλίτης ἐλεύθερος
ἀπὸ τὴν Αἴγυπτον. Δὲν πρέπει
δὲ νὰ ἐμφανισθῇς ποτὲ ἐνώπιόν
μου εἰς τὸν τόπον τῆς λατρείας ἀδειανός,
χωρὶς νὰ φέρῃς δηλαδὴ κάποιαν προσφορὰν
θυσίας. |
16
Καὶ ἑορτὴν θερισμοῦ πρωτογεννημάτων
ποιήσεις τῶν ἔργων σου, ὦν ἐὰν
σπείρῃς ἐν τῷ ἀγρῷ σου,
καὶ ἑορτὴν συντελείας ἐπ' ἐξόδου
τοῦ ἐνιαυτοῦ ἐν τῇ συναγωγῇ
τῶν ἔργων σου τῶν ἐκ τοῦ ἀγροῦ
σου. |
16
Θὰ ἑορτάσῃς ἐπίσης ἑορτὴν
θερισμοῦ τῶν πρωτογεννημάτων ἀπὸ
τὰ σιτηρά, τὰ ὁποῖα ἔσπειρες
εἰς τὸν ἀγρόν σου καὶ ἄλλην
ἑορτὴν κατὰ τὸ τέλος τοῦ
γεωργικοῦ ἔτους μὲ τὴν συγκομιδὴν
τῶν προϊόντων τοῦ ἀγροῦ σου.
|
16
Θὰ κάμνῃς ἐπίσης ἑορτὴν καὶ
διὰ τὸν θερισμὸν τῶν πρώτων καρπῶν
τῆς ἐργασίας σου, διὰ κάθε τι ποὺ
ἔσπειρες εἰς τὸ χωράφι σου. Θὰ ἐορτάζῃς
ἐπὶ πλέον καὶ κατὰ τὸ τέλος
τὸν χρόνου, κατὰ τὴν συγκομιδὴν δηλαδὴ
ὅλων τῶν καρπῶν τῆς ἐργασίας
σου, ποὺ ἔκανες εἰς τὸ χωράφι σου.
|
17
Τρεῖς καιροὺς τοῦ ἐνιαυτοῦ ὀφθήσεται
πᾶν ἀρσενικόν σου ἐνώπιον Κυρίου
τοῦ Θεοῦ σου. |
17
Κατὰ τὰς ἑορτὰς τῶν τριῶν
αὐτῶν ἐποχῶν θὰ παρουσιάσῃς
ἐνώπιον τοῦ Κυρίου κάθε ἀρσενικὸν
εἰς τὴν Σκηνὴν τοῦ Μαρτυρίου.
|
17
Μὲ τὰς ἑορτὰς αὐτὰς τρεῖς
φορὰς κάθε χρόνον ὅλα τὰ ἀρσενικά
σου θὰ ἐμφανίζωνται εἰς τὸν τόπον
τῆς λατρείας, ἐνώπιον Κυρίου τοῦ Θεοῦ
σου. |
18
Ὅταν γὰρ ἐκβάλω τὰ ἔθνη
ἀπὸ προσώπου σου καὶ ἐμπλατύνω
τὰ ὅριά σου, οὐ θύσεις ἐπὶ
ζύμῃ αἷμα θυσιάσματός μου, οὐ
δὲ μὴ κοιμηθῇ στέαρ τῆς ἑορτῆς
μου ἕως πρωΐ. |
18
Ὅταν διώξω ἐγὼ πρὸς χάριν
σας ἀπὸ τὴν γῆν Χαναὰν ὅλα
τὰ εἰδωλολατρικὰ ἔθνη καὶ μεγαλώσω
τὰ ὅρια τῆς χώρας σου, δὲν θὰ
προσφέρῃς αἱματηρὰν κατὰ τὸ
Πάσχα θυσίαν πρὸς ἐμὲ μὲ
ἔνζυμον ἄρτον· οὔτε θὰ μείνουν
μέχρι πρωΐας τὰ λίπη καὶ τὰ
κρέατα τῶν θυσιαζομένων κατὰ τὴν
ἑορτήν μου (κατὰ τὸ Πάσχα) ἀμνῶν,
ἀλλὰ θὰ φαγωθοῦν κατὰ τὴν
διάρκειαν τῆς νυκτός.
|
18
Ὅταν λοιπὸν ἀπομακρύνω ἀπὸ ἐμπρός
σου λαέ μου, τὰ διάφορα ἔθνη καὶ πλατύνω
πολὺ τὰ σύνορά σου καὶ γίνῃς μεγάλο
κράτος, δὲν πρέπει νὰ μοῦ προσφέρῃς
τὸ αἷμα τῆς πασχαλινῆς θυσίας μαζὶ
μὲ ἔνζυμο ψωμὶ ἀλλὰ μὲ
ἄζυμον. Καὶ δὲν πρέπει νὰ μείνῃ
ἀπὸ τὰς θυσίας τῆς ἑορτῆς
μου ἐκείνης λίπος μέχρι τὸ πρωΐ, ἄλλα πρέπει
νὰ φαγωθῇ. |
19
Τὰς ἀπαρχὰς τῶν πρωτογεννημάτων
τῆς γῆς σου εἰσοίσεις εἰς τὸν
οἶκον Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου. Οὐχ
ἑψήσεις ἄρνα ἐν γάλακτι μητρὸς
αὐτοῦ. |
19
Τὰ πρωτογεννήματα ἀπὸ τοὺς ἀγρούς
σου θὰ τὰ προσφέρῃς ἀφιέρωμα
εἰς τὸν οἶκον Κυρίου τοῦ Θεοῦ
σου - εἰς τὴν Σκηνὴν τοῦ Μαρτυρίου
καὶ βραδύτερον εἰς τὸν ναόν.
Δὲν θὰ βράσῃς ἀρνὶ μέσα
εἰς τὸ γάλα τῆς μητρός του.
|
19
Τὰ πρῶτα καὶ καλύτερα προϊόντα τῆς
πρώτης ἐσοδειάς σου ἀπὸ τὰ κτήματά
σου θὰ τὰ προσφέρῃς ὡς θυσίαν εὐγνωμοσύνης
εἰς τὸν τόπον τῆς λατρείας Κυρίου τοῦ
Θεοῦ σου. Δὲν θὰ βράσῃς ποτὲ
ἀρνὶ εἰς τὸ γάλα τῆς μητρός
του, ὅπως κάμνουν οἱ εἰδωλολάτραι, (ποὺ
χύνουν κατόπιν τὸ γάλα εἰς τοὺς ἀγροὺς
διὰ νὰ εἶναι εὔφοροι).
|
20
Καὶ ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω
τὸν ἄγγελόν μου πρὸ προσώπου
σου, ἵνα φυλάξῃ σε ἐν τῇ ὁδῷ,
ὅπως εἰσαγάγῃ σε εἰς τὴν
γῆν, ἣν ἡτοίμασά σοι.
|
20
Ἰδοὺ ἐγὼ στέλλω ἐμπρὸς
ἀπὸ σὲ τὸν ἄγγελόν μου,
διὰ νὰ σὲ προφυλάξῃ εἰς
τὴν ὁδόν σου, νὰ σὲ ὁδηγήσῃ
καὶ ἐγκαταστήσῃ εἰς τὴν
χώραν, τὴν ὁποίαν ἔχω ἑτοιμάσει
διὰ σέ. |
20
Καὶ νά, ἐγὼ θὰ στείλω ἐμπρός
σου τὸν ἄγγελόν μου, διὰ νὰ σὲ
προστατεύῃ κατὰ τὴν πορείαν καὶ νὰ
σὲ ὁδηγήσῃ μέσα εἰς τὴν χώραν,
ποὺ ἔχω ἑτοιμάσει πρὸς χάριν σου.
|
21
Πρόσεχε σεαυτῷ καὶ εἰσάκουε
αὐτοῦ καὶ μὴ ἀπείθει αὐτῷ·
οὐ γὰρ μὴ ὑποστείληταί
σε, τὸ γὰρ ὄνομά μού ἐστιν
ἐπ' αὐτῷ. |
21
Πρόσεχε εἰς τὸν ἑαυτόν σου,
ἀκοῦε πάντοτε τὸν ὁδηγόν
σου ἄγγελον καὶ μὴ δείξῃς ἀπείθειαν
πρὸς αὐτόν. Διότι αὐτὸς
δὲν θὰ ὑποχωρῇ εἰς τὰς
παραβάσεις καὶ τὰς ἀνομίας σου,
ἐπειδὴ θὰ ἐνεργῇ ἐξ ὀνόματός
μου. |
21
Πρόσεχε εἰς τὸν ἑαυτόν σου, ὥστε νὰ
τὸν ὑπακούῃς καὶ νὰ μὴ
τὸν προκαλῇς μὲ τὴν ἀπείθειάν
σου. Διότι δὲν πρόκειται νὰ σοῦ χαρισθῇ
καὶ νὰ παραβλέψῃ τὴν ἀνυπακοήν
σου, ἐπειδὴ θὰ εἶναι ἐκπρόσωπός
μου καὶ θὰ ἐνεργῇ ἐξ ὀνόματός
μου. |
22
Ἐὰν ἀκοῇ ἀκούσητε τῆς
ἐμῆς φωνῆς καὶ ποιήσῃς
πάντα, ὅσα ἂν ἐντείλωμαί
σοι, καὶ φυλάξητε τὴν διαθήκην μου,
ἔσεσθέ μοι λαὸς περιούσιος ἀπὸ
πάντων τῶν ἐθνῶν· ἐμὴ
γὰρ ἐστι πᾶσα ἡ γῆ, ὑμεῖς
δὲ ἔσεσθέ μοι βασίλειον ἱεράτευμα
καὶ ἔθνος ἅγιον. Ταῦτα τὰ ρήματα
ἐρεῖς τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ·
ἐὰν ἀκοῇ ἀκούσητε τῆς
φωνῆς μου καὶ ποιήσητε πάντα ὅσα
ἂν εἴπω σοι, ἐχθρεύσω τοῖς ἐχθροῖς
σου καὶ ἀντικείσομαι τοῖς ἀντικειμένοις
σοι· |
22
Ἐὰν ἀκούσετε μὲ προσοχὴν
τοὺς λόγους μου καὶ κάμετε ὅσα
ἐγὼ διατάσσω καὶ φυλάξετε τὴν
διαθήκην μου, θὰ εἶσθε δι' ἐμὲ
ὁ ἐκλεκτὸς λαὸς μεταξὺ ὅλων
τῶν ἄλλων ἐθνῶν. Ἰδική
μου βέβαια εἶναι ἡ γῆ καὶ ὅλα
τὰ ἔθνη, ἀλλὰ σεῖς μόνον
θὰ εἶσθε δι' ἐμὲ βασίλειον ἱερέων,
ἔθνος ἅγιον, θεοκρατικὸς λαός. Αὐτὰ
θὰ εἴπῃς εἰς τοὺς Ἰσραηλίτας·
Ἐὰν ὑπακούσετε εἰς τοὺς
λόγους μου καὶ κάμετε ὅλα ὅσα
θὰ σᾶς εἴπω, θὰ εἶμαι ἐχθρὸς
εἰς τοὺς ἐχθρούς σας καὶ θὰ
ἀντιπαρατάσσωμαι ἐναντίον ἐκείνων,
ποὺ ἀνθίστανται εἰς σᾶς. Θὰ
ἔχετε δὲ αὐτὴν τὴν προστασίαν
μου, |
22
Ἐὰν ὑπακούσετε μὲ προθυμίαν εἰς
τὸν λόγον μου καὶ ἐφαρμόσετε ὅλα,
ὅσα θὰ σᾶς παραγγείλω καὶ τηρήσετε
τὸν Νόμον μου, θὰ εἶσθε δι’ ἐμὲ
λαὸς ἐκλεκτὸς καὶ πιὸ ἀγαπητὸς
ἀπὸ ὅλα τὰ ἔθνη, σὰν περιουσία
ἰδική μου. Δική μου ἄλλως τε εἶναι ὅλη
ἡ γῆ καὶ ἐγὼ τὴν ὁρίζω.
Καὶ θὰ εἶσθε σεῖς ἕνα βασίλειον
ἱερατικόν, τόσον πλησίον μου δηλαδὴ ἐν σχέσει
πρὸς τὰ ἄλλα βασίλεια, ὅσον εἶναι
καὶ οἱ ἱερεῖς ποὺ μὲ πλησιάζουν
καὶ μὲ ὑπηρετοῦν ἐν σχέσει πρὸς
τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Θὰ εἶσθε
ἔθνος ἅγιον, ξεχωρισμένον ἀπὸ τὰ
ἄλλα ἔθνη, ἀφιερωμένον εἰς ἐμέ.
Αὐτὰ τὰ λόγια θὰ εἰπῇς
εἰς τοὺς Ἰσραηλίτας: Ἐὰν ἀκούσετε
μὲ προθυμίαν τὸν λόγον μου καὶ κάμετε ὅλα
ὅσα θὰ σᾶς εἴπω, σᾶς διαβεβαιώνω
ὅτι θὰ γίνω καὶ ἐγὼ ἐχθρὸς
πρὸς ὅσους εἶναι ἐχθροί σας καὶ
θὰ σταθῶ ἀντιμέτωπος πρὸς τοὺς
ἀντιπάλους σας. |
23
πορεύσεται γὰρ ὁ ἄγγελός μου
ἡγούμενός σου καὶ εἰσάξει
σε πρὸς τὸν Ἀμορραῖον καὶ Χετταῖον
καὶ Φερεζαῖον καὶ Χαναναῖον καὶ
Γεργεσαῖον καὶ Εὐαῖον καὶ Ἰεβουσαῖον,
καὶ ἐκτρίψω αὐτούς.
|
23
διότι ὁ ἄγγελός μου θὰ προπορεύεται
ὡς ὁδηγός σας καὶ θὰ σᾶς
εἰσαγάγῃ εἰς τὴν Χαναάν,
ὅπου σήμερον κατοικοῦν οἱ Ἀμορραῖοι,
οἱ Χετταῖοι, οἱ Φερεζαῖοι, οἱ
Χαναναῖοι, οἱ Γεργεσαῖοι, οἱ Εὐαῖοι
καὶ οἱ Ἰεβουσαῖοι. Αὐτοὺς
ἐγὼ θὰ τοὺς ξεπαστρέψω.
|
23
Διότι ὁ ἀπεσταλμένος μου ἄγγελος θὰ
προχωρῇ ἐπὶ κεφαλῆς σας ὡς ὁδηγὸς
καὶ θὰ σᾶς ὁδηγήσῃ πρὸς
τοὺς Ἀμορραίους καὶ τοὺς Χετταίους
καὶ τοὺς Φερεζαίους, πρὸς τοὺς Χαναναίους
καὶ τοὺς Γεργεσαίους, πρὸς τοὺς Εὐαίους
καὶ τοὺς Ἰεβουσαίους. Ὅλους αὐτοὺς
τοὺς λαοὺς θὰ τοὺς ἐξοντώσω.
|
24
Οὐ προσκυνήσεις τοῖς θεοῖς αὐτῶν,
οὐ δὲ μὴ λατρεύσῃς αὐτοῖς·
οὐ ποιήσεις κατὰ τὰ ἔργα αὐτῶν,
ἀλλὰ καθαιρέσει καθελεῖς καὶ
συντρίβων συντρίψεις τὰς στήλας αὐτῶν.
|
24
Προσέξατε, δὲν θὰ προσκυνήσετε τοὺς
θεοὺς αὐτῶν οὔτε θὰ τοὺς
λατρεύσετε, οὔτε θὰ κάμετε τὰ
ἔργα, ποὺ ἐκεῖνοι κάμνουν, ἀλλὰ
θὰ κρημνίσετε ἐκ θεμελίων καὶ
θὰ συντρίψετε ἐξ ὁλοκλήρου τὰς
εἰδωλολατρικάς των στήλας.
|
24
Δὲν πρέπει νὰ προσκυνήσῃς σὺ ὁ
λαός μου τοὺς θεοὺς αὐτῶν τῶν
λαῶν, οὔτε νὰ προσφέρῃς λατρείαν εἰς
αὐτούς. Πρόσεχε νὰ μὴ κάνης ὅ,τι κάμνουν
αὐτοὶ ἀλλὰ νὰ κρημνίσῃς
ὁπωσδήποτε τὰ εἴδωλά των καὶ νὰ
συντρίψῃς ὁλοτελῶς τὰς λιθίνας στήλας
των, ποὺ συμβολίζουν τοὺς θεούς των.
|
25
Καὶ λατρεύσεις Κυρίῳ τῷ Θεῷ
σου, καὶ εὐλογήσω τὸν ἄρτον
σου καὶ τὸν οἶνόν σου καὶ τὸ
ὕδωρ σου, καὶ ἀποστρέψω μαλακίαν
ἀφ' ὑμῶν. |
25
Θὰ λατρεύσετε μόνον Κύριον τὸν
Θεόν σας καὶ ἐγὼ θὰ εὐλογήσω
καὶ θὰ πληθύνω τὸν ἄρτον σας,
τὸν οἶνον σας, τὰ ὕδατά σας
καὶ θὰ ἀπομακρύνω ἀπὸ
σᾶς καὶ τὴν πιὸ μικρὰν ἀδιαθεσίαν.
|
25
Καὶ νὰ προσφέρῃς τὴν λατρείαν σου
μόνον εἰς Κύριον τὸν Θεόν σου καὶ ἐγὼ
ὁ Κύριος σοῦ ὑπόσχομαι ὅτι θὰ
εὐλογήσω τὸ ψωμὶ ποὺ τρώγεις καὶ
τὸ κρασὶ καὶ τὸ νερὸ ποὺ
πίνεις καὶ θὰ διώξω μακρυὰ ἀπὸ
σᾶς κάθε ἀρρώστιαν. |
26
Οὐκ ἔσται ἄγονος οὐδὲ στεῖρα
ἐπὶ τῆς γῆς σου· τὸν ἀριθμὸν
τῶν ἡμερῶν σου ἀναπληρῶν ἀναπληρώσω.
|
26
Δὲν θὰ ὑπάρχῃ εἰς τὴν
χώραν σου ἄγονος ἀνὴρ οὔτε στεῖρα
γυνή. Θὰ μεγαλώνω πάντοτε τὰ
ἔτη τῆς ζωῆς σας καὶ θὰ γίνουν
πλήρη εὐτυχισμένων ἡμερῶν.
|
26
Δὲν θὰ ὑπάρχῃ εἰς τὴν
χώραν σου ἄνδρας ἄγονος καὶ γυναῖκα
στεῖρα. Θὰ σοῦ χαρίσω μακροζωΐαν καὶ
θὰ φθάνῃς εἰς τὸν θάνατον πολύχρονος,
πλήρης ἡμερῶν. |
27
Καὶ τὸν φόβον ἀποστελῶ ἡγούμενόν
σου καὶ ἐκστήσω πάντα τὰ ἔθνη,
εἰς οὓς σὺ εἰσπορεύῃ εἰς
αὐτούς, καὶ δώσω πάντας τοὺς
ὑπεναντίους σου φυγάδας.
|
27
Καθὼς σεῖς θὰ προχωρῆτε διὰ
τὴν γῆν τῆς ἐπαγγελίας, θὰ
στείλω ἐμπρὸς ἀπὸ σᾶς
τὸν φόβον μου, θὰ κατατρομάξω ὅλα
τὰ ἔθνη, ὅπου σεῖς θὰ εἰσέλθετε,
καὶ θὰ ἐμβάλω πανικὸν εἰς
τοὺς ἐχθρούς σας, ὥστε νὰ τραποῦν
εἰς φυγήν. |
27
Καὶ θὰ στείλω πρὶν ἀπὸ ἐσὲ
τὸν φόβον· θὰ συντελέσω δέ, ὥστε νὰ
κυριευθοῦν ἀπὸ ταραχὴν ὅλα τὰ
ἔθνη, εἰς τὰς χώρας τῶν ὁποίων
θὰ εἰσέρχεσαι καὶ νὰ φεύγουν ἀπὸ
ἐμπρός σου τρομαγμένοι ὅλοι οἱ ἐχθροί
σοῦ. |
28
Καὶ ἀποστελῶ τὰς σφηκίας προτέρας
σου, καὶ ἐκβαλεῖς τοὺς Ἀμορραίους
καὶ τοὺς Εὐαίους καὶ τοὺς
Χαναναίους καὶ τοὺς Χετταίους ἀπὸ
σοῦ. |
28
Θὰ στείλω ἐμπρὸς ἀπὸ σᾶς
ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν σας σμήνη
ἀπὸ σφῆκας, ὥστε σεῖς εὔκολα
νὰ ἐκδιώξετε ἀπὸ ἐμπρός
σας τοὺς Ἀμορραίους, τοὺς Εὐαίους,
τοὺς Χαναναίους καὶ τοὺς Χετταίους.
|
28
Θὰ στείλω ἐμπρὸς ἀπὸ σὲ
καὶ τὰς σφήκας, ποὺ θὰ σκορπίζουν
πανικὸν εἰς τοὺς ἐχθρούς σου καὶ
ἔτσι θὰ ἐκδιώξῃς ἀπὸ ἐμπρός
σου τοὺς Ἀμορραίους καὶ τοὺς Εὐαίους,
καθὼς ἐπίσης καὶ τοὺς Χαναναίους καὶ
τοὺς Χετταίους. |
29
Οὐκ ἐκβαλῶ αὐτοὺς ἐν ἐνιαυτῷ
ἑνί, ἵνα μὴ γένηται ἡ
γῆ ἔρημος καὶ πολλὰ γένηται
ἐπὶ σὲ τὰ θηρία τῆς γῆς·
|
29
Ἀλλὰ δὲν θὰ ἐκδιώξω αὐτοὺς
ἐντὸς ἑνὸς ἔτους, διὰ
νὰ μὴ μείνῃ ἔρημος καὶ
ἀκαλλιέργητος ἡ χώρα καὶ πολλαπλασιασθοῦν
τὰ θηρία τῆς γῆς ἐναντίον
σας. |
29
Δὲν θὰ ἐκτοπίσω ὅμως αὐτοὺς
τοὺς ἐχθροὺς ἀμέσως, μέσα εἰς
ἕνα χρόνον, διὰ νὰ μὴ ἐρημωθῇ
ἡ γῆ καὶ αὐξηθοῦν πολὺ
τὰ ἄγρια θηρία τῆς χώρας καὶ ἀπειλῆται
ἐξ αἰτίας των ἡ ζωή σου.
|
30
κατὰ μικρὸν ἐκβαλῶ αὐτοὺς
ἀπὸ σοῦ, ἕως ἂν αὐξηθῇς
καὶ κληρονομήσῃς τὴν γῆν.
|
30
Ὀλίγον κατ' ὀλίγον θὰ τοὺς
ἐκδιώκω, ἕως ὅτου σεῖς αὐξηθῆτε
καὶ ἀπλωθῆτε καὶ κληρονομήσετε
ὅλην τὴν χώραν. |
30
Θὰ τοὺς ἑξαφανίζω ἀπὸ ἐμπρός
σου σιγά - σιγά, ἕως ὅτου αὐξηθῇς
ἀρκετὰ σὰν λαὸς καὶ κληρονομήσῃς
τὴν χώραν των. |
31
Καὶ θήσω τὰ ὅριά σου ἀπὸ
τῆς ἐρυθρᾶς θαλάσσης, ἕως τῆς
θαλάσσης τῆς Φυλιστιεὶμ καὶ ἀπὸ
τῆς ἐρήμου ἕως τοῦ μεγάλου
ποταμοῦ Εὐφράτου· καὶ παραδώσω
εἰς τὰς χεῖρας ὑμῶν τοὺς
ἐγκαθημένους ἐν τῇ γῇ καὶ
ἐκβαλῶ αὐτοὺς ἀπὸ σοῦ.
|
31
Θὰ ἐκτείνω καὶ θὰ θέσω
τὰ ὅρια τῆς χώρας σᾶς ἀπὸ
τὴν Ἐρυθρὰν Θάλασσαν ἕως τὴν
θάλασσαν τῶν Φιλισταίων, τὴν Μεσόγειον
Θάλασσαν, καὶ ἀπὸ τὴν ἔρημον
Σοὺρ ἕως τὸν Εὐφράτην, τὸν
μεγάλον ποταμόν. Καὶ θὰ παραδώσω
εἰς τὰς χεῖρας σας τοὺς κατοίκους
τῆς χώρας αὐτῆς, ἐνῶ ἄλλους
ἀπὸ αὐτοὺς θὰ τοὺς ἐκδιώξω
ἀπὸ ἔμπροσθέν σας.
|
31
Καὶ θὰ ἁπλώσω τὰ σύνορά σου ἀπὸ
τὴν Ἐρυθρὰν θάλασσαν μέχρι τὴν Μεσόγειον,
τὴν θάλασσαν τῶν Φιλισταίων· καὶ ἀπὸ
τὴν ἔρημον τοῦ Σινᾶ μέχρι τὸν
μεγόλον ποταμὸν Εὐφράτην. Καὶ θὰ παραδώσω
εἰς τὰ χέρια σου τοὺς κατοίκους αὐτῆς
τῆς περιοχῆς καὶ θὰ τοὺς διώξω
ἀπὸ ἐμπρός σου. |
32
Οὐ συγκαταθήσῃ αὐτοῖς καὶ
τοῖς θεοῖς αὐτῶν διαθήκην,
|
32
Δὲν θὰ συνάψετε μὲ αὐτοὺς
οὔτε μὲ τοὺς θεούς των καμμίαν
διαθήκην. |
32
Πρόσεχε! Δεν θὰ συνάψῃς καμμίαν συμφωνίαν μὲ
αὐτοὺς καὶ μὲ τοὺς θεούς των.
|
33
καὶ οὐκ ἐγκαθήσονται ἐν τῇ
γῇ σου, ἵνα μὴ ἁμαρτεῖν σε ποιήσωσι
πρός με· ἐὰν γὰρ δουλεύσῃς
τοῖς θεοῖς αὐτῶν, οὗτοι ἔσονταί
σοι πρόσκομμα. |
33
Δὲν θὰ παραμείνουν αὐτοὶ εἰς
τὴν χώραν σας, διὰ νὰ μὴ σᾶς
παρασύρουν καὶ ἁμαρτήσετε ἐνώπιόν
μου. Διότι ἐὰν σεῖς λατρεύσετε
καὶ ὑπηρετήσετε τοὺς θεούς των,
θὰ γίνουν αὐτοὶ πρόσκομμα εἰς
σᾶς>. |
33
Καὶ δὲν πρέπει νὰ κατοικήσῃ μαζί σου
εἰς τὴν χώραν σου κανεὶς ἀπὸ
αὐτούς, διὰ νὰ μὴ σὲ ἐπηρεάσουν
καὶ σὲ κάνουν νὰ ἁμαρτήσῃς εἰς
Ἐμέ. Διότι, ἐὰν προσφέρῃς λατρείαν
εἰς τοὺς θεούς των, αὐτοὶ οἱ
ἀλλόφυλοι θὰ σοῦ γίνουν ἐμπόδιον καὶ
αἰτία τῆς καταστροφῆς σου. |