Πρωτότυπο Κείμενο
|
Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα
|
Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
|
αὶ
ἐγένετο λόγος Κυρίου πρὸς Ἱερεμίαν
δεύτερον, καὶ αὐτὸς ἦν ἔτι
δεδεμένος ἐν τῇ αὐλῇ τῆς
φυλακῆς λέγων· |
λθε
λόγος παρὰ Κυρίου πρὸς τὸν Ἱερεμίαν
διὰ δευτέραν φοράν, ὅταν αὐτὸς
ἦτο ἀκόμη δεμένος εἰς τὴν
αὐλὴν τῆς φυλακῆς λέγων:
|
όγος
Κυρίου ἀπηυθύνθη πρὸς τὸν Ἱερεμίαν
διὰ δευτέραν φοράν, καθ’ ὃν χρόνον ὁ Προφήτης
ἦταν ἀκόμη δεμένος εἰς τὴν αὐλὴν
τῆς φυλακῆς. Ἔλεγεν ὁ λόγος τοῦ
Κυρίου: |
2
οὕτως εἶπε Κύριος ποιῶν γῆν
καὶ πλάσσων αὐτὴν τοῦ ἀνορθῶσαι
αὐτήν, Κύριος ὄνομα αὐτῷ·
|
2
Ἔτσι εἶπεν ὁ Κύριος ὁποῖος
ἐδημιούργησε τὴν γῆν, διαμόρφωσεν
αὐτὴν καὶ τὴν ἐστήριξε,
καὶ τοῦ ὁποίου τὸ ὄνομα
εἶναι Κύριος. |
2
<Ἔτσι εἶπεν ὁ Κύριος, ὁ Ὁποῖος
ἐν τῇ παντοδυναμίᾳ του ἐδημιούργησε
τὴν γῆν καὶ ἐν τῇ πανσοφίᾳ
του τὴν διεμόρφωσε καὶ τὴν ἐσταθεροποίησε·
Κύριος εἶναι τὸ ὄνομά του.
|
3
κέκραξον πρός με, καὶ ἀποκριθήσομαί
σοι καὶ ἀπαγγελῶ σοι μεγάλα καὶ
ἰσχυρά, ἃ οὐκ ἔγνως αὐτά.
|
3
Κράξε μὲ πίστιν καὶ ἐπιμονὴν
πρὸς ἐμὲ καὶ ἐγὼ θὰ
σοῦ ἀποκριθῶ, θὰ σοῦ ἀποκαλύψω
μεγάλα καὶ ἰσχυρά, τὰ ὁποῖα
δὲν ἔχεις γνωρίσει ἕως τώρα.
|
3
<Εἶπεν ὁ Κύριος πρὸς τὸν Ἱερεμίαν:>
<Φώναξε δυνατὰ καὶ ἐπίμονα πρὸς
Ἐμὲ μὲ θερμήν, ἐκτενῆ καὶ
ἔντονον προσευχήν, καὶ Ἐγὼ θὰ
σοῦ ἀπαντήσω· θὰ σοῦ ἀνακοινώσω
μεγάλα καί, τρομερὰ μυστικά, τὰ ὁποῖα
σοῦ εἶναι ἄγνωστα>.
|
4
Ὅτι οὕτως εἶπε Κύριος ὁ Θεὸς
Ἰσραὴλ περὶ οἴκων τῆς πόλεως
ταύτης καὶ περὶ οἴκων βασιλέως
Ἰούδα τῶν καθῃρημένων εἰς
χάρακας καὶ προμαχῶνας
|
4
Διότι ἔτσι ὡμίλησεν ὁ Κύριος
ὁ Θεὸς τοῦ ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ
διὰ τοὺς οἴκους τῆς πόλεως αὐτῆς,
διὰ τὰ ἀνάκτορα τοῦ βασιλέως
Ἰούδα, τὰ ὁποῖα θὰ κατεδαφισθοῦν,
διὰ νὰ γίνουν χαρακώματα καὶ
προμαχῶνες, |
4
Διότι ἔτσι εἶπεν ὁ Κύριος, ὁ Θεὸς
τοῦ Ἰσραήλ, διὰ τοὺς οἴκους
τῆς πόλεως αὐτῆς <τῆς Ἱερουσαλὴμ>
καὶ διὰ τὰ ἀνάκτορα τὸν βασιλιᾶ
τοῦ Ἰούδα, τὰ ὁποῖα πρόκειται
νὰ κατεδαφισθοῦν, διὰ νὰ κατασκευασθοῦν
χαρακώματα καὶ προμαχῶνες, |
5
τοῦ μάχεσθαι πρὸς τοὺς Χαλδαίους
καὶ πληρῶσαι αὐτὴν τῶν νεκρῶν
τῶν ἀνθρώπων, οὓς ἐπάταξα
ἐν ὀργῇ μου καὶ ἐν θυμῷ
μου, καὶ ἀπέστρεψα τὸ πρόσωπόν
μου ἀπ' αὐτῶν περὶ πασῶν τῶν
πονηριῶν αὐτῶν·
|
5
ὥστε νὰ μάχωνται ἐκεῖ οἱ
Ἰουδαῖοι ἐναντίον τῶν Χαλδαίων
καὶ νὰ γεμίσουν τὴν πόλιν αὐτὴν
ἀπὸ πτώματα ἀνθρώπων, τοὺς
ὁποίους ἐγώ, ἐν τῇ δικαίᾳ
μου ὀργῇ καὶ τῷ θυμῷ, ἐκτύπησα
καὶ ἐγύρισα ἀλλοῦ τὸ πρόσωπόν
μου ἀπὸ αὐτοὺς ἐξ αἰτίας
ὅλων τῶν ἁμαρτιῶν καὶ τῶν
ἀνομιῶν, ποὺ εἶχαν διαπράξει.
|
5
ὥστε ἀπὸ Ἐκεῖ οἱ <ὀχυρωμένοι
Ἰουδαῖοι νὰ μάχωνται κατὰ τῶν
Χαλδαίων. <Πλὴν ὅμως ματαιοπονοῦν! Διότι
ἀντὶ νὰ τοὺς ἀποκρούσουν, ἁπλούστατα
θὰ γεμίσουν τὴν Ἱερουσαλὴμ ἀπὸ
πτώματα νεκρῶν ἀνθρώπων, τοὺς ὁποίους
Ἐγὼ ὁ δικαιοκρίτης Θεὸς πρόκειται
νὰ φονεύσω μὲ τὴν δικαίαν ὀργὴν
καὶ τὸν θυμόν μου. Ἀπὸ αὐτοὺς
ἀπέστρεψα τὸ πρόσωπόν μου καὶ τοὺς
ἀπεστέρησα τῆς εὐνοίας μου, ἐξ αἰτίας
ὅλων τῶν ἁμαρτιῶν των.
|
6
ἰδοὺ ἐγὼ ἀνάγω αὐτῇ
συνούλωσιν καὶ ἴαμα καὶ φανερώσω
αὐτοῖς εἰσακούειν καὶ ἰατρεύσω
αὐτὴν καὶ ποιήσω αὐτοῖς
εἰρήνην καὶ πίστιν. |
6
Ἀλλ' ἰδοὺ ὅτι ἐγὼ θὰ
ἐπιφέρω κατόπιν εἰς αὐτήν,
εἰς τὴν Ἱερουσαλήμ, θεραπείαν
καὶ ἐπούλωσιν τῶν πληγῶν της.
Θὰ καθοδηγήσω καὶ θὰ διδάξω
αὐτούς, νὰ μὲ ὑπακούουν.
Θὰ τὴν θεραπεύσω καὶ θὰ τὴν
ἰατρεύσω ἐξ ὁλοκλήρου. Θὰ
συνάψω μὲ αὐτοὺς εἰρήνην
καὶ θὰ τοὺς ἐμπνεύσω ἀξιοπιστίαν
πρὸς ἐμὲ καὶ τοὺς λόγους
μου. |
6
<Ἀλλ' ἐνῷ οἱ ἡμέρες
αὐτὲς εἶναι ἡμέρες ὁλοκληρωτικῆς
καταστροφῆς, τὸ μέλλον θὰ εἶναι γεμᾶτον
ἐλπίδες. Διότι> ἰδοὺ Ἐγὼ
θὰ ἐπιφέρω κατόπιν εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ
τελείαν ἐπούλωσιν καὶ θεραπείαν τῶν τραυμάτων
της· θὰ καθοδηγήσω δὲ τοὺς Ἰουδαίους
καὶ θὰ τοὺς κάμω ἱκανοὺς νὰ
ὑπακούουν εἰς τὸν νόμον μου. Θὰ θεραπεύσω
τελείως τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ θὰ
συνάψω μὲ τοὺς Ἰουδαίους εἰρήνην,
θὰ ἐμπνεύσω δὲ εἰς αὐτοὺς
πεποίθησιν εἰς τὴν ἀξιοπιστίαν καὶ
τὴν ἐκπλήρωσιν τῶν προφητειῶν.
|
7
Καὶ ἀποστρέψω τὴν ἀποικίαν
Ἰούδα καὶ τὴν ἀποικίαν
Ἰσραὴλ καὶ οἰκοδομήσω αὐτοὺς
καθὼς τὸ πρότερον. |
7
Θὰ ἐπαναφέρω ἐλευθέρους τοὺς
εἰς τὴν ἐξορίαν αἰχμαλώτους
τῆς φυλὴς Ἰούδα καὶ τοὺς
εἰς τὴν ἐξορίαν αἰχμαλώτους
τοῦ ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ καὶ θὰ
ἀποκαταστήσω αὐτούς, ὅπως καὶ
προηγουμένως, εἰς τὴν χώραν των.
|
7
Ἀκόμη θὰ ἐπαναφέρω ἐλευθέρους ἀπὸ
τὴν Βαβυλῶνα τοὺς ἐκεῖ αἰχμαλώτους
Ἰουδαίους καὶ Ἰσραηλῖτες, καὶ
θὰ τοὺς ἐγκαταστήσω εἰς τὴν
χώραν των, ὅπως καὶ προηγουμένως.
|
8
Καὶ καθαριῶ αὐτοὺς ἀπὸ
πασῶν τῶν ἀδικιῶν αὐτῶν,
ὧν ἠμάρτοσάν μοι, καὶ οὐ
μὴ μνησθήσομαι ἁμαρτιῶν αὐτῶν,
ὧν ἥμαρτόν μοι καὶ ἀπέστησαν
ἀπ' ἐμοῦ. |
8
Θὰ ἀπαλλάξω καὶ θὰ καθαρίσω
αὐτοὺς ἀπὸ ὅλας τὰς ἀδικίας,
διὰ τῶν ὁποίων εἶχαν ἁμαρτήσει
ἐνώπιόν μου, καὶ δὲν θὰ
ἐνθυμηθῶ πλέον τὰς ἁμαρτίας,
τὰς ὁποίας αὐτοὶ διέπραξαν
μὲ τὴν παρακοὴν καὶ τὴν ἀπομάκρυνσίν
των ἀπὸ ἐμέ.
|
8
Ἐπίσης θὰ τοὺς ἀπαλλάξω ἀπὸ
τὴν ἐνοχὴν καὶ θὰ τοὺς
καθαρίσω ἀπὸ ὅλες τὶς ἀδικίες
των, διὰ τῶν ὁποίων μὲ προσέβαλαν
καὶ ἁμάρτησαν εἰς Ἐμέ,
δὲν θὰ ἐνθυμηθῶ δὲ τὶς
ἁμαρτίες των, ἕνεκα τῶν ὁποίων παρέβησαν
τὸν νόμον μου, ἀπεστάτησαν καὶ ἀπεμακρύνθησαν
ἀπὸ Ἐμέ. |
9
Καὶ ἔσται εἰς εὐφροσύνην καὶ
αἴνεσιν καὶ εἰς μεγαλειότητα παντὶ
τῷ λαῷ τῆς γῆς, οἵτινες ἀκούσονται
πάντα τὰ ἀγαθά, ἃ ἐγὼ
ποιήσω, καὶ φοβηθήσονται καὶ πικρανθήσονται
περὶ πάντων τῶν ἀγαθῶν καὶ
περὶ πάσης τῆς εἰρήνης, ἧς
ἐγὼ ποιήσω αὐτοῖς. |
9
Καὶ θὰ εἶναι καὶ θὰ μείνῃ
ἡ Ἱερουσαλὴμ τότε εἰς κατάστασιν
εὐφροσύνης καὶ δόξης καὶ μεγαλείου
ἀνάμεσα εἰς ὅλους τοὺς λαοὺς
τῆς γῆς, οἱ ὁποῖοι θὰ
πληροφορηθοῦν ὅλα αὐτὰ τὰ ἀγαθά,
ποὺ θὰ προσφέρω καὶ θὰ πραγματοποιήσω
εἰς αὐτήν, καὶ θὰ φοβηθοῦν
καὶ θὰ πικρανθοῦν ἀπὸ τὴν
ζήλειαν των δι' ὅλας αὐτὰς τὰς
δωρεάς μου πρὸς αὐτὴν καὶ διὰ
τὴν πλήρη εἰρήνην, τὴν ὁποίαν
ἐγὼ θὰ ἀποκαταστήσω μεταξὺ
τοῦ λαοῦ της.
|
9
Καὶ τότε θὰ συμβῇ τοῦτο: Ἡ Ἱερουσαλὴμ
θὰ εἶναι καὶ θὰ παραμένῃ εὐφροσύνη
καὶ δόξα καὶ μεγαλοπρέπεια μεταξὺ ὅλων
τῶν λαῶν τῆς γῆς, οἱ ὁποῖοι
θὰ πληροφορηθοῦν ὅλα αὐτὰ τὰ
ἀγαθά, τὴν εὐτυχίαν καὶ τὶς
εὐεργεσίες, τὰ ὁποῖα Ἐγὼ
θὰ προσφέρω εἰς τὸν λαὸν τῆς
Ἱερουσαλήμ, καὶ θὰ κυριευθοῦν ἀπὸ
φόβον καὶ τρόμον, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ
πικρίαν καὶ φθόνον δι’ ὅλην τὴν εὐδοκίμησιν
καὶ εὐημερίαν καὶ τὸν πλοῦτον
τῆς εἰρηνικῆς εὐτυχίας, ποὺ
θὰ φέρω καὶ θὰ προσφέρω εἰς τὸν
λαὸν τῆς Ἱερουσαλήμ>.
|
-10
Οὕτως εἶπε Κύριος· ἔτι ἀκουσθήσεται
ἐν τῷ τόπῳ, τούτῳ ᾦ
ὑμεῖς λέγετε· ἔρημός ἐστιν
ἀπὸ ἀνθρώπων καὶ κτηνῶν,
ἐν πόλεσιν Ἰούδα καὶ ἔξωθεν
Ἱερουσαλήμ, τοῖς ἠρημωμέναις
παρὰ τὸ μὴ εἶναι ἄνθρωπον καὶ
κτήνη, |
10
Ἔτσι εἶπεν ὁ Κύριος: Διὰ τὴν
πόλιν, διὰ τὴν ὁποίαν σεῖς
λέγετε ὅτι εἶναι ἔρημος ἀπὸ
ἀνθρώπους καὶ ἀπὸ ζῶα,
διὰ τὰς πόλεις τῆς περιοχῆς
τοῦ βασιλείου Ἰούδα καὶ τὰς
ἔξωθεν καὶ τὰς γύρω ἀπὸ
τὴν Ἱερουσαλὴμ ἐρημωμένας αὐτὰς
περιοχάς, ποὺ δὲν θὰ ὑπάρχουν
ἄνθρωποι καὶ κτήνη,
|
10
Ἔτσι εἶπεν ὁ Κύριος: <Θὰ ἀκουσθῇ
καὶ πάλιν εἰς τὸν τόπον αὐτόν, διὰ
τὸν ὁποῖον σεῖς τώρα λέγετε·
<εἶναι ἔρημος ἀπὸ ἀνθρώπους
καὶ ἀπὸ ζῶα, εἰς τὶς πόλεις
τοῦ Ἰούδα καὶ τὶς γύρω ἀπὸ
τὴν Ἱερουσαλὴμ ἐρημωμένες περιοχές,
ἕνεκα τοῦ ὅτι δὲν ὑπάρχουν ἄνθρωποι
καὶ ζῶα>· |
11
φωνὴ εὐφροσύνης καὶ φωνὴ χαρμοσύνης,
φωνὴ νυμφίου καὶ φωνὴ νύμφης,
φωνὴ λεγόντων· ἐξομολογεῖσθε
Κυρίῳ παντοκράτορι,
ὅτι χρηστὸς Κύριος, ὅτι εἰς
τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ·
καὶ εἰσοίσουσι δῶρα εἰς οἶκον
Κυρίου, ὅτι ἀποστρέψω πᾶσαν
τὴν ἀποικίαν τῆς γῆς ἐκείνης
κατὰ τὸ πρότερον, εἶπε Κύριος·
|
11
εἰς τὸν τόπον, λοιπόν, αὐτὸν
θὰ ἀκουσθῇ φωνὴ ἀγαλλιάσεως
καὶ φωνὴ χαρᾶς, φωνὴ χαρμόσυνος
νυμφίου καὶ φωνὴ νύμφης, φωνὴ
ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι θὰ
ψάλλουν καὶ θὰ λέγουν· <δοξολογῆστε
τὸν Κύριον, τὸν παντοκράτορα, διότι
εἶναι ἀγαθὸς καὶ διότι τὸ
ἔλεός του μένει εἰς τὸν αἰῶνα>.
Θὰ προσφέρουν τότε μὲ πίστιν
καὶ χαρὰν δῶρα εἰς τὸν ναὸν
τοῦ Κυρίου. Διότι ἐγὼ θὰ
ἐπαναφέρω ὅλους τοὺς αἰχμαλώτους
ἐξορίστους τῆς γῆς ἐκείνης
καὶ θὰ τοὺς ἀποκαταστήσω ἐλευθέρους,
ὅπως καὶ προηγουμένως, εἶπεν ὁ
Κύριος. |
11
εἰς τὸν τόπον λοιπὸν αὐτὸν θὰ
ἀκουσθῇ φωνὴ εὐφροσύνης καὶ
φωνὴ μεγάλης χαρᾶς, χαρούμενη φωνὴ
γαμβροῦ καὶ φωνὴ νύμφης, φωνὴ εὐχαριστίας
καὶ ὕμνου ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι
θὰ ἀνυμνοῦν τὸν Κύριον καὶ θὰ
λέγουν: <Δοξολογεῖτε καὶ εὐχαριστεῖτε
μὲ εὐγνωμοσύνην τὸν παντοκράτορα Κύριον,
διότι εἶναι εὐεργετικὸς καὶ γεμᾶτος
καλωσύνην ὁ Κύριος, διότι τὸ ἔλεος του εἶναι
ἀνεξάντλητον καὶ μένει ἀστείρευτον
αἰωνίως>. Καὶ τότε θὰ προσφέρουν δῶρα
εἰς τὸν Ναὸν τοῦ Κυρίου, διότι θὰ
φέρω πίσω ὅλους τοὺς αἰχμαλώτους τῆς
γῆς ἐκείνης καὶ θὰ τοὺς ἀποκαταστήσω
ἐλευθέρους εἰς τὴν πατρίδα των, ὅπως
καὶ προηγουμένως>, εἶπεν ὁ Κύριος>.
|
12
οὕτως εἶπε Κύριος τῶν δυνάμεων·
ἔτι ἔσται ἐν τῷ τόπῳ τούτῳ
τῷ ἐρήμῳ παρὰ τὸ μὴ
εἶναι ἄνθρωπον καὶ κτῆνος καὶ
ἐν πάσαις ταῖς πόλεσιν αὐτοῦ
καταλύματα ποιμένων κοιταζόντων πρόβατα.
|
12
Τοιουτοτρόπως εἶπεν ὁ Κύριος τῶν
δυνάμεων: Θὰ ἔλθῃ ἐποχή,
κατὰ τὴν ὁποίαν εἰς τὸν
ἔρημον τοῦτον τόπον, ποὺ δὲν
ὑπάρχουν σήμερον ἄνθρωποι καὶ
κτήνη, θὰ ὑπάρξουν εἰς ὅλας
τὰς πόλεις τῆς περιοχῆς αὐτῆς
ποιμένες, οἱ ὁποῖοι θὰ βόσκουν
καὶ θὰ ἀσφαλίζουν εἰς τὰς
μάνδρας των πρόβατα·
|
12
<Ἔτσι εἶπεν ὁ Κύριος τῶν ἐπουρανίων
δυνάμεων: <Εἰς τὸν ἔρημον τοῦτον
τόπον, λόγῳ τῆς ἐλλείψεως εἰς αὐτὸν
ἀνθρώπων καὶ ζώων, καὶ εἰς ὅλες
τις πόλεις τοῦ τόπου τούτου θὰ ἔλθῃ
καὶ πάλιν ἐποχή, κατὰ τὴν ὁποίαν
θὰ ὑπάρξουν βοσκοτόπια καὶ μάνδρες, εἰς
τὶς ὁποῖες οἱ βοσκοὶ θὰ
ἀσφαλίζουν τὰ πρόβατά των.
|
13
Ἐν πόλεσι τῆς ὀρεινῆς καὶ
ἐν πόλεσι τῆς Σεφηλὰ καὶ ἐν
πόλεσι τῆς Ναγὲβ καὶ ἐν γῇ
Βενιαμὶν καὶ ἐν ταῖς κύκλῳ
Ἱερουσαλὴμ καὶ ἐν πόλεσιν Ἰούδα
ἔτι παρελεύσεται πρόβατα ἐπὶ
χεῖρα ἀριθμοῦντος, εἶπε Κύριος.
|
13
εἰς τὰς πόλεις τῆς ὀρεινῆς
περιοχῆς, εἰς τὰς πόλεις τῆς
Σεφηλά, εἰς τὰς πόλεις Ναγέβ,
εἰς τὴν περιοχὴν Βενιαμὶν καὶ
εἰς τὰς κύκλῳ ἀπὸ τὴν
Ἱερουσαλὴμ περιοχάς. Εἰς τὰς
πόλεις τῆς Ἰουδαίας γενικῶς,
θὰ περάσουν πάλιν πρόβατα κάτω
ἀπὸ τὸ χέρι τοῦ ποιμένος,
ποὺ θὰ τὰ μετρᾷ, λέγει ὁ
Κύριος. |
13
Εἰς τὶς πόλεις τῆς ὀρεινῆς περιοχῆς,
ποὺ εὑρίσκεται εἰς τὸ κέντρον τῆς
χώρας, καὶ εἰς τὶς πόλεις τῆς πεδινῆς
Σεφηλὰ καὶ εἰς τὶς πόλεις τῆς
Ναγὲβ καὶ εἰς τὴν περιοχὴν τῆς
φυλῆς Βενιαμὶν καὶ εἰς τὴν γύρω
ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ περιοχὴν
καὶ εἰς τὶς πόλεις τῆς Ἰουδαίας
<δηλαδὴ εἰς ὁλόκληρον τὴν περιοχὴν
τὸν βασιλείου τοῦ Ἰούδα> θὰ περάσουν
καὶ πάλιν πρόβατα κάτω ἀπὸ τὸ χέρι
τοῦ βοσκοῦ των, ὁ ὁποῖος, λόγῳ
τῆς στοργῆς του πρὸς αὐτά, θὰ
τὰ μετρῇ καθὼς εἰσέρχονται ἢ
ἐξέρχονται ἀπὸ τὴν μάνδραν των>,
λέγει ὁ Κύριος>. |