Πρωτότυπο Κείμενο
|
Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα
|
Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
|
πολαβὼν
δὲ Βαλδὰδ ὁ Σαυχίτης λέγει·
|
λαβε
τὸν λόγον ὁ Βαλδὰδ ὁ Σαυχίτης
καὶ εἶπεν·
|
αβὼν
δὲ τὸν λόγον εἰς ἀπάντησιν Βαλδὰδ
ὁ Σαυχίτης εἶπεν: |
2
μέχρι τίνος οὐ παύσῃ; Ἐπισχες,
ἵνα καὶ αὐτοὶ λαλήσωμεν.
|
2
<ἕως πότε σὺ θὰ ὁμιλῇς
καὶ δὲν θὰ σταματήσῃς; Παῦσε
ἐπιτέλους, διὰ νὰ ὁμιλήσωμεν
καὶ ἡμεῖς. |
2
<Ἕως πότε δὲν θὰ παύσῃς νὰ
ὁμιλῇς; Σταμάτησε διὰ νὰ ὁμιλήσωμεν
καὶ ἠμεῖς. |
3
Διατί δὲ ὥσπερ τετράποδα σεσιωπήκαμεν
ἐναντίον σου; |
3
Διατὶ ὡσὰν νὰ εἴμεθα ἀνόητα
καὶ ἄφωνα τετράποδα ἐκρατήσαμεν
σιωπὴν ἀπέναντί σου;
|
3
Διότι ἔχομεν σιωπήσει ἐνώπιόν σου σὰν
νὰ ἤμεθα ζῶα τετράποδα |
4
Κέχρηταί σοι ὀργή· τί γάρ;
Ἐὰν σὺ ἀποθάνῃς, ἀοίκητος
ἡ ὑπ' οὐρανόν; Ἢ καταστραφήσεται
ὄρη ἐκ θεμελίων; |
4
Εὐρίσκεσαι ὑπὸ τὸ κράτος
μεγάλης ταραχῆς, παραφέρεσαι. Τί λοιπόν;
Ἐὰν σὺ ἀποθάνῃς, θὰ
μείνῃ ἡ οἰκουμένη ἀκατοίκητος;
Θὰ καταστραφοῦν τὰ ὄρη ἐκ θεμελίων;
|
4
Σὲ ἐκυρίευσεν ἡ ὀργὴ καὶ
σὲ κάμνει νὰ παραφέρεσαι. Διότι τί νομίζεις;
Ἐὰν σὺ ἀποθάνῃς, θὰ μείνῃ
ἀκατοίκητος ἡ γῆ; Ἢ ὅτι θὰ
καταστραφοῦν ἀπὸ τὰ θεμέλιά
των τὰ βουνά, καὶ δι’ αὐτὸ δὲν
πρέπει ὁ Θεὸς νὰ σὲ τιμωρήσῃ
ἁμαρτάνοντα; |
5
Καὶ φῶς ἀσεβῶν σβεσθήσεται,
καὶ οὐκ ἀποβήσεται αὐτῶν
ἡ φλόξ· |
5
Τὸ φῶς τῆς εὐτυχίας τῶν
ἀσεβῶν τελικῶς θὰ σβήσῃ
καὶ αὐτὴ ἡ φλόγα τῆς εὐημερίας
των δὲν πρόκειται νὰ διατηρηθῇ ἐπὶ
πολύ. |
5
Καὶ τὸ φῶς τῶν ἀσεβῶν
θὰ σβεσθῇ καὶ ἡ φωτια των δὲν
θὰ βγῇ σὲ καλό. Ἡ χαρὰ τῆς
ζωῆς, ποὺ θὰ ἀπολαύσουν, δὲν
θὰ εἶναι μόνιμος, ἀλλὰ θὰ καταλήξῃ
εἰς ὄλεθρον. |
6
τὸ φῶς αὐτοῦ σκότος ἐν
διαίτῃ, ὁ δὲ λύχνος ἐπ'
αὐτῷ σβεσθήσεται. |
6
Τὸ φῶς τῆς εὐημερίας καὶ
εὐτυχίας τοῦ ἀσεβοῦς θὰ
μεταβληθῇ εἰς σκοτάδι δυστυχίας μέσα
εἰς τὸ σπίτι του, καὶ ὁ λύχνος
τῆς ζωῆς του θὰ σβεσθῇ καὶ δὲν
θὰ τὸν φωτίζῃ πλέον.
|
6
Τὸ φῶς τοῦ ἀσεβοῦς εἰς
τὴν σκηνήν του θὰ μεταπέσῃ εἰς
σκότος, ὁ λύχνος του δέ, ποὺ τὸν φωπίζει,
θὰ σβεσθῇ. |
7
Θηρεύσαισαν ἐλάχιστοι τὰ ὑπάρχοντα
αὐτοῦ, σφάλαι δὲ αὐτοῦ
ἡ βουλή. |
7
Ὀλίγοι ἀσήμαντοι καὶ εὐτελεῖς
θὰ ληστεύσουν καὶ θὰ ἁρπάξουν
τὴν περιουσίαν του. Θὰ ναυαγήσουν
δὲ καὶ θὰ ἀποδειχθοῦν ἐσφαλμένα
τὰ πονηρά του σχέδια.
|
7
Θὰ θηρεύσουν καὶ θὰ ἀρπάσουν
ἐλάχιστοι τὰ ὑπάρχοντά του, χωρὶς
νὰ δύναται νὰ ἀντιστῇ εἰς αὐτούς,
θὰ πέσῃ ἔξω δὲ ἡ σκέψις καὶ
ἀπόφασίς του, ὥστε θὰ σκοντάψῃ καὶ
θὰ κατακρημνισθῇ. |
8
Ἐμβέβληται δὲ ὁ ποὺς αὐτοῦ
ἐν παγίδι, ἐν δικτύῳ ἑλιχθείη.
|
8
Θὰ πέσουν εἰς παγίδα τὰ πόδια
του, θὰ περιτυλιχθοῦν εἰς δίκτυα,
ἀπὸ τὰ ὁποῖα δὲν θὰ
ἠμπορέσῃ νὰ ἐλευθερωθῇ.
|
8
Τοῦτο δὲ θὰ γίνῃ, διότι ἔχει
ἐμπλακῇ ὁ πούς του εἰς παγίδα
καὶ θὰ ἐντυλιχθῇ μέσα εἰς δίκτυον.
|
9
Ἔλθοισαν δὲ ἐπ' αὐτὸν παγίδες,
κατισχύσει ἐπ' αὐτὸν διψῶντας.
|
9
Θὰ στηθοῦν καὶ θὰ πέσουν ἐπάνω
του παγίδες· καὶ ἄνθρωποι διψῶντες
τὴν καταστροφήν του θὰ ὑπερισχύσουν
ἐναντίον του.
|
9
Θὰ ἔλθουν δὲ ἐπάνω του παγίδες, καὶ
ἡ τιμωρὸς θεία δικαιοσύνη θὰ παραχωρήσῃ
νὰ ὑπερισχύσουν αὐτοῦ ἄνθρωποι
διψῶντες τὴν καταστροφήν του.
|
10
Κέκρυπται ἐν ἡ γῇ σχοινίον αὐτοῦ
καὶ ἡ σύλληψις αὐτοῦ ἐπὶ
τρίβων. |
10
Ἔχει κρυφθῇ εἰς τὴν γῆν τὸ
σχοινὶ τῆς παγίδος, ποὺ ἐστήθη
δι' αὐτόν. Θὰ συλληφθῇ, καθ' ὃν
χρόνον ἀμέριμνος καὶ ἀνύποπτος
βαδίζει εἰς τὸν δρόμον.
|
10
Εἶναι κρυμμένον εἰς τὴν γῆν τὸ
σχοινίον τῆς παγίδος, ποὺ ἔχει στηθῆ
δι’ αὐτόν, καὶ ἡ σύλληψίς του θὰ συντελεσθῇ
εἰς τὸν δρόμον, εἰς τὸν ὁποῖον
βαδίζει. |
11
Κύκλῳ ὀλέσαισαν αὐτὸν
ὀδύναι, πολλοὶ δὲ περὶ πόδα
αὐτοῦ ἔλθοισαν |
11
Καταστρεπτικαὶ καὶ θανάσιμοι ὀδύναι
θὰ τὸν περικυκλώσουν ἀπὸ ὅλα
τὰ σημεῖα. Ἐπίβουλοι θὰ ἔλθουν
καὶ θὰ μπλεχθοῦν στὰ πόδια του
καὶ θὰ τὸν ρίψουν κάτω.
|
11
Κυκλοτερῶς θὰ καταστρέψουν αὐτὸν ὀδυνηραὶ
τιμωρίαι· πολλοὶ δὲ ἐπίβουλοι καὶ
ἐχθροὶ θὰ ἔλθουν τριγύρω ἀπὸ
τοὺς πόδας του, ὥστε νὰ μὴ δύναται
νὰ διαφύγῃ τὸν ὄλεθρον.
|
12
ἐν λιμῷ στενῷ. Πτῶμα δὲ αὐτῷ
ἡτοίμασται ἐξαίσιον. |
12
Θὰ περιέλθῃ εἰς μεγάλην πεῖναν.
Ἔχει ἐτοιμασθῇ δι' αὐτὸν ἀπαισία
καὶ τρομερὰ πτῶσις καὶ καταστροφή.
|
12
Εἰς πεῖναν μεγάλην θὰ ἐμπρσῃ·
ἔχει δὲ ἐτοιμασθῇ δι’ αὐτὸν
πτῶσις καὶ κατάρρευσις ἀπαισία.
|
13
Βρωθείησαν αὐτοῦ κλῶνες ποδῶν,
κατέδεται δὲ αὐτοῦ τὰ ὡραῖα
θάνατος. |
13
Θὰ καταφαγωθοῦν τὰ καλάμια τῶν
ποδιῶν του ἀπὸ φθοροποιὸν νόσον.
Ὁ θάνατος θὰ καταφάγῃ τὴν
ὡραιότητα του. |
13
Θὰ καταφαγωθοῦν αἱ κνῆμαι τῶν
ποδῶν του, ὁ θάνατος δὲ θὰ καταφάγῃ
τὴν ὡραιότητά του. |
14
Ἐκραγείη δὲ ἐκ διαίτης αὐτοῦ
ἴασις, σχοίη δὲ αὐτὸν ἀνάγκη
αἰτίᾳ βασιλικῇ. |
14
Θὰ ἀποσπασθῇ καὶ θὰ ἐκτιναχθῇ
μακρὰν ἀπὸ τὸ σπίτι του κάθε
θεραπεία καὶ ἄνεσις ποὺ εἶχε.
Θὰ περιπέσῃ δὲ εἰς ἀναπόφευκτον
ἀθλιότητα κατόπιν κάποιας βασιλικῆς
διαταγῆς. |
14
Ἀπὸ τὴν σκηνήν του δὲ θὰ
ἀποσπασθῇ ἡ ἀνάπαυσις καὶ ἡσυχία,
τὴν ὁποίαν εἰς αὐτὴν ἀπελάμβανε,
θὰ καταληφθῇ δὲ ὑπὸ ἀναγκαστικῆς
καὶ ἀναποφεύκτου ἀθλιότητος ἐκ διαταγῆς
καὶ ἐνεργείας βασιλικῆς.
|
15
Κατασκηνώσει ἐν τῇ σκηνῇ αὐτοῦ
ἐν νυκτὶ αὐτοῦ, κατασπαρήσονται
τὰ εὐπρεπῆ αὐτοῦ θείῳ.
|
15
Θὰ κατοικήσῃ ὁ ἀσεβὴς
εἰς τὸ σπίτι του μέσα εἰς τὸ
σκοτάδι τῆς δυστυχίας καὶ τῆς
ἀθλιότητος. Καὶ ὅσα ὡραῖα
καὶ ἐλκυστικὰ ἔχει, θὰ σκεπασθοῦν
μὲ θειάφι, διὰ νὰ κατακαοῦν
καὶ ἀφανισθοῦν ἐξ ὁλοκλήρου.
|
15
Θὰ κατασκηνώσῃ ὁ ἀσεβὴς εἰς
τὴν σκηνήν το ὑπὸ σκότος δυστυχίας
καὶ ἀθλιότητος, ἡ εὐπρεπῶς δὲ
στολισμένη οἰκία του θὰ σπαρθῇ μὲ
θειάφι καὶ θὰ κατακαῇ.
|
16
Ὑποκάτωθεν αἱ ρίζαι αὐτοῦ
ξηρανθήσονται, καὶ ἐπάνωθεν ἐπιπεσεῖται
θερισμὸς αὐτοῦ. |
16
Δὲν θὰ ἀφήσῃ ἀπογόνους,
διότι τὸ δένδρον τῆς ζωῆς του
θὰ ἔχῃ καταστραφῇ ἕως εἰς
τὰς ρίζας, ἀφοῦ πρῶτον πέσῃ
ἐπάνω του ἡ ὁλοκληρωτικὴ κοπὴ
τῶν κλάδων του. |
16
Οἱ ἀπόγονοί του ὡς ἄλλαι ρίζαι δένδρου
θὰ ξηρανθοῦν ὑποκάτω, καὶ ἀπ'
ἐπάνω θὰ πέσῃ ἐπ' αὐτοῦ
θερισμός, ἀφανίζων ὁλοτελῶς τοῦτον.
|
17
Τὸ μνημόσυνον αὐτοῦ ἀπώλοιτο
ἐκ γῆς, καὶ ὑπάρξει ὄνομα
αὐτῷ ἐπὶ πρόσωπον ἐξωτέρω.
|
17
Ἡ ἀνάμνησίς του θὰ χαθῇ
ἀπὸ τὸ πρόσωπον τῆς γῆς,
καὶ τὸ ὄνομά του δὲν θὰ
ἀκούεται οὔτε ὀλίγον ἔξω
ἀπὸ τὸ σπίτι του.
|
17
Ἡ ἀνάμνησίς του θὰ χαθῇ ἀπὸ
τὴν γῆν, καὶ τὸ ὄνομά του θὰ
ὑπάρξῃ ἐν προμετωπίδι εἰς πολὺ
ἀπομακρυσμένον μέρος, ὥστε νὰ μὴ τὸ
βλέπῃ κανείς. |
18
Ἀπώσειεν αὐτὸν ἐκ φωτὸς
εἰς σκότος. |
18
Θὰ τὸν ἐκδιώξουν καὶ πετάξουν
ἔξω ἀπὸ τὸ φῶς τῆς εὐτυχίας
εἰς τὸ σκοτάδι τοῦ πόνου καὶ
τῆς θλίψεως.
|
18
Θὰ ἐκδιωχθῇ ἀπὸ τὸ φῶς
τῆς εὐημερίας καὶ τῆς δόξης εἰς
τὸ σκότος τῆς ἀφανείας καὶ τῆς
δυστυχίας. |
19
Οὐκ ἔσται ἐπίγνωστος ἐν λαῷ
αὐτοῦ, οὐδὲ σεσωσμένος ἐν
τῇ ὑπ' οὐρανὸν ὁ οἶκος
αὐτοῦ, |
19
Ἄγνωστος θὰ παραμείνῃ ἀνάμεσα
καὶ εἰς αὐτοὺς ἀκόμη τοὺς
συμπολίτας καὶ ὁμοεθνεῖς του. Ὁ
δὲ οἶκος του δὲν θὰ διατηρηθῇ
πουθενὰ κάτω ἀπὸ τὴν ὑπ'
οὐρανόν. |
19
Δὲν θὰ εἶναι γνωστὸς εἰς τοὺς
συμπολίτας καὶ ὁμοεθνεῖς του, οὔτε
θὰ περισωθῇ ὁ οἶκος του πουθενὰ
εἰς τὴν κτωθεν τοῦ οὐρανοῦ ἐκτεινομένην
γῆν. |
20
ἀλλ' ἐν τοῖς αὐτοῦ ζήσονται
ἕτεροι. Ἐπ' αὐτῷ ἐστέναξαν
ἔσχατοι, πρώτους δὲ ἔσχε θαῦμα.
|
20
Οὔτε αὐτὸς οὔτε καὶ οἱ
ἀπόγονοί του θὰ ζήσουν εἰς
τὰ ἀγαθά, ποὺ αὐτὸς ἀπέκτησε,
ἀλλὰ οἱ ἄλλοι. Ἐστέναξαν
ἀπὸ φρίκην οἱ νεώτεροί
του διὰ τὸ οἰκτρὸν κατάντημά
του, οἱ δὲ μεγαλύτεροι καὶ σύγχρονοί
του ἔμειναν κατάπληκτοι.
|
20
Ἀλλ' ἄλλοι καὶ ὄχι αὐτοί, οὐδέ
οἱ ἀπόγονοί των θὰ ζήσουν μὲ
ἐκεῖνα, ποὺ ἐκοπίασαν νὰ
ἀποκτήσουν λόγῳ δὲ τοῦ οἰκτροῦ
ἐξαφανισμοῦ του δι ’ αὐτὸν ἐστέναξαν
ἐκ φρίκης οἱ νεώτεροι, ὅσοι δὲν ἐπρόφθασαν
νὰ τὸν γνωρίσουν, ἀλλ’ ἤκουσαν περὶ
αὐτοῦ, οἱ δὲ πρεσβύτεροι καὶ
σύγχρονοί του κατελήφθησαν ὑπὸ καταπλήξεως.
|
21
Οὗτοί εἰσιν οἱ οἶκοι ἀδίκων,
οὗτος δὲ ὁ τόπος τῶν μὴ
εἰδότων τὸν Κύριον. |
21
Αὐτὰ εἶναι τὰ σπίτια τῶν
ἀσεβῶν καὶ τὸ κατάντημά
των. Αὐτὸς εἶναι ὁ τόπος τῶν
ἀνθρώπων, ποὺ δὲν ἠθέλησαν
νὰ γνωρίσουν τὸν Κύριον καὶ
νὰ συμμορφωθοῦν μὲ τὸ θέλημά
του. |
21
Αὐτὰ εἶναι τὰ σπίτια τῶν ἀδίκων,
αὐτὸς δὲ εἶναι ὁ τόπος τῶν
ἀνθρώπων, ποὺ δὲν ἠθέλησαν νὰ
γνωρίσουν τὸν Κύριον καὶ ἠγνόησαν αὐτὸν
εἰς ὅλην τὴν ζωήν των>.
|