Πρωτότυπο Κείμενο
|
Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα
|
Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
|
ροσαγάγετε,
ἔθνη, καὶ ἀκούσατε, ἄρχοντες.
Ἀκουσάτω ἡ γῆ καὶ οἱ ἐν
αὐτῇ ἡ οἰκουμένη καὶ ὁ
λαὸς ὁ ἐν αὐτῇ. |
λᾶτε
ἐδῶ κοντὰ ἔθνη. Ἀκούσατε
οἱ ἄρχοντες τῶν λαῶν. Ἂς ἀκούσῃ
ἡ γῇ καὶ ὅλοι ὅσοι κατοικοῦν
εἰς αὐτήν, ἡ οἰκουμένη
ὁλόκληρος καὶ ὁ λαός, ποὺ
ὑπάρχει εἰς αὐτήν. Ὅλοι
ἂς ἀκούσουν, ὅσα ἐν τῇ
δικαίᾳ ὀργῇ του θὰ πράξῃ
ὁ Κύριος.
|
λησιάσατε,
ὦ ἔθνη, καὶ ἀκούσατε, ὦ ἄρχοντες.
Ἂς ἀκούσῃ ἡ γῇ ὁλόκληρος
καὶ οἱ κατοικοῦντες ἐν αὐτῇ·
ἂς ἀκούσῃ ἡ οἰκουμένη καὶ
ὁ λαὸς ὁ ἐν αὐτῇ ὅ,τι
θὰ εἴπῃ καὶ θὰ πράξῃ ὁ
Κύριος. |
2
Διότι θυμὸς Κυρίου ἐπὶ πάντα
τὰ ἔθνη καὶ ὀργὴ ἐπὶ
τὸν ἀριθμὸν αὐτῶν τοῦ
ἀπολέσαι αὐτοὺς καὶ παραδοῦναι
αὐτοὺς εἰς σφαγήν.
|
2
Διότι ὁ θυμὸς τοῦ Κυρίου θὰ
ἐκσπάσῃ ἐναντίον ὅλων
τῶν ἐθνῶν καὶ ἡ δικαία
ὀργή του θὰ ἐπέλθῃ εἰς
τὸ πλῆθος αὐτῶν, διὰ νὰ
τὰ καταστρέψῃ καὶ τὰ παραδώσῃ
εἰς σφαγήν.
|
2
Διότι θυμὸς Κυρίου θὰ ἐκσπάσῃ
ἐναντίον τῶν ἐθνῶν καὶ ὀργὴ
αὐτοῦ θὰ ἐπέλθῃ ἐπὶ
τοῦ πλήθους αὐτῶν, διὰ νὰ καταστρέψῃ
αὐτοὺς καὶ παραδώσῃ τούτους εἰς
σφαγήν. |
3
Οἱ δὲ τραυματίαι αὐτῶν ριφήσονται
καὶ οἱ νεκροί, καὶ ἀναβήσεται
αὐτῶν ἡ ὀσμή, καὶ
βραχήσεται τὰ ὄρη ἀπὸ
τοῦ αἵματος αὐτῶν.
|
3
Οἱ τραυματίαι καὶ οἱ νεκροὶ
τῶν ἐθνῶν θὰ ριφθοῦν κάτω
εἰς τὸ χῶμα καὶ ἡ δυσοσμία
ἀπὸ τὰ πτώματά των θὰ
γεμίσῃ τὸν ἀέρα. Τὰ ὄρη
θὰ βραχοῦν ἀπὸ τὸ αἷμα
των. |
3
Οἱ δὲ τραυματίαι των θὰ πεταχθοῦν
ἔξω, καὶ οἱ νεκροὶ μετ’ αὐτῶν
παραμένοντες ἄταφοι· καὶ κατὰ συνέπειαν
ἡ δυσωδία των θὰ σηκωθῇ ὑψηλὰ
πληροῦσα τὴν ἀτμόσφαιραν· καὶ
τὰ ὅρη θὰ βραχοῦν ἀπὸ
τὸ αἷμα των. |
4
Καὶ τακήσονται πᾶσαι αἱ δυνάμεις
τῶν οὐρανῶν, καὶ ἑλιγήσεται
ὁ οὐρανὸς ὡς βιβλίον, καὶ
πάντα τὰ ἄστρα πεσεῖται ὡς φύλλα
ἐξ ἀμπέλου καὶ ὡς πίπτει
φύλλα ἀπὸ συκῆς. |
4
Ὅλα τὰ οὐράνια σώματα θὰ
λυώσουν καὶ θὰ διαλυθοῦν. Ὁ
ἔναστρος οὐρανὸς θὰ περιτυλιχθῇ
ὡσὰν βιβλίον, καὶ ὅλα τὰ
ἄστρα αὐτοῦ θὰ πέσουν ὡσὰν
τὰ φύλλα τῆς ἀμπέλου, θὰ
πέσουν, ὅπως πίπτουν τὰ φύλλα
τῆς συκῆς. |
4
Καὶ θὰ λειώσουν ὅλα τὰ οὐράνια
σώματα μετὰ τῶν συγκρατουσῶν αὐτὰ
φυσικῶν δυνάμεων, καὶ θὰ ξετυλιχθῇ
ὁ οὐρανὸς ὡσὰν βιβλίον ἀνακαινιζόμενον
καὶ ὅλα τὰ ἄστρα θὰ πέσουν,
ὅπως πίπτουν τὰ μαραμένα φύλλα ἀπὸ
τὴν ἄμπελον καὶ ὅπως πίπτουν τὰ
φύλλα ἀπὸ τὴν συκῆν.
|
5
Ἐμεθύσθη ἡ μάχαιρά μου ἐν
τῷ οὐρανῷ· ἰδοὺ
ἐπὶ τὸν λαὸν τῆς ἀπωλείας
μετὰ κρίσεως. |
5
Ἡ εἰς τὸν οὐρανὸν παντοδύναμος
μάχαιρά μου ἐμέθυσεν ἀπὸ
τὴν ὁρμὴν πρὸς τιμωρίαν τῶν
ἁμαρτωλῶν. Τώρα στρέφεται ἐναντίον
τῆς Ἰδουμαίας· ἐναντίον
λαοῦ, ὁ ὁποῖος προορίζεται κατὰ
λόγον δικαιοσύνης εἰς καταστροφήν.
|
5
Ἡ μάχαιρά μου ἐμέθυσεν εἰς τὸν
οὐρανὸν ἐξ ὁρμῆς πρὸς
τιμωρίαν. Ἰδοὺ θὰ ἐπιπέσῃ
καταβαίνουσα ἐκεῖθεν κατὰ τῆς Ἰδουμαίας
καὶ κατὰ τοῦ λαοῦ, τοῦ μετὰ
δικαιοκρισίας προωρισμένου εἰς ἀπώλειαν.
|
6
Ἡ μάχαιρα τοῦ Κυρίου ἐνεπλήσθη
αἵματος, ἐπαχύνθη ἀπὸ στέατος
ἀρνῶν καὶ ἀπὸ στέατος
τράγων καὶ κριῶν· ὅτι θυσία
τῷ Κυρίῳ ἐν Βοσὸρ καὶ
σφαγὴ μεγάλη ἐν τῇ Ἰδουμαίᾳ.
|
6
Ἡ μάχαιρα τοῦ Κυρίου ἐγέμισεν
ἀπὸ αἷμα. Ἐσκεπάσθη ἀπὸ
παχὺ στρῶμα λίπους ἀρνιῶν, ἀπὸ
λίπη τράγων καὶ κριῶν. Διότι
ἡ μεγάλη θυσία ἔγινεν εἰς ἰκανοποίησιν
τῆς δικαιοσύνης τοῦ Κυρίου εἰς
τὴν Βοσὸρ καὶ σφαγὴ μεγάλη εἰς
τὴν Ἰδουμαίαν. |
6
Ἡ μάχαιρα τοῦ Κυρίου ἐγέμισεν ἀπὸ
αἷμα, ἐπεκάθισεν ἐπάνω τῆς παχὺ
στρῶμα πάχους ἀπὸ λίπος σφαγέντων ἀρνίων
καὶ ἀπὸ λίπος τράγων καὶ κριῶν.
Διότι μεγάλη θυσία ἔγινεν εἰς ἰκανοποίησιν
τῆς δικαιοσύνης τοῦ Κυρίου καὶ σφαγὴ
μεγάλη ἐν τῇ Ἰδουμαίᾳ.
|
7
Καὶ συμπεσοῦνται οἱ ἁδροὶ μετ'
αὐτῶν καὶ οἱ κριοὶ καὶ
οἱ ταῦροι, καὶ μεθυσθήσεται ἡ
γῆ ἀπὸ τοῦ αἵματος καὶ
ἀπὸ τοῦ στέατος αὐτῷ ἐμπλησθήσεται.
|
7
Θὰ πέσουν οἱ καλοθρεμμένοι καὶ
παχεῖς, οἱ ἰσχυροὶ αὐτῶν,
μαζῆ δὲ μὲ αὐτοὺς οἱ κριοὶ
καὶ οἱ ταῦροι. Ἡ χώρα τῆς
Ἰδουμαίας θὰ μεθύσῃ ἀπὸ
τὸ αἷμα τῶν φονευομένων, θὰ
χορτάσῃ ἀπὸ τὰ λίπη των.
|
7
Καὶ θὰ πέσουν συγχρόνως οἱ παχεῖς
καὶ δυνατοὶ μαζί των, καὶ οἱ
κριοὶ καὶ οἱ ταῦροι, καὶ θὰ
μεθύσῃ ἡ γῆ ἀπὸ τὸ αἷμα
καὶ θὰ χορτάσῃ ἀπὸ τὸ
λίπος των. |
8
Ἡμέρα γὰρ κρίσεως Κυρίου καὶ
ἐνιαυτὸς ἀνταποδόσεως κρίσεως
Σιών. |
8
Διότι ἡ ἡμέρα αὐτὴ εἶναι
ἡμέρα τῆς δικαίας κρίσεως τοῦ
Κυρίου, εἶναι ἔτος ἐκδικήσεως
καὶ ἀποδόσεως δικαιοσύνης εἰς
τὴν Σιών.
|
8
Διότι εἶναι ἡ ἡμέρα αὐτὴ ἡμέρα
καταδίκης ὑπὸ τοῦ Κυρίου καὶ χρόνος
ἀνταποδόσεως δικαιοσύνης διὰ τὰς εἰς
βάρος τῆς Σιὼν διαπραχθείσας ἀδικίας.
|
9
Καὶ στραφήσονται αἱ φάραγγες αὐτῆς
εἰς πίσσαν καὶ ἡ γῆ αὐτῆς
εἰς θεῖον, καὶ ἔσται ἡ γῆ
αὐτῆς ὡς πίσσα καιομένη
|
9
Αἱ κοιλάδες τῆς Ἰδουμαίας θὰ
μεταβληθοῦν εἰς πίσσαν καὶ ἡ
χώρα αὐτὴ εἰς θειάφι. Ὁλόκληρος
ἡ περιοχὴ τῆς Ἰδουμαίας θὰ
εἶναι ὡσὰν πίσσα, ἡ ὁποία
καίεται
|
9
Καὶ θὰ μεταβληθοῦν αἱ φάραγγες τῆς
Ἰδουμαίας εἰς πίσσαν καὶ ἡ χώρα αὐτῆς
εἰς θειάφι, καὶ θὰ γίνῃ ἡ γῆ
αὐτῆς ὡσὰν πίσσα, ποὺ καίεται
|
10
νυκτὸς καὶ ἡμέρας καὶ οὐ
σβεσθήσεται εἰς τὸν αἰῶνα χρόνον,
καὶ ἀναβήσεται ὁ καπνὸς αὐτῆς
ἄνω· εἰς γενεᾶς ἐρημωθήσεται
καὶ εἰς χρόνον πολύν, |
10
ἡμέραν καὶ νύκτα. Δὲν θὰ
σβήσῃ ποτέ, ὁ δὲ πυκνὸς
καπνός της θὰ ἀνεβαίνῃ πρὸς
τὰ ἐπάνω. Εἰς γενεὰς πολλὰς
καὶ ἐπὶ πολὺν χρόνον θὰ
μείνῃ ἔρημος ἡ χώρα αὐτή.
|
10
νύκτα καὶ ἡμέραν· καὶ δὲν θὰ
σβεσθῇ εἰς τὸν ἀτελεύτητον χρόνον,
καὶ θὰ ἀναβαίνῃ ὁ καπνός
της ἐπάνω· ἐπὶ γενεᾶς ἀλλεπαλλήλους
καὶ διαδοχικὰς θὰ ἐρημωθῇ καὶ
ἐπὶ χρόνον πολύν. |
11
ὄρνεα καὶ ἐχῖνοι καὶ ἴβεις
καὶ κόρακες κατοικήσουσιν ἐν αὐτῇ,
καὶ ἐπιβληθήσεται ἐπ' αὐτὴν
σπαρτίον γεωμετρίας ἐρήμου, καὶ
ὀνοκένταυροι οἰκήσουσιν ἐν αὐτῇ.
|
11
Ἄγρια πτηνά, ἀκανθόχοιροι, πελαργοὶ
ποὺ συμβολίζουν τὸ πένθος, καὶ
κόρακες θὰ κατοικοῦν εἰς αὐτήν.
Διὰ τὴν ἐρήμωσίν της θὰ
τὴν μετροῦν, ὅπως μετροῦν τὰς
ἐρήμους περιοχάς. Κολοβοὶ πίθηκοι
θὰ κατοικήσουν εἰς αὐτήν.
|
11
Ἄγρια πτηνὰ καὶ ἀκανθόχοιροι καὶ
πελαργοὶ καὶ κόρακες θὰ κατοικήσουν εἰς
τὴν χώραν αὐτὴν καὶ θὰ ἐρημωθῇ
τόσον πολύ, ὥστε θὰ μεταβληθῇ εἰς
γυμνὸν οἰκόπεδον, εἰς τὸ ὁποῖον
θὰ ἐπιβληθῇ πρὸς καταμετρήσῃ
τὸ μέτρον, διὰ τοῦ ὁποίου μετρεῖται
γῆ ἔρημος· καὶ ὀνοκενταυροι θὰ
κατοικήσουν ἐν αὐτῇ. |
12
Οἱ ἄρχοντες αὐτῆς οὐκ ἔσονται·
οἱ γὰρ βασιλεῖς καὶ οἱ μεγιστᾶνες
αὐτῆς ἔσονται εἰς ἀπώλειαν.
|
12
Οἱ ἄρχοντές της δὲν θὰ ὑπάρχουν
πλέον, διότι οἱ βασιλεῖς καὶ
οἱ μεγιστᾶνες της θὰ ἔχουν παραδοθῇ
εἰς καταστροφήν.
|
12
Οἱ ἄρχοντες αὐτῆς δὲν θὰ
ὑπάρχουν, διότι οἱ βασιλεῖς καὶ οἱ
μεγιστᾶνες αὐτῆς θὰ εἶναι χαμένοι
καὶ ἐκμηδενισμένοι. |
13
Καὶ ἀναφύσει εἰς τὰς πόλεις
αὐτῶν ἀκάνθινα ξύλα καὶ
εἰς τὰ ὀχυρώματα αὐτῆς,
καὶ ἔσται ἔπαυλις σειρήνων καὶ
αὐλὴ στρουθῶν. |
13
Εἰς τὰ ἐρείπια τῶν πόλεων
καὶ εἰς τὰ τέως ὀχυρώματά
της θὰ φυτρώσουν ἀκανθώδεις θάμνοι.
Ἔτσι ἡ χώρα θὰ γίνῃ κατοικία
σειρήνων, αὐλὴ στρουθίων.
|
13
Καὶ θὰ φυτρώσουν ἐπάνω ἀπὸ
τὰ ἐρείπια τῶν πόλεών των τεράστιαι
εἰς μέγεθος δένδρου ἄκανθαι, καθὼς καὶ
εἰς τὰ ἐρείπια τῶν ὠχυρωμάτων
της. Καὶ θὰ εἶναι μέρος, ὅπου μονίμως
θὰ αὐλίζωνται γλαῦκες καὶ θὰ
διαμένουν στρουθοκάμηλοι. |
14
Καὶ συναντήσουσι δαιμόνια ὀνοκενταύροις
καὶ βοήσονται ἕτερος πρὸς τὸν
ἕτερον· ἐκεῖ ἀναπαύσονται
ὀνοκένταυροι, εὗρον γὰρ αὐτοῖς
ἀνάπαυσιν. |
14
Ἐκεῖ θὰ συναντηθοῦν τὰ δαιμόνια
μὲ τοὺς κολοβοὺς πιθήκους καὶ
θὰ κραυγάζουν ὁ ἔνας πρὸς τὸν
ἄλλον ἐκεῖ θὰ ἀναπαυθοῦν
οἱ πίθηκοι, διότι εὑρῆκαν εἰς
αὐτὴν τὴν ἀνάπαυσίν των
καὶ τὴν ἀσφάλειαν.
|
14
Καὶ θὰ συναντήσουν τὰ δαιμόνια, οἱ
ἀσελγεῖς καὶ ἀκράτητοι σάτυροι, ὀνοκενταύρους
ὡσαύτως ἀσελγεῖς, καὶ θὰ
φωνάξουν δυνατὰ ὁ ἕνας πρὸς τὸν
ἄλλον διὰ τὸ ἀνεμπόδιστον τοῦ
νὰ ἐκδηλώνουν τὴν κτηνώδη ἀκράτειάν
των. Ἐκεῖ θὰ ἀναπαυθοῦν ὀνοκένταυροι,
διότι εὗρον εἰς τοὺς ἑαυτούς
των ἀνάπαυσιν. |
15
Ἐκεῖ ἐνόσσευσεν ἐχῖνος,
καὶ ἔσωσεν ἡ γῆ τὰ παιδία
αὐτῆς μετὰ ἀσφαλείας· ἐκεῖ
συνήντησαν ἔλαφοι καὶ εἶδον τὰ
πρόσωπα ἀλλήλων·
|
15
Ἐκεῖ θὰ γεννᾷ καὶ θὰ τρέφῃ
τὰ μικρά του ὁ ἀκανθόχοιρος
καὶ ἡ σκαμμένη εἰς τὴν γῆν
φωλεὰ ἔσωσε τὰ παιδιά του μὲ
κάθε ἀσφάλειαν. Ἐκεῖ συνηντήθησαν
ἔλαφοι καὶ εἶδον ἡ μία τὴν
ἄλλην κατὰ πρόσωπον χωρὶς φόβον.
|
15
Ἐκεῖ ἐγέννησε καὶ διέθρεψε τὰ
μικρά της ἡ σύντροφος τοῦ ἀκανθοχοίρου,
καὶ ἔσωσεν ἡ εἰς τὴν γῆν
ἐτοιμασθεῖσα φωλεά της τὰ παιδιά
της μὲ ἀσφάλειαν. Ἐκεῖ συνηντήθησαν
αἱ ἔλαφοι καὶ εἶδον ἥσυχοι ἡ
μία τὴν ἄλλην, χωρὶς νὰ ἐκφοβίζωνται
ἀπὸ παρουσίαν ἀνθρώπου.
|
16
ἀριθμῷ παρῆλθον, καὶ μία αὐτῶν
οὐκ ἀπώλετο, ἐτέρα τὴν
ἑτέραν οὐκ ἐζήτησαν, ὄτι
ὁ Κύριος αὐτοῖς ἐνετείλατο,
καὶ τὸ πνεῦμα αὐτοῦ συνήγαγεν
αὐτάς. |
16
Πολυάριθμοι ἐπέρασαν ἀπὸ ἐκεῖ,
καμμία ἀπ' αὐτὰς δὲν ἐχάθη,
καμμία δὲν ἐζήτησε τὴν ἄλλην,
διότι τὰ ζεύγη ἔμειναν ἐν ἀσφαλείᾳ.
Ὁ Κύριος ἔδωκεν εἰς αὐτὰς
ἐντολήν, νὰ γνωρίζῃ ἡ
κάθε μία τὸν σύντροφόν της.
Τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ τοὺς συνήθροισεν
ἐκεῖ.
|
16
Εἰς μέγαν ἀριθμὸν ἐπέρασαν καὶ
μία ἐξ αὐτῶν δὲν ἐχάθη,
μία δὲν ἐζήτησε τὴν ἄλλην, ἀλλ'
εὑρέθησαν τὰ ζεύγη ἀδιάσπαστα καὶ
ἀσύγχυτα, διότι ὁ Κύριος ἔδωκεν εἰς
αὐτὰς ἐντολὴν νὰ γνωρίζῃ
ἐκάστη τὸν σύντροφόν της· καὶ
τὸ Πνεῦμα του καὶ ἡ θεία προσταγή
του τὰς συνήθροισε. |
17
Καὶ αὐτὸς ἐπιβαλεῖ αὐτοῖς
κλήρους, καὶ ἡ χεὶρ αὐτοῦ
διεμέρισε βόσκεσθαι· εἰς τὸν
αἰῶνα χρόνον κληρονομήσετε, εἰς
γενεὰς γενεῶν ἀναπαύσονται ἐπ'
αὐτῆς. |
17
Καὶ αὐτὸς θὰ ἐπιβάλῃ
καὶ θὰ καθορίσῃ εἰς τὰ
θηρία περιοχὰς καὶ τμήματα, ποὺ
θὰ ζοῦν. Τὸ χέρι του ἐξεχώρισε
μερίδια εἰς τὴν γῆν τῆς Ἰδουμαίας,
ὅπου θὰ βόσκουν. Διὰ παντὸς
τὰ ἄγρια θηρία θὰ κληρονομήσουν
τὴν περιοχὴν τῆς Ἰδουμαίας,
εἰς γενεᾶς γενεῶν θὰ ἀναπαύωνται
εἰς αὐτήν. |
17
Καὶ Αὐτὸς θὰ ἐπιβάλῃ
εἰς τὰ θηρία καὶ πτηνὰ ταῦτα
κλήρους καὶ τμήματα ὡρισμένα ἐν τῇ
χώρᾳ ταύτῃ τῆς Ἰδουμαίας,
καὶ ἡ χείρ του ἐξεχώρισε μερίδας
εἰς ἕκαστον τούτων, ἵνα βόσκωνται ταῦτα
ὑπ' αὐτῶν. Αἰωνίως καὶ διαπαντὸς
θὰ κληρονομήσετε αὐτάς, διέταξεν ὁ
Θεός. Εἰς πολλὰς διαδοχικῶς γενεᾶς
θὰ ἀναπαυθοῦν ἐπὶ τῆς
διαμοιρασθείσης ταύτης εἰς αὐτὰ γῆς.
|