Πρωτότυπο Κείμενο
|
Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα
|
Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
|
κούσατε
ταῦτα, οἱ ἱερεῖς, καὶ προσέχετε,
οἶκος Ἰσραήλ, καὶ ὁ οἶκος
τοῦ βασιλέως, ἐνωτίζεσθε, διότι
πρὸς ὑμᾶς ἐστι τὸ κρίμα·
ὅτι παγίς ἐγενήθητε τῇ σκοπιᾷ
καὶ ὡς δίκτυον ἐκτεταμένον ἐπὶ
τὸ Ἰταβύριον, |
ερεῖς,
ἀκούσατε αὐτά, λαὲ τοῦ
Ἰσραήλ, δῶσε προσοχήν. Αὐλὴ
τοῦ βασιλέως ἀκροάσου καλὰ αὐτὰ
ποὺ θὰ εἴπω, διότι ἡ μέλλουσα
καταδίκη ἀφορᾷ σᾶς, ἐπειδὴ
σεῖς οἱ φρουροὶ ἀπὸ τὸ
φυλάκιον, ὅπου ἔπρεπε νὰ ἐπιβλέπετε
καὶ νὰ περιφρουρῆτε τὸν λαόν,
ἐγίνατε παγὶς τοῦ κακοῦ διὰ
τὸν λαόν, δίκτυον ἀπλωμένον
εἰς τὸ ὄρος Ἰταβύριον, διὰ
νὰ συλλαμβάνῃ καὶ δεσμεύῃ
εἰς τὴν πονηρίαν τοὺς ἀνθρώπους.
|
εῖς,
οἱ ἱερεῖς, ἀκοῦστε αὐτά,
καὶ σεῖς, λαὲ τοῦ Ἰσραήλ, δῶστε
προσοχήν, καὶ σεῖς, ποὺ ἀποτελεῖτε
τὸν βασιλικὸν οἶκον, ἀκροασθῆτε,
ἐπειδὴ εἰς ὅλους σας ἀφορᾷ
ἡ καταδίκη, τὴν ὁποίαν θὰ ἐκφέρω·
διότι σεῖς ἐγίνατε διὰ τοὺς
ἀνθρώπους τοῦ λαοῦ σας παγίδα εἰς
τὴν Σκοπιάν <τὴν πόλιν Μασσηφὰ
τῆς Γαλαάδ;> καὶ δίκτυ ἀπλωμένο εἰς
τὸ ὄρος Ἰταβύριον <Θαβώρ;>.
|
2
ὃ οἱ ἀγρεύοντες τὴν θήραν
κατέπηξαν. Ἐγὼ δὲ παιδευτὴς
ὑμῶν· |
2
Ἐκάματε σεῖς διὰ τοὺς ἀνθρώπους
ὅ,τι διὰ τὰ θηράματα κάμνουν
οἱ κυνηγοί, οἱ ὁποῖοι ἀπλώνουν
πυκνὰς παγίδας. Διὰ τοῦτο ἐγὼ
θὰ σᾶς παιδεύσω καὶ θὰ σᾶς
τιμωρήσω. |
2
Ἐγίνατε δίκτυ καὶ παγίδα, δηλαδὴ παγιδευτικὰ
μέσα, τὰ ὁποῖα οἱ κυνηγοί, ποὺ
συλλαμβάνουν τὰ διάφορα ζῶα, ἔχουν κρύψει
καὶ σκάψει διὰ νὰ ἀγρεύσουν
τὰ θηράματά των κατὰ παρόμοιον τρόπον ἐνεργεῖτε
καὶ σεῖς μὲ τὴν εἰδωλολατρίαν.
Διὰ τοῦτο θὰ σᾶς παιδαγωγήσω διὰ
τῆς τιμωρίας τῆς αἰχμαλωσίας.
|
3
ἐγὼ ἔγνων τὸν Ἐφραίμ,
καὶ Ἰσραὴλ οὐκ ἀπέστη
ἀπ' ἐμοῦ· διότι νῦν ἐξεπόρνευσεν
Ἐφραίμ, ἐμιάνθη Ἰσραήλ.
|
3
Ἐγνώρισα ἐγὼ καλὰ τὸν
Ἐφραὶμ καὶ τὸ μάτι μου δὲν
ἀπεμακρύνθη ἀπὸ τὸν ἰσραηλιτικὸν
λαόν. Διὰ τοῦτο καὶ γνωρίζω
τώρα καλά, ὅτι ἡ φυλὴ Ἐφραὶμ
ἐξετράπη πρὸς τὴν πορνείαν,
ὅπως ἐπίσης καὶ οἱ ἄλλοι
Ἰσραηλῖται ἐμολύνθησαν βαθύτατα.
|
3
Ἐγὼ ἐγνώρισα καλὰ τὸν Ἐφραίμ,
καὶ ὁ Ἰσραὴλ δὲν διέφυγε τὴν
προσοχήν μου διὰ τοῦτο τώρα γνωρίζω πολὺ
καλά, ὅτι ὁ Ἐφραὶμ ἔχει ἐπιδοθῇ
κατὰ τρόπον ἀναίσχυντον εἰς τὴν πνευματικὴν
πορνείαν καὶ ὁ Ἰσραηλιτικὸς λαὸς
ἔχει μολυνθῆ καὶ βεβηλωθῆ.
|
4
Οὐκ ἔδωκαν τὸ διαβούλια αὐτῶν
τοῦ ἐπιστρέψαι πρὸς τὸν Θεὸν
αὐτῶν, ὅτι πνεῦμα πορνείας ἐν
αὐτοίς ἐστι, τὸν δὲ Κύριον
οὐκ ἐπέγνωσαν. |
4
Τόσον διεφθάρησαν, ὥστε οὔτε ἐσκέφθησαν
οὔτε σκέπτονται μὲ τὸν νοῦν
καὶ τὴν καρδίαν των νὰ ἐπιστρέψουν
πρὸς τὸν Θεόν των, διότι πνεῦμα
ἀποστασίας ὑπάρχει μέσα των
καὶ κυριαρχεῖ εἰς τὰς καρδίας
των καὶ ἔτσι ἠγνόησαν καὶ ἀγνοοῦν
ἐξ ὁλοκλήρου τὸν Κύριον καὶ
Θεόν.
|
4
Ἐπωρώθησαν τόσον πολύ, ὥστε οὔτε κἂν
σκέπτονται νὰ μετανοήσουν καὶ νὰ ἐπιστρέψουν
εἰς τὸν Θεόν των διότι τοὺς ἐκυρίευσεν
ἰσχυρὰ ἐπιθυμία καὶ μεγάλη ὁρμὴ
σωματικῆς καὶ εἰδωλολατρικῆς πορνείας,
καὶ δὲν ἐγνώρισαν οὔτε γνωρίζουν πλέον
τὸν Κύριον. |
5
Καὶ ταπεινωθήσεται ἡ ὕβρις τοῦ
Ἰσραὴλ εἰς πρόσωπον αὐτοῦ,
καὶ Ἰσραὴλ καὶ Ἐφραίμ
ἀσθενήσουσιν ἐν ταῖς ἀδικίαις
αὐτῶν, καὶ ἀσθενήσει καὶ
Ἰούδας μετ' αὐτῶν. |
5
Διὰ τοῦτο θὰ ταπεινωθῇ ἡ ὑπερηφάνεια
τοῦ ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ· ἀνάγλυφος
θὰ φανῇ ἡ καταισχύνη του εἰς
τὸ πρόσωπόν του. Αἱ φυλαὶ τοῦ
Ἰσραήλ, καὶ περισσότερον ἡ φυλὴ
τοῦ Ἐφραίμ, θὰ χάσουν τὴν
πνευματικὴν καὶ ἐθνικὴν δύναμίν
των μέσα εἰς τὰς ἀδικίας των.
Μαζῆ δὲ μὲ αὐτοὺς καὶ
ἡ φυλὴ Ἰούδα θὰ χάσῃ
τὴν δύναμίν της.
|
5
Θὰ ταπεινωθῇ ἡ ἔπαρσις, ἡ αὐθάδεια,
ἡ ἀναισχυντία, ἡ καταφρόνησις καὶ
ἡ ἀποστασία ἀπὸ τὸν Θεὸν
τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ καὶ ἔτσι
θὰ γίνῃ καταφανὴς εἰς τὰ πρόσωπά
των ὁ καρπὸς τῆς ἀσεβείας καὶ
εἰδωλολατρίας. Καὶ ὁ Ἰσραηλιτικὸς
λαὸς μὲ ἐπὶ κεφαλῆς τὴν
φυλὴν τοῦ Ἐφραὶμ θὰ ἀδυνατίσουν
καὶ θὰ ἡττηθοῦν κατὰ τὸν
καιρὸν τῆς αἰχμαλωσίας ἕνεκα τῶν
ἀδικιῶν των μαζί των ὅμως θὰ
ἀδυνατίσῃ καὶ θὰ ἡττηθῇ
καὶ τὸ βασίλειον τοῦ Ἰούδα, διότι
θὰ πέσῃ καὶ αὐτὸ εἰς τὴν
εἰδωλολατρίαν. |
6
Μετὰ προβάτων καὶ μόσχων πορεύσονται
τοῦ ἐκζητῆσαι τὸν Κύριον καὶ
οὐ μὴ εὕρωσιν αὐτόν, ὅτι
ἐκκέκλικεν ἀπ' αὐτῶν,
|
6
Φέροντες πρόβατα καὶ μόσχους πρὸς
θυσίαν θὰ πορευθοῦν νὰ ἀναζητήσουν
τὸν Κύριον, διὰ νὰ εὔρουν συγχώρησιν
καὶ ἐξιλέωσιν. Δὲν θὰ τὴν
εὔρουν ὅμως, διότι ὁ Θεὸς θὰ
ἔχει πλέον ἀπομακρυνθῆ ἀπὸ
αὐτούς. |
6
Μέσα δὲ εἰς τὰ δεινά, ποὺ θὰ
τοὺς εὕρουν, θὰ ἐπιχειρήσουν νὰ
ζητήσουν τὸν Κύριον καὶ νὰ τὸν ἐξιλεώσουν
μὲ θυσίες προβάτων καὶ μόσχων δὲν θὰ
τὸν εὔρουν ὅμως, διότι ὁ Κύριος ἀπεμακρύνθη
πλέον ἀπὸ αὐτούς, |
7
ὅτι τὸν Κύριον ἐγκατέλιπον,
ὅτι τέκνα ἀλλότρια ἐγεννήθησαν
αὐτοῖς· νῦν καταφάγεται αὐτοὺς
ἡ ἐρυσίβη, καὶ τοὺς κλήρους
αὐτῶν. |
7
Τοῦτο δέ, ἐπειδὴ αὐτοὶ
πρῶτοι ἐγκατέλειψαν τὸν Κύριον,
ἐγέννησαν καὶ ἀνέθρεψαν μέσα
εἰς τὴν ἁμαρτίαν τέκνα ξένα
πρὸς τὸν Θεόν. Καὶ τώρα ὁ
ἐχθρὸς ὡς ἄλλη ἐρυσίβη
θὰ καταφάγῃ αὐτοὺς καὶ
τὰ ἐκ κληρονομίας κτήματά των.
|
7
ἐπειδὴ αὐτοὶ πρῶτοι τὸν
ἐγκατέλειψαν διότι, ἕνεκα τῆς ἐπιμειξίας
των μὲ ἀλλοφύλους, ἐγεννήθησαν εἰς
αὐτοὺς τέκνα νόθα, δηλαδὴ ἀποστάται
ἀπὸ τὸν Κύριον (ἢ κατ’ ἄλλην
ἑρμηνείαν: Διότι τὰ τέκνα, ποὺ ἐγεννήθησαν
ἀπὸ Ἰσραηλίτιδες, ἀνετέθησαν
ὄχι εἰς τὸν Θεόν, ἀλλ’ εἰς τὰ
εἴδωλα>. Τώρα πρόκειται πολὺ σύντομα τὸ
πλῆθος τῶν ἐχθρῶν, ὡσὰν
ἄλλη ἐρυσίβη, νὰ καταστρέψῃ καὶ
αὐτοὺς καὶ τὰ κτήματά των, ποὺ
ἀπέκτησαν ἐκ κληρονομίας. |
-8
Σαλπίσατε σάλπιγγι ἐπὶ τοὺς
βουνούς, ἠχήσατε ἐπὶ τῶν
ὑψηλῶν, κηρύξατε ἐν τῷ οἴκῳ
Ὦν· ἐξέστη Βενιαμίν.
|
8
Σαλπίσατε, λοιπόν, οἱ σαλπιγκταὶ μὲ
σάλπιγγας εἰς τὰ βουνά, κάμετε
νὰ ἀντηχήσῃ τὸ σάλπισμα
ἐπάνω εἰς τοὺς ὑψηλοὺς
τόπους, διαλαλήσατε μὲ μεγάλην φωνὴν
μέσα εἰς τὸν εἰδωλολατρικὸν
οἶκον Ὤν· ἡ φυλὴ τοῦ Βενιαμὶν
ἔμεινε κατάπληκτος. |
8
Σαλπίστε πολεμικὸν συναγερμὸν μὲ σάλπιγγα
εἰς τὰ βουνά, κάμετε νὰ ἀκουσθῇ
ὁ ἦχος τῆς πολεμικῆς σάλπιγγος ἐπάνω
εἰς τοὺς ὑψηλοὺς τόπους, φωνάξτε τὴν
πολεμικὴν κραυγὴν μέσα εἰς τὸν εἰδωλολατρικὸν
οἶκον Ὦν <=τὴν Βαιθήλ>. Οἱ ἄνδρες
τῆς φυλῆς Βενιαμίν - τὸ νότιον βασίλειον
- ἐξεπλάγησαν. |
9
Ἐφραὶμ εἰς ἀφανισμὸν ἐγένετο
ἐν ἡμέραις ἐλέγχου· ἐν
ταῖς φυλαῖς τοῦ Ἰσραὴλ ἔδειξα
πιστά. |
9
Ἡ βασιλεύουσα φυλὴ Ἐφραὶμ ἠρημώθη
καὶ ἠφανίσθη κατὰ τὴν ἐποχὴν
τῆς κρίσεώς της ὑπὸ τοῦ
Κυρίου. Εἰς τὰς φυλὰς τοῦ Ἰσραὴλ
ἔδειξα τὰς πιστάς, τὰς ἀληθινὰς
καὶ ἀνεκκλήτους ἀποφάσεις μου.
|
9
Ἡ φυλὴ τοῦ Ἐφραίμ - τὸ
βόρειον βασίλειον - θὰ καταστροφῇ, ὅταν
ἔλθουν οἱ ἡμέρες τῆς τιμωρίας τοῦ
Θεοῦ, ἡ ὁποία θὰ πραγματοποιηθῇ
δι' ἐπιθέσεως τῶν Ἀσσυρίων. Εἰς
τὶς δέκα φυλὲς τοῦ Ἰσραὴλ ἔχω
προαναγγείλει ἀληθινές, συγκεκριμένες, ἀνέκκλητες
ἀποφάσεις. |
10
Ἐγένοντο οἱ ἄρχοντες Ἰούδα
ὡς μετατιθέντες ὅρια, ἐπ' αὐτοὺς
ἐκχεῶ ὡς ὕδωρ τὸ ὅρμημά
μου. |
10
Οἱ ἄρχοντες τῆς φυλῆς Ἰούδα
ἔγιναν ὡσὰν τοὺς πονηροὺς καὶ
ἀπλήστους ἐκείνους, ποὺ μεταθέτουν
τὰ ὅριά των μέσα εἰς τὰ
γειτονικὰ κτήματα. Ἐναντίον αὐτῶν
θὰ ἀφήσω νὰ ἐκχυθῇ ὡσὰν
ὁρμητικὸς χείμαρρος ἡ ὀργή
μου. |
10
Οἱ ἄρχοντες τοῦ βασιλείου τοῦ Ἰούδα
ἐνεργοῦν ὡς ἄνθρωποι, ποὺ μεταθέτουν
τὰ σύνορα τῶν ἀγρῶν ἔτσι ἀκριβῶς
μεταθέτουν καὶ αὐτοὶ τοὺς νόμους μου.
Ἐναντίον τῶν θὰ χύσω ὡσὰν ὁρμητικὸν
χείμαρρον τὴν ὀργήν μου. |
11
Κατεδυνάστευσεν Ἐφραὶμ τὸν ἀντίδικον
αὐτοῦ, κατεπάτησε κρίμα, ὅτι
ἤρξατο πορεύεσθαι ὀπίσω τῶν
ματαίων. |
11
Ἡ φυλὴ τοῦ Ἐφραὶμ κατεδυνάστευσε
τὴν ἀντίδικόν της φυλὴν τοῦ
Ἰούδα, κατεπάτησε κάθε δικαιοσύνην,
διότι εἶχεν ἤδη ἀρχίσει νὰ
ἀκολουθῇ τὰ μάταια εἴδωλα.
|
11
Ἡ φυλὴ τοῦ Ἐφραίμ - τὸ
βόρειον βασίλειον - ἐτυράννησε καὶ κατέθλιψε
τὴν ἀντίδικον τῆς φυλὴν τοῦ
Ἰούδα <ἢ κατ’ ἄλλην ἑρμηνείαν:
Κατεδυνάστευσε ὡς ἐχθρὸν τὸν ἰδικόν
μου νόμον, τὸν ὁποῖον ἐμίσησε>,
κατεπάτησε τὸ ἔννομον δίκαιον, διότι ἀγάπησε
τὰ εἴδωλα καὶ τὰ ἀκολούθησε.
|
12
Καὶ ἐγὼ ὡς ταραχὴ τῷ Ἐφραὶμ
καὶ ὡς κέντρον τῷ οἴκῳ
Ἰούδα. |
12
Διὰ τοῦτο καὶ ἐγὼ θὰ ἐπιφέρω
ἀναταραχὴν εἰς τὴν φυλὴν τοῦ
Ἐφραίμ, θὰ γίνω κεντρί, διὰ
νὰ ξυπνήσῃ πρὸς μετάνοιαν τὸ
βασίλειον τοῦ Ἰούδα.
|
12
Ἕνεκα ὅλων αὐτῶν ἐγὼ ὁ
Κύριος θὰ προκαλέσω κοινωνικὴν ἀναταραχὴν
καὶ πολεμικὴν ἀπειλὴν εἰς τὸν
Ἐφραίμ - τὸν Ἰσραηλιτικὸν λαόν
- καὶ εἰς τὸν Ἰούδαν - τὸ νότιον
βασίλειον - θὰ γίνω βουκέντρα ξυπνήματος διὰ μετάνοιαν·
διότι ἐνῷ θὰ βλέπῃ τὸν Ἰσραὴλ
νὰ καταστρέφεται, αὐτὸς θὰ ἀγρυπνῇ
καὶ θὰ ἀγωνιᾷ διὰ τὸ ἰδικόν
του μέλλον. |
13
Καὶ εἶδεν Ἐφραὶμ τὴν νόσον
αὐτοῦ καὶ Ἰούδας τὴν ὀδύνην
αὐτοῦ, καὶ ἐπορεύθη Ἐφραὶμ
πρὸς Ἀσσυρίους καὶ ἀπέστειλε
πρέσβεις πρὸς βασιλέα Ἰαρείμ·
καὶ αὐτὸς οὐκ ἠδυνάσθη
ἰάσασθαι ὑμᾶς, καὶ οὐ
μὴ διαπαύσῃ ἐξ ὑμῶν ὀδύνη.
|
13
Ἡ φυλὴ τοῦ Ἐφραὶμ καὶ
αἰ ἄλλαι ἐννέα φυλαὶ τοῦ
Ἰσραὴλ εἶδαν τὴν ἠθικὴν
καὶ πνευματικήν των ἀσθένειαν, τὸ
δὲ βασίλειον τοῦ
Ἰούδα ἠσθάνθη τὴν ἰδικήν
του ὀδύνην. Οἱ Ἰσραηλῖται τότε
ἀντὶ νὰ στραφοῦν πρὸς τὸν
Θεόν, ἔστειλαν πρέσβεις πρὸς τοὺς
Ἀσσυρίους καὶ παρεκάλεσαν τὸν
βασιλέα τῶν Ἀσσυρίων Ἰαρείμ,
νὰ ἔλθῃ εἰς βοήθειάν των.
Αὐτὸς ὅμως δὲν ἠμπόρεσε
νὰ σᾶς θεραπεύσῃ καὶ δὲν
πρόκειται νὰ καταπραΰνῃ ποτὲ τὸν
πόνον σας.
|
13
Ὅταν δὲ ὁ Ἐφραίμ - τὸ
βασίλειον τοῦ Ἰσραήλ - διεπίστωσε τὴν
μεγάλην ἀδυναμίαν του, καὶ τὸ βασίλειον
τοῦ Ἰούδα τὸ πλῆθος τῶν ὀδυνῶν
του, ὁ Ἐφραὶμ προσέφυγε πρὸς τοὺς
Ἀσσυρίους καὶ ἔστειλε πρεσβευτὰς
πρὸς τὸν Ἀσσύριον βασιλιᾶ Ἰαρείμ
<ποὺ σημαίνει ἐκδικητής> νὰ
ζητήσῃ βοήθειαν. Ἐνῷ ὅμως προσεκαλέσατε
τὸν Ἰαρεὶμ ὡς ἐκδικητήν, αὐτὸς
δὲν ἠμπόρεσε νὰ σᾶς θεραπεύσῃ·
ἔτσι δὲν θὰ σταματήσουν ἀπὸ
τοῦ νὰ ἐπέρχωνται εἰς σᾶς ἡ
μία μετὰ τὴν ἄλλην οἱ ὀδύνες.
|
14
Διότι ἐγώ εἰμι ὡς πανθὴρ
τῷ Ἐφραὶμ καὶ ὡς λέων
τῷ οἴκῳ Ἰούδα· καὶ
ἐγὼ ἁρπῶμαι καὶ πορεύσομαι
καὶ λήψομαι, καὶ οὐκ ἔσται ὁ
ἑξαιρούμενος. |
14
Διότι ἐγὼ θὰ εἶμαι ὡς
πάνθηρ ἐναντίον τοῦ Ἐφραὶμ
καὶ ὡς λέων ἐναντίον τοῦ
οἴκου Ἰούδα. Ἐγὼ θὰ ἁρπάξω
καὶ θὰ πάρω τὸ θήραμα καὶ
θὰ ἀναχωρήσω καὶ κανεὶς δὲν
θὰ ἠμπορέσῃ νὰ μοῦ τὸ
ἀφαιρέσῃ ἀπὸ τὰ χέρια
μου. |
14
Διότι ἐγὼ ὁ Κύριος θὰ ὁρμήσω
ταχύτατα ὡς πάνθηρας κατὰ τοῦ Ἐφραίμ
- του βασιλείου τῶν Ἰσραηλιτῶν - καὶ
ὡς φοβερὸν λιοντάρι κατὰ τοῦ βασιλείου
τοῦ Ἰούδα. Ἐγὼ ὁ ἴδιος
ὡς ταχὺς καὶ φοβερὸς θὰ ἁρπάξω
καὶ θὰ φύγω καὶ θὰ μεταφέρω τὴν
λείαν μου - Ἰσραηλίτες καὶ Ἰουδαίους - ἕνεκα
δὲ τῆς ἀκαταγωνίστου δυνάμεώς μου κανεὶς
δὲν θὰ ἠμπορέσῃ νὰ ἀποσπάσῃ
τὴν λείαν ἀπὸ τὰ χέρια μου.
|
15
Πορεύσομαι καὶ ἐπιστρέψω εἰς
τὸν τόπον μου, ἕως οὗ ἀφανισθῶσι·
καὶ ζητήσουσι τὸ πρόσωπόν μου,
ἐν θλίψει αὐτῶν ὀρθιοῦσι
πρός με λέγοντες· |
15
Θὰ φύγω καὶ θὰ ἐπανέλθω
εἰς τὸν τόπον μου, μέχρις ὅτου
ἐξολοθρευθοῦν. Ὑπὸ τὸ βάρος
δὲ τῆς θλίψεώς των θὰ μετανοήσουν
καὶ θὰ μὲ ζητήσουν. Πρωΐ -πρωῒ
θὰ ἐξυπνοῦν, θὰ παρουσιάζωνται
πρὸς ἐμὲ καὶ θὰ λέγουν
μεταξύ των· |
15
Καὶ ὅπως τὰ θηρία μετὰ τὸ κυνήγι
ἐπιστρέφουν εἰς τὶς φωλιές των, ἔτσι
καὶ Ἐγώ· θὰ πορευθῶ καὶ
θὰ ἐπιστρέφω εἰς τὸν τόπον μου, μέχρις
ὅτου ἐξολοθρευθοῦν. Θὰ ἀποσυρθῶ,
μέχρις ὅτου διὰ τῆς τιμωρίας παιδαγωγηθοῦν
καὶ μετανοήσουν καὶ εἰς τὴν ἀνάγκην
των μὲ ζητήσουν· θὰ μὲ ζητοῦν
πρωΐ - πρωῒ μὲ ἀγωνίαν καὶ ἀνυπομονησίαν,
λέγοντες ὁ ἕνας πρὸς τὸν ἄλλον:
|