Πρωτότυπο Κείμενο
|
Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα
|
Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
|
ύριε,
ἐν τῇ δυνάμει σου εὐφρανθήσεται
ὁ βασιλεὺς καὶ ἐπὶ τῷ
σωτηρίῳ σου ἀγαλλιάσετα σφόδρα.
|
ύριε,
ὁ βασιλεὺς εὐφραίνεται καὶ θὰ
εὐφραίνεται χάρις εἰς τὴν δύναμιν
καὶ τὴν ἐνίσχυσιν, τὴν
ὁποίαν σὺ τοῦ ἔδωσες.
Θὰ πλημμυρίζῃ
ἀπὸ πολλὴν καὶ μεγάλην
ἀγαλλίασιν διὰ τὴν ἀπὸ
τοὺς ἐχθρούς μας σωτηρίαν καὶ
διὰ τὴν ὑγείαν, τὴν ὁποίαν
σὺ τοῦ ἐχάρισες.
|
ύριε,
εὐφραίνεται καὶ θὰ ἐξακολουθῇ
νὰ εὐφραίνεται ὁ βασιλεὺς χάρις εἰς
τὴν δύναμιν καὶ ἐνίσχυσιν, τὴν ὁποίαν
τοῦ παρέσχες· καὶ διὰ τὴν σωτηρίαν,
τὴν ὁποίαν ἡ βοήθειά σου τοῦ ἐξησφάλισε,
σκιρτᾷ καὶ θὰ σκιρτᾷ ἀπὸ
ἀγαλλίασιν μεγάλην. |
3
Τὴν ἐπιθυμίαν τῆς καρδίας αὐτοῦ
ἔδωκας αὐτῷ καὶ τὴν δέησιν
τῶν χειλέων αὐτοῦ οὐκ ἐστέρησας
αὐτόν. (διάψαλμα). |
3
Ἔδωκες εἰς αὐτὸν ὅ,τι ἐπεθύμησεν
ἡ καρδία του καὶ
δὲν τὸν ὑστέρησες ἀπὸ
ἐκεῖνο, διὰ τὸ ὁποῖον
μὲ τὰ ἴδια του τὰ χείλη σὲ
παρεκάλεσε.
|
3
Ὅ,τι ἐπεθύμησεν ἡ καρδία του τοῦ τὸ
ἔδωκες καὶ δὲν τὸν ἐστέρησες
ἐκεῖνο, διὰ τὸ ὁποῖον
μὲ τὴν προσευχὴν τῶν χειλέων του σὲ
παρεκάλεσε. |
4
Ὅτι προέφθασας αὐτὸν ἐν εὐλογίαις
χρηστότητος, ἔθηκας ἐπὶ τὴν
κεφαλὴν αὐτοῦ στέφανον ἐκ λίθου
τιμίου. |
4
Μᾶλλον δὲ καὶ πρὶν σὲ παρακαλέσῃ
ἔσπευσες σὺ καὶ τὸν
ἐπρόλαβες μὲ τὰς εὐλογίας
τῶν ὠφελίμων καὶ ἀγαθῶν
δωρεῶν σου. Τὸν ἐδόξασες
καὶ ἔθεσες εἰς τὴν κεφαλήν του
λαμπρὸν βασιλικὸν στέμμα μὲ πολυτίμους
λίθους.
|
4
Διότι ἐπρόλαβες αὐτὸν καὶ προτοῦ
ἐκεῖνος σοῦ ζητήσῃ, τοῦ προσέφερες
εὐλογίας χρηστῶν καὶ ἀγαθῶν
δωρεῶν· τὸν ἐδόξασες καὶ ἔθεσες
ἐπὶ τῆς κεφαλῆς του στέμμα βασιλικὸν
λαμποκοποῦν ἀπὸ πολυτίμους λίθους.
|
5
Ζωὴν ᾐτήσατό σε καὶ ἔδωκας
αὐτῷ, μακρότητα ἡμερῶν εἰς
αἰῶνα αἰῶνος. |
5
Σοῦ ἐζήτησε ζωὴν καὶ τοῦ
ἐχάρισες πλῆθος ἡμερῶν, εἰς
αὐτὸν καὶ εἰς τοὺς ἀπογόνους
του εἰς αἰῶνα αἰῶνος.
|
5
Σοῦ ἐζήτησε ζωὴν καὶ ἐχάρισες
μακροβιότητα καὶ πλῆθος ἡμερῶν εἰς
αὐτὸν καὶ εἰς τοὺς ἀπογόνούς
του, ὥστε αἱ γενεαί του νὰ διαδέχωνται αἰωνίως
ἡ μία τὴν ἄλλην. |
6
Μεγάλη ἡ δόξα αὐτοῦ ἐν
τῷ σωτηρίω σου, δόξαν καὶ μεγαλόπρεπειαν
ἐπιθήσεις ἐπ' αὐτόν·
|
6
Μεγάλη εἶναι ἡ δόξα, τὴν ὁποίαν
σὺ τοῦ ἐξησφάλισες μὲ τὴν
σωτήριον βοήθειάν σου. Ὅπως δὲ
τώρα, ἔτσι καὶ εἰς τὸ μέλλον
θὰ περιβάλλῃς αὐτὸν μὲ
δόξαν καὶ μεγαλοπρέπειαν.
|
6
Εἶναι μεγάλη ἡ δόξα, τὴν ὁποίαν τοῦ
ἐξησφάλισεν ἡ σωτηριώδης βοήθεια καὶ συμμαχία
σου ὅπως δὲ τώρα, οὕτω καὶ εἰς
τὸ μέλλον μὲ δόξαν καὶ μεγαλοπρέπειαν θὰ
τὸν περιβάλλῃς, ὥστε λαμπρὸς καὶ
δοξασμένος νὰ εἶναι πάντοτε ὁ βασιλικός
του θρόνος. |
7
ὅτι δώσεις αὐτῷ εὐλογίαν
εἰς αἰῶνα αἰῶνος, εὐφρανεῖς
αὐτὸν ἐν χαρᾷ μετὰ τοῦ
προσώπου σου. |
7
Διότι θὰ δίδῃς εἰς αὐτὸν
καὶ τοὺς ἀπογόνους του συνεχῶς
καὶ ἀκαταπαύστως εὐλογίαν.
Θὰ τὸν εὐφραίνῃς καὶ θὰ
τὸν πλημμυρίζῃς ἀπὸ ἀπερίγραπτον
χαρὰν διὰ τῆς ἐπικοινωνίας,
ποὺ θὰ ἔχῃ μὲ σέ.
|
7
Διότι θὰ τοῦ δίδῃς ἀκαταπαύστως εὐλογίαν,
ὥστε νὰ εἶναι ἔνδοξος καὶ εὐτυχισμένος
διὰ παντός, θὰ τὸν εὐφραίνῃς
μὲ τὴν χαράν, μὲ τὴν ὁποίαν
θὰ γεμίζῃς τὴν καρδίαν του, ἐπιβλέπων
εἰς αὐτὸν μὲ εὐμενὲς τὸ
πρόσωπόν σου. |
8
Ὅτι ὁ βασιλεὺς ἐλπίζει ἐπὶ
Κύριον καὶ ἐν τῷ ἐλέει
τοῦ Ὑψίστου οὐ μὴ σαλευθῇ.
|
8
Διότι ὁ βασιλεὺς ἔχει στηρίξει
τὰς ἐλπίδας του εἰς σέ, τὸν
Κύριον, καὶ χάρις εἰς
τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ
τοῦ Ὑψίστου δὲν θὰ κλονισθῇ
ποτέ, ἀλλὰ θὰ μείνῃ σταθερὸς
καὶ ἀμετακίνητος εἰς
τὸν θρόνον του.
|
8
Καὶ θὰ παρέχῃς εἰς αὐτὸν
τὰς χαρίτας καὶ δωρεάς σου αὐτάς, διότι
ὁ βασιλεὺς ἐστήριξε τὴν ἐλπίδα
του ὄχι εἰς στρατεύματα καὶ εἰς κοσμικοὺς
συμμάχους, ἀλλ’ εἰς τὸν Κύριον καὶ
τὴν προστασίαν αὐτοῦ· χάρις δὲ
εἰς τὸ ἔλεος καὶ τὴν βοήθειαν
τοῦ Ὑψίστου θὰ παραμείνῃ ἀσάλευτος
καὶ ἀήττητος ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς
του. |
9
Εὑρεθείη ἡ χείρ σου πᾶσι τοῖς
ἐχθροῖς σου, ἡ δεξιά σου εὕροι
πάντας τοὺς μισοῦντάς σε. |
9
<Εἴθε, ὦ βασιλεῦ, ἡ χείρ
σου στιβαρὰ νὰ εὑρεθῇ ἐμπρὸς
καὶ ἐναντίον ὅλων τῶν ἐχθρῶν
σου. Εἴθε ἡ δεξιά σου νὰ συλλάβῃ
ὅλους ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι
σὲ μισοῦν.
|
9
Εἴθε, ὦ βασιλεῦ, ἡ χείρ σου νὰ
εὑρεθῇ ἐμπρὸς εἰς ὅλους
τοὺς ἐχθρούς σου, πατάσσουσα καὶ συντρίβουσα
αὐτούς· εἴθε ἡ δεξιά σου νὰ συλλάβῃ
ὅλους, ὅσοι σὲ μισοῦν.
|
10
Θήσεις αὐτοὺς ὡς κλίβανον πυρὸς
εἰς καιρὸν τοῦ προσώπου σου·
Κύριος ἐν ὀργῇ αὐτοῦ συνταράξει
αὐτούς, καὶ καταφάγεται αὐτοὺς
πῦρ. |
10
Ὅταν τὸ πρόσωπόν
σου θὰ εἶναι ἀναμμένον ἀπὸ
τὴν δικαίαν ὀργήν σου
ἐναντίον αὐτῶν, θὰ τοὺς
ρίψῃ εἰς τὴν πυρὰν ὡσὰν
ξύλα μέσα εἰς ἀναμμένον κλίβανον.
Ὁ Κύριος καὶ
Θεὸς διὰ σοῦ θὰ συνταράξῃ
ὅλους αὐτοὺς καὶ θὰ τοὺς
καταφάγῃ τὸ πῦρ.
|
10
Εἴθε εἰς καιρὸν ποὺ θὰ φανῇ
ἐξωργισμένον κατ’ αὐτῶν τὸ πρόσωπόν
σου νὰ τοὺς ρίψῃς ὡς ἄλλα ξύλα
καιόμενα εἰς κλίβανον, παραδίδων αὐτοὺς
εἰς καταστροφὴν ὁ Κύριος διὰ τῆς
ὀργής του θὰ τοὺς ταράξῃ ὅλους,
σκορπίζων εἰς αὐτοὺς τὸν πανικόν,
καὶ φωτιὰ θὰ καταφάγῃ αὐτούς.
|
11
Τὸν καρπῶν αὐτῶν ἀπὸ γῆς
ἀπολεῖς καὶ τὸ σπέρμα αὐτῶν
ἀπὸ υἱῶν ἀνθρώπων,
|
11
Τὸν καρπὸν τῆς κοιλίας των, τὰ
παιδιά των, θὰ τὰ
ἐξαφανίσῃς ἀπὸ τὴν χώραν
των, ὅπως ἐπίσης καὶ ὅλους τοὺς
ἀπογόνους των ἀνάμεσα ἀπὸ
τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων.
|
11
Τοὺς υἱούς των θὰ τοὺς ἐξοντώσῃς
καὶ θὰ τοὺς ἐξαφανίσῃς ἀπὸ
τὴν γῆν καὶ ὅλους τοὺς ἀπογόνους
των θὰ τοὺς ἐξαλείψῃς, ὥστε
νὰ μὴ ὑπάρχουν καὶ νὰ μὴ
μνημονεύωνται πλέον μεταξὺ τῶν υἱῶν
τῶν ἀνθρώπων. |
12
ὅτι ἔκλιναν εἰς σὲ κακά, διελογίσαντο
βουλάς, αἷς οὐ μὴ δύνωνται στῆναι.
|
12
Διότι ἐξύφαναν καὶ
κατήρτισαν πονηρὰ
σχέδια ἐναντίον σου. Συνέλαβαν
δολίας σκέψεις καὶ
ἀποφάσεις, τὰς ὁποίας ὅμως
δὲν ἠμπόρεσαν νὰ πραγματοποιήσουν.
|
12
Διότι ἔθεσαν εἰς κίνησιν καὶ ὡς ἄλλα
δίκτυα ἐξήπλωσαν δόλια καὶ καταστρεπτικὰ
σχέδια κατὰ σοῦ, συνέλαβον πανούργους ἀποφάσεις,
τὰς ὁποίας κατ’ οὐδένα λόγον θὰ μπορέσουν
νὰ στήσουν καὶ νὰ πραγματοποιήσουν.
|
13
Ὅτι θήσεις αὐτοὺς νῶτον·
ἐν τοῖς περιλοίποις σου ἑτοιμάσεις
τὸ πρόσωπον αὐτῶν.
|
13
Διότι σύ, πολεμῶν
ἐναντίον αὐτῶν
νικηφόρως, θὰ τοὺς ἀναγκάσῃς,
νὰ στρέψουν τὶς πλάτες των καὶ
νὰ φύγουν πανικόβλητοι. Μὲ ὀλίγους
στρατιώτας σου θὰ
τοὺς ἀντιμετωπίσῃς κατὰ πρόσωπον
καὶ θὰ τοὺς τρέψῃς εἰς
φυγήν>. |
13
θὰ τρέψῃς αὐτοὺς εἰς φυγὴν
καὶ θὰ τοὺς ἐξαναγκάσῃς νὰ
σοῦ στρέψουν κατῃσχυμμένοι τὰ νῶτα·
διὰ τῶν ὑπολοίπων στρατιωτῶν,
οἱ ὁποῖοι σὲ περικυκλοῦν ὡς
σωματοφύλακές σου, θὰ ἑτοιμάσῃς τὴν
ἀντιμετώπισιν καὶ ἐξόντωσιν τοῦ προσώπου
των. |
14
Ὑψώθητι, Κύριε, ἐν τῇ δυνάμει
σου, ᾄσομεν καὶ ψαλοῦμεν τὰς δυναστείας
σου. |
14
Κύριε καὶ Θεέ μου, μὲ τὴν ἀκατανίκητον
δύναμίν σου ἂς ὑψωθῇς καὶ
ἂς δοξασθῇς ἰσχυρὸς καὶ ἀνίκητος
ἐνώπιον τῶν ἐχθρῶν μας. Ἡμεῖς
θὰ ἀναπέμψωμεν ᾠδὰς διὰ
τοῦ στόματος καὶ ψαλμοὺς μὲ
τὰ μουσικά μας ὄργανα δοξολογοῦντες
καὶ εὐχαριστοῦντες σὲ διὰ τὰ
μεγάλα καὶ ἀξιοθαύμαστα αὐτὰ
ἔργα σου. |
14
Δεῖξε διὰ τῆς δυνάμεώς σου, Κύριε, πόσον
εἶσαι μέγας καὶ ὑψηλός· θὰ ἀναπέμψωμεν
ᾆσμα δοξολογίας καὶ θὰ ψάλωμεν ὕμνους
διὰ τὰ κατορθώματα τῆς ἀκαταμαχήτου
δυνάμεώς σου. |