ς
ἀγαπητὰ τὰ σκηνώματά
σου, Κύριε τῶν δυνάμεων.
|
όσον
ἀγαπητοὶ καὶ ποθητοὶ εἶναι εἰς
ἐμὲ οἱ ἱεροὶ χῶροι τοῦ
ναοῦ σου, ὅπου κατοικεῖς σύ, ὁ
Κύριος τῶν οὐρανίων καὶ ἐπιγείων
δυνάμεων.
|
όσον
ἀγαπητὰ εἶναι τὰ σκηνώματά σου, ὁ
ναός σου δηλαδὴ καὶ ὅλοι οἱ περὶ
αὐτὸν ἱεροὶ χῶροι, ὦ Κύριε
τῶν ἐν οὐρανοῖς ἀγγελικῶν
δυνάμεων. |
3
Ἐπιποθεῖ καὶ ἐκλείπει ἡ
ψυχή μου εἰς τὰς αὐλὰς τοῦ
Κυρίου, ἡ καρδία μου καὶ ἡ σάρξ
μου ἠγαλλιάσαντο ἐπὶ Θεὸν ζῶντα.
|
3
Φλέγεται ἡ ψυχή μου ἀπὸ τὸν
πόθον, λυώνει ἀπὸ τὴν ἐπιθυμίαν
νὰ εὑρεθῇ εἰς τὰς αὐλὰς
τοῦ Κυρίου. Ἡ ψυχή μου καὶ τὸ
σῶμα μου σκιρτοῦν ἀπὸ χαρὰν
καὶ εὐφροσύνην διὰ τὸν ἀληθινὸν
καὶ ζῶντα Θεόν.
|
3
Ἀπὸ μακροῦ, ἀφ’ ὅτου εἰς
μακρυνάς διατρίβω χώρας, ποθεῖ σφοδρῶς καὶ
ἀπὸ τὸν πόθον της τήκεται καὶ λειώνει
ἡ ψυχή μου ἐπιθυμοῦσα νὰ εὑρεθῇ
εἰς τὰς αὐλὰς τοῦ Κυρίου. Ἡ
καρδία μου καὶ τὸ σῶμα μου μετ' ἀγαλλιάσεως
πολλῆς ἐσκίρτων νὰ ἔλθουν εἰς
τὸν Θεόν, ποὺ δὲν εἶναι νεκρὸς
σὰν τὰ εἴδωλα, ἀλλ’ εἶναι Θεὸς
ζωντανὸς καὶ ἀθάνατος.
|
4
Καὶ γὰρ στρουθίον εὗρεν ἑαυτῷ
οἰκίαν καὶ τρυγὼν νοσσιὰν ἐαυτῇ.
Οὖ θήσει τὰ νοσσία ἑαυτῆς,
τὰ θυσιαστήριά σου, Κύριε τῶν
δυνάμεων, ὁ βασιλεύς μου καὶ ὁ
Θεός μου. |
4
Καὶ αὐτὰ τὰ
στρουθία εὑρῆκαν εἰς τὸν ναόν
σου κατοικίαν. Ἡ τρυγὼν
ἔκαμε ἐκεῖ τὴν
φωλεὰν διὰ τοὺς νεοσσούς της. Τὸ
θυσιαστήριόν σου ποθῶ
καὶ ἐγώ,
Κύριε τῶν
δυνάμεων, ὁ βασιλεύς μου καὶ
ὁ Θεός μου. |
4
Διότι ὄχι μόνον οἱ δοῦλοι σου θέλγονται
εἰς τὸν ἱερὸν τοῦτον τόπον,
ἀλλὰ καὶ τὸ στρουθίον εὗρε δι'
ἑαυτὸ κατοικίαν καὶ ἡ τρυγὼν
φωλεὰν δι ’ ἑαυτήν, ὅπου θὰ θέσῃ
τοὺς νεοσσούς της. Ὤ! Τὰ θυσιαστήριά
σου, Κύριε τῶν ἐν οὐρανοῖς ἀγγελικῶν
δυνάμεων, ὦ βασιλεῦ μου καὶ Θεέ μου, αὐτὰ
ποθῶ καὶ ἐγὼ καὶ θὰ ἤθελον
νὰ ἔχω καταφύγιόν μου. |
5
Μακάριοι οἱ κατοικοῦντες ἐν τῷ
οἴκῳ σου, εἰς τους αἰῶνας τῶν
αἰώνων αἰνέσουσί σε. (διάψαλμα).
|
5
Τρισευτυχισμένοι καὶ εὐλογημένοι εἶναι
ἐκεῖνοι, ποὺ κατοικοῦν εἰς τὰς
αὐλὰς τοῦ ναοῦ σου, διότι αὐτοὶ
καὶ οἱ ἀπόγονοί των θὰ
σὲ ὑμνολογοῦν παντοτεινά.
|
5
Μακάριοι εἶναι οἱ ἱερεῖς καὶ
οἱ λευῖται καὶ οἱ μόνιμοι κάτοικοι
τῆς Ἱερουσαλήμ, οἱ ὁποῖοι κατοικοῦν
ἐν τῷ οἴκῳ σου. Διηνεκῶς καὶ
εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων
αὐτοὶ καὶ αἱ γενεαί των θὰ
σὲ ὑμνοῦν. |
6
Μακάριος ἀνήρ, ᾧ ἐστιν ἡ
ἀντίληψις αὐτοῦ παρὰ σοί·
ἀναβάσεις ἐν τῇ καρδίᾳ
αὐτοῦ διέθετο |
6
Τρισευτυχισμένος ὁ
ἄνθρωπος, ποὺ εὑρίσκεται κάτω
ἀπὸ τὴν κραταιὰν
προστασίαν σου καὶ ἀπεφάσισε μὲ
τὴν καρδιά του νὰ πραγματοποιήσῃ
ἱερὰν ἄνοδον,
εὐλαβῆ ἐπίσκεψιν
πρὸς τὴν Σιών.
|
6
Μακάριος εἶναι καὶ ὁ ἄνθρωπος, ὁ
ὁποῖος ἀπολαμβάνει τὴν ἀντίληψιν
καὶ βοήθειάν σου καὶ ὁ ὁποῖος
μακρὰν τῆς Ἱερουσαλὴμ κατοικῶν
ἐθεσεν εἰς τὴν καρδίαν του καὶ εἰς
τὸν νοῦν του ἀπόφασιν καὶ σκοπὸν
νὰ ἀναλάβῃ ἀναβάσεις καὶ ἱερὰν
ἀποδημίαν εἰς τὴν ἁγίαν Σιών.
|
7
εἰς τὴν κοιλάδα τοῦ κλαυθμῶνος,
εἰς τὸν τόπον, ὃν ἔθετο·
καὶ γὰρ εὐλογίας δώσει ὁ
νομοθετῶν. |
7
Θὰ διέλθῃ ἀπὸ τὴν
κοιλάδα τοῦ κλαυθμῶνος, θὰ
ἀνεβῇ εἰς τὸν ἱερὸν τόπον
τῆς Σιών, ἐκεῖ
ὅπου ἐσκόπευε νὰ φθάσῃ.
Καὶ ὁ Κύριος, ποὺ ἐθεσμοθέτησε
τὰς ἑορτὰς καὶ τοὺς ἱεροὺς
αὐτοὺς τόπους, θὰ γεμίσῃ
μὲ τὰς εὐλογίας του τοὺς
προσκυνητάς.
|
7
Θὰ προχωρῇ οὗτος διὰ μέσου τῆς
κοιλάδος τοῦ κλαυθμῶνος καὶ θὰ διαβαίνῃ
μὲ πολυμόχθους πεζοπορίας τόπους χαμηλοὺς καὶ
λαγκάδια καὶ ἐρήμους χωρὶς νερὸν διὰ
νὰ φθάσῃ εἰς τὸν τόπον, τὸν
ὁποῖον ὡς πολυπόθητον τέρμα τῆς ἱερᾶς
ἀποδημίας του ὥρισεν. Εἶναι μακάριος οὗτος,
διότι θὰ δώσῃ εἰς αὐτὸν εὐλογίας
ἐκεῖνος, ὅστις ἐνομοθέτησε κατὰ
τὰς μεγάλας ἑορτὰς ν’ ἀποδημοῦν
οἱ Ἰουδαῖοι εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα.
|
8
Πορεύσονται ἐκ δυνάμεως εἰς δύναμιν,
ὀφθήσεται ὁ Θεὸς τῶν Θεῶν
ἐν Σιών. |
8
Αὐτοὶ θὰ πορεύωνται πρὸς τὴν
Σιών, μὲ νέας πάντοτε καὶ ἀκμαίας
δυνάμεις. Καὶ ὅταν φθάσουν ἐκεῖ,
θὰ ἐμφανισθῇ ὁ Θεὸς τῶν
Θεῶν καὶ Κύριος
τῶν κυρίων εἰς τὴν Σιών.
|
8
Οἱ εὐλαβεῖς αὐτοὶ ἀποδημηταὶ
δὲν θὰ ἀποκάμουν βαδίζοντες, ἀλλ’
ὁ πόθος των θὰ δίδῃ εἰς αὐτοὺς
νέας δυνάμεις. Θὰ προχωροῦν ὁλονὲν
ἐνισχυόμενοι μὲ νέους βαθμοὺς καὶ
μὲ αὐξανομένας δόσεις δυνάμεως, θὰ ὀφθῇ
εἰς αὐτοὺς ὁ Θεὸς τῶν
θεῶν ἐν τῇ Σιών. |
9
Κύριε ὁ Θεὸς τῶν δυνάμεων, εἰσάκουσον
τῆς προσευχῆς μου, ἐνώτισαι, ὁ
Θεὸς Ἰακώβ, (διάψαλμα).
|
9
Κύριε καὶ Θεὲ τῶν οὐρανίων
καὶ ἐπιγείων δυνάμεων, ἄκουσε
μὲ εὐμένειαν τὴν προσευχήν μου,
δέξαι την εἰς τὰ αὐτιά σου,
ὦ Θεὲ τοῦ Ἰακὼβ καὶ τῶν
ἀπογόνων του. |
9
Κύριε, ποὺ εἶσαι καὶ Θεὸς τῶν
ἐν οὐρανοῖς δυνάμεων, ἔχων αὐτὰς
ὑπὸ τὰς ἀμέσους διαταγάς σου, εἰσάκουσον
τὴν προσευχήν μου, πρόσδεξαι αὐτὴν εἰς
τὰ ὦτά σου, ὦ Θεὲ τοῦ Ἰακώβ.
|
10
Ὑπερασπιστὰ ἡμῶν, ἴδε, ὁ
Θεός, καὶ ἐπίβλεψον εἰς τὸ
πρόσωπον τοῦ χριστοῦ σου.
|
10
Ὦ Θεέ, σὺ ὁ ὁποῖος εἶσαι
ὁ ὑπερασπιστὴς καὶ προστάτης
μας, ρίξε ἕνα εὐμενὲς βλέμμα
εἰς τὸ πρόσωπον τοῦ βασιλέως,
τὸν ὁποῖον σὺ ἔχρισες ὡς
βασιλέα. |
10
Ὦ Θεέ μου, σὺ ποὺ μᾶς ὑπερασπίζεις
πάντοτε, ἰδέ, καὶ ἐπίβλεψον μετ’ εὐμενείας
καὶ εἰς τὸ πρόσωπον τοῦ βασιλέως,
τὸν ὁποῖον σὺ ἔχρισας καὶ
δι’ αὐτὸ εἶναι χριστὸς ἰδικός
σου. Ἀξίωσέ μας μετ’ αὐτοῦ νὰ
ἀπολαμβάνωμεν τὰ θυσιαστήριά σου.
|
11
Ὅτι κρείσσων ἡμέρα μία ἐν
ταῖς αὐλαῖς σου ὑπὲρ χιλιάδας·
ἐξελεξάμην παραρριπτεῖσθαι ἐν τῷ
οἴκῳ τοῦ Θεοῦ μου μᾶλλον ἢ
οἰκεῖν με ἐν σκηνώμασιν ἁμαρτωλῶν.
|
11
Δι' ἐμὲ εἶναι προτιμότερον νὰ
ζήσω ἔστω καὶ μὶαν ἡμέραν
εἰς τὰς αὐλὰς τοῦ ναοῦ
σου, παρὰ νὰ ζῶ χιλιάδας ἡμέρας
μακρὰν ἀπὸ σὲ καὶ τὸν
ναόν σου. Ἔχω πλέον προτιμήσει καὶ
προτιμῶ νὰ εἶμαι κάπου παραπεταμένος
εἰς τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ μου, παρὰ
νὰ κατοικῶ εἰς πλουσίας κατοικίας
ἁμαρτωλῶν ἀνθρώπων.
|
11
Διότι εἶναι προτιμοτέρα μία καὶ μόνη ἡμέρα
εἰς τὰς ἁγίας αὐλάς σου, παρὰ
χιλιάδες ἄλλαι ἡμέραι ποὺ περνοῦν
μακρὰν ἀπὸ τὸ ἱερόν σου.
Προετίμησα νὰ εἶμαι παραπεταμένος εἰς τὸν
οἶκον τοῦ Θεοῦ μου καὶ να ἔχω
τὴν ἐσχάτην θέσιν ἐν αὐτῷ, παρὰ
νὰ κατοικῶ εἰς σκηνώματα καὶ ἀνάκτορα
ἁμαρτωλῶν. |
12
Ὅτι ἔλεος καὶ ἀλήθειαν ἀγαπᾷ
Κύριος ὁ Θεός, χάριν καὶ δόξαν
δώσει· Κύριος οὐ στερήσει
τὰ ἀγαθὰ τοῖς πορευομένοις
ἐν ἀκακίᾳ. |
12
Διότι ὁ Κύριος καὶ Θεὸς ἀγαπᾷ
τὸ ἔλεος καὶ τὴν ἀλήθειαν,
θὰ δώσῃς δὲ εἰς τοὺς προσκυνοῦντας
καὶ πιστεύοντας εἰς αὐτὸν χάριν
καὶ δόξαν. Ὁ Κύριος δὲν θὰ
στερήσῃ ποτὲ τὰ ἀγαθὰ
ἀπὸ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι
πορεύονται μὲ ἀγαθότητα καὶ
ἁπλότητα. |
12
Προτιμῶ νὰ εἶμαι εἰς τὸν οἶκον
τοῦ Θεοῦ, διότι ἐκεῖ θὰ εὑρίσκω
ἔλεος καὶ οἰκτιρμούς. Ὁ Κύριος ἀγαπᾷ
νὰ ἐκχύνῃ τὸ ἔλες τού
καὶ νὰ δεικνύεται πιστὸς καὶ ἀληθὴς
εἰς τὰς ὑποσχέσεις του. Θὰ δώσῃ
ὁ Θεὸς χάριν καὶ δόξαν. Ὁ Κύριος δὲν
θὰ στερήσῃ τὰ ἀγαθά του εἰς
ἐκείνους, ποὺ βαδίζουν καὶ συμπεριφέρονται
μὲ ἀκακίαν καὶ ἀγαθότητα.
|
13
Κύριε, ὁ Θεὸς τῶν δυνάμεων,
μακάριος ἄνθρωπος ὁ
ἐλπίζων ἐπὶ σέ.
|
13
Ὦ Κύριε καὶ Θεὲ τῶν δυνάμεων
οὐρανοῦ καὶ γῆς, τρισευτυχισμένος
καὶ εὐλογημένος εἶναι ὁ ἄνθρωπος
ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος ἔχει
ἀποθέσει τὴν ἐλπίδα του μετὰ
πίστεως εἰς σέ. |
13
Κύριε, ποὺ εἶσαι Θεὸς καὶ δεσπότης
τῶν ἐν οὐρανοῖς ἀγγελικῶν
δυνάμεων, μακάριος εἶναι ὁ ἄνθρωπος ὁ
ὁποῖος ἐλπίζει εἰς σέ. |