Πρωτότυπο Κείμενο
|
Ἑρμηνεία Ἰωάννου Κολιτσάρα
|
Ἑρμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα
|
λεονάκις
ἐπολέμησάν με ἐκ νεότητός
μου, εἰπάτω δὴ Ἰσραήλ·
|
ολλὲς
φορὲς καὶ ἀπὸ πολὺν καιρόν,
ὅταν ἀκόμη ὡς νεαρὸν ἔθνος
ἠρχίσαμεν τὴν ζωήν μας εἰς τὴν
Αἴγυπτον, μᾶς ἐπολέμησαν οἱ
ἐχθροί μας. Ἂς τὸ διακηρύξῃ
αὐτὸ ὁ ἰσραηλιτικὸς λαός.
|
ολλάκις
μὲ ἐπολέμησαν ἀπὸ τοὺς χρόνους
τῆς νεότητός μου, ὅτε ἤρχιζα τὴν
ζωήν μου ὡς ἔθνος ἐν Αἰγύπτῳ.
- Ἂς ὁμολογήσῃ τοῦτο ὁλόκληρος
ὁ Ἰσραηλιτικὸς λαός. |
2
πλεονάκις ἐπολέμησάν με ἐκ νεότητός
μου, καὶ γὰρ οὐκ ἠδυνήθησάν
μοι. |
2
Πολλὲς φορὲς μᾶς ἐπολέμησαν
οἱ ἐχθροί μας ἀπὸ τὴν
ἀρχὴν τῆς ἐθνικῆς μας ζωῆς
καὶ ὅμως δὲν κατόρθωσαν νὰ μᾶς
ἐπιβληθοῦν καὶ νὰ μᾶς ἐξοντώσουν.
|
2
Πολλάκις μὲ ἐπολέμησαν ἀπὸ νεότητός
μου, ἀλλ’ ὅμως δὲν ἠδυνήθησαν νὰ
μὲ καταβάλουν. |
3
Ἐπὶ τὸν νῶτόν μου ἐτέκταινον
οἱ ἁμαρτωλοί, ἐμάκρυναν τὴν
ἀνομίαν αὐτῶν. |
3
Καθήσαντες τυραννικὰ ἐπάνω μας, ἐσφυροκοποῦσαν
εἰς τὴν ράχιν μας οἱ ἀσεβεῖς
εἰδωλολατρικοὶ λαοὶ καὶ ἐπὶ
πολὺν χρόνον ἐπεξέτεινον τὴν
παράνομον αὐτὴν συμπεριφοράν.
|
3
Ἐπικαθήσαντες ἐπὶ τῆς ράχεως καὶ
τῶν νώτων μου οἱ εἰδωλολάτραι κατακτηταὶ
συνεχῶς ἐσφυροκόπουν ἐπ’ αὐτῶν,
ἐπὶ μακρὰν χρόνον παρέτειναν τὰς κατ’
ἐμοῦ ἀνομίας των. |
4
Κύριος δίκαιος συνέκοψεν αὐχένας
ἁμαρτωλῶν. |
4
Ἀλλ' ὁ δίκαιος Κύριος κατέκοψε
καὶ ἐταπείνωσε τοὺς αὐχένας
τῶν ἀλαζονικῶν ἁμαρτωλῶν αὐτῶν
τυράννων μας. |
4
Ἀλλ' ὁ δίκαιος Κύριος κατέκοψεν ὅλους μαζὶ
τοὺς ἀλαζονικοὺς καὶ ἐπηρμένους
αὐχένας τῶν ἁμαρτωλῶν καὶ κατέστησεν
ἡμᾶς ἐπικρατεστέρους.
|
5
Αἰσχυνθήτωσαν καὶ ἀποστραφήτωσαν
εἰς τὰ ὀπίσω πάντες οἱ
μισοῦντες Σιών. |
5
Ἂς κατεντροπιασθοῦν καὶ ἂς στραφοῦν
ἐντροπιασμένοι πρὸς τὰ ὀπίσω
ὅλοι ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι
μισοῦν τὴν ἁγίαν Σιών, τὴν
Ἱερουσαλήμ. |
5
Ἂς ἐντροπιασθοῦν καὶ ἂς στραφοῦν
ὀπίσω νικώμενοι κατὰ κράτος ὅλοι ὅσοι
μισοῦν τὴν Σιών. |
6
Γενηθήτωσαν ὡσεὶ χόρτος δωμάτων,
ὃς πρὸς τοῦ ἐκσπασθῆναι ἐξηράνθη·
|
6
Ἂς γίνουν ὅλοι αὐτοὶ ὡσὰν
τὸ χορτάρι, ποὺ φυτρώνει ἐπάνω
εἰς τὰ λιακωτά, καὶ τὸ ὁποῖον,
πρὶν κανεὶς τὸ ἐκριζώσῃ,
ξηραίνεται μόνον του. |
6
Ἂς γίνουν σὰν τὸν χόρτον, ὅστις φυτρώνει
ἐπάνω εἰς τὰ δώματα καὶ τὰς
στέγας καὶ ὁ ὁποῖος πρὶν ἐκσπασθῇ
καὶ ἐκριζωθῇ ἀπὸ ἀνθρωπίνας
χεῖρας ξηραίνεται ἀφ’ ἑαυτοῦ, διότι
δὲν ἔχει βάθος. |
7
οὗ οὐκ ἐπλήρωσε τὴν χεῖρα
αὐτοῦ ὁ θερίζων καὶ τὸν
κόλπον αὐτοῦ ὁ τὰ δράγματα
συλλέγων, |
7
Ἀπὸ αὐτὸ τὸ χορτάρι δὲν
ἠμπορεῖ ποτὲ νὰ γεμίσῃ
τὰ χέρια του ὁ θεριστής, ὁ ὁποῖος
θερίζει τὰ στάχυα, οὔτε βέβαια
καὶ τὴν ἀγκαλιάν του ὁ ἐργάτης,
ὁ ὁποῖος μαζεύει καὶ δένει
εἰς δεμάτια τὰ στάχυα.
|
7
Ἂς γίνουν σὰν τὸν χόρτον αὐτόν, ἀπὸ
τὸν ὁποῖον δὲν ἐγέμισε τὴν
χεῖρα του ὁ θεριστὴς καὶ τὸν
κόλπον του αὐτὸς ποὺ συλλέγει τὰ χειροβόλια.
|
8
καὶ οὐκ εἶπαν οἱ παράγοντες·
εὐλογία Κυρίου ἐφ' ὑμᾶς,
εὐλογήκαμεν ὑμᾶς ἐν ὀνόματι
Κυρίου. |
8
Οὔτε οἱ διαβάται θὰ εἴπουν πρὸς
ἐκείνους οἱ ὁποῖοι, τυχόν,
θὰ ἐμάζευαν τὰ χορταράκια αὐτά·
ἡ εὐλογία καὶ ἡ εἰρήνη
τοῦ Θεοῦ νὰ εἶναι μαζῆ σας·
οὔτε καὶ ἐκεῖνοι, φυσικά, θὰ
ἀπαντήσουν πρὸς τοὺς διαβάτας·
Ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ μαζῆ
σας. Ἐν ὀνόματι τοῦ Κυρίου σᾶς
εὐλογοῦμεν καὶ ἡμεῖς.
|
8
Οὔτε οἱ ἄνθρωποι οἱ περαστικοὶ
εἶπαν πρὸς αὐτούς· <ὥρα
καλή σας, θερισταί· ἡ εὐλογία
τοῦ Κυρίου νὰ εἶναι μαζί σας>·
οὔτε ἀπήντησαν ἐκεῖνοι· <ὥρα
καλὴ σας, διαβάται· σᾶς εὐλογοῦμεν
καὶ ἡμεῖς ἐν ὀνόματι τοῦ
Κυρίου>. |